Οι Αμερικανοί ξέρουν να φτιάχνουν πολύ καλές σειρές. Είναι υποδειγματικός ο τρόπος με τον οποίο μπορούν να σε καταστήσουν «εξαρτημένο» από ένα σήριαλ και ομολογώ πως την τελευταία διετία είμαι κι εγώ ένας αθεράπευτος series junkie. Τις περισσότερες φορές κολλάω με το στόρι και τη σεναριακή δύναμη, καθώς ως γνωστόν εν αρχή ην ο λόγος. Αλλά στην περίπτωση του «The Morning Show» ήταν κάτι παραπάνω από το σενάριο, καθώς αγγίζει και ξεγυμνώνει πολύ λεπτές ισορροπίες για όλους όσοι δουλεύουμε στην τηλεόραση ή και για όλους εκείνους που θα ήθελαν να ξέρουν το παρασκήνιο μίας τηλεοπτικής εκπομπής.
Για τους μη γνωρίζοντες, να διευκρινίσω ότι πρόκειται για σειρά της apple tv+, έχει ήδη προβληθεί ο πρώτος κύκλος, ενώ αυτή τη στιγμή περιμένουμε με αγωνία το τελευταίο επεισόδιο του δεύτερου κύκλου, το οποίο θα προβληθεί αύριο Παρασκευή, 19 Νοεμβρίου από τη γνωστή πλατφόρμα της apple. Πρωταγωνίστριες και παραγωγοί της σειράς παράλληλα, η Jennifer Aniston και η Reese Witherspoon, οι οποίες και παρουσιάζουν το πρωινό infotainment μαγκαζίνο «The Morning Show». Μη με ρωτήσετε εάν σας προτείνω να το δείτε, γιατί δεν είμαι αμερόληπτος, καθώς εγώ ταυτίστηκα με κάποιες από τις σκληρές αλήθειες που θίγονται. Και εξηγούμαι.
Με την πρώτη ματιά, όλοι οι ήρωες της σειράς μοιάζουν τέρατα, καιροσκόποι, έτοιμοι να πατήσουν επί πτωμάτων, άνθρωποι με σκοτωμένα αισθήματα, βουλιμία για χρήμα και φήμη, άπληστοι, άφιλοι, ουσιαστικά μόνοι και έρμαια της φιλοδοξίας τους. Το ξέρω πως ακούγεται σκληρό, αλλά είναι και αληθινό. Η τηλεόραση είναι Μέσο αδηφάγο, σου ζητά τα πάντα και καταφέρει να σου τα πάρει. Σε απομυζά και σε «αφυδατώνει».
Οι πρωταγωνίστριες κάθονται η μία δίπλα στην άλλη στο πλατό και έχουν και κάποιες τρυφερές στιγμές οι δυο τους, στις οποίες πλανάται μια αμοιβαία κατανόηση και στήριξη, αλλά ουσιαστικά ξέρουν και ξέρουμε, ως θεατές, ότι η μία ανέχεται την άλλη υποχρεωτικά και αναγκαστικά. Όπως ακριβώς συμβαίνει στην τηλεόραση δηλαδή.
Μέσα στα πλατό, όλοι μιλάνε για ομάδες, team spirit και συλλογική δουλειά. Ναι, αλλά στην επιφάνεια. Γιατί στο βάθος, κάθε μονάδα που κάνει αυτή τη δουλειά, ιδανικά θα ήθελε να είναι η Μονάδα, ο πρωταγωνιστής, ο παρουσιαστής, ο ηγέτης, ο μπροστάρης. Δεν έχω άλλες λέξεις να χρησιμοποιήσω. Στην τηλεόραση, όλοι οι ανήκοντες σε ομάδες ασφυκτιούν και όσοι το αρνούνται και υποστηρίζουν πως λατρεύουν την ομαδική δουλειά και πως δεν θα ήθελαν ποτέ να ηγηθούν μίας εκπομπής, ψεύδονται ως το μεδούλι. Στην τηλεόραση, κανείς δεν θα ήθελε κανέναν από πάνω του ή δίπλα του, όπως ακριβώς η Alex Levy και η Bradley Jackson, που υποδύονται η Aniston και η Whitherspoon αντίστοιχα.
Ένιωσα πολλές φορές να ταυτίζομαι με κάποιες στιγμές κορύφωσης, όπως ήταν εκείνη που οι δύο παρουσιάστριες, στο τελευταίο επεισόδιο του πρώτου κύκλου, αποφασίζουν να τινάξουν τους πάντες στον αέρα, μέσα από τον αέρα – ειρωνεία! – της εκπομπής τους, ξεστομίζοντας γυμνές αλήθειες. Πράγματι, δεν είναι λίγες οι φορές που, όχι μόνο εγώ, αλλά και πολλοί σαν εμένα, θα ήθελαν να είναι ικανοί να φωνάξουν σοκαριστικές αλήθειες για ανθρώπους – τέρατα του συγκεκριμένου Μέσου, αλλά δεν θα το κάνουμε ποτέ. Γιατί η πραγματική ζωή δεν είναι σήριαλ και εμείς δεν είμαστε η Alex ή η Bradley.
Από την άλλη, τηλεόραση σημαίνει επίσης πως όσα σου εκμυστηρεύονται ή εκμυστηρεύεσαι, με μεγάλη πίστη, σε μία συγκεκριμένη στιγμή, την ίδια ώρα ταξιδεύουν σε δεκάδες ακόμη ζευγάρια αυτιά, ως εκμυστήρευση φυσικά, και ως κάτι που κανείς άλλος δεν πρόκειται να μάθει. Ναι, στις εκπομπές είναι όλοι καλοί μπροστά, αλλά πολύ κακοί από πίσω. Πίσω δε από τις κλειστές πόρτες των καμαρινιών, μία είναι η βασίλισσα και τη λένε κακεντρέχεια και ένας ο βασιλιάς και τον λένε ανταγωνισμό. Και στη θέση της κλειδαριάς υπάρχει η μάχη της τηλεθέασης. Στον τηλεοπτικό στίβο, όλοι μάχονται για μία ευκαιρία, όπως ο μαύρος Daniel Henderson της σειράς, που ναι μεν είναι καλός, αλλά όχι τόσο καλός, ώστε να γίνει πρώτος. Το επιδιώκει, κάνει show off, μιλάει σε ανωτέρους, παραπονιέται αλλά μάταια…θα είναι μια ζωή δεύτερος. Ακόμη χειρότερο όμως είναι να σου τύχουν άνθρωποι τους οποίους εμπιστεύεσαι τυφλά, όπως η Alex Levy τον παραγωγό της, Charlie Black, που όταν εκείνη τον αδειάζει για ένα δικό της γερό συμβόλαιο, εκείνος αποκαλύπτει απαγορευμένες λεπτομέρειες σε μια σκληρή δημοσιογράφο που θα έκανε πάρτι, εάν με την πένα της κατέρριπτε τηλεοπτικές υπεραξίες όπως η Alex.
Οι ισορροπίες με τους διευθύνοντες συμβούλους των καναλιών είναι εύθραυστες. Είναι και εκείνοι άνθρωποι, έχουν ευαισθησίες και αδυναμίες, όσο και αν τις καταπιέζουν. Κάποια στιγμή θα κληθείς να συνταχθείς μαζί τους ή να τους τραβήξεις το χαλί κάτω από τα πόδια, για να κάνεις μία νέα συμμαχία. Αυτά γίνονται στο «The Morning Show», αυτά γίνονται και στην πραγματικότητα όμως, ίσως σε μία μικρότερη κλίμακα. Αλλά γίνονται. Όπως επίσης συμβαίνει το εξής: εάν έχεις καταφέρει να ανήκεις σε μία κλίκα, έχεις εξασφαλίσει το μέλλον σου εφ’ όρου ζωής. Όπου πηγαίνει ο ισχυρός της κλίκας, θα ακολουθείς και εσύ και μάλιστα με θέσεις ευθύνης και ισχύος και παχυλούς μισθούς. Διαφαίνεται και στη σειρά αυτό, αλλά και η ματιά μου στο χώρο μέχρι σήμερα κάτι τέτοιο καταδεικνύει.
Εύλογη η ερώτηση που θα έκανε κάποιος… Μα τίποτε καλό; Καμία ανθρώπινη αξία; Φυσικά και υπάρχει ευαισθησία και ανάγκη για μια σφιχτή αγκαλιά, για ένα χτύπημα στην πλάτη, αλλά είναι όλα πολύ κουκουλωμένα, κάτω από τη μάλλινη βαριά κουβέρτα της φιλοδοξίας. Εν ολίγοις, η φιλία ή ένας ενδεχόμενος έρωτας δεν μπορεί να ευδοκιμήσει κάτω από τη λύσσα ενός κεντρικού ρόλου. Αλλά και ο κεντρικός ρόλος δεν αφήνει περιθώρια σε ανθρώπινα συναισθήματα, καθώς οι πάντες «μεταφράζονται» ως εχθροί, οι οποίοι εποφθαλμιούν την κεντρική καρέκλα, το θρόνο της καταξίωσης.
Υπάρχει, ωστόσο, μία σκηνή, όπου η Alex Levy – να σημειώσω πως η Jennifer Aniston είναι στην καλύτερη στιγμή της καριέρας της, παίζει με εσωτερική δόνηση και αφήνεται να σπάσει και να μορφάσει ελεύθερα, αποκαλύπτοντας ανθρώπινες ρυτίδες, κλαίει, τσακίζει και βρυχάται – νιώθει έτοιμη να εγκαταλείψει τα πάντα και να απομακρυνθεί. Εξάλλου, έχει βγάλει πολύ καλά χρήματα μέχρι εκείνη τη στιγμή. Θέλει να το αφήσει όλο πίσω της, να ξαναγεννηθεί και είμαι σίγουρος πως αυτό αποτελεί το ύψιστο όνειρο και πολλών προσωπικοτήτων της ελληνικής τηλεόρασης.
Μέχρι να φτάσει όμως εκείνη η στιγμή, θα συνεχίσουμε όλοι να κάνουμε τη δουλειά μας, θα βάζουμε ως προτεραιότητα την καριέρα, θα αφήνουμε να μαραζώνει η προσωπική μας ζωή, θα βλέπουμε τον προσωπικό μας χρόνο να ψυχορραγεί και τα εγκεφαλικά μας κύτταρα να καίγονται ένα-ένα, τα αυτιά μας να αρνούνται να δεχτούν άλλα τηλεφωνήματα και το «είναι» μας να ασφυκτιά.
Κράτησα το καλύτερο για το τέλος. Όσα περιγράφω παραπάνω είναι, υποκειμενικά πάντα, ο κανόνας. Στους κανόνες υπάρχουν και εξαιρέσεις. Στην τηλεόραση, λοιπόν, υπάρχουν και καλά παιδιά, λίγα μεν, αλλά υπάρχουν. Όπως και άνθρωποι που δεν έβαλαν ως εικόνα στο εικονοστάσι τους την τηλεθέαση. Όπως και ονειροπόλοι και ρομαντικοί. Αλλά και άνθρωποι καθαροί κι ανόθευτοι, ευγενικοί κι εκτός συστήματος. Χωρίς κλίκες και τηλεπαρέες. Άνθρωποι υγιείς, με σχέσεις, οικογένεια και φίλους εξωτηλεοπτικούς. Υπάρχει, σε τελική ανάλυση, ένα υγιές κομμάτι στην τηλεόραση που δεν νοσεί, ούτε χρήσει μετάγγισης αξιών και ηθικής. Η Alex και η Bradley του «The Morning Show» δυστυχώς δεν ανήκουν σε αυτήν την τελευταία παράγραφο, αλλά δεν έγινε και κάτι… Η δική τους περίπτωση, εξάλλου, ανήκει στη σφαίρα της μυθοπλασίας.
Πάρτε μια γεύση από το τρέιλερ του «The Morning Show» παρακάτω:
Season 1
Season 2