Αρχοντική, χαμογελαστή, ευγενική. Μια ψυχή αφοσιωμένη στην διαχρονική της αγάπη: Την τέχνη. Το όνομά της είναι ταυτισμένο με την νέα εποχή της Εθνικής Πινακοθήκης. «Η τέχνη ανήκει σε όλους σας», αποτέλεσε το κεντρικό της μήνυμα κατά τη διάρκεια της εικονικής ξενάγησης στη Νέα Εθνική Πινακοθήκη που μας χάρισε μέσω της ΕΡΤ τον Μάρτιο του 2021.
Τα ξημερώματα της Δευτέρας 13 Ιουνίου, η «Σιδηρά Κυρία» της τέχνης έφυγε από τη ζωή σε ηλικία 83 ετών. Η ίδια είχε νοσηλευτεί πριν δύο ημέρες λόγω ζητημάτων υγείας. Ο θάνατός της θεωρήθηκε ξαφνικός. Η ίδια είχε προγραμματισμένη συνέντευξη τύπου στις 15 Ιουνίου στην Εθνική πινακοθήκη για την παρουσίαση μεγάλης έκθεσης για τον Κωνσταντίνο Παρθένη.
Ο «μέντορας της γνώσης» που αγάπησε και το πιο βαθύ κίνητρο
Η αφοσίωση στη γνώση
Η ίδια συνέχισε με δυναμισμό τη σχέση της με την γνώση και την αναβάθμισε. Σπούδασε στο Τμήμα Ιστορίας και Αρχαιολογίας του Πανεπιστημίου Αθηνών και έκανε μεταπτυχιακές σπουδές στο ίδιο τμήμα στην Κλασική Αρχαιολογία με υποτροφία του Ιδρύματος Κρατικών Υποτροφιών (Ι.Κ.Υ.) και με θέμα: "Προσωκρατική Φιλοσοφία και Τέχνη". Το 1975 αποτέλεσε την πρώτη γυναίκα καθηγήτρια στην ιστορία της Ανωτάτης Σχολής Καλών Τεχνών της Αθήνας, καθώς εξελέγη παμψηφεί Τακτική Καθηγήτρια στην έδρα της Ιστορίας της Τέχνης. Ακόμη ένας σημαντικός τίτλος, με τον οποίο διακρίθηκε ήταν αυτός της επισκέπτριας καθηγήτρια σε ξένα πανεπιστήμια της Γαλλίας, στο Πανεπιστήμιο Princeton των Η.Π.Α., με υποτροφία Fulbright, και στη Φιλοσοφική Σχολή του Πανεπιστημίου Κρήτης στο Ρέθυμνο.
«Πολλοί με μισούν ή απλώς δεν με θέλουν»
«Πολλοί με μισούν ή απλώς δεν με θέλουν. Και εδώ μέσα ακόμα. Κανένας, όμως, δεν θα βρεθεί να πει ότι τον προσέβαλα, ότι φωνάζω στους διαδρόμους», ήταν μια από τις πιο χαρακτηριστικές της ατάκες σε συνέντευξή της στην LIFO. Η ίδια δεν το έβαλε ποτέ κάτω. Μια νέα εποχή στην προσέγγιση της τέχνης ήρθε για να καταρρίψει κάθε προηγούμενο ρεκόρ στην Ελλάδα. Μέσα από το τριανταετές λειτούργημά της ως Διευθύντρια της Εθνικής Πινακοθήκης, κατάφερε να μυήσει την χώρα μας στην σύγχρονη μορφή της τέχνης, τονίζοντας στην ίδια συνέντευξη: «Κάνουμε εκθέσεις στο εξωτερικό για την αρχαιότητα και το Βυζάντιο, αλλά η σύγχρονη Ελλάδα είναι άγνωστη. Δεν ξέρουν ότι η Ελλάδα έχει σύγχρονη τέχνη. Είμαστε απόντες. Ξέρουν τον Κουνέλη, τον Τάκη, τη Χρύσα, ενδεχομένως τον Αντωνάκο, πέντε ονόματα. Η Ελλάδα είναι απούσα. Θα έπρεπε με κάθε τρόπο να υποστηρίξουμε κάτι τέτοιο. Αν δεν έχουμε ουσιαστικές συνεργασίες στην εξωτερική πολιτιστική πολιτική, η ιδιωτική πρωτοβουλία δεν αρκεί».
Στη διάρκεια της θητείας της η Εθνική Πινακοθήκη εκσυγχρονίστηκε, ίδρυσε νέα παραρτήματα (Κέρκυρα, Ναύπλιο, Γλυπτοθήκη, Άλσος Στρατού, Γουδί, Μουσείο Καπράλου, Αίγινα), απέκτησε 3.000 νέα έργα, μεταξύ των οποίων δύο πίνακες του Δομήνικου Θεοτοκόπουλου (El Greco), διοργάνωσε σημαντικές εκθέσεις Ελλήνων και ξένων καλλιτεχνών και γνώρισε μεγάλη ανταπόκριση στο κοινό με περίπου 5.500.000 επισκέπτες.
Ένα «ευχαριστώ» σε αυτήν την γυναίκα που ανύψωσε την πολιτισμική μας κληρονομιά…