Η λέξη που θα μπορούσε να χαρακτηρίσεις τη νέα γενιά είναι το "multi-tasking". Σ' αυτήν την κατηγορία ανήκει, χωρίς δεύτερη σκέψη, ο Γρηγόρης Τούλιας, ο οποίος γεννήθηκε στη Θεσσαλονίκη και τα παιδικά του χρόνια «μοιράστηκαν» μεταξύ της Νύφης του Θερμαϊκού και τους Άργους Ορεστικού Καστοριάς. Όντας παιδί του κέντρου και πιο συγκεκριμένα του πεζόδρομου της Αγίας Σοφίας, δεν μπορεί να ζήσει μακριά απ' αυτό -προς το παρόν τουλάχιστον. Σπούδασε Οικονομικές Επιστήμες στο Πανεπιστήμιο Μακεδονίας και έκανε MBA στον κλάδο του Tourism Management στο Πανεπιστήμιο Πειραιώς. Από μικρός είχε ιδιαίτερη αγάπη για τη φύση, κάτι που τον οδήγησε να συμμετάσχει σε κάποιες ελληνικές παραγωγές ντοκιμαντέρ αλλά αυτή η ενασχόληση διακόπηκε με την μετακόμισή του στην Αθήνα. Επειδή όμως κανείς δεν μπορεί να «ξεφύγει» πραγματικά από αυτό που αγαπάει, πλέον είναι συμπαρουσιαστής στην εκπομπή «Άγρια Ελλάδα» στην ΕΡΤ3. Παράλληλα, κατέχει και τη θέση του διευθυντή μάρκετινγκ στον Οργανισμό Τουρισμού Θεσσσαλονίκης. Αγαπάει την πόλη του, πιστεύει πολύ σ' αυτήν και προσπαθεί να κάνει το καλύτερο που μπορεί από τη μεριά του.
Γνωρίστε τον παρακάτω!
Γεννήθηκα στη Θεσσαλονίκη και μεγάλωσα μεταξύ πλατείας Αγίας Σοφίας και Άργους Ορεστικού Καστοριάς όπου ζει σήμερα η οικογένειά μου. Το contrast του κέντρου της πόλης και της επαρχίας κατά τα παιδικά χρόνια ήταν κάτι που σίγουρα έπαιξε ρόλο στη διαμόρφωσή μου. Έμαθα να αλλάζω περιβάλλοντα και να προσαρμόζομαι, παρόλο που οι ανάγκες του παιδιού κατά βάση είναι οι ίδιες: παίζαμε μπάλα στην αυλή της Αγίας Σοφίας, όπως ακριβώς παίζαμε και στην Αγία Παρασκευή του Άργους Ορεστικού, με τη διαφορά ότι στην πρώτη περίπτωση έπιναν οι μαμάδες τον καφέ τους στα πεζούλια παραδίπλα. Στο σημερινό Μικέλ της πλατείας πριν πολλά χρόνια υπήρχε η μπουγάτσα του Στρατή που ήταν το πιο σούπερ ουάου πρωινό της Κυριακής! Η μπουγάτσα του Στρατή, εκτός από το ότι ήταν θεσπέσια, με έκανε ισόβια τον μεγαλύτερο υπέρμαχο της άποψης ότι η μπουγάτσα φτιάχτηκε για να έχει μέσα τυρί (ή φέτα για τα χρόνια που έμενα στο λεκανοπέδιο) και τίποτα άλλο. Δεν άλλαξαν και πολλά στη γειτονιά όλα αυτά τα χρόνια, με εξαίρεση το μετρό (πήρε την τελική της μορφή η πλατεία οπότε το μετράω) και την πεζοδρόμηση που έδωσαν μία ευρωπαϊκή πινελιά!
Η αγαπημένη μου γειτονιά είναι το κέντρο της Θεσσαλονίκης. Όσοι έχουν μεγαλώσει τόσο κεντρικά, πόσο μάλλον κάποιος που είναι single στη δεκαετία των 30, θα πουν σχεδόν το ίδιο πράγμα: ότι η αγαπημένη τους γειτονιά είναι η γειτονιά τους ή το πολύ κάποια διπλανή. Είμαστε αρκετά «κακομαθημένοι» για να μη μετακινούμαστε παντού με τα πόδια, μια φοβερή δυνατότητα που σου δίνει το κέντρο της Θεσσαλονίκης, και ένας από τους πολλούς λόγους που έχεις για να το λατρεύεις. Δεν αλλάζω την πλατεία Αγίας Σοφίας αλλά μου αρέσει πολύ και η Άνω Πόλη.
Όταν ήμουν μικρός, εκτός από πράσινος Power Ranger, δεν είχα ιδέα τι ήθελα να γίνω. Λάτρευα όμως τα ντοκιμαντέρ της κρατικής τηλεόρασης, τα οποία παρακολουθούσα αρειμανίως ακόμα και σε βάρος των παιδικών προγραμμάτων. Πέρασα στο Oικονομικό του Πα.Μακ. με το σκεπτικό του να μην εγκλωβιστώ σε κάποια ιδιότητα όπως συμβαίνει με άλλες σχολές. Παράλληλα, αποφάσισα να νιώσω για λίγο Indiana Jones, καθώς με την παρέα μου ανακαλύπταμε την άγνωστη ελληνική φύση και μοιραζόμασταν τις εμπειρίες μας μέσω ενός blog -όρος που οριακά υπήρχε το 2007- και μέσω αυτού συμμετείχα και σε κάποιες ελληνικές παραγωγές ντοκιμαντέρ. Επίσης, είχαμε με άλλους δυο φίλους και ένα δεύτερο blog για τα φοιτητικά δρώμενα της πόλης. Μετά από σχετικό μεταπτυχιακό και επαγγελματική εμπειρία στην Αθήνα ασχολήθηκα εντατικά με το τουριστικό marketing και management, ενώ είχα την τύχη και τη χαρά να αναλάβω ως marketing director & project manager, μαζί μ' ένα φοβερό team, τον μετασχηματισμό του brand του World Party από εκπομπή σε ταξιδιωτικό γραφείο. Μετά από διάφορα πολύ ενδιαφέροντα projects επάνω σε ταξίδια και τουριστικό μάρκετινγκ, έχω την χαρά σήμερα να είμαι διευθυντής μάρκετινγκ στον Οργανισμό Τουρισμού Θεσσσαλονίκης και συμπαρουσιαστής της εκπομπής Άγρια Ελλάδα στην ΕΡΤ3, δύο ιδιότητες που φαντάζουν παντελώς άσχετες μεταξύ τους, συνδέονται όμως ξεχωριστά η καθεμία με το επαγγελματικό αλλά και το χομπίστικο παρελθόν μου.
Η σχέση μου με τη Θεσσαλονίκη είναι σχέση αγάπης. Έχω ζήσει όχι όλη, αλλά τη μισή μου ζωή στη Θεσσαλονίκη και αυτό σπαστά: λίγο από παιδικά χρόνια, λίγο από φοιτητική και λίγο από ενήλικη ζωή. Αυτό ίσως να με κάνει ακόμα πιο αντικειμενικό κριτή σε κάποια πράγματα και να ξέρω τι είναι αυτό μου με κάνει να την αγαπώ και τι είναι αυτό που με κουράζει. Έχω την τύχη να εκφράζω τα συναισθήματά μου για την πόλη μέσα από τη δουλειά μου, προωθώντας την πόλη ως προορισμό μαζί με την υπέροχη ομάδα του ΟΤΘ σε Ελλάδα και εξωτερικό.
Σπούδασα Οικονομικές Επιστήμες στο Πα.Μακ., ΜΒΑ Tourism Management στο Πα.Πει.
Η σχέση μου με τη φύση και τα ταξίδια ξεκίνησε λόγω έμφυτης ανησυχίας για ανακάλυψη. Στην ώριμη εφηβεία μου έτυχε να είμαι με τα σωστά άτομα τη σωστή στιγμή, γιατί είχαμε σαν χόμπι να ψάχνουμε σπηλιές, καταρράκτες, χωριά φαντάσματα κλπ, να τα καταγράφουμε και να τα μοιραζόμαστε σε σχετική ιστοσελίδα που είχαμε δημιουργήσει. Μέσα από εκεί προέκυψαν σε πρώτη φάση κάποιες τηλεοπτικές και πρώιμες ταξιδιωτικές εμπειρίες που με τα χρόνια άρχισαν να γίνονται όλο και πιο «επαγγελματικές». Ώρες ώρες νιώθω ότι πρέπει να βιαστώ να δω τα πάντα στη ζωή μου, όλες τις γωνιές της Ελλάδας, όλες τις ομορφιές του κόσμου. Και νομίζω ότι όταν θες κάτι έμφυτα και δεν το εκβιάζεις, οι συνθήκες θα διαμορφώνονται πάντα θετικά γύρω από αυτό. Αν έχεις τον ενθουσιασμό και το πάθος για κάτι, θα το καταφέρεις.
Η επαφή με τη φύση είναι έμφυτη. Ο άνθρωπος ως πλάσμα της γης είναι προγραμματισμένος για να είναι στη φύση! Τα ένστικτα, το σώμα, ο ψυχισμός μας μεταλλάσσονται τους τελευταίους αιώνες στα αστικά περιβάλλοντα που αναπτύξαμε, αλλά μη ξεχνάμε ότι για παράδειγμα, το γυμναστήριο υποκαθιστά τη σωματική προσπάθεια που πρέπει να καταβάλλουμε για την εξασφάλιση τροφής. Η επαφή με τη φύση, λοιπόν, είναι η ζωή μας όπως θα έπρεπε να είναι! Προσωπικά με εξιτάρουν πολύ τα άγρια σπήλαια και ψηλά βουνά της Ελλάδας, οι αλπικές ζώνες, οι κορυφές. Μπορεί να σου προσφέρουν πολύ έντονες συγκινήσεις. Όσον αφορά την επαφή με τα άγρια ζώα θα σας πω ότι στην ελληνική πανίδα ποτέ κανένα άγριο ζώο που θεωρητικά θα μπορούσε να μας κάνει κακό, δεν έχει όρεξη να ασχοληθεί μαζί μας. Ούτε η αρκούδα θα σε κυνηγήσει, ούτε το φίδι θα σε τσιμπήσει. Δεν είσαι στο «μενού» του και δεν επιθυμεί σε καμία περίπτωση να σπαταλήσει χρόνο, δηλητήριο ή ενέργεια που του είναι υπερπολύτιμη για ένα πλάσμα που ενστικτωδώς του περνάς αδιάφορος. Απλά θα προσπαθήσει να σε αποφύγει, θα τρέξει από την άλλη μεριά, εκτός κι αν νιώσει ότι είναι παγιδευμένο ή απειλείται η ασφάλεια του. Γι’αυτό κι εμείς θα πρέπει πάντα να είμαστε διακριτικοί και να αποφεύγουμε την άσκοπη στενή επαφή. Να προσέχουμε τη σχέση μας με την άγρια ζωή για να μας προσέχει κι αυτή. Τα λέω όχι ως κάποιος ειδικός ή θεωρητικός της οικολογίας, που δεν είμαι, αλλά καθαρά εκ πείρας με βάση τα αμέτρητα σχετικά βιώματά μου.
Η ιδέα για τη εκπομπή « Άγρια Ελλάδα» ξεκίνησε από τη γνωριμία μου με τον συμπαρουσιαστή μου, Ηλία Στραχίνη το μακρινό 2010 όπου μας έφερε κοντά το κοινό μας πάθος για την ελληνική φύση, αν και από διαφορετική σκοπιά. Ο Ηλίας είναι ένας αξιόλογος βιολόγος (υποψήφιος διδάκτορας του ΑΠΘ σήμερα) που τρέχει συνεχώς στο «πεδίο» και μελετά τα άγρια ζώα - κυρίως τα ερπετά. Θα μας βοηθούσε σε θέματα άγριας ζωής σε μία παραγωγή που δεν προχώρησε λόγω του κλεισίματος της ΕΡΤ κάπου το 2012. Ακολουθούσα τον Ηλία σε κάποιες εξορμήσεις του και είχα κατενθουσιαστεί από το έργο του για την καταγραφή, προστασία και απομυθοποίηση της άγριας ζωής. Μας είχε μείνει τυπωμένο σαν ιδέα ότι ο Ηλίας κάνει κάτι τόσο ενδιαφέρον, και το κάνει και τόσο καλά, που θα μπορούσε να γίνει μια εκπομπή που θα βάλει στα ελληνικά σπίτια την άγρια ελληνική φύση. Αυτό βέβαια δεν ήταν κάτι παρά μία ιδέα της στιγμής που έφθειρε στο πέρασμα των χρόνων και χάθηκε με τη μετακόμισή μου στην Αθήνα. Η Άγρια Ελλάδα πήρε σάρκα και οστά όταν κάποια χρόνια αργότερα ο Ηλίας γνώρισε τον Γιώργο Σκανδαλάρη, τον σημερινό παραγωγό και σκηνοθέτη της εκπομπής, και βάζοντας κάτω τις ιδέες και τα ταλέντα τους «γέννησαν» την Άγρια Ελλάδα. Ξεκίνησε τους δυο πρώτους κύκλους ο Ηλίας, έχοντας στο πλευρό του εναλλάξ τον Νίκο Τσολερίδη και την Κίκα Ζαχαριάδου, ενώ από τα μισά του 2ου κύκλου και σε όλο τον 3ο κύκλο έχω τη χαρά να είμαι στο τηλεοπτικό του πλευρό.
Μέσα από την εκπομπή προσδοκάμε να ενημερώνουμε τον κόσμο για την ελληνική φύση μέσω μια ψυχαγωγικής διαδικασίας. Να απομυθοποιήσουμε τα άγρια ζώα που ο κόσμος εσφαλμένα φοβάται και πολλές φορές θανατώνει. Μέσα από την ενημέρωση, να συμβάλλουμε στην προστασία, που την έχουμε ανάγκη περισσότερο από ποτέ, καθώς έχουμε φτάσει τον πλανήτη μας σε πολύ οριακό σημείο. Το μεγάλο καλό σε όλο αυτό είναι ότι για κάποιο λόγο τα μικρά παιδιά είναι πολύ ένθερμοι τηλεθεατές, ενδιαφέρονται πολύ να μάθουν πράγματα για τη φύση. Ο κόσμος γίνεται μέτοχος στην ιστορία δύο φίλων με πάθος για εξερεύνηση και παίρνει γνώσεις που πιθανότατα δε θα έμπαινε ποτέ στη διαδικασία να αναζητήσει από μόνος του.
O τουρισμός είναι η ευχή που αν την προσέξουμε δε θα γίνει και κατάρα. Με τον covid φάνηκε κάτι που, όλοι πάνω κάτω ήδη ξέραμε, ότι ο τουρισμός είναι εύθραυστος (στην εποχή μας και τι δεν είναι) και αποτελεί μία «μονοκαλλιέργεια» για τη χώρα, πράγμα, το οποίο σημαίνει ότι αν κάτι δε πάει καθόλου καλά με τον τουρισμό δεν έχουμε εναλλακτικές. Πάντως, αυτό που συμβαίνει τα τελευταία δυο χρόνια έκανε πιο προσαρμοστική και την αγορά, τόσο από την προσφορά όσο και από τη ζήτηση, γι’αυτό και ίσως δε θα δούμε κάποιο μεγάλο δράμα να εκτυλίσσεται από την απουσία των Ρώσων φέτος.
Η Θεσσαλονίκη είναι ένας προορισμός με τεράστιες προοπτικές. Έχει στοιχεία μοναδικά που μπορεί να προσελκύσουν κάθε είδους τουρίστα. Βρίσκεται σε πολύ καλή θέση και φάση, δεν έχει «κουράσει» και δεν έχει «κουραστεί» ακόμα -νομίζω ότι το μέλλον της ανήκει τουριστικά καθώς τα hidden gems αρχίζουν να βγαίνουν ολοένα και περισσότερο στην επιφάνεια. Είμαστε ένα «ανοιχτό μουσείο» μίας τεράστιας ιστορίας, έχουμε φοβερό φαγητό και άπειρα θετικά vibes. Γίνεται δουλειά στην πόλη, υπάρχει όρεξη και μεράκι, υπάρχει έμφυτο το αίσθημα της φιλοξενίας, υπάρχουν ωραίες επιχειρηματικές πρωτοβουλίες, ενώ δε μπορούμε να αγνοήσουμε και τη δουλειά που γίνεται στην προβολή τόσο από τον Οργανισμό Τουρισμού Θεσσαλονίκης, την Προέδρο μας και Αντιπεριφερειάρχη της ΠΕ Θεσσαλονίκης, κυρία Βούλα Πατουλίδου όσο και από όλους τους φορείς.
Ο τουρισμός έχει ήδη αναπτυχθεί στην πόλη μας σε σχέση με παλιότερα χρόνια. Για την περαιτέρω ανάπτυξη του χρειάζονται σίγουρα περισσότερες απευθείας αεροπορικές συνδέσεις και γενικότερα προσβασιμότητα. Αν για παράδειγμα, ο Όλυμπος, τα Μετέωρα, η Βεργίνα είναι εύκολα προσβάσιμα και συνδεθούν και σαν έννοιες με τη Θεσσαλονίκη γίνεται ακόμα πιο έντονο το once-in-a-lifetime στοιχείο στην εμπειρία των τουριστών. Στρατηγικά πρέπει να επικεντρώνουμε σε ώριμες ως προς τον προορισμό «Ελλάδα» αγορές. Θέλω να πω μ' αυτό ότι χάνεις πολύ φαιά ουσία, προσπαθώντας να πεις στους ξένους που δεν έχουν έρθει ποτέ Ελλάδα για τη Θεσσαλονίκη, γιατί η εικόνα που έχουν για την Ελλάδα είναι εντελώς διαφορετική. Όσο η Ελλάδα αναπτύσσεται και ωριμάζει σαν προορισμός μεγαλώνει πολύ το κοινό αυτό που έχει έρθει 2-3 φορές στη χώρα για να δει τα νησιά και την Αθήνα και αυξάνονται τα «ευήκοα ώτα» για τις εκπλήξεις που μπορεί να κρύβει η όμορφη «πρωτεύουσα» του βορρά.
Οι ξένοι ενθουσιάζονται πολύ με τον παλμό που εκπέμπει η πόλη, τα μαγαζιά, το φαγητό, τη διάθεση του κόσμου και εκεί πρέπει να εστιάζουμε συνεχώς. Μια τεράστια ευκαιρία για την περαιτέρω ανάπτυξη του τουρισμού στη Θεσσαλονίκη είναι η κρουαζιέρα που ήδη φέτος σημειώνει πρωτοφανή άνοδο. Γίνονται εντατικές προσπάθειες τόσο από τον ΟΤΘ όσο και από όλους τους φορείς, ώστε η πόλη να προσελκύσει ακόμα περισσότερα κρουαζιερόπλοια αλλά να αρχίσει και το λιμάνι μας να αποτελεί λιμάνι βάσης για τις μεγάλες εταιρείες κρουαζιέρας, πράγμα το οποίο σημαίνει ότι οι πελάτες τους θα πετούν από και προς την πόλη για να επιβιβαστούν στο πλοίο, θα διανυκτερεύουν και θα περνούν περισσότερο χρόνο στην πόλη, με ότι αυτό συνεπάγεται. Οι παραδοσιακοί προορισμοί της κρουαζιέρας είναι κουρασμένοι, φθαρμένοι και αδιάφοροι για περαιτέρω ανάπτυξη λόγω υπερτουρισμού ενώ η Θεσσαλονίκη από την άλλη είναι μία μεγαλούπολη με απεριόριστες δυνατότητες φιλοξενίας, με το λιμάνι της στην καρδιά της πόλης, όπου με τα πόδια μπορείς να εξερευνήσεις όλο της το κέντρο και να δεις 15 μνημεία UNESCO. Η Θεσσαλονίκη είναι παράδειγμα συνεργασίας και συμπαγούς ομάδας μεταξύ των φορέων της που ασχολούνται με την ανάπτυξη του τουρισμού και αυτό φάνηκε ακόμα μία φορά στο θέμα της προσέλκυσης κρουαζιέρας.
Μία εξέλιξη της κοινωνίας τα τελευταία χρόνια για την οποία είμαι περήφανος είναι η ανακύκλωση, όπου μπορούμε και καλύτερα αλλά σε σχέση με το 0 των περασμένων δεκαετιών κάτι γίνεται.
Η δημιουργικότητα είναι συνώνυμο του δεν περιμένω απλά τον θάνατό μου.
Ένας καλλιτέχνης που ξεχωρίζω είναι οι Χατζηφραγκέτα (δέχομαι μεγάλη κριτική γι’αυτό αλλά το χιούμορ τους είναι αναπόσπαστο κομμάτι της τέχνης κατ’εμέ).
Το μεγαλύτερο προτέρημα και ελάττωμά μου είναι ότι δε μαλώνω-νευριάζω-υψώνω φωνή ποτέ και σε κανέναν, δεν έχω τσακωθεί με κάποιον άνθρωπο. Δεν μπορώ να βάλω τάξη στην προσωπική μου ζωή.
Ένα 24ωρο μου περιλαμβάνει ενασχόληση με τα της προώθησης της πόλης ως τουριστικό προορισμό, με βάση τα γραφεία του Οργανισμού Τουρισμού Θεσσαλονίκης στη ΔΕΘ. Το απόγευμα μπορεί να περάσω και από τα γραφεία της παραγωγής της Άγριας Ελλάδας στην Πλατεία Εμπορίου και αν δεν καταφέρω να κατέβω στην παραλία για τρέξιμο, θα καταλήξω κατευθείαν για μπίρα (ή πιο σπάνια τσίπουρο).
Τι ζωή μου σε 10 χρόνια τη φαντάζομαι να είμαι δημιουργικός, ερωτευμένος, κοντά στη φύση και να ταξιδεύω.
Ένας χώρος τέχνης στην πόλη που αγαπώ είναι το ΚΘΒΕ.
Το πιο όμορφο στενό της πόλης είναι... δύσκολη ερώτηση. Ίσως η Συγγρού όπως αντικρίζει την στοά Μαλακοπή από το ύψος της Ερμού.
Η πιο έντονη μνήμη που έχω από τη Θεσσαλονίκη είναι παρά πολλές ειλικρινά, αλλά αν πρέπει να ξεχωρίσω κάποια, θα πω την πρώτη φορά που με πήγε ο θείος μου στο Καυτανζόγλειο να δούμε ματς.
Το μέρος της Θεσσαλονίκης που έχω την πιο ωραία ανάμνηση το σπίτι μου στην Πλατεία της Αγίας Σοφίας.
All time classic αγαπημένο μου μέρος στην πόλη μπορεί να μην πηγαίνω ποτέ πλέον, αλλά απαντώντας στο all time classic κομμάτι θα πρέπει να πω κάτι για την πλατεία Ναυαρίνου (όχι τον πεζόδρομο της Γούναρη) όπου νομίζω πως οι φοιτητικοί καφέδες που έχω πιει, αν τους βάλεις όλους μαζί, γεμίζουν άνετα βυτιοφόρο. Δε μπορώ να ξεχωρίσω μέρος ως αγαπημένο, οπότε διαλέγω την πλατεία Ναυαρίνου ως πρώην φοιτητικό μου στέκι και σαν φόρο τιμής στην φοιτητική κουλτούρα που είναι ένα πολύ σημαντικό κομμάτι της πόλης.
Το πιο ριψοκίνδυνο πράγμα που έχω κάνει όταν πέταξα με Βολιβιανές αερογραμμές -αλήθεια μην το κάνετε αυτό. Ξέμεινε από καύσιμα και κάναμε αναγκαστική προσγείωση.
Η καλύτερη συμβουλή που μου έχουν δώσει ποτέ «μην το φας αυτό»!
Το επόμενο project που ετοιμάζω είναι το νέο πρότζεκτ στην ΕΡΤ3 για την ερχόμενη σεζόν. Για την προβολή της πόλης, ντοκιμαντέρ με τη γερμανική κρατική τηλεόραση.
Μια από τις καθημερινές μου συνήθειες είναι τρέξιμο Αγίας Σοφίας - Μέγαρο και πίσω.
Το «κρυφό» μου σημείο στην πόλη είναι το «χάσιμο» στο δάσος του Σέιχ Σου.
Η Θεσσαλονίκη μου αρέσει γιατί είναι μία μεγαλούπολη με στοιχεία επαρχίας, όπως το να περνάς από κάπου, να βρίσκεις έναν γνωστό ή η ευκολία στο να κανονίζεις μια έξοδο. Η Θεσσαλονίκη είναι αυτή η τύπισσα με το τρελό ταπεραμέντο, την καλλιέργεια και το χιούμορ που θες να γνωρίσεις και να ερωτευτείς. Άφησαν τόσα πολλά στην πόλη οι αρχαίοι, οι Βυζαντινοί, οι Οθωμανοί, οι Μικρασιάτες, οι Εβραίοι... που ακόμα και σήμερα τα βλέπεις, τα ακούς και τα γεύεσαι. Ήρθε λοιπόν και το πολίτικο στοιχείο με το βαρύ "Λ" για να την κάνει ακόμα πιο spicy. Όλη αυτή η μίξη των πολιτισμών σε μία πόλη που κατοικείται σερί επί 2.500 χρόνια μας δίνει το δικαίωμα να λέμε ότι η Θεσσαλονίκη είναι μία πόλη με χαρακτήρα που είναι αξιόλογος σε παγκόσμιο επίπεδο.
Αν θα άλλαζα κάτι στη πόλη μου θα ήταν κάθε είδους βανδαλισμό τύπου τάγκινγκ, κλπ.
Τη Θεσσαλονίκη θα την ήθελα περισσότερο προσβάσιμη με ΜΜΜ για να απαλλαχτούμε από τα αυτοκίνητα.
Αν θα έπρεπε να τη χαρακτηρίσω με 3 λέξεις Many stories, one heart. (Τέσσερις, χαχα!)