Σε μια ιδιαίτερα δημιουργική περίοδο της καριέρας του, ο Βασίλης Τρυφουλτσάνης επιστρέφει στη Θεσσαλονίκη με τρεις παραστάσεις, κουβαλώντας μαζί του την εμπειρία και τη δυναμική που έχει αποκτήσει τα τελευταία χρόνια στην Αθήνα, που πλέον αποτελεί τη βάση του. Ο ηθοποιός, που ξεκίνησε από τα Μαθηματικά για να καταλήξει στο Θέατρο, μιλάει για τη βαθύτερη -και συχνά άγνωστη- σχέση ανάμεσα στις δύο αυτές τέχνες, για τα μαθήματα ζωής που έχει πάρει από τους δασκάλους και τις συνεργασίες του, για τα έργα στα οποία πρόσφατα τον απολαύσαμε, για το τι ετοιμάζει για το μέλλον και, φυσικά, για όλα όσα λατρεύει στη γενέτειρά του.
Ας τον γνωρίσουμε καλύτερα...
Έχετε σπουδάσει Μαθηματικά στο Πανεπιστήμιο Αιγαίου και στη συνέχεια αποφασίσατε τη δραματική σχολή στο Κρατικό Θέατρο Βορείου Ελλάδος. Τι σας ώθησε σε αυτή την αλλαγή - δηλαδή πώς συνδυάσατε την αγάπη σας για τα μαθηματικά με την απόφαση να γίνετε ηθοποιός;
Όσο κι αν μοιάζει παράξενο, τα Μαθηματικά και το Θέατρο έχουν πολύ στενή σχέση. Πολλές μαθηματικές έννοιες εμπεριέχονται στην πρακτική του θεάτρου, απλώς δε συνηθίζουν να ονοματίζονται ή να αντιμετωπίζονται ως τέτοιες. Για παράδειγμα, έννοιες όπως το σχήμα, η απόσταση, η σχέση χώρου-χρόνου, η τοπογραφία είναι μερικές από αυτές. Όπως σε όλα τα πράγματα, είναι κι εδώ θέμα οπτικής. Σε αυτή την αλλαγή με ώθησε η επαφή μου με τη θεατρική ομάδα «Δονούσα» στο Καρλόβασι της Σάμου. Εκεί γνώρισα την Αναστασία Ανδρεάδου, μια υπέροχη ηθοποιό και δασκάλα θεάτρου, κι εκεί πήρα την απόφαση ότι αυτό θέλω να κάνω. Αυτό μου έδωσε το κίνητρο να τελειώσω τις σπουδές μου το συντομότερο δυνατόν και να γυρίσω στη Θεσσαλονίκη για να δώσω εξετάσεις στη Δραματική Σχολή του ΚΘΒΕ.

Ποιες ήταν οι πιο σημαντικές «σχολές ζωής» σας μέσα στα πρώτα χρόνια της καριέρας σας και πώς αυτές οι εμπειρίες διαμόρφωσαν τον τρόπο που δουλεύετε σήμερα;
Διαβάζοντας την ερώτηση, μου έρχονται στον νου όλοι οι δάσκαλοι/ες μου που μου έδωσαν πολύτιμα εργαλεία και για τους οποίους αισθάνομαι τεράστια ευγνωμοσύνη. Πολύ σημαντική, επίσης, ήταν και η ανάγκη μου για αυτοδιδασκαλία. Το να αναζητώ διαρκώς αναγνώσματα, ερεθίσματα, ταινίες, καλλιτεχνικά έργα που θα με βοηθήσουν να εμβαθύνω περισσότερο. Μεγάλο σχολείο ήταν και είναι η συμμετοχή μου στην ομάδα Transatlantic Group της Αλεξάνδρας Καζάζου και του Karol Jarek. Από το 2020 μέχρι σήμερα το να εργάζομαι με αυτή την ομάδα εξαιρετικών καλλιτεχνών και ανθρώπων, είναι μάθημα, είναι έμπνευση, είναι αγάπη, είναι βήμα μπροστά.
Αισθάνομαι ότι τους ανθρώπους που αγαπάμε και θαυμάζουμε και τους έχουμε «ζήσει», κατά κάποιο τρόπο τους κουβαλάμε μέσα μας. Κάποιος είπε ότι ο ηθοποιός είναι αθλητής της καρδιάς. Αυτό το πιστεύω πολύ. Ο τρόπος που δουλεύω διαμορφώνεται από την ανάμειξη όλων αυτών. Από όλες τις συνεργασίες κάτι μαθαίνεις Και μετά είναι κάποια βιβλία και κάποια γράμματα που τα κρατώ σαν φυλαχτά. Πολύτιμα πράγματα είναι αυτά. Και με συντροφεύουν πάντα.
Ποιο ρόλο ή έργο σας θεωρείτε «σταθμό», εκεί που αισθανθήκατε ότι ωρίμασε καλλιτεχνικά; Και γιατί;
Το έργο που θεωρώ σταθμό είναι το «Έχει φως η σκιά;», που ήταν βασισμένο στον «Ξένο» του Αλμπέρ Καμύ. Ήταν η δεύτερη δουλειά με την ομάδα μας και με έφερε αντιμέτωπο με πολλές αδυναμίες και περιοχές του εαυτού μου που δεν γνώριζα. Από αυτή τη δουλειά κι έπειτα αισθάνομαι ότι αντιλήφθηκα κάποια πολύ σημαντικά πράγματα για τον εαυτό μου όταν επεξεργάστηκα όλα αυτά που ως τότε δεν έκανα ή δεν έλεγα επειδή μπορεί να φοβόμουν.

Πώς διαχειρίζεστε την ισορροπία ανάμεσα στη δημιουργική ελευθερία και στις απαιτήσεις μιας παράστασης;
Θεωρώ πολύ σημαντικό σε αυτή τη δουλειά να υπάρχει διαδικασία και χώρος για έρευνα, να μην είναι προκάτ. Προσπαθώ να βάζω τον πήχη ψηλά, ακόμη κι όταν δε μου το ζητάνε, γιατί ο σκοπός είναι να μπαίνεις στα πράγματα με μια διάθεση να ανακαλύψεις κάτι άγνωστο, κάτι που δε γνώριζες πριν έρθεις αντιμέτωπος μαζί του. Αυτό, φυσικά, προϋποθέτει να υπάρχει ένα πλαίσιο ελευθερίας και έρευνας που ορίζεται από τον σκηνοθέτη. Σεβόμενος πάντοτε τα πλαίσια της ομάδας, η ισορροπία δεν είναι δύσκολο να βρεθεί όταν υπάρχει πίστη και αγάπη.
Όταν δημιουργείς χώρο μέσα σου για τον άλλο, ανοίγει και ο χώρος της δημιουργικής ελευθερίας. Γι' αυτό και επιλέγω να δουλεύω με ανθρώπους και ομάδες που ξεκινούν με αυτό σαν βάση. Και άρα οι απαιτήσεις κάθε φορά έχουν να κάνουν με αυτό και όχι ακριβώς με την παραγωγή ενός προκαθορισμένου αποτελέσματος.
Πρόσφατα σας απολαύσαμε στην παράσταση «Βαδίζοντας» του Thomas Bernhard, στο πλαίσιο του φετινού Φεστιβάλ Δημητρίων. Θα μας πείτε δυο λόγια γι’ αυτό το έργο;
Το «Βαδίζοντας» είναι μια παράσταση εμπνευσμένη από την ομώνυμη νουβέλα του Thomas Bernhard σε σκηνοθεσία Αλεξάνδρας Καζάζου. Το έργο αυτό είναι μια εξερεύνηση της ροής της σκέψης και του βαδίσματος. Ερευνήσαμε το μη αυτονόητο του βαδίσματος, της λέξης, της σκέψης, της κίνησης, και τελικά της ενσυναίσθησης. Έτσι, προέκυψε μια μουσικής διαχείρισης παρτιτούρα σωμάτων - ανάσας - λόγου, για να αφηγηθούμε την ιστορία αυτή, που ανάμεσα σε πολλά και διαφορετικά υπαρξιακά και βαθιά ανθρώπινα ερωτήματα που θέτει, μιλάει και για το πως η κοινωνία μπορεί να οδηγήσει έναν άνθρωπο στην τρέλα. Μόνο και μόνο γιατί αυτός επιμένει να υποστηρίζει την αλήθεια που κανείς άλλος δεν παραδέχεται επειδή δεν τον συμφέρει. Λέει πολλά αυτό για το πόσο παράλογος είναι ο κόσμος που ζούμε.
«Η τέχνη του να υπάρχεις ενάντια στα γεγονότα είναι η δυσκολότερη τέχνη. Να υπάρχεις ενάντια στα γεγονότα σημαίνει να υπάρχεις ενάντια στο ανυπόφορο και ενάντια στο φρικτό», T. Bernhard

Τι άλλο ετοιμάζετε αυτήν τη στιγμή και ποιες είναι οι επόμενες επιδιώξεις σας καλλιτεχνικά;
Με την ομάδα «Η Ορχήστρα των Μικρών Πραγμάτων» παρουσιάσαμε στο πλαίσιο του Φεστιβάλ Δημητρίων «Το συνέδριο για το Ιράν» στις 27 και 28 Οκτωβρίου, που θα συνεχίσει τον τρίτο κύκλο παραστάσεων στην Αθήνα στο θέατρο Πλύφα από αρχές Νοέμβρη. Το 2026, τον Γενάρη θα συμμετέχω στο έργο «Ρέκβιεμ για το τέλος του έρωτα» του Δημήτρη Παπαϊωάννου στην Εθνική Λυρική Σκηνή και τον Φεβρουάριο θα επισκεφθώ ξανά τη Θεσσαλονίκη στο θέατρο Αμαλία με το έργο «Τοπικοί Τροπικοί» του Μάριου Χατζηπροκοπίου, σε σκηνοθεσία της Κορίνας Βασιλειάδου. Είμαι ιδιαίτερα χαρούμενος που και φέτος θα διδάσκω υποκριτική και αυτοσχεδιασμό στη Σχολή Θεάτρου 10Θ.
Ποια είναι η αγαπημένη σας γειτονιά στη Θεσσαλονίκη;
Τρέφω μια ιδιαίτερη αγάπη για την Άνω πόλη μιας και εκεί βρισκόταν το πρώτο μου σπίτι.
Tι είναι αυτό που λίγοι γνωρίζουν γι' αυτήν;
Είναι η μόνη πόλη που γράφεται με δύο «σ» αλλά προφέρεται με δύο «λ»!

Ένα spot για φαγητό που μόνο λίγοι έχουν ανακαλύψει;
Το Ίγγλις στην Άνω Πόλη.
Κάτι που καμιά άλλη πόλη δεν έχει;
Αυτή την παραλία, με αυτή τη θέα.
Ένας δρόμος/μια γειτονιά όπου ο χρόνος μοιάζει σαν να σταματά;
Η Συνοικία των Εξοχών, τα αρχοντικά στην Βασιλίσσης Όλγας.
Πού έχετε ζήσει τα καλύτερα parties;
Αν και δεν είμαι η ψυχή των parties, ένα είναι το μέρος: Residents.


Μια προσωπική σας ιστορία στην πόλη που ποτέ δεν έχετε μοιραστεί;
Κάποτε είχα γράψει ένα μεγάλο «Σ' αγαπώ» στον τοίχο του παλιού Νηπιαγωγείου. Το έχουν βάψει πολλές φορές από τότε.
Είναι μεσάνυχτα σε μια πόλη άδεια. Πού σας αρέσει να περπατάτε;
Στη Νέα Παραλία, με φίλους, μόνος, με μουσική, χωρίς μουσική, με ποδήλατο, με τα πόδια, με λιακάδα, με βροχή, με σύννεφα, με κρύο, με ζέστη. Με όλους τους τρόπους αυτή η βόλτα είναι πάντα όνειρο.
Ένας χώρος Τέχνης που ξεχωρίζετε εδώ;
Απολαμβάνω να επισκέπτομαι συχνά το Μουσείο Φωτογραφίας, στις αποθήκες στο Λιμάνι. Έχει πολύ ενδιαφέρουσες εκθέσεις και μπορείς να απολαύσεις ζεστό καφέ με θέα τη θάλασσα.

Πού θα ξεναγούσατε έναν γνωστό σας από άλλη πόλη;
Θα πηγαίναμε μια μεγάλη βόλτα περνώντας από τα πανέμορφα μικρά βιβλιοπωλεία του κέντρου. Διαδρομή: Λευκός Πύργος - Δ. Γούναρη - Αλ. Σβώλου - Αγία Σοφία - Αριστοτέλους - Ρωμαϊκή Αγορά - Κιτς και σ' έφαγα!
Δεν πρέπει να φύγει κανείς από τη Θεσσαλονίκη, αν δε δοκιμάσει...
Τα τουλουμπάκια από τη «Δορκάδα», στην οδό Κασσάνδρου.
Αν η Θεσσαλονίκη ήταν ένα βιβλίο, μια ταινία, ένα τραγούδι, θα είχε τίτλο...
«Αθεράπευτοι ρομαντικοί»
Το αγαπημένο σας κτίριο εδώ;
Το θέατρο Αμαλία. Εκεί κοντά βρίσκεται και το σπίτι που μεγάλωσα. Εκεί είδα τις πρώτες μου θεατρικές παραστάσεις όταν ακόμα στεγαζόταν εκεί η Πειραματική Σκηνή της Τέχνης. Πρόσφατα άνοιξε ξανά και χαίρομαι πολύ γι' αυτό.

Ένας άνθρωπος που με τον τρόπο του έχει αλλάξει τα δεδομένα στην πόλη;
Αλμπένα Κούτοβα, μια εξαιρετική καλλιτέχνης που θα τη βρεις να κελαηδάει και να γλυκαίνει ψυχούλες με τη ζεστή φωνή της σε διάφορα στέκια στην πόλη.
Φθινοπωρινό πρωινό Κυριακής στη Θεσσαλονίκη... Πού επιλέγετε να το περάσετε;
Για καφέ στη Ζεύξιδος, με ένα καλό βιβλίο για συντροφιά.
Η δική σας Θεσσαλονίκη με τρεις λέξεις...
Ρίζα, ομορφιά, υγρασία.
Κεντρική φωτογραφία: Karol Jarek
