Μεσημέρι καθημερινής, με την ίδια να με καλωσορίζει στην άλλη πλευρά της βιντεοκλήσης μας από τη γοητευτική γαλλική πρωτεύουσα. Είναι η πρώτη φορά που συνομιλώ με τη Λορέττα Γαΐτη και η χαρά μου είναι διπλή, καθώς αφορμή της κουβέντας μας στέκεται η λειτουργία του νέου Μουσείου Γαΐτη-Σίμωσι στην Ίο. Ως αρχιτέκτων με ειδίκευση στη Μουσειολογία, αλλά και ως μια κόρη με βαθιά αγάπη και σεβασμό προς τους δύο σπουδαίους καλλιτέχνες γονείς της, τον ζωγράφο Γιάννη Γαΐτη και τη γλύπτρια Γαβριέλλα Σίμωσι, η Λορέττα είχε ένα σημαντικό όνειρο να φέρει εις πέρας. Η πολυετής της προσπάθεια να ιδρύσει το μουσείο απέδωσε τελικά καρπούς, επιβεβαιώνοντας την αφοσίωση και τη σοβαρή έρευνα που κατέβαλε: «Είναι 27 χρόνια που “κουβαλάω” στην πλάτη μου αυτό το μουσείο. Η συνάντηση με τον σημερινό Δήμαρχο της Ίου, Γκίκα Γκίκα, ήταν σημαντική, γιατί χάρη σ’ αυτόν μπόρεσε να ανοίξει το μουσείο. Η ημέρα των εγκαινίων ήταν βασική, γιατί επιτέλους εισέπραξα χαρά από αυτό. Υπήρξε σαν όνειρο πραγματικά! Με συγκίνησαν πιο πολύ οι απλοί άνθρωποι που ήρθαν. Η κόρη του παπά του νησιού που γνώριζα από παιδί με πήρε τηλέφωνο και έκλαιγε λέγοντας: “Τι ωραίο είναι αυτό που έκανες για τον τόπο μας!” Βέβαια, ήταν και σαν την ημέρα του γάμου: έχεις την εντύπωση ότι δε χάρηκες τίποτε, γιατί βρίσκεσαι μέσα στην “κίνηση”. Απλώς η προσωπική μου δυστυχία είναι ότι όλοι στην Ελλάδα συνεχίζουν να μιλούν γι’ αυτό και να χαίρονται, κι εγώ έχω επιστρέψει στο Παρίσι, κι έτσι δεν μπορώ να νιώσω την ίδια ευτυχία. Πάντα υπάρχει μια μικρή décalage όταν δε ζεις στο ίδιο μέρος».
ΤΙΜΗ ΠΡΟΣ ΤΟ ΠΡΟΣΩΠΟ ΤΟΥΣ
«Το πρώτο πράγμα που έκανα είναι μια σοβαρή δουλειά με σωστή βιογραφία και εικόνες των δύο καλλιτεχνών σε διάφορες περιόδους της ζωής τους, αξιοποιώντας ένα υλικό, εμπλουτισμένο με ό,τι πιο σύγχρονο και επιστημονικό. Δεν πρόκειται απλά για μια έκθεση, αλλά για όλο το αρχείο τους - κάτι που πήρε πολύ χρόνο να συγκεντρωθεί. Ήθελα να προκύψει κάτι σοβαρό, λιτό, να έχει την αγάπη της κόρης μέσα από το επάγγελμά μου και να τους τιμήσω έτσι. Οι γονείς μου το ’60 είχαν ανακαλύψει αυτό το νησί που ήταν εντελώς παρθένο και μετά, όταν είχε παραπάνω χρήματα ο πατέρας μου, 10 χρόνια πριν πεθάνει, έχτισε το σπίτι. Κάθε χρόνο έφτιαχνε κι από ένα δωμάτιο, το δημιουργούσε σαν γλυπτό. Όταν πέθανε, το μετέτρεψα σε εκκλησάκι. Δεν είναι επιλογή κληρονομιάς αυτός ο τόπος, επειδή κανένας τους δεν κατάγεται από εδώ, αλλά πίστης σε αυτό το μέρος που αγάπησαν. Έχει μια θηλυκή ενέργεια, έχει τρυφερότητα.
Στο κτίριο για τον μπαμπά μου υπάρχει η μεγάλη αίθουσα με το ψηλό ταβάνι, όπου η πόρτα έχει σχήμα από ανθρωπάκι. Εκεί, εντοπίζονται όλες του οι μεγάλες εγκαταστάσεις και άλλες κατασκευές σημαντικές, με την αναδρομή να διαδραματίζεται μετά από το ’40 μέχρι το ’84. Για τη μητέρα μου, σημαντική αναφορά είναι ο Ευάγγελος Βενιζέλος. Εγώ και η φίλη της, η Βάσω Παπαντωνίου, επιλέξαμε έργα της σε πιο μεγάλη κλίμακα που έχουν τοποθετηθεί στο κέντρο, 37 κολλάζ της συλλογής της, πέντε έργα από τη συλλογή του φίλου της Jean-Marie Drot -είχε κάνει η ίδια για το σπίτι του εξωτερικά γλυπτά-. Στο δικό της παράρτημα υπάρχει μια λευκή τεράστια αίθουσα με καμάρες και στο κέντρο βάσεις μαρμάρινες, όπου πάνω τους δεσπόζουν τα λευκά γλυπτά. Η μητέρα μου λάτρευε το λευκό. Όταν ζούσαμε στην ίδια μονοκατοικία και της έφερναν ένα μπουκέτο με λουλούδια που είχε χρώματα, μου το έστελνε αμέσως επάνω!»
ΤΟ ΠΑΙΔΙ ΔΥΟ ΣΗΜΑΝΤΙΚΩΝ ΚΑΛΛΙΤΕΧΝΩΝ
«Τον πατέρα μου τον αποκαλούσα “Γιάννη” μέχρι τα 22 μου χρόνια, τον ονόμασα πατέρα μόνο τρία χρόνια πριν πεθάνει. Όσον αφορά στη μητέρα μου, όταν έχω να δουλέψω με τρίτους ανθρώπους, από τους γραφίστες μέχρι τους ανθρώπους του οπτικοακουστικού, δε λέω “η μαμά μου, η μητέρα μου”, αλλά “η Γαβριέλλα Σίμωσι” - πρέπει να κρατήσω και μια μικρή απόσταση. Πάντα παρακολουθούσα την Τέχνη τους, είναι κάτι το μαγικό… Η μητέρα μου εξέφραζε πιο πολύ τα συναισθήματα των ανθρώπων. Η ζωγραφική του Γιάννη, από την αρχή με τα ανθρωπάκια, είχε την έννοια της φόρμας και των χρωμάτων και ύστερα εξέφραζε πιο πολύ τη σχέση του ανθρώπου με την κοινωνία, την πολιτική, το ποδόσφαιρο, τη φύση, όλα τα θέματα που «αγγίζουν» τον άνθρωπο. Η μάνα μου ήταν πιο πονεμένη και εσωστρεφής - δεν είχε μια εύκολη ζωή. Με αυτό το μουσείο είναι σα να τη γέννησα εγώ και να την έβαλα στο φως. Και από τους δύο έμαθα ότι πρέπει να κάνω ό,τι καλύτερο για κάθε πράγμα και να μη μένω στην επιφάνεια».
Info: Η τακτική λειτουργία του μουσείου θα ξεκινήσει από το 2025, με ωράριο που θα ανακοινωθεί σε επόμενο χρόνο.\
Φωτογραφίες: Δημήτρης Φουτρής
ΔΗΜΟΣΙΕΥΤΗΚΕ ΣΤΟ ΠΕΡΙΟΔΙΚΟ GLOW ΣΤΟ ΤΕΥΧΟΣ ΝΟΕΜΒΡΙΟΥ 2024