Στις 28 Σεπτεμβρίου κυκλοφορεί στη Γαλλία το νέο βιβλίο του βραβευμένου με το Prix Méditerranée du polar 2023 Χρήστου Μαρκογιαννάκη, «Omero, le fils caché» (Όμηρος, ο κρυφός γιος). Ο Omero πέθανε δύο φορές: μια πρώτη αμέσως μετά τη γέννησή του – όπως μαρτυρά ένα πιστοποιητικό θανάτου – τη δεύτερη λίγο μετά τα εξήντα. Πώς εξηγείται αυτό το μυστήριο; Στις 30 Μαρτίου 1960, μια γυναίκα γεννά πρόωρα ένα παιδί. Πρόκειται για την Μαρία Κάλλας. Πατέρας είναι ο Αριστοτέλης Ωνάσης. Ο θάνατος του μωρού διαπιστώθηκε λίγες ώρες αργότερα. Τι θα γινόταν αν το παιδί είχε επιζήσει; Έτσι ξεκινά η απίστευτη ιστορία του Omero Lengrini, του κρυφού γιου ενός εμβληματικού ζευγαριού. Ακολουθώντας τα χνάρια των γονιών του από την Αθήνα στη Ρώμη, απ’ το Παρίσι στη Νέα Υόρκη ο Omero προσπαθεί να ξετυλίξει την οικογενειακή του ιστορία και ν’ ανακαλύψει την αλήθεια μέσα σ’ ένα πλέγμα χειραγώγησης, μυστικών και ψεμάτων. Αυτό το "what if" μυθιστόρημα, μια εμμονική αναζήτηση ταυτότητας καταλήγει επιδέξια σ’ ένα αιώνιο ερώτημα: η ζωή μας τελικά είναι αποτέλεσμα τύχης, συμπτώσεων, επιλογών ή πεπρωμένου; Ο Χρήστος Μαρκογιαννάκης υπογράφει ένα συναρπαστικό κείμενο που συνενώνει τη μυθοπλασία και την ιστορία, το σύγχρονο πολάρ με την ελληνική τραγωδία.
O ίδιος μας λέει...
H πορεία σας μέχρι σήμερα φανερώνει μια ιδιαίτερη αγάπη για τις τέχνες, τον πολιτισμό με μια αισθητική που ξεχωρίζει. Μιλήστε μας για το ταξίδι σας, πώς ξεκίνησαν όλα, ποιο ήταν το σημείο εκκίνησης και πώς εξελίχθηκε η διαδρομή σας σε σχέση με τη συγγραφή...
Σας ευχαριστώ! Πράγματι οι τέχνες, κυρίως οι πλαστικές, η μουσική και φυσικά η λογοτεχνία, υπήρξαν πάντα παρούσες στη ζωή μου, με τρόπο ενεργητικό ή παθητικό. Τα ερεθίσματα που προσφέρουν σμίλευσαν και ακόμα σμιλεύουν την προσωπική μου αισθητική την οποία αναγνωρίζει κανείς εύκολα στα βιβλία μου.
Όταν ήρθε η ώρα, λοιπόν, να επιλέξω θέμα για το διδακτορικό μου στην εγκληματολογία μετακόμισα στο Παρίσι, συνδύασα τα δύο μου πάθη, το έγκλημα και τις τέχνες και κατέληξα στο: Η αναπαράσταση της ανθρωποκτονίας στη γαλλική ζωγραφική του 19ου αιώνα. Δεν ολοκλήρωσα τη διατριβή αυτή, αλλά η πολυετής έρευνά της με βοήθησε να εμπνευστώ και να γράψω τα δύο πρώτα δοκιμιακά μου criminartistic βιβλία, The Louvre Murder Club/ Scènes de crime au Louvre, και The Orsay Murder Club/ Scènes de crime a Orsay. Σ’ αυτά αναλύω με εγκληματολογικά εργαλεία πίνακες, γλυπτά κι αρχαίους ελληνικούς αμφορείς στα δύο παριζιάνικα μουσεία που αναπαριστούν μυθολογικές, βιβλικές και ιστορικές δολοφονίες.
Η επιτυχία τους μου επέτρεψε να αφοσιωθώ αποκλειστικά στη συγγραφή, συνεχίζοντας με αστυνομικά μυθιστορήματα, στα οποία επίσης υπάρχουν αναφορές σε άλλες τέχνες, τον κινηματογράφο, τη μουσική, τη λογοτεχνία. Μετά από 4 αστυνομικά στη Γαλλία (τα 3 κυκλοφορούν και στην Ελλάδα, το 4ο θα κυκλοφορήσει το 2024) και χάρη στη δημιουργική ελευθερία που προσφέρει η Γαλλία και την εμπιστοσύνη της Γαλλίδας εκδότη μου κυκλοφορεί αυτές τις ημέρες ένα μυθιστόρημα τελείως διαφορετικό απ’ αυτά στα οποία με έχει συνηθίσει ο αναγνώστης. Ελπίζω να το αγκαλιάσει κι αυτό το κοινό, όπως τα προηγούμενα.
Ποια είναι τα highlights της πορείας σας σαν συγγραφέας. Μιλήστε μας για κάτι που δεν θα ξεχάσετε ποτέ.
Η ευφορία κάθε φορά που παίρνω στα χέρια μου το πρώτο αντίτυπο ενός νέου μου βιβλίου (συνδυασμένη με την αγωνία για την πορεία του) παραμένει η ίδια, όσα χρόνια κι αν περάσουν. Η συγγραφή μού έχει δώσει μεγάλες χαρές (κι απογοητεύσεις φυσικά!). Δεν θα ξεχάσω ποτέ τη στιγμή που διάβασα την αναλυτική, ελεγειακή κριτική μισής σελίδας για το 1ο μου βιβλίο στη Le Monde, το τηλεφώνημα που με ενημέρωσε ότι κέρδισα το μεσογειακό βραβείο αστυνομικής λογοτεχνίας, και (από πιο προσωπική σκοπιά) την πρώτη φορά που κάποιος με ρώτησε τι δουλειά κάνω και (έχοντας ήδη 4 βιβλία στο ενεργητικό μου) αντί την συνηθισμένη μου απάντηση «δικηγόρος/ εγκληματολόγος που γράφει βιβλία», απάντησα αυθόρμητα «συγγραφέας».
Νομική και λογοτεχνία. Πώς συνδυάζονται;
Οι σπουδές μου στη νομική με βοήθησαν να μάθω πώς να δομώ τη σκέψη μου, πώς να επιλέγω ακριβοδίκαια τις λέξεις, και πώς απ’ το γενικό να καταλήγω στο ειδικό. Αντίστοιχα η εγκληματολογία μου άνοιξε την πόρτα στην ψυχολογία του εγκλήματος που καταλαμβάνει την κεντρική θέση στα αστυνομικά μου μυθιστορήματα. Χωρίς αυτές τις επιστήμες, χωρίς την αγάπη μου για τις τέχνες και το διάβασμα (πριν γίνεις συγγραφέας είσαι πρώτα αναγνώστης) δεν θα ήμουν αυτός που είμαι.
Ποιος είναι ο ρόλος της λογοτεχνίας στη ζωή σας σήμερα και πώς διαφοροποιείται στο πέρασμα του χρόνου;
Η λογοτεχνία, όχι μόνο η συγγραφή αλλά και η προώθηση της δουλειάς μου στη Γαλλία, είναι πια η καθημερινότητά μου. Αυτό που ξεκίνησε ως πάθος έχει γίνει πια και βιοπορισμός, αυτό στο αφιερώνω τον χρόνο και τις δημιουργικές μου δυνάμεις. Ευτυχώς η αγάπη των αναγνωστών μου το επιτρέπει.
Πώς προέκυψε η ιδέα του Omero; Πείτε μας για το νέο σας βιβλίο.
Το Omero, le fils caché (Ομέρο, ο κρυφός γιος) είναι το νέο μου μυθιστόρημα που κυκλοφορεί στα γαλλικά. Με αφορμή τον θρύλο για ένα παιδί που γεννήθηκε από δυο επιφανείς Έλληνες, τη μεγαλύτερη σοπράνο του 20ου αιώνα και τον εραστή της, έναν σύγχρονο Οδυσσέα, εμπνεύστηκα μια what if ιστορία: τι θα γινόταν αν αυτό το παιδί είχε πράγματι γεννηθεί και δεν είχε πεθάνει λίγες ώρες αργότερα; Τι θα συνέβαινε αν αυτό το παιδί μεγάλωνε σε μια θετή οικογένεια χωρίς να γνωρίζει τους βιολογικούς γονείς του; Πώς θα αντιδρούσε όταν μάθαινε τις ρίζες του;
Είναι ο ίδιος ο Omero που μας διηγείται την ιστορία του, μια εμμονική αναζήτηση ταυτότητας και της απάντησης αν τη ζωή μας πλάθουν οι επιλογές μας, οι συμπτώσεις ή το πεπρωμένο. Είναι ένα μυθιστόρημα φόρος τιμής στη γυναίκα πίσω απ’ το οπερατικό ίνδαλμα, ένα βλέμμα στις περίπλοκες οικογενειακές σχέσεις, ένα κείμενο στο οποίο το σύγχρονο νουάρ συναντά την αρχαία τραγωδία.
Αν θα μπορούσατε να συναντήσετε από κοντά το θρυλικό ζευγάρι τι θα τους λέγατε; Ποια θα ήταν για εσάς η ιδανική κατάληξη της σχέσης τους;
Έτσι ξεκινάει το μυθιστόρημά μου: ο Οmero εξομολογείται στον αναγνώστη πως αν μπορούσε να γυρίσει τον χρόνο πίσω, και με αφορμή μια συνέντευξή της μητέρας του το 1970, όπου εκείνη δήλωνε «Destiny is destiny and there’s no way out» θα της έλεγε πως υπάρχει διέξοδος από το πεπρωμένο. Δεν ήταν η μοίρα, ο Θεός, το κισμέτ που χάραξαν την πορεία τους, αλλά οι επιλογές, κυρίως του πατέρα του που τους παρέσυραν όλους.
Όσο για την ιδανική κατάληξη... είναι το ερώτημα με το οποίο κλείνει το βιβλίο. Οι συνέπειες ενός (υποκειμενικού) happy ending μπορεί να αποδειχτούν βραχύβιες, και δεν είναι πάντα αυτές που προσδοκούμε.
Πώς από τα αστυνομικά μυθιστορήματα φτάσατε σε μια βιογραφική ιστορία;
Η διαδικασία είναι η ίδια: μια ιδέα που γεννιέται και σε στοιχειώνει, πολλή έρευνα κι ένα τελικό κείμενο αποτέλεσμα κόπου και αφοσίωσης. Και αυτή η μυθιστορηματική βιογραφία (αυτοβιογραφία αφού το παιδί διηγείται την ιστορία του) έχει νουάρ στοιχεία, εμβάθυνση στην ψυχολογία, ερωτήματα που ψάχνουν και βρίσκουν απαντήσεις κι ανατροπές, μέχρι την τελευταία σελίδα, όπως στα αστυνομικά μου. Από την άλλη είναι ένα κείμενο πολύ πιο λογοτεχνικό, πιο δύσκολο, που πραγματεύεται διαλυμένες ζωές και με τράβηξε προς την άβυσσο, μια άβυσσο δημιουργική αλλά αχόρταγη.
Εδώ να εξάρω την τόλμη και την εμπιστοσύνη της Γαλλίδας εκδότριάς μου, διευθύντριας ενός από τους μεγαλύτερους και πλέον ιστορικούς γαλλικούς οίκους, τον PLON, που αγκάλιασε το κείμενο απ’ την πρώτη στιγμή, που επέμεινε να το κυκλοφορήσω με το όνομά μου (κι όχι με ψευδώνυμο όπως ήθελα αρχικά) και που έκανε τα πάντα ώστε το βιβλίο να βγει σε μόλις έξι μήνες απ’ την ημέρα που της παρέδωσα το (αγγλικό) χειρόγραφο. Οι πρώτες αντιδράσεις αποδεικνύουν πως είχε δίκιο.
Αν ήταν στο χέρι σας να διαλέξετε ένα πρόσωπο πιθανώς και από άλλη εποχή για επόμενο βιβλίο ποιο θα ήταν αυτό και γιατί;
Δεν μπορώ να σας πω εκ των προτέρων. Η έμπνευση χάρη σε μια γενική ιδέα ή σε κάποιο πρόσωπο δεν μπορεί να προβλεφθεί. Αυτό που ετοιμάζω τώρα, πάντως, λαμβάνει χώρα σε μια άλλη εποχή κι έχει πρωταγωνιστή έναν... αρχαίο Έλληνα Πουαρό.
Πόσο έχει αλλάξει ο τρόπος που εκφράζεστε με τα χρόνια και τι είδους εξέλιξη παρατηρείτε στο έργο σας;
Όπως σε κάθε τι στο οποίο αφιερώνουμε χρόνο, υπάρχει εξέλιξη στο έργο μου. Είχα την ευκαιρία να ξαναδουλέψω τα πρώτα μου ελληνικά μυθιστορήματα, τα οποία κυκλοφόρησαν βελτιωμένα το 2022 και το 2023, βασισμένα στη γαλλική τους εκδοχή (Στον 5ο όροφο της Νομικής, Θάνατος επί σκηνής, Εκδόσεις Μίνωας). Οι διάλογοι (το δυσκολότερο κατ’ εμέ κομμάτι) είναι πιο δυναμικοί, τα κεφάλαια μικρότερα, προκαλώντας στον αναγνώστη την επιθυμία να διαβάσει παρακάτω, οι πρωταγωνιστές καλύτερα ζωγραφισμένοι. Δεν είναι τυχαίο πως το 3ο σε σειρά αστυνομικό μου μυθιστόρημα, το Qui a tué Lucy Davis?
(η γαλλική μετάφραση του ελληνικού Μυθιστόρημα με κλειδί από την Hélène Zervas) κέρδισε το Prix Méditerranée du polar, 2023.
Ποια από όλες τις τέχνες προτιμάτε και γιατί;
Μου ζητάτε με άλλα λόγια ν’ αποφασίσω αν τυχόν ναυαγούσα σε ένα νησί ποια από όλες τις τέχνες θα επέλεγα ως σύντροφο; (Γέλια)! Δύσκολο μεν, αλλά μάλλον τη λογοτεχνία, την οποία, εξάλλου, υπηρετώ.
Ένα dream project;
Δεν έχω όνειρα έχω βλέψεις... (ατάκα δανεισμένη απ’ τον Arnold Schwarzenegger, με την οποία ωστόσο συμφωνώ απόλυτα.) Τα project μου δεν τα ονειρεύομαι παθητικά, κάνω ό,τι περνάει από το χέρι μου να τα πραγματοποιήσω, με πρόγραμμα, επιμονή και υπομονή. Μπορώ να σας εξομολογηθώ πως τα καλύτερα έρχονται!
Σαν Έλληνας που ζείτε στο Παρίσι με ποιον τρόπο κρατάτε την Ελλάδα στην καρδιά σας;
Πηγαινοέρχομαι συχνά για τα βιβλία ή για διακοπές, και φυσικά διαβάζω την ελληνική επικαιρότητα. Επειδή όμως εκτός από την καρδιά, σημαντικό είναι και το στομάχι (γέλια) κι επειδή ενώ αγαπώ την γαλλική ζαχαροπλαστική η γαλλική κουζίνα δεν μου αρέσει, συχνά μαγειρεύω ελληνικά (με βοηθάει να χαλαρώνω) ή τρώω σε κάποιο από τα εξαιρετικά ελληνικά εστιατόρια στο Παρίσι.
Είναι στα σχέδιά σας να επιστρέψετε;
Προς το παρόν η ζωή και ο βασικός κορμός της καριέρας μου είναι στη Γαλλία. Ουδέν μονιμότερον του προσωρινού, ωστόσο...
Το αγαπημένο σας μουσείο ή gallery και μια έκθεση που δεν θα ξεχάσετε ποτέ;
Τα δύο αγαπημένα μου μουσεία είναι το ΜΕΤ στη Νέα Υόρκη και το Orsay στο Παρίσι. Ειδικά στο τελευταίο χρωστάω την επιφοίτηση που άλλαξε τη ζωή μου: μια έκθεσή του το 2010, η Crime et châtiment (Έγκλημα και τιμωρία) που μου έδειξε πως μπορώ πρακτικά να συνδυάζω τις δύο μου αγάπες, το έγκλημα και την τέχνη. Χάρη σ’ αυτή γεννήθηκε στο μυαλό μου η έννοια Criminart, μπόρεσα να δω την αισθητική όψη της πιο σκοτεινής και καταστροφικής πλευράς της ανθρώπινης ψυχής και βρήκα την αφορμή να μετακομίσω στη γαλλική πρωτεύουσα το 2011.
Ο ορισμός της ομορφιάς για εσάς;
Οτιδήποτε γαληνεύει τις αισθήσεις μας.
Η αλλαγή που θα θέλατε να δείτε να συμβαίνει...
Περισσότερη κατανόηση και ενσυναίσθηση, οι οποίες οδηγούν σε περισσότερη ελευθερία να είναι ο καθένας ο εαυτός του.
Η καλύτερη συμβουλή που σας έχουν δώσει ποτέ...
Να μην τα παρατάμε! Τα καλύτερα παίρνουν χρόνο κι έρχονται όταν πια τα αξίζεις και μπορείς να τα διαχειριστείς.
Περιγράφοντας τον εαυτό σας με τρεις λέξεις...
Δημιουργικός, επίμονος, εργατικός.
Η χαρά της ζωής περιλαμβάνει...
Ανθρώπους να τη μοιράζεσαι!