Το τελευταίο έργο του, “Τhe Jungle Book Reimagined”, το οποίο πρόκειται να παρουσιαστεί στις 13 και 14 Σεπτεμβρίου στο Μέγαρο Μουσικής Θεσσαλονίκης, βασίζεται στην πολυαγαπημένη ιστορία του Μόγλη. Ο σπουδαίος χορογράφος την ερμηνεύει υπό το πρίσμα των σημερινών παιδιών, με την αίσθηση του επείγοντος, αφού ο άνθρωπος αποτελεί θανάσιμη απειλή για τη φύση. Μέσα από τα μάτια ενός πρόσφυγα που αιχμαλωτίζεται σ’ έναν κόσμο κατεστραμμένο από τις επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής, o Khan και η ομάδα του αφηγούνται μια ιστορία που μας κάνει να αφουγκραστούμε τις φωνές του φυσικού κόσμου, που εμείς, ο μοντέρνος κόσμος, προσπαθούμε να αποσιωπήσουμε, και επιχειρεί να μας κάνει να φανταστούμε από την αρχή έναν καινούριο. Ο ίδιος, παιδί μεταναστών από το Μπαγκλαντές που μεγάλωσε στο Λονδίνο, όπου έθρεψε και γιγάντωσε το πάθος του για τον χορό, λίγο πριν από την παράσταση στη Θεσσαλονίκη, μίλησε μαζί μας για όλα όσα τον συγκινούν.
Ως κορυφαίος του χορού και της χορογραφίας, ποιο θεωρείτε το μεγαλύτερό σας επίτευγμα; Τι πιστεύετε πως έχετε προσφέρει αληθινά στον σύγχρονο χορό;
Δε νομίζω ότι έχω καταφέρει αρκετά σε σχέση με τον χορό. Θεωρώ ότι δεν υπάρχει τέλος για μένα. Η διαδικασία της μάθησης και της εξέλιξης είναι διαρκής και, όσο νιώθω ότι μαθαίνω, είμαι καλά. Αν αισθανθώ ότι πλέον δε μαθαίνω και δεν εξελίσσομαι, νομίζω ότι θα έχω πρόβλημα στη σχέση μου μαζί του. Με ενδιαφέρει, λοιπόν, η συνεχής αλλαγή, κι αυτή συμβαίνει όταν επιμένεις και δημιουργείς διάλογο. Λατρεύω την κίνηση και τη μουσική και δίνω πολλή προσοχή στις φωνές των άλλων, ακόμη και σε αυτές που έχουν ξεχαστεί κι έρχονται από το παρελθόν, που δεν έχουν πια τη δυνατότητα να ακουστούν και να πουν τις ιστορίες τους. Νιώθω πως είμαι πολύ κοντά σ’ αυτό. Στη σκηνή, άλλωστε, δεν υπάρχει μόνο μία προοπτική, αλλά πολλές. Και κάτι που βρίσκεται οργανικά στο DNA μου είναι η συνεργασία με διάφορους ανθρώπους. Στην ιστορία του σύγχρονου χορού, ωστόσο, είναι πολύ σπάνιο δύο χορογράφοι να λειτουργούν μαζί στο ίδιο show. Έτσι, η χορογραφία “Zero Degrees” μαζί με τον Cherkaoui ήταν η πρώτη στο είδος της, δεν είχε ξαναγίνει ποτέ κάτι παρόμοιο. Η συνεργασία, ωστόσο, είναι σημαντικό κομμάτι του ταξιδιού μου ως καλλιτέχνη.
Τι ιδιαιτερότητες έχει το έργο σας και το κάνει να ξεχωρίζει;
Αυτό που είναι ενδιαφέρον στη δική μου φωνή είναι ότι το παρελθόν και το μέλλον συνυπάρχουν στο παρόν. Ζούμε σε μια εποχή που θέλει να βλέπει στο μέλλον. Έτσι, κοιτάς μπροστά, πέρα από σένα, δεν κοιτάς πίσω σου στο παρελθόν. Η δική μου οπτική είναι ότι το παρελθόν είναι μπροστά, γιατί μπορείς και το βλέπεις, ενώ το μέλλον είναι πίσω σου, μιας και δεν μπορείς να το δεις. Έτσι, για να κατανοήσεις το μέλλον, πρέπει να κοιτάξεις στο παρελθόν. Η φωνή μου έχει τις ρίζες της παράδοσης. Στον χορό, θεωρείται κλασικό, για παράδειγμα, το μπαλέτο, ενώ ο σύγχρονος χορός -ό,τι κι αν σημαίνει- είναι το μέλλον. Το ένα, όμως, δε λειτουργεί χωρίς το άλλο.
Αυτό που θέλω να πω είναι ότι δε χρειάζεται να βλέπουμε τι είναι μπροστά και τι πίσω μας. Κάποιες φορές χρειάζεται να αλλάζουμε τη σειρά του τρόπου που αντιμετωπίζουμε και διαχειριζόμαστε τον χρόνο. Για μένα η παράδοση είναι μπροστά μου, γιατί υπήρξε, τη βλέπω. Το σύγχρονο πρέπει να το ανακαλύψω, κι αυτό που θα δω εξαρτάται από την κατάσταση στην οποία θα βρίσκομαι εκείνη τη στιγμή. Η φωνή μου είναι ένα μείγμα από εμπειρίες που έχω βιώσει, μεγαλώνοντας με τους Michael Jackson, Βruce Lee, Mohamed Ali, Buster Keaton, Peter Brook, την Pina Βaus. Όλοι αυτοί οι καλλιτέχνες που τους παρακολουθούσα μεγαλώνοντας είναι το παρόν μου. Έτσι, η δική μου καλλιτεχνική παρουσία είναι τελικά ένας συγκερασμός από όλα αυτά μαζί με τις γνώσεις που μοιράστηκα με τον σπουδαίο Peter Brook ως δάσκαλο, όταν ήμουν παιδί, και το πώς μεγάλωσα στο Λονδίνο ως γιος μεταναστών. Ο τρόπος που βλέπεις και δίνεις σχήμα στον κόσμο σου βασίζεται στις δικές σου προσωπικές εμπειρίες.
Πώς θα θέλατε να σας θυμούνται σε σχέση με το έργο σας;
Δε με ενδιαφέρει αυτό, δεν είναι σημαντικό για μένα. Εμείς εξαφανιζόμαστε. Σημασία έχει η δράση μας, το τι κάνουμε σήμερα, που μπορεί να επηρεάσει το μέλλον. Είναι κάτι που δεν το κάνεις για να σε θυμούνται, αλλά επειδή το πιστεύεις. Αν το κάνεις για να σε θυμούνται, γίνεται για τον λάθος λόγο. Έχουμε την αλαζονεία να προσπαθούμε να κρατάμε τις μνήμες στα μουσεία, αλλά ποιος επιλέγει τι εκθέτουμε στα μουσεία; Ζωντανά μουσεία είναι τα σώματά μας, που κρατάνε τις εμπειρίες της ζωής μας. Τη στιγμή του θανάτου θα έχω ήδη περάσει μνήμες στα παιδιά μου που δε μεταφέρονται με βιβλία και γνώσεις, αλλά με τον τρόπο που επικοινωνείς και μοιράζεσαι και τους οδηγείς με τον τρόπο σου στον κόσμο.
Μιλήστε μας για το “Jungle Book” και το πώς διαπραγματεύεστε το ζήτημα της κλιματικής αλλαγής. Με ποιον τρόπο θεωρείτε ότι μπορεί κάτι να αλλάξει; Μιλάω για την κλιματική αλλαγή, γιατί αυτήν κληρονομούν τα παιδιά μου.
Δε δημιούργησαν το πρόβλημα, αλλά το φορτώνονται και με ενδιαφέρει να το θίξω αυτό στις ιστορίες που διηγούμαστε στη σκηνή. Θέλω να συνδεθώ μαζί τους.
Νιώθω ότι το να περνώ μηνύματα μέσω της Τέχνης μου είναι κάτι που το κάνω καλά. Έχω πάθος με τον χορό και το να λέω ιστορίες στη σκηνή είναι κάτι στο οποίο έχω αφιερώσει τη ζωή μου. Ο καλλιτέχνης δε χρειάζεται να απολογείται. Δεν μπορούμε να αλλάξουμε τον κόσμο, είναι ψέμα. Ίσως μόνο σε μικρό βαθμό. Η πολιτική αλλάζει τις ζωές των ανθρώπων και οι ηγέτες της. Οι καλλιτέχνες δεν μπορούμε με τον τρόπο που θα θέλαμε. Είναι κάτι για το οποίο αισθάνομαι αδύναμος. Ειδικά μετά την πανδημία, είδα ότι είμαστε ένα τίποτα απέναντι στη φύση. Αλλά, αν με ρωτάτε σε μικρή κλίματα αν οι καλλιτέχνες μπορούμε να κάνουμε κάτι, θεωρώ πως «ναι». Δύο χιλιάδες άνθρωποι έρχονται να δουν το show και μπορεί κάποιο μέρος από αυτούς, ίσως τα 2/3, να αλλάξουν βλέποντάς το. Οι άνθρωποι αλλάζουν για τέσσερις διαφορετικούς λόγους: όταν πονούν αρκετά, όταν βλέπουν κάτι από το οποίο εμπνέονται, όταν μαθαίνουν και όταν εισπράττουν αρκετά. Όλα αυτά πρέπει να συνυπάρχουν στο έργο μου και συνήθως αυτό συμβαίνει.
Για ποιον λόγο τον πρωταγωνιστικό ρόλο του Μόγλη τον υποδύεται ένα κορίτσι;
Η κόρη μου είναι ο κύριος λόγος. Στη διάρκεια της πανδημίας, μένοντας στο σπίτι, ήταν μαζί μου στα Zoom meetings για το “Jungle Book”. Ακούγοντας όσα λέγαμε, είπε δύο πράγματα. Πρώτα, ότι πρέπει να αλλάξω τον τρόπο που κάνω αυτές τις παραγωγές. Όταν τη ρώτησα τι εννοεί, μου απάντησε: «Το κλίμα αλλάζει και χρειάζεται κι εσύ να αλλάξεις κάτι, το μοντέλο». Έτσι, αποφασίσαμε με την ομάδα μου να δημιουργήσουμε με animation μια νέα προσέγγιση. Το δεύτερο που με ρώτησε ήταν γιατί ο Μόγλης πρέπει να είναι αγόρι, γιατί και η ίδια ήθελε να ταυτιστεί μαζί του, μιας και είναι η αγαπημένη της ιστορία, αλλά και δική μου. Ο Μόγλης ήταν ο πρώτος πρωταγωνιστικός χαρακτήρας στην ιστορία της Disney που είχε σκουρόχρωμο δέρμα. Μέχρι τότε, όλοι οι superheroes -ο Batman, ο Superman- ήταν λευκοί. Το γεγονός ότι ο Μόγλης ήταν σκουρόχρωμος υπήρξε τεράστια έμπνευση για μένα, ώστε να μπορέσω να ταυτιστώ.
Η σχέση με τους γονείς σας και το γεγονός ότι μεγαλώσατε στο Λονδίνο, με ποιον τρόπο σας βοήθησε στη δημιουργική σας πορεία;
Αγαπάς και μισείς ταυτόχρονα τον τόπο όπου ζεις. Δε θα είχα τη φωνή που έχω σήμερα, αν δε ζούσα στο Λονδίνο. Μου έδωσε τις ευκαιρίες να ακουστώ και να εξελιχθώ σε σχέση με τον χορό. Μεγαλώνοντας σε αυτήν την πόλη ήταν σούπερ συναρπαστικό. Αγαπώ τον multicultured χαρακτήρα της, με τις τόσο πολλές γλώσσες. Αν πας σε συγκεκριμένες περιοχές, νομίζεις πως βρίσκεσαι σε άλλη χώρα, με διαφορετική γλώσσα, χρώματα, ήχους και μυρωδιές. Ο πατέρας μου είχε ένα εστιατόριο και μεγάλωσα βλέποντας ανθρώπους να πίνουν και να μεθούν. Βοηθώντας τον στη δουλειά ως έφηβος υπήρξα πολλές φορές θύμα επιθέσεων. Έχω δεχτεί βία από λευκούς μεθυσμένους και η αστυνομία δε βοηθούσε. Η μητέρα μου με ώθησε να εξελίξω την αγάπη μου για τον χορό και να ακολουθήσω την καρδιά μου. Οι γονείς μου έζησαν τον πόλεμο της ανεξαρτησίας στο Μπλαγκλαντές και, όταν μετακόμισαν εδώ, το έκαναν για να έχουν τα παιδιά τους ένα καλύτερο μέλλον, προσπαθώντας πάντα να μην ξεχάσουμε την κουλτούρα και την παράδοση της χώρας μας. Ήταν «ζωντανά μουσεία», ακούγαμε συνέχεια ιστορίες, μουσική και χορούς και η μητέρα μου, διακρίνοντας την έφεσή μου, με πήγε σε μαθήματα κλασικού χορού. Στο Πανεπιστήμιο, ανακάλυψα τον σύγχρονο χορό. Χορεύω όλη μου τη ζωή στην πραγματικότητα χάρη στην επιμονή της μητέρας μου.
Ποιες είναι οι καλύτερες συμβουλές που σας έχουν δώσει;
Από τον πατέρα μου δε θυμάμαι κάποια συμβουλή. Δεν ήταν ο καλύτερος υποστηρικτής στη ζωή μου. Με στήριζε γενικότερα, αλλά είχε τα θέματά του, όπως και πολλοί άλλοι της γενιάς του. Δεν είναι ότι δεν αγαπούσε τα παιδιά του, αλλά είχε έναν δικό του ιδιαίτερο τρόπο και δεν το έδειχνε. Η μητέρα μου μού έδινε συνέχεια συμβουλές. Χρησιμοποιούσε αποφθέγματα της Μαρίας Κάλλας. «Αν μάθεις να ακούς πραγματικά, οι χειρονομίες θα έρχονται από μέσα σου», μου το έλεγε συνέχεια αυτό. Είναι εξαιρετικά μορφωμένη, αγαπάει τη μυθολογία, τη λογοτεχνία, γνωρίζει την ελληνική μυθολογία καλύτερα από τους Έλληνες και την ινδική, καλύτερα από Ινδούς.
Τι κρατήσατε στην καρδιά σας περισσότερο από την Ελλάδα και τον πολιτισμό της;
Η ελληνική μυθολογία έχει παίξει τεράστιο ρόλο στη ζωή μου, όπως και η ινδική. Μεγάλωσα μαζί τους, μελέτησα τους πολιτισμούς τους, όπως και τον χριστιανισμό και μαζί αφρικανικούς και ασιατικούς μύθους. Θυμάμαι τον μύθο του Προμηθέα. Και στους δύο πολιτισμούς με τους οποίους ήρθα σε επαφή υπήρχαν θεότητες, άνδρες και γυναίκες, και οι θεοί είχαν σχέση με τους ανθρώπους. Κάτι άλλο ενδιαφέρον είναι ότι στις ιστορίες τους διαδραματίζονται ανθρώπινες καταστάσεις. Αν έχετε δει τη σύγχρονη σειρά “Succession”, είναι ακριβώς σαν μοντέρνα ελληνική μυθολογία - μια σύγχρονη ματιά στις ανθρώπινες σχέσεις, στην οικογένεια. Γονείς και παιδιά και η επιθυμία για δύναμη. Η βασική δομή είναι η οικογένεια και η πολυπλοκότητα των σχέσεων ανάμεσα στα μέλη της, όπως και ανάμεσα σε θεούς και ανθρώπους. Η μυθολογία ήταν πάντα σημαντική για μένα. Ως παιδί μαθήτευσα στον Peter Brook, στον οποίο μαθήτευσαν και πολλοί έλληνες καλλιτέχνες, κι έτσι απέκτησα ιδιαίτερη σύνδεση με τη χώρα σας. Με τις εμφανίσεις που έκανα εδώ, στο Ίδρυμα Ωνάση και στο Μέγαρο Αθηνών στο παρελθόν, νιώθω ιδιαίτερη σύνδεση με το ελληνικό κοινό, που θεωρώ πως είναι ιδιαίτερα ενημερωμένο και μορφωμένο. Υπάρχουν δύο μέρη που θα ήθελα να μείνω, αν όχι στο Λονδίνο: η Ιαπωνία και η Ελλάδα. Αγαπώ τη χώρα σας για τους ανθρώπους, τον πολιτισμό, το φαγητό της.
Πιστεύετε στον Θεό;
Πιστεύω ότι υπάρχει κάτι που δεν μπορώ να δω. Πιστεύω στην πνευματικότητα. O Θεός με κάνει και νιώθω όμορφα και δεν έχω κανένα πρόβλημα με αυτούς που τον πιστεύουν. Δεν είμαι αντίθετος.
Πώς επιτυγχάνετε τη μαγεία στη σκηνή;
Σε σχέση με την πνευματικότητα, αυτό που χρειάζεται είναι να είσαι εκεί, παρών 100%. Η σκηνή δεν είναι μαγική. Μαγικό είναι το ότι δύο χιλιάδες άνθρωποι δίνουν όλη τους την προσοχή σε αυτή. Ζούμε στην εποχή των social media, με τόσο πολύ θόρυβο που δεν μπορούμε να ακούσουμε τη σιωπή. Εκεί, όμως, βρίσκεται η ομορφιά και η ουσία. Στη σιωπή.
Ποιος είναι ο ορισμός της ομορφιάς της ζωής για σας;
Η στιγμή που θα αποδεχτούμε ότι δεν έχουμε τον έλεγχο και πρέπει να αφεθούμε. Όταν είμαστε μωρά και η πρώτη χειρονομία που μαθαίνουμε είναι να κρατάμε το δάχτυλο των γονιών μας, δε μαθαίνουμε πώς να απελευθερωνόμαστε, αλλά πώς να πιανόμαστε από κάπου. Όταν αληθινά, όμως, αφεθούμε, τότε πραγματικά αντιλαμβανόμαστε και την ομορφιά της ζωής.
Φωτογραφία πορτραίτου: Camilla Greenwell