Υπάρχουν μερικοί άνθρωποι που καθορίζουν τις τάσεις. Είναι αυτοί που θα τους βρείτε σκυφτούς πάνω από αυτό που λατρεύουν και αυτοί που δεν ακούγονται πολύ αλλά έχουν μάθει να δημιουργούν με πάθος. Ο Δημήτρης Κοπαράνης ανήκει αναμφίβολα σε αυτή τη λέσχη. Πολυπράγμων, απόλυτα στοχευμένος και πάντα μπροστά από τις εξελίξεις, γεννήθηκε στις Σέρρες και μετακόμισε στη Θεσσαλονίκη στα 18 του για να σπουδάσει. Από τότε δεκάδες συνεργασίες με σημαντικά ονόματα του χώρου και μαγαζιά τα οποία φέρουν την υπογραφή του τον ανέδειξαν θέτοντας τα θεμέλια για να μπορεί επίσημα να είναι ένας από τους σημαντικότερους food bloggers, food editors και μάγειρες στη χώρα.
Τον συναντήσαμε με αφορμή την έκδοση του πρώτου του βιβλίου «Γκλόρια, Δε χιονίζει τα Χριστούγεννα στη Λεπτοκαρυά» και μας μίλησε για τις δικές του αλήθειες.
Γεύσεις, χρώματα, συνταγές, λέξεις και αμέτρητες ιδέες. Τι είναι τελικά αυτό που χαρακτηρίζει περισσότερο έναν άνθρωπο σαν εσάς ο οποίος έχει μάθει να εκφράζεται με κάθε δυνατό μέσο;
Είναι όλα αυτά που αναφέρετε. Μου αρέσει να σκέφτομαι κάτι, να το βάζω σε μια τάξη και να το υλοποιώ. Επιδιώκω να κάνω κάτι σωματικό και κάτι πνευματικό κάθε μέρα. Αλλιώς νιώθω πως κάτι λείπει.
Ξεκινώντας να ζείτε το όνειρο της μαγειρικής -εφόσον είχατε σπουδάσει κάτι άλλο- υπήρξε κάποιο στοιχείο που σας κέντρισε περισσότερο το ενδιαφέρον;
Τουρισμό και διοίκηση σπούδασα, είναι και δεν είναι σχετικό. Δεν επεδίωξα ποτέ να μπω στην κουζίνα. Βρέθηκα εκεί γιατί δέχτηκα μια πρόταση από το ΕΡΓΟΝ -πριν γίνει το ΕΡΓΟΝ που ξέρουμε - και την επόμενη μέρα ήμουν σε μια κουζίνα. Στιγμές αργότερα κατάλαβα πως δεξιά είχα τον Καραμολέγκο, απέναντι τον Λαζάρου και πιο κάτω μερικά από τα καλύτερα εστιατόρια της χώρας με πολλά βραβεία και ιστορία. Ήταν το 2011. Εκείνα τα χρόνια ήταν μαγικά -ένιωθες πως όλα μπορούσαν να συμβούν. Αποφάσισα λοιπόν πως πρέπει να κάνω το πιο νόστιμο φαγητό που μπορώ. Και ξεκίνησα.
Πίσω στο 2014 δημιουργήσατε ένα food viral που ακούει στο όνομα bougatsan. Τι πιστεύετε πως είναι αυτό που φέρνει την έμπνευση για τέτοιες ιδέες; Το ταλέντο ή η σκληρή δουλειά;
Τίποτα από τα δύο. Όλα τα εστιατόρια συμμορφώνονται σε αυτό που ζητάει η αγορά και όλα σερβίρουν πάνω - κάτω καλό φαγητό. Τα μπιφτέκια και οι ντοματοσαλάτες δεν έχουν περιθώρια διαφοροποίησης. Όλοι λίγο πολύ ψωνίζουμε από την ίδια αγορά. Μπορώ να πω με σιγουριά πως δεν υπάρχει ο Θεός της μαγειρικής που επιβραβεύει τους ικανούς και τους δουλευταράδες. Για να τα καταφέρει ένα εστιατόριο σήμερα πρέπει να γίνει ποθητό, να μπορεί ο κόσμος να το δει ως κομμάτι της ζωής του. Δεν είναι εύκολο αλλά μπορεί να γίνει. Δεν έχω περισσότερο ταλέντο στη μαγειρική από τον μέσο άνθρωπο. Αν έχω ένα ταλέντο είναι το εξής: να μεταφράζω σε γεύση / φαγητό / πιάτο αυτό που ο κόσμος θέλει έτσι κι αλλιώς να καταναλώσει.
Είστε από τους πρώτους που "ίδρυσαν" ένα food blog, και πλέον περήφανος πατέρας του dr.benefits. Πως αντιλαμβάνεστε τις αλλαγές τις οποίες έχει φέρει το internet στον τομέα του φαγητού μέσα στα χρόνια;
Πολλοί θεώρησαν το bougatsan viral, εγώ λέω πως ήταν σίγουρα meme. Το θέμα είναι μεγάλο και σύνθετο. Το internet ήρθε και άλλαξε τη σχέση μας με το φαγητό και τη βιομηχανία των εστιατορίων. Ξεκίνησα να μαγειρεύω το 2011. Στην προ Instagram περίοδο ανοίγανε μεζεδοπωλεία. Σήμερα ανοίγουν breakfast, brunch και healthy spots.
Έχετε γράψει πως το φαγητό είναι μια προσωπική μετάφραση της καθημερινότητας. Τι αποκαλύπτει, λοιπόν, για εσάς ο τρόπος που το “χρησιμοποιείτε";
Είναι μια αφορμή για μια στάση μέσα στη μέρα. Να κάνω κάτι καλό για τον εαυτό μου. Αν θέλεις να είσαι γερός πρέπει να φροντίσεις το φαγητό σου. Το healthy δεν πωλείται συσκευασμένο σε κάποιο ράφι.
Υπάρχει κάποια γεύση ή πιάτο που έχετε συνδυάσει με τη Θεσσαλονίκη;
Δεν είμαι συναισθηματικός τύπος, δε δένομαι με χώρους και πράγματα. Όταν είμαι στο εξωτερικό αυτό που μου λείπει είναι τα πολλά φρέσκα φρούτα, το ζεστό ψωμί και το ελαιόλαδο πάντως.
Πρόσφατα κυκλοφορήσατε το πρώτο σας βιβλίο. Τι είναι αυτό που σας δημιούργησε την ανάγκη για αυτή την έκφραση;
Πριν πέντε χρόνια έδωσα εξετάσεις και σπούδασα Δημοσιογραφία. Σκέφτηκα λοιπόν να παρακολουθήσω ένα μάθημα Δημιουργικής Γραφής με τη Σοφία Νικολαίδου για να χαλαρώσω λίγο το ύφος μου. Σιγά σιγά άρχισαν να διαμορφώνονται χαρακτήρες και μια ιστορία που ένιωθα πως πρέπει να πω. Χωρίς να το καταλάβω καλά - καλά το είχα γράψει.
Πώς νιώσατε την πρώτη στιγμή που το κρατήσατε στα χέρια σας;
To πρώτο βιβλίο είναι κάτι μαγικό που δεν ξανάρχεται. Ήταν αναπάντεχο, δεν ήταν στους στόχους μου. Μεγάλη συγκίνηση.
Η αφήγηση ακολουθεί την ιστορία μιας κοπέλας η οποία τελικά "κυριεύτηκε" από τη μοίρα. Είναι εύκολο να ξεφύγει κανείς από αυτά που είναι γραμμένα;
Η Γκλόρια δεν είναι ένα πραγματικό πρόσωπο, αλλά η ιστορία της σίγουρα συνέβη στο σύμπαν του βιβλίου. Η ζωή ξεπερνάει κάθε φαντασία. Μπορεί τίποτα να μην είναι γραμμένο αλλά όλα μπορούν να συμβούν.
Σίγουρα το ταξίδι σας στη συγγραφή είχε αρχίσει πριν από αυτό το βιβλίο, έστω και ανεπίσημα. Ποια είναι η πιο παλιά ιστορία που έχετε γράψει και θυμάστε;
Ειλικρινά είναι η πρώτη, δε μπορώ να θυμηθώ κάποια άλλη. Πάντα φανταζόμουν διάφορες ιστορίες, ήταν η πρώτη φορά που έκατσα και έγραψα μια.
Τέλος, μια ερώτηση με την οποία μου αρέσει να κλείνω. Ποιο soundtrack θα βάζατε στη ζωή σας;
Μ’ αρέσει να φτιάχνω λίστες και να τις ακούω, αλλά όχι πολύ δυνατά. Μπορείτε να τις βρείτε εδώ, spotify:user:11101195789 . Εδώ υπάρχει και η μουσική για το επόμενο βιβλίο!
Το δικό σας top 4
Αγαπημένο υλικό μαγειρικής: Νερό, αέρας και αλάτι
Αγαπημένη γεύση: Ζεστό ψωμί που κάνω εγώ με ελαιόλαδο και αλάτι
Αγαπημένο εστιατόριο: Μπορεί να μην έχω δικό μου εστιατόριο πια αλλά έχω μια αδυναμία στα μικρά εστιατόρια, στους μικρούς καταλόγους και στους σπουδαίους σεφ.
Αγαπημένη πρόταση μέσα στο βιβλίο σας: Καμιά φορά θυμόταν το τρελό καλοκαίρι στη Λεπτοκαρυά, τη Ντιάνα, τον Σωτήρη, την επίδειξη στην παραλία και τη ντίσκο Σάμουράι. Θυμόταν και τον Σέκερη να ξαπλώνει στην ταράτσα και ένιωθε παράξενα, σαν άνω τελεία χωρίς κείμενο να ακολουθεί·
More info: