fbpixel

Search icon
Search
Ξεδιπλώνοντας την ιστορία 43 χρόνων του πιο εμβληματικού εστιατορίου της πόλης
MAGAZINE

Ξεδιπλώνοντας την ιστορία 43 χρόνων του πιο εμβληματικού εστιατορίου της πόλης

Το Clochard στη Θεσσαλονίκη αφήνει εποχή εδώ και τέσσερις δεκαετίες


Το κόλπο γκρόσο του Δημήτρη Παπαμιχαήλ, η αναπάντεχη επίσκεψη του Αυστραλού πρωθυπουργού, οι θρυλικές αφηγήσεις του Μανόλη Ανδρόνικου, η ανθοδέσμη του Άλεκ Γκίνες, το αστείρευτο κέφι του Κώστα Βουτσά, τα πολυσυζητημένα ρεβεγιόν και άπειρες ακόμη αινιγματικές στιγμές συνθέτουν τη μυθολογία του Clochard, του εστιατορίου που «μπόλιασε» τη γαστρονομική κουλτούρα της Θεσσαλονίκης με νέα, αλλιώτικα υλικά. Η ιστορία του ξεκινάει το 1978, στην οδό Προξένου Κορομηλά 4, και διαγράφεται εκεί για 43 μαγικά χρόνια. Σήμερα, καθώς πλέον περνάει στη νέα του εποχή, αλλάζει κατ’ αρχάς δρόμο. Έτσι, η κληρονομιά του συνεχίζεται στη γωνία Κομνηνών και Μητροπόλεως, στο ξενοδοχείο Excelsior της οικογένειας Τορνιβούκα - κάτι που μοιάζει μοιραίο, αφού στα πρώτα του επαγγελματικά βήματα ο Γιώργος “Clochard” Βασίλογλου είχε πολύτιμους αρωγούς στην προσπάθειά του την Ισμήνη και τον Γιώργο Τορνιβούκα.

Ο Γιωργάκης, το bell boy του Μεντιτερανέ 

photo-scan.jpg
Γιώργος Βασίλογλου

Η τύχη ήταν από πάντα με το μέρος του, όπως δείχνει η ιστορία. Ο Γιώργος Βασίλογλου γεννιέται στη Θεσσαλονίκη το 1950 και μεγαλώνει στην Άνω Πόλη. Η γνωριμία του με την Ισμήνη και τον Γιώργο Τορνιβούκα («Μπούμπη» θα τον αποκαλούν για πάντα οι πιο δικοί του άνθρωποι) είναι καταλυτική για την προσωπική και την επαγγελματική του ζωή. Πιτσιρικάς, ξεκινάει μεροκάματα στο Μεντιτερανέ της Παραλίας -το μυθικό ξενοδοχείο της οικογένειας Τορνιβούκα- ως το παιδί για όλες τις δουλειές, τη χρυσή εποχή του: κορυφαίες πολιτικές συναντήσεις και ζυμώσεις -με μπόλικο παρασκήνιο φυσικά- αλλά και όλη η αφρόκρεμα του Φεστιβάλ Κινηματογράφου και του Φεστιβάλ Τραγουδιού Θεσσαλονίκης φιλοξενούνται εκεί. Οι δημοσιογράφοι και οι παπαράτσι της εποχής ξεροσταλιάζουν έξω από τις πόρτες και τα παράθυρα για ένα καυτό θέμα -το περίφημο «λαβράκι»- ή για μια φωτογραφία της Μελίνας Μερκούρη, της Αλίκης Βουγιουκλάκη, του Μάνου Χατζιδάκι, του Κωνσταντίνου Καραμανλή, της Κατίνας Παξινού. Όλες οι γκράντε προσωπικότητες της εποχής έχουν αφήσει τα αποτυπώματά τους εδώ και, φυσικά, οι ιστορίες τους, τα μπλεξίματά τους, οι κουβέντες τους, γίνονται αμέσως πρωτοσέλιδο στις εφημερίδες. Το Μεντιτερανέ είναι ένα συναρπαστικό αφήγημα και μέσα σ’ αυτό το περιβάλλον ανδρώνεται ο «Γιωργάκης», όπως τον φωνάζουν, γιατί όλοι τον συμπαθούν, αφού ο ευγενικός και αεικίνητος πιτσιρίκος τούς κάνει όλα τα χατίρια. Χωρίς να έχει πλήρη συνείδηση των ιστορικών στιγμών που ζει, «ψήνεται» μέσα στη δουλειά και εργάζεται και στα δύο ξενοδοχεία της οικογένειας, στο Μεντιτερανέ και το Eagles Palace της Ουρανούπολης. Οι αναμνήσεις του; Μυθιστόρημα…

Τάβλι με τον Μανόλη Ανδρόνικο

med3-0.jpg
Μεντιτερανέ

Προσωπικές συζητήσεις με τον Αλέξη Μινωτή και την Κατίνα Παξινού, τον Γιώργο Παπανδρέου, τον Κωνσταντίνο Καραμανλή και τη Σοφία Βέμπο. Τάβλι με τον Μανόλη Ανδρόνικο και κουβέντες μαζί του ατελείωτες: για τη Βεργίνα, τις ανασκαφές και την ανακάλυψη του παγκόσμιου θησαυρού τον Νοέμβριο του 1977 - μαθαίνει από πρώτο χέρι για τον τάφο του Φιλίππου του Β'. «Καθόμουν με τις ώρες και τον άκουγα. Είχα την τιμή να με θεωρεί προσωπικό του φίλο, με αγαπούσε πολύ και με δεχόταν στη συντροφιά του. Μια συντροφιά με εξαιρετικούς ανθρώπους από τον χώρο του πολιτισμού, των επιχειρήσεων, της τέχνης. Ήξερα να ακούω. Δεν είχα τις γνώσεις ώστε να καταλαβαίνω, αλλά άκουγα, ένιωθα το πάθος του, μου έδινε συμβουλές. Ήταν μάγκας ο Ανδρόνικος, τεράστιος επιστήμονας, ωραίος τύπος. Ερχόταν πολύ συχνά στο Clochard. Από το μυαλό μου, όμως, δε βγαίνουν εκείνες οι στιγμές που παίζαμε τάβλι στο Eagles Palace. Μια άλλη στιγμή που θυμάμαι ήταν η διαδρομή που κάναμε με τον Ξενοφώντα Ζολώτα. Τον είχα συνοδέψει από το Eagles στο αεροδρόμιο και του έλεγα ιστορίες από τη ζωή μου. Και ο Ζολώτας έχει περάσει από το εστιατόριο, όπως φυσικά και όλοι οι πολιτικοί: οι παλιότεροι της Νέας Δημοκρατίας και, μετά το 1981 και την αλλαγή, οι νεότεροι του ΠΑΣΟΚ».

med1-0.jpg
Μεντιτερανέ

Το Clochard, στην πρώτη του εποχή, είναι εσωστρεφές. Οι μπρούτζινες λαμαρίνες στην πρόσοψη της Προξένου Κορομηλά δεν είναι απλώς εικαστική άποψη, αλλά και προστασία της ιδιωτικής ζωής. Όσοι έρχονται εδώ ξέρουν πως δε θα δουν τη φωτογραφία τους στις κοσμικές στήλες, παρά μόνο αν το θέλουν ή το χρειάζονται για τη δουλειά τους. Αυτό εκτίμησε και ο Άλεκ Γκίνες, ο οποίος «σκάει μύτη» ένα βράδυ με μια πανέμορφη γυναίκα. Την επομένη, στέλνει στον Γιώργο μια ανθοδέσμη με μια κάρτα που γράφει: «Σ’ ευχαριστώ πολύ που σεβάστηκες την ιδιωτικότητά μου». Πολιτικές συζητήσεις και αποφάσεις, καλλιτέχνες κι επιχειρηματίες, συναντήσεις και ιστορίες που δεν έχουν δει ποτέ το φως της δημοσιότητας: το Clochard είναι ένα καλοφτιαγμένο κινηματογραφικό σενάριο για τη Θεσσαλονίκη, από το 1978 μέχρι σήμερα.

Το Clochard έχει κάτι από το Μεντιτερανέ

Μετά τον σεισμό του 1978, το Μεντιτερανέ γκρεμίζεται - άδοξο τέλος για έναν τέτοιο αστικό θρύλο. Αξιοποιώντας τις γνώσεις και την εμπειρία που κέρδισε δουλεύοντας εκεί, ο Γιώργος Βασίλογλου βάζει μπρος το δικό του εγχείρημα. «Σκέφτηκα να κάνω ένα δικό μου εστιατόριο πολυτελείας, ίδιο με αυτό του Μεντιτερανέ, με την ίδια, δηλαδή, φιλοσοφία. Κι επειδή ήμουν η συμπάθεια του Μπούμπη, είχα πάντα την εύνοιά του. Τον πιάνω, λοιπόν, και του εξηγώ το σχέδιό μου, κι αυτός -γενναιόδωρος όπως ήταν πάντα μαζί μου- χαμογελάει και μου λέει: “Mπες μέσα στο Μεντιτερανέ και πάρε τραπέζια, καρέκλες, φωτιστικά, ό,τι χρειάζεσαι”. Μπορείς να φανταστείς τον ενθουσιασμό μου! Μιλάμε για σκαλιστά βιεννέζικα έπιπλα, που τα περισσότερα είχαν συλλεκτική αξία! Και μου τα χάρισε έναντι ενός συμβολικού ποσού. Ήταν ένας σπουδαίος άνθρωπος ο Γιώργος Τορνιβούκας». Από τότε, το εστιατόριο αλλάζει πολλές φορές ύφος και στιλ. Το μόνο πράγμα που παραμένει, όμως, ίδιο και απαράλλαχτο είναι η πόρτα με το χερούλι, που είχε φτιαχτεί από την κουπαστή της σκάλας του πρώτου ορόφου. «Ήταν ιδέα του διακοσμητή Δαμιανού Βιολάντζη, του ανθρώπου που διαμόρφωσε την πρώτη εικόνα του Clochard. Μέσα στα χρόνια, η αισθητική άλλαξε αρκετές φορές, χάρη στους φίλους μου, τον Νίκο Καρακάση, τον αρχιτέκτονα που έκανε μόδα το κυπαρισσί χρώμα, και τον Πέτρο Μακρίδη, ο οποίος σχεδίασε κάτι πιο μίνιμαλ και μοντέρνο. Ο Πέτρος μαζί με τα παιδιά του, Ελεάνα και Θοδωρή, διαμόρφωσαν και το σύγχρονο Clochard, παίζοντας με λεπτομέρειες που ακολουθούν τη σχεδιαστική φιλοσοφία του χώρου της Προξένου Κορομηλά», εξηγεί.

clochard-001-as.jpg
Γιώργος Βασίλογλου

Τα θρυλικά εγκαίνια στην Προξένου Κορομηλά 4

Τον Οκτώβριο του 1978, το Clochard ανοίγει την πόρτα του και γίνεται πανδαιμόνιο. Πολιτικοί, επιχειρηματίες, μητροπολίτες, καλλιτέχνες, όλοι είναι εδώ! Κι αυτό είναι μια προσωπική επιτυχία του Γιώργου, ο οποίος έχοντας στα χέρια του μια ισχυρή παρακαταθήκη -από τις δόξες του Μεντιτερανέ-, προσκαλεί στον δικό του πλέον χώρο όλες τις προσωπικότητες, τους γνωστούς και τους φίλους εκείνης της εποχής. Η Προξένου Κορομηλά, από στέκι των πανκ και των εναλλακτικών τύπων, γεμίζει επισήμους και ακριβά αυτοκίνητα. Στο κέντρο της Θεσσαλονίκης, το μποτιλιάρισμα απίστευτο, όλη η πόλη μιλάει για το καινούριο εστιατόριο με το παράξενο όνομα, που σημαίνει «άστεγος». «Μου άρεσε πολύ η λέξη αλλά και η σημειολογία της. Mου την πρότεινε τότε μια φίλη που είχε σπουδάσει στο Παρίσι. Ο Παύλος Χατζηγεωργίου, ο τελευταίος διευθυντής του Μεντιτερανέ, με βοήθησε να φτιάξω τότε τον πρώτο κατάλογο. Ο κόσμος δεν ήξερε από πέπερ στέικ και φιλέ μινιόν. Αυτά τα γνώριζαν μόνο οι κοσμοπολίτες και οι πλούσιοι», συνεχίζει ο Γιώργος. Τα μέχρι τότε διάσημα εστιατόρια της πόλης, όπως ο Κρικέλας, φημίζονται για τις αυθεντικές ελληνικές κουζίνες τους. Με το Clochard, η γεύση αρχίζει να μιλάει γαλλικά. «Η βάση μας ήταν ο παλιός κατάλογος του Μεντιτερανέ. Παντρέψαμε την ελληνική γαστρονομική κουλτούρα με νέα υλικά, αλλιώτικες συνταγές, στο πλαίσιο πάντα μιας παγκόσμιας δημιουργικής κουζίνας. Ο πρώτος μάγειρας του εστιατορίου ήταν ο Παναγιώτης Χατζηπαναγιώτης. Δούλευε στο Ηλέκτρα Παλάς ως βοηθός, όπου και τον γνώρισα. Οι άλλοι δύο μάγειρες, που έβαλαν την προσωπική τους σφραγίδα στο μαγαζί, είναι ο Δημήτρης Τράκας και ο Θύμιος Τσιάμης».

clochar6129.jpg
Ο Γιώργος Βασίλογλου μαζί με τη σύζυγό του, Έλενα, σε ρεβεγιόν Πρωτοχρονιάς στο Clochard στα '80s

Το κόλπο γκρόσο του Δημήτρη Παπαμιχαήλ

Η αισιοδοξία, μετά την κοσμοσυρροή των εγκαινίων, δεν επιβεβαιώνεται τις επόμενες μέρες, κάτι που δημιουργεί μια ανησυχία: «Οι πελάτες ήταν ελάχιστοι κι αυτό μου κόστιζε. Είχα επενδύσει τόσα, ίσως ήμουν και ανυπόμονος. Το πήρα λίγο βαριά, κάτι που πρόσεξε φυσικά ο φίλος μου Δημήτρης Παπαμιχαήλ. Ήταν τότε στη Θεσσαλονίκη με τον θίασό του, με βλέπει έτσι δύσθυμο και κατηφή και, όταν του εξηγώ τι μου συμβαίνει, μου λέει: “Άσ’ το πάνω μου, ειδοποίησε μόνο τον Γιάννη Κυριακίδη να έρθει αύριο”. Τηλεφωνώ, λοιπόν, στον φίλο μου τον Γιάννη, αυτόν τον θρύλο του φωτορεπορτάζ, και του ζητάω να έρθει στο μαγαζί την επομένη. Έτσι κι έγινε. Εμφανίζονται και ο Παπαμιχαήλ με την παρέα του, τους φωτογραφίζει, δημοσιεύονται οι φωτογραφίες στην εφημερίδα “Μακεδονία” και γίνεται χαμός. Το τηλέφωνο χτυπούσε ασταμάτητα για μέρες, οι κρατήσεις φουλ! Κι αυτό το χρωστάω στον Παπαμιχαήλ. Κάπως έτσι μπήκα δυναμικά στις κοσμικές στήλες των εφημερίδων της Θεσσαλονίκης, αλλά και της Αθήνας. Το Clochard τροφοδοτούσε πάντα το κουτσομπολιό της πόλης. Ξέρεις τι μου είπε κάποτε μια φίλη; “Άμα ανοίξεις το στόμα σου, θα σκορπίσει η μισή Θεσσαλονίκη”. Πάντα, όμως, κρατούσα τις ισορροπίες. Όλοι εκτιμούσαν την εχεμύθειά μου, τη διακριτικότητά μου. Δεν έπαιρνα ποτέ τηλέφωνο φωτογράφους και παπαράτσι, γι’ αυτό και δεν υπάρχουν φωτογραφίες και ντοκουμέντα. Έχω ζήσει, όμως, τρελά πράγματα και απίθανα γλέντια με φίλους».

clochard-032-as.jpg
Clochard

Tα ρεβεγιόν του Clochard παραμένουν αξεπέραστα. Ήταν ένα κοινωνικό γεγονός, κάτι σαν βαρόμετρο δύναμης, εξουσίας και γούστου. «Όταν άρχιζαν οι στολισμοί κάθε Νοέμβρη, έφευγα για τα λουτρά στο Πόζαρ και άφηνα τη Λένα, τη γυναίκα μου, και τη Μαρία Γαϊτανίδου από το Μπουκέτο να ξημεροβραδιάζονται στολίζοντας, γιατί η χριστουγεννιάτικη διακόσμησή μας ήταν υπερπαραγωγή. Η Λένα είναι ο αφανής ήρωας - πάντα δίπλα μου, ανήσυχη και πρωτοπόρος. Στα ρεβεγιόν μας, που λες, γινόταν το αδιαχώρητο, μάχες κανονικές για μια πρόσκληση. Κι είχα κι ένα δικό μου έθιμο για χρόνια: την παραμονή της Πρωτοχρονιάς έκανα σε όλους ένα δώρο, είτε από το Kosta Boda, είτε από τους Βιλδιρίδηδες, είτε από τα ασημικά της Βενιζέλου. Ήθελα με τον τρόπο μου να τους ανταποδώσω την εμπιστοσύνη και τη φιλία τους».

Ο πρωθυπουργός της Αυστραλίας και άλλες ιστορίες

Ο Αλέξανδρος Βασίλογλου, μετά τις σπουδές του στο Πολυτεχνείο, παίρνει την απόφαση να συνεχίσει την ιστορία που ξεκίνησε ο πατέρας του, όπως τη ζει από μικρό παιδί. «Θυμάμαι τον Βουτσά. Πείραζε όλον τον κόσμο, τον βάζαμε στο κέντρο του μαγαζιού και δεν άφηνε ήσυχο κανέναν, γέλια απίστευτα, απίθανες στιγμές. Η Σαπουντζάκη είχε πάντα στην τσάντα της ένα CD με τραγούδια της, το βάζαμε κι έκανε σόου, τραγουδούσε playback και χόρευε. Όλοι οι μεγάλοι θίασοι που έρχονταν στη Θεσσαλονίκη περνούσαν από δω. Και φυσικά όλοι οι πολιτικοί», θυμάται ο Αλέξανδρος, ο οποίος έχει ζήσει άκρως κινηματογραφικές σκηνές στο Clochard. «Μια μέρα, μόλις είχα επιστρέψει από το σχολείο και κάθισα στο βάθος του μαγαζιού να φάω, μπαίνει μέσα ένας παράξενος κύριος και μου πιάνει την κουβέντα. Φεύγοντας, μου αφήνει και την κάρτα του. Ήταν ο πρωθυπουργός της Αυστραλίας, ο οποίος, για να γλιτώσει από τους φωτογράφους και τους επισήμους, το έσκασε από τους σωματοφύλακες και τη συνοδεία του και μπήκε να κρυφτεί στο Clochard. Τον έψαχναν όλοι, είχε γεμίσει η Προξένου Κορομηλά αστυνομικούς. Θυμάμαι, επίσης, τη Μαρία Χαραμή, η οποία έβγαζε τα παπούτσια της και καθόταν οκλαδόν στην καρέκλα. Η τρέλα της ήταν να την ταΐζει στο στόμα ο μάγειράς μας, ο Παναγιώτης Χατζηπαναγιώτης, με την ολόλευκη στολή του». Ο Αλέξανδρος ταξιδεύει πολύ σε όλον το κόσμο, αναζητώντας καινούριες ιδέες. Η σύγχρονη κουζίνα του Clochard; «Αστική, με μοντέρνες πινελιές. Αγαπάμε να παίρνουμε παραδοσιακά πιάτα και να τα πειράζουμε, χωρίς να παρεμβαίνουμε, όμως, στην πρώτη ύλη. Ένα καλό ψάρι δεν θέλει πολλή επεξεργασία, έχει τη νοστιμιά της φύσης. Είναι ατελείωτες οι συζητήσεις και οι δοκιμές με τον Κωνσταντίνο Φούρναρη και τον Σωτήρη Ματζαράκη, τους δύο μάγειρές μας. Έχω πολλά σχέδια στο μυαλό μου και πολλή όρεξη», υπογραμμίζει και ρίχνει ένα κλεφτό χαμόγελο στον μπαμπά του, τον αίλουρο «Γιωργάκη», που κρατάει κρυμμένα μυστικά και ντοκουμέντα για τη Θεσσαλονίκη των τελευταίων 50 ετών.

clochard-008-as.jpg
Ο Γιώργος Βασίλογλου μαζί με τον γιο του, Αλέξανδρο

Φωτογραφία: Έκτορας Νικολάκης - Pov Studio

ΔΗΜΟΣΙΕΥΤΗΚΕ ΣΤΟ ΠΕΡΙΟΔΙΚΟ GLOW ΣΤΟ ΤΕΥΧΟΣ ΝΟΕΜΒΡΙΟΥ 2021