Πρόκειται για έναν χώρο πολυδιάστατο, πολυμορφικό, που κυριολεκτικά φυτρώνει στους πρόποδες του Υμηττού και συνδιαλέγεται με το αττικό τοπίο. Από πολλές απόψεις, συνιστά ένα έργο πρωτοποριακό για την εποχή του, που ξεφεύγει από μονοσήμαντους προσδιορισμούς και κατηγοριοποιήσεις. Όπως μαρτυρά το ίδιο του το όνομα, πρόκειται για μια θαυμάσια δημόσια προσθήκη, ένα θέατρο, που όμως είναι ταυτόχρονα γλυπτό, πλαστικό, ρηξιγενές, εκπέμποντας μια ενέργεια πύρινη και δημιουργική.
Συνεπώς, το Γλυπτό Θέατρο Αιξωνής δε θεωρείται απλώς μια πλατεία ή ένας χώρος παραστάσεων θεαμάτων, όπως αυτά που έχουμε συνηθίσει να απολαμβάνουμε στην κοινή πρακτική της πόλης. Δε χρήζει σκηνικής υποστήριξης, ούτε όμως λειτουργεί και ως σκηνικό. Το έργο της Γκόλαντα είναι εν τη γενέσει του ολοκληρωμένο, συνάμα ατελές και ανοικτό - δεν υποδέχεται απλώς την καλλιτεχνική δημιουργία, συμμετέχει ενεργά σε αυτήν, χτίζοντας αμφίδρομες σχέσεις μεταξύ χώρου, δημιουργού και θεατή.
Η ιστορία ξεκινά στις αρχές της δεκαετίας του 1950, όταν ο καταξιωμένος Έλληνας αρχιτέκτονας Δημήτρης Πικιώνης, μαζί με μια ομάδα συγγραφέων και καλλιτεχνών, μεταξύ των οποίων και ο Άγγελος Σικελιανός, επισκέφθηκαν την Αιξωνή. Κάποτε, στην αρχαιότητα, το κέντρο της περιοχής της Γλυφάδας, η Αιξωνή, ήταν μια γαλήνια γειτονιά. Μαγεμένοι από τη γοητεία της, αποφάσισαν να αγοράσουν ένα μεγάλο κομμάτι γης, να το χωροθετήσουν και να ονειρευτούν κάτι εξαιρετικό γι’ αυτό: «Μια κοινότητα-πρότυπο καλλιτεχνών και τεχνιτών». Το όραμά τους ήταν ξεκάθαρο: ένας συνεταιρισμός όπου θα άνθιζε η δημιουργικότητα, επικεντρωμένος γύρω από μια πλατεία που θα χρησίμευε ως κόμβος για την ανταλλαγή ιδεών, ένα θέατρο και χώροι για εργαστήρια αγγειοπλαστικής και ζωγραφικής. Ο Πικιώνης είχε στόχο να δημιουργήσει έναν αληθινό θύλακα καλλιτεχνών. Με τον Σικελιανό, κυκλοφόρησαν ακόμη και ένα περιοδικό με το όνομα «Αιξωνή», για να ενισχύσουν περισσότερο τη φιλοδοξία τους. Φαινόταν ότι όλα είχαν πάρει τον δρόμο τους. Κατασκεύασαν το μικρό παρεκκλήσι του Ακάθιστου Ύμνου, ένα αριστούργημα του Πικιώνη που σώζεται μέχρι σήμερα. Έκτισαν επίσης ένα σπίτι για τον τοπικό ιερέα, έναν Κερκυραίο που λεγόταν Δαπέργολας. Όμως, δυστυχώς, το Γραφείο Πολεοδομίας αρνήθηκε να εγκρίνει τα σχέδιά τους και το όνειρο του Πικιώνη για μια κοινότητα καλλιτεχνών έμεινε ανεκπλήρωτο.
Χρόνια αργότερα, σε μια παράξενη τροπή της ιστορίας, εμφανίστηκε το Γλυπτό Θέατρο της Αιξωνής - σχεδόν σαν η Νέλλα Γκόλαντα, η καλλιτέχνιδα πίσω από αυτό, να είχε εκπληρώσει, χωρίς να το γνωρίζει, το όραμα του Πικιώνη για το ίδιο ακριβώς σημείο. Η πορεία της ξεκινά γύρω στο 1959, όταν άρχισε να σπουδάζει Χαρακτική στην Ανωτάτη Σχολή Καλών Τεχνών της Αθήνας. Σύντομα συνδύασε τη Γλυπτική με την Αρχιτεκτονική, δημιουργώντας αυτό που αποκαλούσε «ενσωματωμένη γλυπτική σε κτίρια». Η καινοτόμος προσέγγισή της κέρδισε γρήγορα την προσοχή, και στην πρώτη της έκθεση ο Οδυσσέας Ελύτης παρατήρησε: «Αν ήμουν γλύπτης, αν ήμουν εικαστικός, τα έργα μου θα έμοιαζαν με της Νέλλας». Στη δεκαετία του 1970, το καλλιτεχνικό της όραμα εξελίχθηκε, καθιερώνοντάς την ως την πρώτη γλύπτρια τοπίου στην Ελλάδα. Προσέγγισε τους δημόσιους χώρους ως «κατοικημένα γλυπτά», μετατρέποντάς τους σε δυναμικά, διαδραστικά περιβάλλοντα. Για τη Νέλλα, τα τοπία της Ελλάδας ήταν τα πάντα - η καταγωγή της, ο προορισμός της, το καταφύγιό της. Από το 1972, αντιμετώπιζε αυτούς τους χώρους σαν να ήταν γλώσσα ή μουσική, διαμορφώνοντάς τους με μια ευαισθησία βαθιά και οικεία, αναθεωρώντας τον τρόπο που οι πόλεις θα μπορούσαν να επανασυνδεθούν με τη φύση.
Tο έργο της βασίστηκε στη σχολαστική διερεύνηση της αλληλεπίδρασης μεταξύ των φυσικών στοιχείων και των αστικών τοπίων. Όσα έχει αφήσει, χορογράφησαν το παιχνίδι του φωτός και της σκιάς στις μαρμάρινες πτυχές, τον ψίθυρο του ανέμου και τον ήχο της βροχής στην πέτρα. Οι χώροι της δημιούργησαν παύσεις και κινήσεις, καλώντας τους επισκέπτες να βιώσουν την Τέχνη με νέους τρόπους. Η Τέχνη βγήκε από τα μουσεία και μπήκε στη ροή της καθημερινής ζωής. Μεταξύ των αξιοσημείωτων επιτευγμάτων της, η Γλυπτή Προκυμαία στον Φλοίσβο και η Κεντρική Πλατεία Φλοίσβου στο Παλαιό Φάληρο. Ωστόσο, το πιο σημαντικό έργο της είναι το Γλυπτό Θέατρο της Αιξωνής, που χτίστηκε στη θέση ενός άλλοτε απλού λατομείου στον Υμηττό. Η αλήθεια είναι πως αποτέλεσε μια σπουδαία στιγμή στη σύγχρονη ιστορία της πόλης και ένα ορόσημο τόσο για τη δημιουργό του όσο και για τέτοιου είδους μελλοντικές πρωτοβουλίες.
ΔΗΜΟΣΙΕΥΤΗΚΕ ΣΤΟ ΠΕΡΙΟΔΙΚΟ GLOW ΣΤΟ ΤΕΥΧΟΣ ΝΟΕΜΒΡΙΟΥ 2024