Η «ψυχή» της Εθνικής Πινακοθήκης και διευθύντριά της από το 1992, Μαρίνα Λαμπράκη-Πλάκα, μας μιλάει για τη νέα εποχή του εμβληματικού -εντυπωσιακά ανακαινισμένου- Μουσείου, τα επίσημα εγκαίνια του οποίου θα πραγματοποιηθούν την 25η Μαρτίου, σηματοδοτώντας την επίσημη έναρξη του εορτασμού του επετειακού έτους 2021.
Εδώ και σχεδόν 30 χρόνια, ταυτόχρονα με την ανάληψη των καθηκόντων της, η Μαρίνα Λαμπράκη-Πλάκα, διευθύντρια της Εθνικής Πινακοθήκης-Μουσείο Αλέξανδρου Σούτζου -όπως είναι η πλήρης ονομασία της- και καθηγήτρια Ιστορίας της Τέχνης, ξεκίνησε τις συζητήσεις για την ανακαίνιση του κτιρίου. Το μεγαλόπνοο έργο ζωής για την ίδια, σημείο αναφοράς για την ελληνική Τέχνη και παρακαταθήκη ιστορικής μνήμης για εκατομμύρια Έλληνες, εντός κι εκτός των συνόρων, έχει πλέον φτάσει στην ολοκλήρωσή του, οδηγώντας την Πινακοθήκη στη νέα της εποχή.
Κα Λαμπράκη-Πλάκα, τι σηματοδοτεί η ανακαινισμένη Εθνική Πινακοθήκη για τη χώρα και τους Έλληνες, ύστερα από μία δύσκολη εποχή οικονομικής κρίσης και στη σκιά της πανδημίας;
Μια νέα αρχή. Επιπλέον, είναι ίσως το μόνο εμβληματικό κτίριο που αποπερατώνεται αυτήν τη στιγμή στην Αθήνα. Είναι επιβλητική, προσανατολισμένη στον 21ο αιώνα, με μια καινούρια, πολύ όμορφη, όψη στο εξωτερικό της αλλά κι εσωτερικά. Το πιο ενδιαφέρον, όμως, στοιχείο απ’ όλα είναι πέρα από τη λειτουργικότητά της -διαθέτει όλους τους απαραίτητους χώρους, όπως αμφιθέατρο, πωλητήρια, αίθουσα περιοδικών εκθέσεων κ.ά., το ότι είναι πολύ καλόχαρη, δηλαδή, σε υποδέχεται εγκάρδια, περπατάς και σου «ανοίγει» διαρκώς τη θέα προς την Αθήνα. Αποτελεί μια καταπληκτική διαδρομή για περίπατο, καθώς ο επισκέπτης έχει διαρκώς το δέλεαρ να βγει προς τα μπαλκόνια, τα κλιμακοστάσια, τα κεκλιμένα επίπεδα, να περπατήσει μέσα στο κτίριο και ν’ απολαύσει τον περιβάλλοντα χώρο.
Πώς αποτυπώνεται στο νέο κτίριο αρχιτεκτονικά, αλλά και μουσειολογικά, η σύνδεση με το παρελθόν, το παρόν και το μέλλον της πολιτιστικής μας Ιστορίας;
Καταρχάς, να πω ότι είναι πολύ ωραίο που συμπίπτει η αποπεράτωσή του με το επετειακό έτος του εορτασμού των 200 χρόνων της παλιγγενεσίας μας, γιατί η τέχνη που στεγάζει είναι ομήλικη με το νεότερο ελληνικό κράτος. Επίσης, δημιουργήθηκε εκ του μηδενός, όπως και αυτό, όχι μόνο από τη σφοδρή επιθυμία των Ελλήνων ν’ αναγεννηθούν ως έθνος, αλλά και με τη συνείδηση ότι ελεύθερο κράτος χωρίς καλλιτεχνική έκφραση δεν υπάρχει. Τώρα, όσον αφορά στη σύνδεση της Εθνικής Πινακοθήκης με την πολιτιστική μας ιστορία, αυτή είναι άμεση, καθώς εκτίθενται σε μία αίθουσα έργα που εμπνέονται από την Επανάσταση. Κι εμείς έχουμε τα σπουδαιότερα του είδους.
Πείτε μας δυο λόγια για την έκθεση των εγκαινίων. Θα περιλαμβάνει μόνο έργα Ελλήνων;
Όχι μόνο. Ταυτόχρονα με τα γεγονότα της Επανάστασης είχε εμφανιστεί η λεγόμενη «φιλελληνική ιστορική ζωγραφική», δηλαδή οι πίνακες του Delacroix «Η σφαγή της Χίου» και «Η Ελλάδα στα ερείπια του Μεσολογγίου», οι οποίοι φιλοτεχνήθηκαν το 1824 και το 1826 αντίστοιχα και υμνούσαν τον ελληνικό αγώνα. Προηγούνται, λοιπόν, χρονικά αυτά τα έργα κι έπονται τα ελληνικά, τα οποία εμφανίστηκαν περί τα μέσα του αιώνα, μετά το 1840. Τότε, η ιστορική ζωγραφική είχε μια διαφορετική, θεσμική σημασία. Τα πρώτα φιλελληνικά έργα έγιναν εν θερμώ κι ενεργοποίησαν και τον φιλελληνισμό των Ευρωπαίων. Τα ελληνικά, όπως του Βρυζάκη, του Τσόκου και των αδελφών Μαργαρίτη, μεταξύ άλλων, ανταποκρίθηκαν και στο αίτημα της Πολιτείας να διασώσει και να εξυμνήσει τον Αγώνα για παιδαγωγικούς, εκπαιδευτικούς, εθνικούς, ιδεολογικούς λόγους. Επιπρόσθετα, ας μην ξεχνάμε ότι η ιστορική ζωγραφική έχει έναν ρόλο παιδαγωγικό, παιδευτικό και συμφιλιωτικό. Λειτουργεί, κατά κάποιον τρόπο, ως κολυμβήθρα του Σιλωάμ, για να λησμονήσουμε όλα τα πάθη και τους εμφυλίους. Γι’ αυτό βλέπεις στο εμβληματικό έργο του Βρυζάκη «Η Ελλάς Ευγνωμονούσα» μία νεαρή κόρη να απλώνει τα χέρια της για να σκεπάσει φιλέλληνες κι Έλληνες στην αγκάλη της, αυτήν του νέου έθνους.
Και ποια άλλα έργα θα περιλαμβάνει;
Εκτός από αυτά που προαναφέρθηκαν, τα οποία θα βρίσκονται σε μία αίθουσα, θα εκτεθούν και τα σχέδια του Karl Krazeisen, τα οποία έχει την τύχη το Μουσείο μας να φυλάσσει στις συλλογές του, διότι διασώζουν τις μορφές των αγωνιστών. Ο βαυαρός αυτός αξιωματικός, που έφτασε στην Ελλάδα το φθινόπωρο του 1826, συνάντησε τους έλληνες αγωνιστές σε διάφορα στρατόπεδα, τους έβαλε να του ποζάρουν, τους σχεδίασε και στη συνέχεια, τους έβαλε κι υπέγραψαν τα έργα. Τα σχέδια αυτά τα μετέφερε στο Μόναχο και τα λιθογράφησε, για να τα διασώσει και να τα κάνει γνωστά σε όλη την Ευρώπη. Εμείς σήμερα γνωρίζουμε τους αγωνιστές της Επανάστασης από αυτές τις λιθογραφίες. Ο Ζαχαρίας Παπαντωνίου αγόρασε τα πρωτότυπα σχέδια 100 χρόνια μετά, το 1926, κι έκτοτε ανήκουν στις συλλογές της Εθνικής Πινακοθήκης.
Να σημειωθεί ότι η έκθεση θα παραμείνει ανοιχτή όλο τον χρόνο. Προς το τέλος του 2021, κάποια από αυτά τα έργα και μερικά άλλα από τις συλλογές μας –περίπου 30- θα ταξιδέψουν στο Παρίσι, καθώς ο Πρόεδρος και Διευθυντής του Μουσείου Λούβρου, Jean-Luc Martinez, ετοιμάζει μια μεγάλη έκθεση με τίτλο “Paris-Athens 1800-1900: Rediscovery of Greece in the 19th Century”. Έτσι, η Εθνική Πινακοθήκη και η ελληνική Τέχνη θα έχουν μια ισχυρή παρουσία εκεί. Επιπρόσθετα, το Λούβρο θα στείλει στην Εθνική Πινακοθήκη τη συγκλονιστική έκθεση -και με αυτήν θα εγκαινιαστεί η αίθουσα των περιοδικών εκθέσεων- «Το πορτρέτο στις συλλογές του Λούβρου», μ’ έργα ζωγραφικής και γλυπτικής που ξεκινούν χρονολογικά από τους Χετταίους, τους Αιγύπτιους, τους αρχαίους Έλληνες, τους Ρωμαίους και διατρέχουν τους αιώνες, την Αναγέννηση, το Μπαρόκ και φτάνουν μέχρι τον Delacroix. Στα εκθέματα περιλαμβάνονται περίπου 30 έργα τεράστιας καλλιτεχνικής και ιστορικής αξίας, μεταξύ άλλων των Botticelli, Titsiano και Goya.
Πόσα επιπλέον έργα από τις μόνιμες συλλογές του Μουσείου θα βγουν για πρώτη φορά από τις αποθήκες του;
Καθώς το νέο μουσείο θα εκτείνεται σε περίπου 22.000 τ.μ., θα εκθέσουμε 1.000 έργα - στο παλιό κτίριο υπήρχε χώρος για λιγότερα από τα μισά. Και για πρώτη φορά θα τοποθετήσουμε σχέδια και χαρακτικά σε ειδικές ξυλεπενδύσεις, που δημιουργήθηκαν σε σημεία-διαβάσεις από τον έναν χώρο στον άλλον. Μέσα σε αυτές έχουν μπει βιτρίνες, όπου θα βλέπει κανείς τα σχέδια των ζωγράφων των οποίων τα έργα θα εκτίθενται στη διπλανή αίθουσα και θα μπορεί άμεσα να κάνει συγκρίσεις, κάτι που αποτελεί καινοτομία. Επιπλέον, στο υπόγειο, στην πολύ μεγάλη αίθουσα των περιοδικών εκθέσεων, παρουσιάζουμε τη δυτικοευρωπαϊκή ζωγραφική μας και αφιερώνουμε ένα δωμάτιο στα χαρακτικά των Goya, Rembrandt και Dürer, μεταξύ άλλων, τα οποία θα υπάρχουν εκεί σε μόνιμη βάση. Να αναφερθώ, όμως, και στις δωρεές. Εκτός από τη μεγάλη χορηγία του Ιδρύματος Σταύρος Νιάρχος, προστέθηκαν τον τελευταίο χρόνο πέντε μεγάλοι δωρητές, οι προσφορές των οποίων μας επέτρεψαν ν’ αποκτήσουμε τις τελειότερα εξοπλισμένες αποθήκες της Ευρώπης, κάτι για το οποίο είμαι πολύ περήφανη. Επιπλέον, το εκπληκτικό αμφιθέατρό μας, που θα λειτουργεί και ως συνεδριακό, συνδέεται μ’ ένα μεγάλο café, το οποίο βγάζει τραπεζάκια και καρέκλες στον κήπο, ενώ υπάρχουν κι ένα café-restaurant στον 3ο όροφο, με εκπληκτική περιμετρικά θέα στην Αθήνα, δύο πωλητήρια και δύο αίθουσες παιδαγωγικών προγραμμάτων.
Η ανακαίνιση της κτιριακής υποδομής της Πινακοθήκης υπήρξε εξαρχής ένα προσωπικό σας όραμα. Πώς νιώθετε τώρα που το έργο πλησιάζει στην ολοκλήρωσή του;
Έχω παλέψει πάρα πολύ γι’ αυτό και είναι μεγάλη ικανοποίηση το ότι έγινε, και μάλιστα με τον τρόπο που ονειρευόμασταν. Είναι πολύ όμορφο, εξωτερικά κι εσωτερικά. Δεν είναι ένα μουσείο με γυμνούς τοίχους και μπετόν. Είναι χαριτωμένο, με ωραίες, προσεγμένες λεπτομέρειες, μιας μίνιμαλ, πολυτελούς όμως, αισθητικής. Αναμφίβολα, έχει υπερβεί κατά πολύ τον παλιό του εαυτό.
Κεντρική Φωτογραφία: Αριστερά: Άποψη από τους εκθεσιακούς χώρους με τις μόνιμες συλλογές, δεξιά διακρίνεται ο «Χριστός» του Κωνσταντίνου Παρθένη, Δεξιά: Μαρίνα Λαμπράκη – Πλάκα
ΔΗΜΟΣΙΕΥΤΗΚΕ ΣΤΟ ΠΕΡΙΟΔΙΚΟ GLOW ΣΤΟ ΤΕΥΧΟΣ ΦΕΒΡΟΥΑΡΙΟΥ 2021