Καθώς η Kamala Harris βαδίζει προς τις προεδρικές εκλογές του 2024 στις ΗΠΑ, η υποψηφιότητά της υπογραμμίζει τόσο την αξιοσημείωτη πρόοδο όσο και τις επίμονες προκλήσεις που αντιμετωπίζουν οι γυναίκες στην πολιτική ηγεσία. Τελικά, οι ίδιες μπορούν να ανταποκριθούν αποτελεσματικά σ’ ένα περιβάλλον που αρχικά δε δημιουργήθηκε γι’ αυτές.
Eίναι φορές που θεωρώ πως όλο αυτό το φεμινιστικό μανιφέστο που έχει ξεκινήσει αποκλίνει ανησυχητικά από το να πετύχει όσα οι γυναίκες πραγματικά επιζητούσαμε εξαρχής για τους ίδιους μας τους εαυτούς. Πολλώ δε μάλλον, που πλέον βασίζεται σε μια παθιασμένα επαναστατική ατζέντα, έχει εγωιστικό πρόσημο και, όπως έχει εξελιχθεί σε ορισμένες μορφές του, προάγει την άρνηση της παραδοσιακής γυναικείας δύναμης, αντί να την ενσωματώνει και να την ενισχύει.
Όμως, από την άλλη πλευρά, ο φεμινισμός, ως ένα κίνημα πολυδιάστατο και δυναμικό, έχει συμβάλει και στη δημιουργία νέων πολιτικών πραγματικοτήτων, άξιων και απαραίτητων να υπάρχουν, με τις γυναίκες να προσπαθούν για το καλύτερο και να αφήνουν ισχυρή παρακαταθήκη σ’ έναν άλλοτε ανδροκρατούμενο χώρο. Σήμερα, χάρη στη συμβολή του στην κατεύθυνση της ισότητας και της δικαιοσύνης, οι γυναίκες έχουν σπάσει τα εμπόδια που επί μακρόν στέκονταν εμπρός τους, διεκδικώντας ηγετικούς ρόλους στην πολιτική αρένα.
Το τελευταίο διάστημα, αρκετές ήταν εκείνες που ανέβηκαν στα ανώτατα κλιμάκια της διεθνούς πολιτικής. Η Kamala Harris αναδείχθηκε επικεφαλής υποψήφια πρόεδρος του Δημοκρατικού Κόμματος των ΗΠΑ, η Claudia Sheinbaum έγραψε ιστορία ως η πρώτη γυναίκα που αναλαμβάνει χρέη προέδρου στο Μεξικό, η Rachel Reeves έγινε η πρώτη γυναίκα υπουργός Οικονομικών του Ηνωμένου Βασιλείου, η Ursula von der Leyen εξελέγη για δεύτερη θητεία στη θέση της προέδρου της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, η Kaja Kallas διορίστηκε επικεφαλής Εξωτερικής Πολιτικής της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Μπορεί το ταξίδι τους ν’ αποτελεί φάρο ελπίδας για τις γυναίκες παγκοσμίως, όμως η άνοδός τους αναδεικνύει επίσης τα συστημικά εμπόδια που εξακολουθούν να περιορίζουν την εκπροσώπηση των γυναικών στην παγκόσμια πολιτική σκηνή.
Μια παράδοξη αλλαγή
Στην περίπτωση της Harris, η υποψηφιότητά της αναδεικνύει τη νέα πραγματικότητα, στο πλαίσιο της οποίας οι γυναίκες είναι ικανές να αναλάβουν κεντρικούς ρόλους, αφήνοντας το αποτύπωμά τους. Βέβαια, οφείλουμε να σχολιάσουμε πως η εμπιστοσύνη στο πρόσωπό της φαίνεται πως συνέβη για άλλους λόγους, οι οποίοι δεν έχουν να κάνουν τόσο με τις επιμέρους επιτυχίες της και τη δυνατότητά της να ελίσσεται στα πολιτικά πράγματα. Η ίδια, ως η πρώτη γυναίκα, η πρώτη μαύρη γυναίκα και η πρώτη Αμερικανίδα της Νότιας Ασίας που κατάφερε να χριστεί δεξί χέρι του προέδρου του Λευκού Οίκου, πληροί όλα τα κριτήρια που τη θέλουν να μπορεί να κινητοποιήσει πολλές διαφορετικές δημογραφικές ομάδες, οι οποίες είναι σημαντικές για τους συνασπισμούς των Δημοκρατικών. Διαφορετικά, γιατί μια -κατά γενική ομολογία- χλιαρή ως Αντιπρόεδρος να προορίζεται να διεκδικήσει το πιο σημαίνον πολιτικό αξίωμα στον κόσμο απέναντι σ’ έναν αδίστακτο δισεκατομμυριούχο και πρώην πλανητάρχη; Παρ’ όλα αυτά, η υποψηφιότητά της, ιστορική για τα δεδομένα των γραμμένων της υπερδύναμης του κόσμου, σημαίνει κάτι για τη μετεξέλιξη και τη συνεχή προσαρμογή του συστήματος, που επιζητά πλέον οι γυναίκες να είναι μέρος του και να το συνδιαμορφώνουν. Μάλιστα, ο απολογισμός του debate με τον Trump, δείχνει πως υπάρχει ένα ισχυρό κύμα ανθρώπων που μάχονται σύσσωμοι όχι να στηρίξουν αποκλειστικά τη Harris, την οποία ανέδειξαν νικήτρια στο one-to-one, αλλά τη συνολική αλλαγή προσώπων και τη συμμετοχή περισσότερων γυναικών στα κοινά.
Ανοίγοντας τον δρόμο
Η ιστορία των γυναικών στην πολιτική είναι πλούσια σε πρωτοπόρους που ξεπέρασαν τους κοινωνικούς φραγμούς, συχνά με μεγάλο προσωπικό και πολιτικό κόστος. Το 1960, η Sirimavo Bandaranaike της Σρι Λάνκα έγινε η πρώτη γυναίκα πρωθυπουργός στον κόσμο, ένα επαναστατικό προσωπικό επίτευγμα που άνοιξε τον δρόμο για τη γυναικεία πολιτική ηγεσία. Με τη θητεία της να επηρεάζεται από πολιτικές συγκρούσεις και αναταραχές, η Indira Gandhi ακολούθησε ως πρωθυπουργός της Ινδίας από το 1966 έως το 1977 - αναλαμβάνοντας ξανά ίδια χρέη για μία ακόμα τετραετία, το 1980, μέχρι τη δολοφονία της. Λίγο αργότερα, το 1969, η Golda Meir, υπηρέτησε ως τέταρτη Πρωθυπουργός του Ισραήλ έως το 1974, αποτελώντας μία από τις κεντρικές φιγούρες που συνέβαλαν στη δημιουργία του σύγχρονου Κράτους του Ισραήλ, ενώ η Benazir Bhutto υπήρξε η πρώτη γυναίκα που ανέλαβε την ηγεσία σε ένα μουσουλμανικό κράτος, το Πακιστάν. Η «Σιδηρά Κυρία», Margaret Thatcher, έγινε η πρώτη γυναίκα πρωθυπουργός του Ηνωμένου Βασιλείου το 1979, οδηγώντας τη χώρα σε μια μεταμορφωτική περίοδο της Ιστορίας της. Τα πιο πρόσφατα χρόνια, η 16ετής θητεία της Angela Merkel ως καγκελαρίου της Γερμανίας εδραίωσε την -κατά τ’ άλλα δυσάρεστη- κληρονομιά της ως παγκόσμιας ηγέτιδας, καθοδηγώντας με σκληρότητα την Ευρώπη μέσα από πολυάριθμες κρίσεις.
Στην αντίπερα όχθη του Ατλαντικού, οι ΗΠΑ ήταν πιο αργές στο να αγκαλιάσουν τη γυναικεία ηγεσία στα υψηλότερα επίπεδα. Μόλις το 2016 η Hillary Clinton έγινε η πρώτη γυναίκα που εξασφάλισε το χρίσμα ενός μεγάλου κόμματος για την προεδρία. Αλλά, αξίζει ν’ αναφέρουμε εδώ πως, σε αυτήν τη μεριά του πλανήτη, τα τελευταία χρόνια, υπάρχει και μια αυξανόμενη προσδοκία ότι οι Πρώτες Κυρίες θα μπορούσαν μια μέρα να διεκδικήσουν οι ίδιες την προεδρία. Η Michelle Obama παραμένει μια από τις θαυμαστές γυναίκες στον κόσμο, με συνεχείς εκκλήσεις σε αυτήν να αναμετρηθεί στις εκλογές
Σε διεθνές επίπεδο, η Ellen Johnson Sirleaf, η πρώτη εκλεγμένη γυναίκα αρχηγός κράτους στην Αφρική, η Jacinda Ardern, πρώην πρωθυπουργός της Νέας Ζηλανδίας, η οποία κέρδισε αναγνώριση για την ενσυναισθητική ηγεσία της κατά τη διάρκεια κρίσεων, και η Sanna Marin, πρώην πρωθυπουργός της Φινλανδίας, η οποία έλαβε την ηγεσία σε ηλικία 34 ετών και κατόρθωσε να προωθήσει πολιτικές που έθεσαν στο επίκεντρο την κοινωνική δικαιοσύνη, έχουν αποδείξει ότι οι γυναίκες μπορούν να διαπρέψουν σε διαφορετικά πολιτικά περιβάλλοντα.
Η Ευρώπη πρωτοπορεί με τον υψηλότερο αριθμό γυναικών ηγετών, αλλά περιοχές όπως η Κεντρική και Νότια Ασία και η Ωκεανία υστερούν σημαντικά.
Και τώρα η αλήθεια με νούμερα
Ενώ ο αριθμός των γυναικών σε πολιτικούς ηγετικούς ρόλους έχει αυξηθεί, τα στατιστικά αποκαλύπτουν ότι η ισότητα στην πολιτική απέχει πολύ από την πλήρη εφαρμογή της. Σύμφωνα με τον ΟΗΕ, μόλις το 26% των εθνικών κοινοβουλίων παγκοσμίως εκπροσωπείται από γυναίκες. Μέχρι το 2023, μόνο το 11,3% των χωρών είχε γυναίκα αρχηγό κράτους και το 9,8% είχε γυναίκα αρχηγό κυβέρνησης (UN Women). Από την 1η Ιουνίου 2024, σε 27 χώρες, 28 γυναίκες ηγούνται ως αρχηγοί κρατών ή/και κυβερνήσεων. Η Ευρώπη πρωτοπορεί με τον υψηλότερο αριθμό γυναικών ηγετών, αλλά περιοχές όπως η Κεντρική και Νότια Ασία και η Ωκεανία υστερούν σημαντικά. Σε άλλα στατιστικά νέα, μόνο έξι χώρες καταγράφουν ποσοστό 50% ή περισσότερο γυναικείας εκπροσώπησης στο κοινοβούλιο ή σε κατώτερα σώματα: η Ρουάντα (61%), η Κούβα (56%), η Νικαράγουα (54%), η Ανδόρα (50%), το Μεξικό (50%), η Νέα Ζηλανδία (50%) και τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα (50%). Η πρόοδος, αν και αξιοσημείωτη, δεν επαρκεί για την επίτευξη της ισότητας των φύλων έως το 2063, έτος που προβλέπεται σήμερα, εάν συνεχιστεί ο τρέχων ρυθμός ανάπτυξης.
Μια νέα προοπτική
Η αμφίδρομη αυτή σχέση που διαμορφώνει ο φεμινισμός με την πολιτική σκηνή κρύβει και προκλήσεις. Ένα από τα βασικά ερωτήματα που προκύπτουν είναι, εάν το πρότυπο επιτυχίας παραμένει έμφυλο ή αν οι γυναίκες ηγέτιδες δημιουργούν, επιτέλους, νέες συνθήκες ηγεσίας, οι οποίες όχι μόνο αντανακλούν τη μοναδική τους οπτική, αλλά επιφέρουν ουσιαστικές αλλαγές. Εδώ θα διαβάσετε ότι, αναμφισβήτητα, φέρνουν μαζί τους ένα διαφορετικό στιλ ηγεσίας, το οποίο συχνά βασίζεται στη συνεργασία, τη συναίνεση και τη δημιουργία ενός κοινού οράματος. Επιστημονικές έρευνες αποδεικνύουν ότι οι γυναίκες εφαρμόζουν μια πιο δημοκρατική και περιεκτική προσέγγιση στην ηγεσία, προωθώντας τη διαβούλευση και την ανταλλαγή απόψεων. Το στιλ αυτό έχει φέρει αξιοσημείωτες επιτυχίες, ιδιαίτερα σε κρίσιμες στιγμές.
Και τελικά...
Έως σήμερα, οι γυναίκες, παρά τις προκλήσεις, έχουν κερδίσει τον σεβασμό και τη θέση τους στην πολιτική σκηνή, και με κάθε νέο βήμα φέρνουν έναν αέρα ανανέωσης που μόνο θετικά αποτελέσματα μπορεί να επιφέρει. Ως κοινωνία, έχουμε πολλά ακόμη να μάθουμε και να αποκομίσουμε από την πολιτική τους παρουσία. Και το πιο σημαντικό; Η πορεία τους συνεχίζεται!
ΔΗΜΟΣΙΕΥΤΗΚΕ ΣΤΟ ΠΕΡΙΟΔΙΚΟ GLOW ΣΤΟ ΤΕΥΧΟΣ ΟΚΤΩΒΡΙΟΥ 2024