Μετά από την πρώτη γνωριμία μας με τον Γιώργο Ορφανό σε μια άλλη βάση, η συζήτηση πήρε τον δρόμο της και άρχισε να ζυμώνεται με αφορμή την υποψηφιότητα του για τον Δήμο της Θεσσαλονίκης.
Χωρίς όμως να γαντζωθούμε από νούμερα, βαρύγδουπες δηλώσεις, ιδεοληψίες και λαϊκισμούς. Πιο «επίγεια» κουβέντα. Στραμμένη στο πώς φτάσαμε ως εδώ. Στην αίγλη που η πόλη έχει χάσει, στο πως η εποχή του προστατευτισμού κι έχει ξεφτίσει και οι μύθοι κατέρρευσαν, στις αξίες που δεν πρέπει να μπουν σε δεύτερη μοίρα, και σε μια νέα γενιά που δηλώνει αδιάφορη για τις «δημοτικές εκλογές».
Όλα όσα θα ακολουθήσουν ήταν αυτό το επόμενο «βήμα» που είχαμε υποσχεθεί να κάνουμε, αφού όμως πρώτα του ζητήσουμε να βγει εκτός «πλάνου» για να μας φέρει λίγο πιο κοντά στον άνθρωπο που στην πραγματικότητα γνωρίζουν όσοι έχουν δίπλα τους. Τον άνθρωπο που όταν κοιτάει πίσω στον χρόνο μου περιγράφει το πόσο έντονα θυμάται την πολιτική του ενηλικίωση, με βάπτισμα την ομιλία που έδωσε μπροστά στον κόσμο για τις πρώτες δημοτικές εκλογές, και στη συνέχεια την πρώτη του εκλογή στη Βουλή και το Υπουργείο Αθλητισμού.
Τα πατήματα που ακολούθησαν στην περίπτωση του ήταν σταθερά, χωρίς μεταπτώσεις ή πολιτικές ακροβασίες. Σήμερα, και μια ανάσα πριν τις εκλογές, δηλώνει αρκετά έτοιμος να πάρει την κατάσταση στα χέρια του. Πως φτάσαμε όμως ως εδώ; Και πως μεταφράζει την «ώθηση»; Δύο πράγματα στην περίπτωση του: το πρώτο είναι οι αριθμοί, τα σχεδιαγράμματα και οι προτάσεις που έχει για την Θεσσαλονίκη, και το δεύτερο -και ίσως πιο ουσιαστικό εν τέλει- η διάθεση του να επαναφέρει την χαμένη αίγλη της πόλης.
Είναι βέβαια ευκολότερο να μιλάμε για αυτήν την περιβόητη χαμένη αίγλη από το να επικεντρωνόμαστε στο πως θα την δούμε να παίρνει τη θέση της πίσω. Και δεν θα είναι ο μόνος πολιτικός που έχει αξιώσεις για να το πετύχει. Σε αυτήν όμως την συνάρτηση σε νοιάζει πάντα να μαθαίνεις λίγο καλύτερα το ποιος είναι ο άνθρωπος που διεκδικεί να την επαναφέρει. Καμιά φορά έτσι βρίσκεις ευκολότερα τις απαντήσεις που ψάχνεις.
Η «δική» του Θεσσαλονίκη
Ο ίδιος του είναι γέννημα θρέμμα Θεσσαλονικιός. Μεγαλωμένος στην Άνω Πόλη. Αν κάνεις μια βόλτα μαζί του εκεί θα το καταλάβεις. Είναι σαν να υπάρχει αυτή η τρομακτική εξοικείωση και αυτό το τυφλό δέσιμο με κάθε σπιθαμή, με κάθε εικόνα, με κάθε γωνιά. Με τα κάστρα, με τις ανοιχτές αλάνες. Μπορεί να σου δείξει όλες τις διαδρομές που καταλήγουν στις Βυζαντινές εκκλησίες. Ζυμώθηκε εδώ και όλο αυτό το πάρε-δώσε με μια γειτονιά που κουβαλάει το δικό της dna, είναι ίσως ό λόγος που τον εξιτάρει κάθε σύνδεση με το παρελθόν.
Έχει όμως και μια μανία να κυνηγάει τις μαθηματικές «αλήθειες». Κάτι που προσωπικά δεν γνώριζα και που όμως πρακτικά, τον καθιστά ως έναν πολύ «καλό» τεχνοκράτη. Επομένως, φαντάζομαι πως το στοίχημα από εδώ και πέρα -και αν, και εφόσον εκλεγεί- θα είναι το να φέρει μια αρμονία ανάμεσα σε τεχνοκρατία και ανθρωπισμό. Με ότι νοήματα μπορεί να «αγκαλιάζει» ο όρος ανθρωπισμός στη συνείδηση του καθενός.
Τα δυνατά χαρτιά της πόλης
Παραλία
Το ότι η Θεσσαλονίκη έχει τη δυναμική να γίνει ελκυστικός και προσιτός προορισμός 365 ημέρες τον χρόνο είναι μια αλήθεια, που όμως έρχεται σε σύγκρουση με το γεγονός της μη αξιοποίησης αυτής της δυναμικής. Ο ίδιος «ποντάρει» στο δυνατό χαρτί που λέγεται παραλία. Πιστεύει και αισιοδοξεί ότι με μπροστάρη την παραλία η Θεσσαλονίκη θα αποτελέσει το μέλλον για την Βόρεια Ελλάδα αλλά και την ευρύτερη περιοχή της νοτιοανατολικής Ευρώπης. Οι ομορφιές της πόλης όμως δε σταματάνε στην παραλία. Από τα αρχαία και βυζαντινά της ως το φυσικό της κάλλος υπάρχει ακόμη δουλειά και βήματα που μπορούνε να γίνουνε ώστε να την δούμε να αλλάζει. Να παίρνει ζωή. Και μάλιστα όχι μόνο εντός κέντρου.
Έμψυχο δυναμικό
Ένα από τα σπουδαιότερα πλεονεκτήματα της Θεσσαλονίκης είναι το έμψυχο δυναμικό της, το οποίο πρέπει να αξιοποιηθεί. Και την ίδια στιγμή να επαναπατριστούν αυτοί που αναζήτησαν εργασία έξω από την πόλη. Αυτό είναι κάτι που και ο ίδιος γνωρίζει πολύ καλά. Το παραδέχεται, και δηλώνει ότι θα παλέψει να το δει να αλλάζει.
Υπάρχει άλλωστε μια διαχρονική περηφάνεια. Και υπάρχει και η αυτοπεποίθηση του Θεσσαλονικιού. Αυτοπεποίθηση για την καταγωγή του αλλά και για την κουλτούρα του. Χρειάζεται όμως ενίσχυση αυτό το αίσθημα και επαναπροσδιορισμός, γιατί κάπου στην πορεία η κρίση ήρθε και το κλότσισε όλο αυτό. Αν όμως χαθεί αυτή η ελεγχόμενη -αν θέλετε-«περηφάνεια» που ξεπερνάει τα όρια του «στενού» τοπικισμού, δε έχει νόημα να μιλάς για ιστορία, για μνημεία, για αρχιτεκτονική. Όλα μένουν γυμνά και άψυχα. Οπότε εδώ είναι που θα περιμένουμε να τον δούμε να επενδύει.
Η «αταξία» στο μικροσκόπιο
Αταξία και αναρχία στο κυκλοφοριακό. Παραβατικότητα και…φυσικά τα σκουπίδια στους δρόμους. Αυτές είναι οι πρώτες του κουβέντες στο ερώτημα του τι αντιλαμβάνεται ως το χειρότερο αυτή τη στιγμή «αγκάθι» . Μου εξηγεί ότι αντιλαμβάνεται ως δεδομένο το ότι είναι στο χέρι του δημάρχου, με μεθοδευμένες και αποτελεσματικές παρεμβάσεις και κυρίως με σκληρή δουλειά, να συνεφέρει την πόλη και να την κάνει ελκυστική.
Ο δρόμος της θάλασσας
Πολλά χρόνια ακούμε για κρουαζιέρα στη Θεσσαλονίκη. Ο δρόμος της θάλασσας, η οποία αγκαλιάζει την πόλη, με σωστή οργάνωση και προγραμματισμό μπορεί να της φέρει πολύ μεγάλο αριθμό επισκεπτών και τεράστια οικονομική ανάσα για χιλιάδες μικρομεσαίες επιχειρήσεις. Αυτό, δηλαδή να μετατραπεί η Θεσσαλονίκη σε σημείο εκκίνησης κρουαζιέρας (Home Port), είναι κάτι που σε δημόσιες ομιλίες του το έχει επανειλημμένα υπογραμμίσει, και όπως μου εξήγησε θα είναι στις άμεσες προτεραιότητές του.
Το στοίχημα του μουσείου «Μέγας Αλέξανδρος»
Λίγο πριν κλείσει το κεφάλαιο «στόχοι», η κουβέντα καταλήγει στο ψηφιακό μουσείο για τον Μέγα Αλέξανδρο. Και εκεί αντιλαμβάνομαι ότι οι φιλοδοξίες του έχουν ρίζες. Στόχος είναι το εν λόγω μουσείο, το οποίο θα διδάσκει την ιστορία του Μακεδόνα στρατηλάτη και θα αποτελεί την καλύτερη απάντηση σε όποιες ανιστόρητες διεκδικήσεις, να αποτελέσει πόλο έλξης για χιλιάδες επισκέπτες.
Σκεφτείτε το ως το νέο τοπόσημο για τη Θεσσαλονίκη. Μια κοιτίδα για να ανθίσουν μυαλά και να προαχθεί η έρευνα και να καλλιεργηθούν συνειδήσεις. Όπως μου εξηγεί, αυτό που θέλει είναι το να έχουν τη δυνατότητα επίσκεψης φοιτητές από διάφορα πανεπιστήμια του εξωτερικού και να διοργανώνονται σε αυτό διεθνή συνέδρια με την παρουσία πολύ γνωστών επιστημόνων.
Όλο αυτό αποτελεί ένα όραμα που όμως θα αποτύχει αν δεν υπάρξει αυτή η σύνδεση με τον κόσμο της πόλης. Αυτός είναι που θα το σεβαστεί και θα το αγαπήσει. Πιστεύει λοιπόν ακράδαντα ότι με το μουσείο η Θεσσαλονίκη θα μπει στο επίκεντρο του ενδιαφέροντος ατόμων και κυρίως επιστημόνων από ολόκληρο τον κόσμο, αφού ο Μέγας Αλέξανδρος αποτελεί μια μοναδική προσωπικότητα, μία από τις μεγαλύτερες μορφές στην παγκόσμια ιστορία. Μένει λοιπόν να το δούμε να γίνεται!