fbpixel

Search icon
Search
Outside the box: Η Ευτυχία Στεφανίδη βρίσκεται πίσω από τα Supper Clubs για τα οποία μιλάει όλη η Αθήνα
#GREEKSDOITBETTER

Outside the box: Η Ευτυχία Στεφανίδη βρίσκεται πίσω από τα Supper Clubs για τα οποία μιλάει όλη η Αθήνα

Εμείς συνομιλήσαμε με την creative director που έδωσε στα meet-ups για φαγητό, νέα υπόσταση


Το όνομα της Ευτυχία Στεφανίδη κρύβεται πίσω από τη δημιουργία των boutique hotels Shila Athens στο Κολωνάκι και Mona Athens στου Ψυρρή, ενώ η ίδια αποτελεί και creative director των ανερχόμενων Supper Clubs των Αθηνών. «Όταν ζούσα στο Λονδίνο, τα Supper Clubs ήταν μια καινοτόμα τάση με κοινωνικό χαρακτήρα. Εκτός από την προώθηση νέων σεφ, ήταν ένας τρόπος δικτύωσης και παράλληλα μια έξοδος για φαγητό λίγο πιο προσωπική, σε μέρη ιδιωτικά, όπως ένα loft ή ακόμη και το σπίτι του μάγειρα. Αυτά τα δείπνα χαρακτηρίζονταν από κάτι το τελετουργικό», εξηγεί.

Η ίδια είναι η οραματίστρια των αθηναϊκών Supper Clubs στο Mona Athens, τα οποία αποτελούν τη νέα τάση στην πρωτεύουσα: οι οικοδεσπότες τους, εκτός από φαγητό, προσφέρουν και μια διαφορετική εμπειρία, που ενθαρρύνει την κοινωνικότητα. 

Διηγήσου μου την επαγγελματική σου διαδρομή.

Άρχισα την επαγγελματική μου πορεία στο Λονδίνο, μετά το μεταπτυχιακό μου στην Οξφόρδη πάνω στον κινηματογράφο και έχοντας ήδη σπουδάσει θεατρολογία στην Ελλάδα και σκηνοθεσία στο FAMU, στην Πράγα. Αρχικά ασχολήθηκα με φεστιβάλ ως προγραμματίστρια ταινιών μικρού μήκους, και παράλληλα άρχισα να γράφω κριτικές ταινιών για διάφορα αγγλικά περιοδικά. Έτσι ταξίδεψα πολλές φορές σε Βερολίνο, Κάννες, Βενετία, Σαν Σεμπαστιάν. Παράλληλα ασχολήθηκα και με τη φωτογραφία. Κάποια στιγμή παρακολούθησα ένα show του Secret Cinema. Με μάγεψε! Εκείνη την περίοδο το Secret Cinema ήταν ακόμα ένα underground event που έκανε ριζοσπαστικές παραγωγές σε εγκαταλελειμμένα ή αδρανή κτίρια του Λονδίνου. Ένιωσα αμέσως ότι ήθελα οπωσδήποτε να γίνω μέλος της ομάδας αυτής. Σύντομα βρέθηκα να δουλεύω στο πλευρό του καλλιτεχνικού διευθυντή της. ‘Ο ρόλος μου ήταν να εξελίσσω ιδέες, να ερευνώ και να αναζητώ δημιουργικές συνεργασίες και παράλληλα έστηνα όλο τον οπτικό κόσμο, την επικοινωνιακή ταυτότητα. Στη Νέα Υόρκη ασχολήθηκα περισσότερο με το location scouting, την εύρεση κτιρίων για τις εκεί παραγωγές μας. Αισθάνομαι τυχερή που έτσι αξιώθηκα να έχω πρόσβαση σε εξαιρετικά αρχιτεκτονικά κτίρια και να γνωρίσω ταλαντούχους ανθρώπους της τέχνης. Σε ένα ταξίδι μου στην Ελλάδα, ο τωρινός ιδιοκτήτης των ξενοδοχείων Mona και Shila, μου πρότεινε να συνεργαστούμε για τη δημιουργία «ξεχωριστών boutique hotels που θα λειτουργούν και ως χώροι τέχνης».

r1-07008-020a.jpg

Μίλησέ μου για την αρχική ιδέα του Supper Club στο Mona στην Αθήνα. Τι διαφορετικό συστήνουν στο κοινό της πρωτεύουσας; Από που προήλθε η ιδέα;

Όταν ζούσα στο Λονδίνο τα Supper Clubs ήταν μια ανερχόμενη τάση με κοινωνικό χαρακτήρα. Εκτός από την προώθηση νέων σεφ, το καινοτόμο ήταν ότι στήνονταν σε περιβάλλοντα που συνέβαλαν σε νέες γνωριμίες. Ήταν ένας τρόπος δικτύωσης και παράλληλα μια έξοδος για φαγητό λίγο πιο προσωπική, σε μέρη ιδιωτικά, όπως ένα loft ή ακόμα και στο σπίτι του μάγειρα. Αυτά τα δείπνα χαρακτηρίζονταν από κάτι το τελετουργικό. Το Mona από την αρχή της σύλληψής του δημιουργήθηκε για να στεγάζει ιδέες και happenings που προωθούν το πνεύμα της συνεργασίας και της κοινότητας. Μας αφορούν εκλεπτυσμένες ιδέες που εμπνέουν για το μυστηριακό, το απρόβλεπτο. Θεωρώ ότι η Αθήνα είναι έτοιμη να αγκαλιάσει μια διαφορετική έξοδο.

Το CAFE SOCIETY - το νέο εγχείρημά σας, τι ακριβώς καινοτόμο φέρνει και τι θα είναι;

Πρόκειται για ένα brunch gathering τις Κυριακές στο Living Room του Mona, που ανοίγει για πρώτη φορά στο ευρύτερο κοινό και «αναμειγνύει» τους Αθηναίους μαζί με τους πελάτες του ξενοδοχείου και τα μέλη του House of Shila. Το φαγητό, με επιρροές Μέσης Ανατολής, επιμελείται ο εξαιρετικός σεφ Emil Pekarsky από το βραβευμένο OCD εστιατόριο στο Τελ Αβίβ.

Όπως και με τα Supper Clubs, το CAFE SOCIETY, που εμπνεύστηκε το όνομά του – με μια δόση χιούμορ - από τις στυλάτες παρέες που σύχναζαν σε καφέ και εστιατόρια στη Νέα Υόρκη, το Παρίσι και το Λονδίνο στα τέλη του 19ο αιώνα, είναι μια πρόφαση για συνάντηση με στόχο την ανακάλυψη. Είτε αυτή είναι γαστρονομική, με guest chefs, είτε πολιτιστική, όπως μουσικές παρεμβάσεις ή εκθέσεις με καλλιτέχνες και κεραμίστες. Σήμερα η ψηφιακή ενημέρωση μας μεταφέρει με καταιγιστικό τρόπο πληροφορίες για ένα χώρο ή μια εμπειρία, πριν ακόμα παρευρεθούμε εκεί. Με το CAFΕ SOCIETY το όραμα είναι τα δρώμενα να δίνουν χώρο στην έκπληξη και να ικανοποιούν την περιέργεια. Και τα όρια μεταξύ brunch και συνάθροισης να είναι λίγο πιο ασαφή, ο κόσμος να γίνεται μια παρέα.

Πόσο σημαντική είναι η έλευση μεγάλων ονομάτων με Μισελενάτη υπογραφή στη χώρα μας;

Είναι σημαντική όσον αφορά στο ότι η χώρα μας παίρνει νέα ερεθίσματα και ότι εξελίσσουμε τη ματιά μας πάνω στις τάσεις της γαστρονομίας. Επίσης είναι όμορφο να βλέπεις όλο και περισσότερους καταξιωμένους με Michelin σεφ να ανταποκρίνονται θερμά στο κάλεσμα της Ελλάδας.

Είναι αλληλένδετο το φαγητό με τη φιλοξενία;

Σίγουρα ναι. Το φαγητό είναι θρέψη και η θρέψη είναι μια πράξη αγάπης. Η γενναιοδωρία του να έχεις ένα σπίτι ανοιχτό και μια θέση πάντα ελεύθερη στο τραπέζι είναι αντιπροσωπευτικό και χαρακτηριστικό της ελληνικής φιλοξενίας.

76790008-copy.jpg

Γύρω από ένα τραπέζι, τι συναισθήματα σου ξυπνούν;

Ζεστασιάς, οικειότητας, επαφής, επικοινωνίας, με μνήμες από το παρελθόν, την παιδική ηλικία, δημιουργικές συζητήσεις αλλά και αντιπαραθέσεις. Είναι η διαδρομή του καθενός.

Θεωρείς τη γαστρονομία ένα δυνατό «χαρτί» της πρωτεύουσας;

Η Αθήνα έχει αναπτυχθεί αρκετά τα τελευταία χρόνια με ενδιαφέροντα εγχειρήματα που δίνουν αξία στην ποιότητα των υλικών με απλότητα. Είμαστε δυνατοί στο κομμάτι των πρώτων υλών και υπάρχει χώρος για δημιουργία.

Δεν πρέπει να φύγει κανείς από την Αθήνα αν δεν δοκιμάσει…

Τα καπνιστά από τον ξυλόφουρνο χόρτα στο Pharaoh και ό,τι σερβίρει το Δίπορτο.

Κι ένα dream place στην πρωτεύουσα όπου πάντα τρως νόστιμο, καλό φαγητό.

Το Υπερωκεάνιο, στον Πειραιά, το ονειρεύομαι συχνά.

dscf8282b.jpg

Έχεις ζήσει αρκετά χρόνια στο εξωτερικό. Ανάμεσα σε Νέα Υόρκη, Λονδίνο και Αθήνα τι προτιμάς; Τι διαφορετικό δίνουν γαστρονομικά αυτές οι μητροπόλεις;

Η κάθε πόλη έχει τη δική της γοητεία. Η Νεα Υόρκη έχει απίστευτη ενέργεια που σε ωθεί να υπερβαίνεις τον εαυτό σου, να ονειρεύεσαι να δημιουργήσεις. Το Λονδίνο έχει τη δική του ιδιόρρυθμα εκλεπτυσμένη αισθητική. Και οι δυο μητροπόλεις σε εμπνέουν, σε μαθαίνουν, σε παρακινούν να ψάξεις παρακάτω, και σε αφήνουν να είσαι ο εαυτός σου χωρίς να σε κρίνουν. Η Αθήνα του σήμερα είναι μια πόλη που σου δίνει το χώρο να πειραματιστείς και να αναδειχθείς με νέες ιδέες και ανθρώπους. Επίσης, προσφέρει μια απαράμιλλη ποιότητα ζωής που δύσκολα τη βρίσκεις αλλού. Αντίστοιχα και στη γαστρονομία, το Λονδίνο και ιδίως η Νέα Υόρκη, ως κέντρα πολυπολιτισμικά, είναι - αναμενόμενα - πόλεις προηγμένες σε αυτόν τον τομέα. Αυτό δε σημαίνει απαραίτητα ότι μπορούμε να συγκρίνουμε μια εμπειρία καινοτόμου εστιατορίου εκεί, με μια ελληνική ταβέρνα πάνω στη θάλασσα, που σερβίρει το ωραιότερο ψάρι ημέρας.

Υπάρχει τελικά το λεγόμενο μυστικό της επιτυχίας;

Δεν είναι και τόσο μυστικό. Το βασικό συστατικό είναι να κάνεις κάτι αληθινό, με όραμα, που να το πιστεύεις, να έχει προσωπικότητα, και να δουλέψεις σκληρά για αυτό. Η επιτυχία δεν έρχεται χωρίς δουλειά. Και οπωσδήποτε κάποιο ρόλο παίζει και ο αστάθμητος παράγοντας του timing.

Βιωσιμότητα και γαστρονομία: Πόσο αφορά τις ελληνικές κουζίνες πια;

Η βιώσιμη γαστρονομία είναι εκτός των άλλων και έκφραση πολιτισμού. Λαμβάνει υπόψη της τις πρώτες ύλες, από την καλλιέργειά τους μέχρι το πιάτο μας. Πολλά κέντρα εστίασης εφαρμόζουν ήδη το “no food waste” αλλά και το “farm to table”. Κατά κάποιο τρόπο είναι μία επιστροφή στο παρελθόν. Τότε που ό,τι τρώγαμε ήταν μόνο εποχικό. Είναι επίσης και μια νοοτροπία, μια στάση ζωής - ο ελεγχόμενος και ευσυνείδητος καταναλωτισμός, το ενεργειακό αποτύπωμα. Το «ουδέν κακόν αμιγές καλού» αποτυπώθηκε στη διάρκεια της οικονομικής κρίσης στη χώρα μας. Νέοι, χωρίς πολλά χρήματα, αλλά με ιδέες, προχώρησαν σε νεοφυείς μονάδες καλλιέργειας αφήνοντας το κέντρο για την επαρχία. Και «η επιστροφή στις ρίζες μας» καταφέρνει να είναι βιώσιμη λόγω της έκρηξης του τουρισμού και των νέων μονάδων εστίασης.

r1-07011-011a-copy.jpg

Πόσο σημαντικό είναι να γνωρίζεις ότι εκεί που θα φας, θα αισθανθείς καλά και ψυχικά και σωματικά; Αναζητούμε πλέον το healthy eating στη ζωή μας;

Για έναν χώρο εστίασης, η ατμόσφαιρα και το service είναι εξίσου σημαντικά με την ποιότητα του φαγητού. Πλέον επιλέγουμε μέρη για μια εμπειρία σε όλα τα επίπεδα, πέραν των γευστικών κριτηρίων. Πόσες φορές δεν αποφεύγουμε έναν χώρο μόνο και μόνο λόγω του κακού φωτισμού? Το φαγητό απευθύνεται σε όλες τις αισθήσεις. Σίγουρα υπάρχει μια τάση για healthy eating. Όλο και περισσότερο αναζητούμε προϊόντα οργανικής παραγωγής και μεγαλύτερη διαφάνεια στην προέλευση τους.

Σε ποιους ανθρώπους αφιερώνεις τον χρόνο σου;

Σε ανθρώπους που μας συνδέει μακροχρόνια φιλία και αλληλοστήριξη. Και σε ανθρώπους που με εμπνέουν, που με εξελίσσουν, που συνομιλούν με τη διαφορετικότητα.

r1-07008-033a.jpg

Ποιες συνεργασίες σου ξεχωρίζεις ως creative director, αλλά και φωτογράφος;

Η έκθεση που επιμελήθηκα στο Shila, τo ‘Songs of Clay’, με 14 καταπληκτικούς καλλιτέχνες κεραμικής ήταν μια ιδιαίτερα στιγμή.

Αλλά και ως φωτογράφος ξεχωρίζω μια καλλιτεχνική συνεργασία με τον Kim Weston, εγγονό του Edward Weston, στο Hollywood Hills του Λος Άντζελες, όπου μαζευτήκαμε νέοι φωτογράφοι για να δημιουργήσουμε.

Μίλησέ μου για επόμενό σου βήμα.

Ένα bi-annual publication με θέμα την οπτική κουλτούρα για το House of Shila. Κι ένα προσωπικό βιβλίο φωτογραφικής δουλειάς μου που θα παντρεύει εικόνα και ποίηση. 

Κεντρική φωτογραφία: Tristan Hollingsworth | Όλες οι φωτογραφίες: Courtesy of House of Shila