Ένα διαχρονικό όραμα γίνεται πραγματικότητα με σταθερά και οργανωμένα βήματα. Η νέα εποχή για το Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο υπόσχεται να φέρει μαζί της μια εξελιγμένη φιλοσοφία όσον αφορά τη διαχείριση της πολιτιστικής κληρονομιάς της χώρας μας. Οι εργασίες επέκτασης και αναβάθμισης των εγκαταστάσεών του πρόκειται να το φέρουν πιο κοντά με το κέντρο της πόλης, δημιουργώντας ένα ισχυρό τοπόσημο. Προβλέπεται ότι μέσα στην πενταετία θα ολοκληρωθούν οι διαδικασίες κατασκευής του. Χθες, στο πλαίσιο εκδήλωσης του μουσείου, παρουσιάστηκαν τα αρχιτεκτονικά προσχέδια στην αίθουσα του Βωμού. Οι υπογραφές ανήκουν στον διακεκριμένο Βρετανό αρχιτέκτονα, David Chipperfield, και την εξειδικευμένη ομάδα του, σε συνεργασία με τον βραβευμένο, Αλέξανδρο Τομπάζη. Κεντρικός στόχος τους είναι να συνδυάσουν το ιστορικό νεοκλασικό κτίριο του 19ου αιώνα με μία υπόγεια επέκταση, έτσι ώστε να ενωθεί σε αρμονία και ισορροπία το παλιό με το σύγχρονο.
Μια ολιστική εμπειρία εξερεύνησης αναμένεται να μας ταξιδέψει πίσω στον χρόνο μέσα από μια αναβαθμισμένη κατασκευή, η οποία θα περιλαμβάνει υπόγειους εκθεσιακούς χώρους, πάρκο με πλούσια βλάστηση και άπλετο φως σε κάθε χώρο του, ενισχύοντας με αυτόν τον τρόπο τη διαχρονικά εκλεπτυσμένη αισθητική του ταυτότητα. Ακόμη ένας κύριος πυλώνας της φιλοσοφίας σχεδιασμού αφορά αποκλειστικά στην οικολογική προσέγγισή του. Οι κανόνες της χαμηλής ενέργειας πρόκειται να βρίσκονται σε πρώτο πλάνο, όπως και η αξιοποίηση του φυσικού κλίματος. Όλα τα στοιχεία συμπληρώνουν το ένα το άλλο για τη διαμόρφωση μιας επίγειας Εδέμ στην καρδιά της Αθήνας.
Η Ιστορία
Το Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο ιδρύθηκε το 1829. Αποτέλεσε το πρώτο Μουσείο που ιδρύθηκε στο ελληνικό κράτος μετά τον επαναστατικό αγώνα και την απελευθέρωση της Ελλάδας από τον Οθωμανικό ζυγό. Η αρχική του έδρα ήταν στην Αίγινα, την πρώτη πρωτεύουσα της Ελλάδας. Με τη μεταφορά της πρωτεύουσας στην Αθήνα το 1834, μεταφέρθηκε και η έδρα του Μουσείου. Οι αρχαιότητες στεγάστηκαν σε διάφορα κτίρια και μνημεία. Ταξιδεύοντας στο 1866, ο καταξιωμένος Γερμανός αρχιτέκτονας και σχεδιαστής τοπίου, Ludwig Lange προχώρησε στη συνεργασία του με τον Γερμανό φιλέλληνα αρχιτέκτονα και πανεπιστημιακό, Ernst Ziller, για την ανέγερσή του. Η έμπνευση του Lange έγινε πραγματικότητα: Ένα νεοκλασικό κτίριο με μεγάλη ρομαντική αυλή θα γινόταν το γοητευτικό στολίδι της πόλης.
Το 1889, το Μουσείο άνοιξε τις πύλες του στο κοινό, παρουσιάζοντας τις μόνιμες Εκθέσεις του, που αποτελούνταν τότε από τμήματα της σημερινής Συλλογής Προϊστορικών Αρχαιοτήτων και της Συλλογής Γλυπτών. Κατά τη διάρκεια του πρώτου μισού του 20ού αιώνα το Μουσείο εμπλουτίστηκε με πολλές αρχαιότητες που προέρχονταν από ανασκαφικές έρευνες σε διάφορες περιοχές της Ελλάδας. Μεταξύ των ετών 1932 και 1939 πραγματοποιήθηκε επέκταση του Μουσείου προς τα ανατολικά, σε σχέδια του αρχιτέκτονα Γ. Νομικού. Κατά την περίοδο παράδοσης του της επέκτασης του Μουσείου κηρύχτηκε ο Δεύτερος Παγκόσμιος Πόλεμος.
Για την αντιμετώπιση των κινδύνων του πολέμου και με βάση τον ισχύοντα γενικό σχεδιασμό, οι αρχαιότητες του Εθνικού Μουσείου και άλλων Μουσείων της χώρας εγκιβωτίστηκαν και καταχώθηκαν σε σκάμματα στα υπόγεια των Μουσείων και αλλού. Οι ενέργειες αυτές οδήγησαν στην αποτελεσματική προστασία και διαφύλαξή των αρχαιοτήτων από καταστροφές και διαρπαγές. Κατά την περίοδο κατοχής της Ελλάδας (1941-1945) από τα γερμανικά στρατεύματα, το Μουσείο επιτάχθηκε και στις άδειες από αρχαιότητες αίθουσές του εγκαταστάθηκαν διάφορες υπηρεσίες.
Με τη λήξη του πολέμου ξεκίνησαν οι επισκευαστικές εργασίες στο κτίριο του Μουσείου, το οποίο λειτούργησε ξανά από το 1947. Από το 1947 μέχρι το 1964 ολοκληρώθηκε η επανέκθεση των Συλλογών του.
Το Μουσείο επλήγη από το σεισμό του 1999. Κατά τα έτη 2002 έως 2004 πραγματοποιήθηκαν εργασίες ανακαίνισης όλων των Εκθεσιακών χώρων του Μουσείου. Με την αποχώρηση του Νομισματικού Μουσείου και την εγκατάστασή του στο Ιλίου Μέλαθρον, το Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο επεκτάθηκε. Από το 2004 μέχρι το 2009 άνοιξαν στο κοινό οι ανανεωμένες μόνιμες Εκθέσεις του Εθνικού Αρχαιολογικού Μουσείου: η Συλλογή Προϊστορικών Αρχαιοτήτων και η Συλλογή Γλυπτών το 2004, η Συλλογή Αγγείων και η Συλλογή Χαλκών το 2005, η Συλλογή Σταθάτου και η Αιγυπτιακή Συλλογή το 2008, η Κυπριακή Συλλογή, η Συλλογή Πήλινων Ειδωλίων, η Συλλογή Βλαστού – Σερπιέρι, η Συλλογή Χρυσών Κοσμημάτων και Αργυρών Σκευών και η Συλλογή Γυάλινων Σκευών το 2009. Με την ολοκλήρωση της ανακαίνισής του, το Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο παρουσιάζει πλέον στο κοινό αρχαιότητες, που καλύπτουν την περίοδο από την 6η χιλιετία π.Χ. μέχρι και τον 4ο αιώνα μ.Χ. Προέρχονται από την Ελλάδα, την Κύπρο, την Αίγυπτο, την Ιταλία και άλλες περιοχές και αποτελούν ένα πανόραμα του αρχαίου ελληνικού κόσμου, των πολιτιστικών του επιτευγμάτων, καθώς και των επαφών του στην ανατολική Μεσόγειο.
Από τη δεκαετία 1980 μέχρι σήμερα, το Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο πραγματοποιεί θεματικές ή διαχρονικές περιοδικές εκθέσεις, με πολλά και ενδιαφέροντα θέματα. Ένας αριθμός από τις αρχαιότητες των περιοδικών εκθέσεων του Μουσείου ταξιδεύουν ως βραχύχρονα δάνεια σε Μουσεία της Ελλάδας και του εξωτερικού. Από τα τέλη του 20ού αιώνα, το Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο, εκτός από την δική του πολύπτυχη, πολιτιστική και εκπαιδευτική, δραστηριότητα, συμμετέχει σε πλήθος εκθεσιακών προγραμμάτων της Ελλάδας και του εξωτερικού.
Ένα εμβληματικό έργο αναβίωσης
Στην ίδια εκδήλωση, ο Πρωθυπουργός, Κυριάκος Μητσοτάκης, με εμφανή χαρά, παραδέχθηκε ότι το έργο αυτό ταυτίζεται με το προσωπικό του όραμα από την εποχή ακόμη, χρόνια πριν, που πηγαίνοντας στο γραφείο, που βρισκόταν στην οδό Χαλκοκονδύλη διέβλεπε τις δυνατότητες για την αναβάθμισή του. Στη δημόσια ομιλία του ανέφερε χαρακτηριστικά: «Έχω τη βαθιά πεποίθηση ότι ένα προσωπικό μου όνειρο γίνεται πραγματικότητα. Το πολιτικό μου γραφείο ήταν για πολλά χρόνια λίγους δρόμους πιο πέρα στην οδό Χαλκοκονδύλη. Περνούσα συχνά μπροστά από το Αρχαιολογικό Μουσείο. Έζησα ταυτόχρονα τα χρόνια της υποβάθμισης του ιστορικού κέντρου της Αθήνας και πάντα ήταν στο μυαλό μου αυτή η ιδέα του πώς θα μπορούσαμε να κάνουμε μία σημαντική παρέμβαση στο πιο σημαντικό μας μουσείο, στο Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο, πώς θα μπορούσαμε όχι ταυτόχρονα το επεκτείνουμε αλλά να δημιουργήσουμε και ένα νέο τοπόσημο και κυρίως να χρησιμοποιήσουμε αυτό το εμβληματικό έργο ως μία ευκαιρία για να αναβιώσει ουσιαστικά μία ολόκληρη γειτονιά. Με πολλή και σκληρή δουλειά και μεθοδική παρακολούθηση είμαστε σήμερα στο σημείο να έχουμε κάνει ένα πρώτο σημαντικό βήμα για την υλοποίηση αυτού του προγράμματος».
Μεταξύ άλλων, εξήγησε ότι όλες οι μελέτες θα χρηματοδοτηθούν από ιδιωτικές δωρεές και στη συνέχεια η κατασκευή του μουσείου και του περιβάλλοντα χώρου από εθνικούς και ευρωπαϊκούς πόρους. Από τον λόγο του δεν έλειψαν οι ευχαριστίες του προς την υπουργό Πολιτικού και Αθλητισμού, Λίνα Μενδώνη, και το επιτελείο της, την ομάδα των συνεργαζόμενων αρχιτεκτονικών γραφείων, David Chipperfield Architects, και Αλέξανδρος Τομπάζης Α.Ε., όπως επίσης τον Ανδρέα Κούκουλα, επικεφαλής της επιτροπής αξιολόγησης, τον Νικόλα και την Ειρήνη Λαιμού για τη χρηματοδότηση του πρώτου σταδίου της υλοποίησης του σχεδίου για την επέκταση και αναβάθμιση του μουσείου, αλλά και την ίδια τη σύζυγό του, Μαρέβα Γκραμπόφσκι-Μητσοτάκη, για την οποία τόνισε ότι «αθόρυβα και χωρίς να διεκδικήσει προβολή υπήρξε η "καρδιά" της μεγάλης προσπάθειας».
Οι Αλλαγές
Μια σειρά από ενδιαφέρουσες και καινοτόμες παρεμβάσεις αναμένεται να κατασκευαστούν. Η είσοδος του Μουσείο θα βρίσκεται από την Πατησίων στο επίπεδο του δρόμου, διευκολύνοντας την πρόσβαση κάθε επισκέπτη, καθώς θα κάνει το συγκεκριμένο σημείο ορατό. τα αριστερά του υπάρχει το καφέ-εστιατόριο με δυνατότητα επέκτασης στο πάρκο και στα δεξιά της εισόδου η μεγάλη σκάλα που βλέπει το υπάρχον κτίριο. Στα δεξιά του κλιμακοστασίου θα γίνει το πωλητήριο, σημείο όλο και πιο σημαντικό για τα σύγχρονα μουσεία, το οποίο θα λειτουργεί και ανεξάρτητα από το μουσείο και θα συνδέεται οπτικά στο επίπεδο του δρόμου με το Ακροπόλ.
Οι αίθουσες προς τη μεριά του Πολυτεχνείου προορίζονται για περιοδικές εκθέσεις που είναι σημαντικές τόσο για την επισκεψιμότητα του μουσείου όσο και για τη σύνδεση και επίσκεψη των κατοίκων στο μουσείο ξανά και ξανά. Από το κεντρικό φουαγέ δίνεται η δυνατότητα της οπτικής συνέχειας του χώρου προς την αυλή και τη σκάλα που θα οδηγεί στο παλιό κτίριο, έχοντας προσπεράσει την περιοχή των βοηθητικών χώρων (στην υποδοχή) που είναι απαραίτητοι για ένα σύγχρονο μουσείο.
Οι Λεπτομέρειες
Η κεντρική ιδέα των Lange και Ziller συνεχίζεται μέχρι σήμερα, χαρίζοντας αστείρευτη έμπνευση για δημιουργία. Το στοιχείο αυτό αποδεικνύεται και στην αισθητική, αλλά και τη δομή της κεντρικής αυλής του μουσείου, η οποία παραπέμπει στα πάρκα του 19ου αιώνα. Προσβάσιμος από όλες τις πλευρές και υπερυψωμένος, ο κήπος που θα σχεδιαστεί πάνω στην επέκταση από το γραφείο αρχιτεκτονικής τοπίου Wirtz International, θα τηρεί τις αποστάσεις του από τη βουή της πόλης και θα περιλαμβάνει πλατώματα, μονοπάτια με χαλίκι, εκτάσεις με γρασίδι, καθώς και συστάδες πεύκων και θάμνων. Στην καρδιά του συγκροτήματος, μια αυλή θα αποτελεί σημείο συνάντησης για τους επισκέπτες του μουσείου και για τους πολίτες.
Εντυπωσιακά είναι και τα υλικά, τα οποία θα αξιοποιηθούν, με σταθερό σεβασμό στο περιβάλλον και στα σύγχρονα πρότυπα ποιότητας, αξίες που ακολουθεί πιστά η φιλοσοφία του Chipperfield. Αντιπροσωπευτικό παράδειγμα αποτελεί η εκτεταμένη αξιοποίηση του πηλού, του νερού και των ντόπιων υλικών κατασκευής, το οποίο θα εφαρμοστεί και στην εν λόγω κατασκευή. Σημαντική λεπτομέρεια είναι και ο τρόπος που επιλέγουν κάθε φορά να προβάλλουν τις αρχαιολογικές συλλογές. Όπως ανάφερε χαρακτηριστικά ο «Η νέα πτέρυγα δεν πρέπει να είναι φορτωμένη με εκατοντάδες εκθέματα, αλλά να δίνει έμφαση σε χωρικά και σκηνογραφικά χαρακτηριστικά», είπε ο David ChipperfieldQ «Τα μουσεία δεν πρέπει να ρυθμίζουν οριστικά τη φύση των συλλογών τους», συνέχισε, «αλλά να μπορούν να τις αλλάζουν διαρκώς. Είναι ωραίο να αναμένει κανείς διαφορετικά πράγματα από ένα μουσείο. Η σκέψη μας είναι, εκεί που το αρχικό κτίριο διαθέτει αλλεπάλληλες, επαναλαμβανόμενες αίθουσες, η νέα πτέρυγα να αποτελεί έναν πιο δυναμικό, πιο διαπερατό χώρο».
Τα Χρονικά Ορόσημα της Μελέτης
Όσον αφορά τη μέχρι σήμερα διαδρομή των σχετικών μελετών, η Υπουργός Πολιτισμού, Λίνα Μενδώνη, έκανε μια σημαντική αναδρομή στις αρχές φθινοπώρου του 2016 και στην επιτακτική ανάγκη για την αναβάθμιση του μουσείου. Χρονικό ορόσημο ήταν το 2017, με τη συγκρότηση μιας μικρής, επιστημονικής ομάδας, η οποία συνεδρίαζε ανά τακτά χρονικά διαστήματα για τις μελέτες του. Η ίδια τόνισε: «Τον Νοέμβριο του 2019 ανατίθεται από το Υπουργείο Πολιτισμού σε εξειδικευμένη εταιρεία η εκπόνηση μελέτης σκοπιμότητας και βιωσιμότητας, χάρη στην ευγενική χορηγία του Ιδρύματος Σταύρος Νιάρχος. Είμαστε βαθιά υπόχρεοι. Τον Απρίλιο 2020, η μελέτη παραδίδεται. Ως το τέλος του 2020, εκπονούνται από το Υπουργείο Πολιτισμού η μελέτη αρχιτεκτονικής και στατικής τεκμηρίωσης του υφισταμένου κτηρίου-μνημείου του Μουσείου, ο έλεγχος του υπεδάφους και η γεωτεχνική μελέτη, οι τοπογραφικές αποτυπώσεις της ευρύτερης περιοχής, η μελέτη ιστορικής, αρχαιολογικής, χωροταξικής και πολεοδομικής θεώρησης, και νομοθετείται από το Υπουργείο Περιβάλλοντος μια σειρά αναγκαίων χωροταξικών ρυθμίσεων. Το 2021, ξεκινά η εκπόνηση μελέτης αρχιτεκτονικού προσχεδίου για το έργο, μετά την έκδοση της απόφασης, που εγκρίνει την διαδικασία, και την υπογραφή σύμβασης δωρεάς μεταξύ του Υπουργείου Πολιτισμού και της οικογένειας Νικολάου και Ειρήνης Λαιμού.»
Η ίδια πρόσθεσε: «Η πρόταση των γραφείων David Chipperfield και Αλέξανδρου Ν. Τομπάζη εικονοποιεί το όραμα. Δημιουργεί ένα μοναδικό τοπόσημο στον αστικό ιστό. Είναι βαθιά ανθρωποκεντρική. Η επέκταση του Εθνικού Αρχαιολογικού Μουσείου συμβάλλει ουσιαστικά στην αναγέννηση της ευρύτερης περιοχής του ιστορικού κέντρου της Αθήνας. Προβάλλει την εθνική διάσταση του Μουσείου, το οποίο συνδέει με το παγκόσμιο πολιτιστικό γίγνεσθαι. Δημιουργούμε ένα Μουσείο εξωστρεφές, ανοιχτό στην πόλη, σε διαρκή διάλογο με την κοινωνία, με δυναμική ματιά προς το μέλλον. Σήμερα ολοκληρώνεται ο πρώτος δύσκολος -ομολογώ- κύκλος για την υλοποίηση ενός έργου, το οποίο εσείς οραματιστήκατε, ενστερνιστήκατε, παρακολουθείτε προσωπικά. Συμπίπτει χρονικά με την ολοκλήρωση σχεδόν της πρώτης κυβερνητικής σας θητείας. Το βλέμμα μας είναι ήδη στραμμένο στο μέλλον, στην δεύτερη θητεία σας, όπως άλλωστε και οι δυνάμεις μας. Στο τέλος της δεύτερης κυβερνητικής τετραετίας σας, το Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο θα είναι απολύτως διαφορετικό. Στο χώρο του σημερινού προκηπίου θα υπάρχει κήπος, μία πράσινη πλατεία, αλλά και ένα δεύτερο κτήριο, οργανικά συνδεδεμένο, αλλά όχι ανταγωνιστικό με το υφιστάμενο μνημείο, το οποίο, όπως θα δείτε, αφορά στην πόλη, επικοινωνεί με την πόλη, ενώ συγχρόνως δημιουργεί ένα υψηλής αισθητικής κέλυφος, το οποίο συμμετέχει στην ενιαία έκθεση των πολύτιμων συλλογών, δεκάδων χιλιάδων αριστουργημάτων της αρχαίας ελληνικής τέχνης, που διαθέτει αυτό το Μουσείο».
Ανακαλύψτε περισσότερες φωτογραφίες στη gallery!
Source: Καθημερινή, Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο