Όσα παιδιά συνηθίζουν να τρώνε με την υπόλοιπη οικογένειά τους παρουσιάζουν έναν πιο δυνατό οργανισμό και καλύτερη διάθεση υποστηρίζει νέα καναδική έρευνα, την οποία συντόνισε η καθηγήτρια Linda Pagani του Πανεπιστημίου του Μόντρεαλ, σε συνεργασία με την ιατρό Marie José Harbec. Φυσικά, τα ευεργετικά αποτελέσματα της συνήθειας να τρώει όλη η οικογένεια μαζί έχουν αποδειχθεί ξανά στο παρελθόν ενώ πολλοί είναι οι επιστήμονες θεωρούν αυτή τη συνήθεια βασική, στο να δημιουργηθεί ένας ισχυρός οικογενειακός δεσμός.
Πιο συγκεκριμένα
Η έρευνα διήρκησε συνολικά τέσσερα χρόνια, μελέτησε τις διατροφικές συνήθειες που συγκέντρωσε από 1492 παιδιά και κατέληξε στο συμπέρασμα, ότι εκείνα που έτρωγαν –αν όχι καθημερινά, τουλάχιστον αρκετά συχνά- με τους γονείς, με τα αδέρφια ή με οποιοδήποτε άλλο πρόσωπο από το οικογενειακό περιβάλλον τους (ή ακόμα και με τις babysitters) ήταν πιο δραστήρια, ψυχολογικά πιο ήρεμα και περισσότερο πιθανό να υιοθετήσουν ένα πιο υγιεινό διαιτολόγιο, από όσα παιδιά έτρωγαν μόνα τους ή χωρίς την οικογένειά τους.
«Είναι πιθανό ότι η παρουσία των γονιών κατά τη διάρκεια των γευμάτων σε ένα οικείο περιβάλλον που αποπνέει ασφάλεια, να ευεργετεί την κοινωνικότητά τους» εξηγεί η Pagani στο επιστημονικό περιοδικό Journal of Developmental & Behavioral Pediatrics. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα να βελτιώνονται οι επικοινωνιακές ικανότητες των παιδιών με τα πρόσωπα εκτός του περιβάλλοντός τους.
Όταν τα παιδιά που συμμετείχαν στην έρευνα ήταν έξι ετών, οι γονείς ήταν εκείνοι που έδιναν αναφορά στις ερευνήτριες, αν τα γεύματα καταναλώνονταν οικογενειακά ή όχι. Όταν πλέον παιδιά αυτά έφτασαν στην ηλικία των 10 ετών, τα ίδια αναφερόντουσαν στις διατροφικές συνήθειές τους και τα αποτελέσματα που είχαν στο πώς ένιωθαν και στην ευεξία τους.
Έτσι, αποδείχθηκε ότι μια υγιής και σταθερή οικογενειακή παρουσία στο τραπέζι έχει ως αποτέλεσμα την υιοθέτηση ενός πιο υγιεινού προτύπου ζωής για τα παιδιά, που περιλαμβάνει άσκηση και κατανάλωση λιγότερων ζαχαρούχων αναψυκτικών. Παράλληλα συμβάλλει στο να έχουν χαμηλά επίπεδα επιθετικότητας. «Η έρευνά μας υποστηρίζει, ότι τα ευεργετικά αυτά αποτελέσματα είναι μακροπρόθεσμα, όσον αφορά την ψυχοκοινωνική και οργανική ευεξία των παιδιών» καταλήγει η Pagani.