Ο κορυφαίος έλληνας εικαστικός Σωτήρης Σόρογκας επιστρέφει στην πόλη μας με μία νέα, αναδρομική έκθεση με τίτλο «Πέτρες, Σκουριές και Θαλάσσια Ξύλα». Στην συνέντευξη που ακολουθεί μας εξηγεί με ποιον τρόπο τα σπουδαία έργα «μιλούν» στους ανθρώπους και πού κρύβεται η αληθινή ευτυχία.
Είστε έτοιµος κ. Σόρογκα να ξαναβρεθείτε σε µερικές ηµέρες στη Θεσσαλονίκη και να έρθετε σε επαφή µε το φιλότεχνο κοινό της πόλης;
Θέλω πρωτίστως να σας διαβεβαιώσω ότι αγαπώ ιδιαιτέρως την πόλη σας. Για ν’ αποφύγω κοινοτοπίες και αυταπόδεικτα -για τα σπουδαία µνηµεία, τη φυσική οµορφιά ή την ιστορία της, ταυτισµένη µε τον ελληνισµό και τον καηµό της ρωµιοσύνης-, σας λέω πως έρχοµαι εδώ πολύ συχνά, είτε για να δείξω την εργασία µου, είτε για να επισκεφθώ λατρεµένους τόπους και γλυκύτατους φίλους. Έχω, άλλωστε, εδώ µακρινούς συγγενείς. Πέρυσι, είχα µια µεγάλη αναδροµική έκθεση στο Τελλόγλειο Ίδρυµα Τεχνών Α.Π.Θ., όπου µε την πρωτοβουλία της υπέροχης διευθύντριάς του, κυρίας Αλεξάνδρας Βουτυρά και των συνεργατών της, τους οποίους ευχαριστώ και δηµοσίως, ανέδειξαν την εργασία µου µε τον καλύτερο τρόπο, καλώντας µάλιστα και διακεκριµένες προσωπικότητες να µιλήσουν γι’ αυτήν, όπως η κυρία Μαίρη Μιχαηλίδου, ο Χρήστος Γιανναράς και οι ποιητές Μιχάλης Γκανάς, Αντώνης Φωστιέρης και ∆ηµήτρης Κοσµόπουλος. Από την πολύχρονη εµπειρία µου, έχω διαπιστώσει ότι το κοινό της Θεσσαλονίκης αγαπάει τη ζωγραφική και τον κινηµατογράφο. Χαίροµαι που θα ξαναδώ την πόλη σας και θα συναντήσω το φιλότεχνο κοινό της.
Πρόκειται για µία αναδροµική έκθεση που θα φιλοξενηθεί στην γκαλερί Artion. Ποια έργα σας θα περιλαµβάνει;
Με την Γκαλερί και τις κυρίες Σία και Χριστίνα Μανωλάκη, που τη διευθύνουν, έχω ξανασυνεργαστεί και θυµάµαι µε συγκίνηση την άψογη συµπεριφορά τους, τον σεβασµό και την αγάπη τους, τόσο για το έργο µου, όσο και για µένα προσωπικά. Έχουν αληθινή αγάπη για τη ζωγραφική και η προσπάθειά τους αφορά πρωτίστως στην τέχνη και δευτερευόντως στις ανάγκες της ζωής. Θα εκτεθούν τρεις ενότητες από την εργασία µου, που αφορούν στις πέτρες, τις σκουριές και τα θαλάσσια ξύλα.
Έργο σας επιλέχθηκε κι εκτίθεται στη µόνιµη συλλογή του νέου Μουσείου του Ιδρύµατος Βασίλη & Ελίζας Γουλανδρή. Πρόκειται για ένα πολυαναµενόµενο µουσείο. Μοιραστείτε µαζί µας τις εντυπώσεις σας...
Το ίδρυµα Γουλανδρή, που πρόσφατα εγκαινιάστηκε στην Αθήνα µε λαµπρό τρόπο, είναι γεγονός υψίστης σηµασίας για τα εικαστικά δεδοµένα του τόπου µας. Είναι εξαιρετικά λειτουργικό και θαυµαστό για τον πλούτο του, αφού, φιλοξενεί από τα µεγαλύτερα ονόµατα της ευρωπαϊκής ζωγραφικής. Παράλληλα, διακατέχεται από ένα παρήγορο πνεύµα σεβασµού στη σύγχρονη ελληνική τέχνη, αφού στους χώρους του εκτίθενται αρµονικά, όχι µόνο έργα τεθνεώτων, αλλά και νεότερων ελλήνων ζωγράφων, που απουσιάζουν από τα πολυάριθµα µεγαλόσχηµα κρατικά µουσεία µας.
Κατά τη γνώµη σας, σε ποιο επίπεδο βρίσκονται τα πράγµατα όσον αφορά στη σκηνή της σύγχρονης τέχνης στη χώρα µας;
Πιστεύω ότι η ζωγραφική σήµερα έχει µπει στο περιθώριο γι’ αυτό και δε διδάσκεται πουθενά σχεδόν. Θεωρείται, ακόµα και από έλληνες διευθυντές κρατικών µουσείων, ξεπερασµένη. Έτσι, φροντίζουν να στεγάζουν σε αυτά «video art», κατασκευές κάθε είδους, φωτογραφίες και αφελείς επινοήσεις κοινωνικών µηνυµάτων. Έχουν αρπάξει τη λέξη «πρωτοπορία», ως πράξη που απαραιτήτως είναι κάτι που δεν έχει ξαναγίνει. Η πλήρης κυριαρχία µιας ξένης αγοράς κατευθύνει οργανωµένα και τροµοκρατικά τι είναι σήµερα σπουδαία, διεθνής και πρωτοποριακή τέχνη. Ο κριτικός Ζαν Κλαιρ έχει γράψει στο τελευταίο του βιβλίο ότι «τα πιο ιταµά, τα πιο σκανδαλώδη, τα πιο χυδαία, συχνά τα πιο ηλίθια έργα της σηµερινής τέχνης, εγγράφονται υπό το διακριτικό σήµα “σύγχρονη τέχνη”». Νέοι έλληνες καλλιτέχνες, βεβαίως, υπάρχουν σήµερα, αλλά λιγότεροι. Είναι όσοι δεν εγκατέλειψαν τη ζωγραφική.
Η Κική Δηµουλά έχει πει ότι «η ποίηση είναι ένα αγωνιώδες ερωτηµατικό». Η ζωγραφική, τι είναι για εσάς;
Η ∆ηµουλά είναι αλάνθαστη στους ορισµούς της κι εγώ τους δανείζοµαι συχνά, όταν αγγίζουν και τη ζωγραφική. Η ζωγραφική µού προσφέρει ψυχική ευφορία κι αισθήµατα συγκίνησης, που θα ήθελα να διοχετευθούν στους πίνακές µου. Όµως, τίποτα δεν εξασφαλίζει, πως τα αισθήµατα αυτά θα τροφοδήσουν τις εικόνες και θα αφοµοιώσουν την όποια ειλικρίνεια των προθέσεών µου. ∆ιότι, για να γίνει η εικόνα «ποµπός εξακτίνωσης» αυτών των εντολών, αλλά και πολλών ακόµα που δίδονται από άγνωστα κοιτάσµατα του υποσυνειδήτου µας, πρέπει να συνεργήσουν και άλλα στοιχεία, µη ελεγχόµενα. Και γι’ αυτό, παραµένει µυστηριώδης ο µηχανισµός δηµιουργίας συγκίνησης από το έργο τέχνης. Πώς, δηλαδή, καταφέρνει να µεταδίδει ατελείωτες ερµηνείες στον καθένα µας, αλλά και σε κάθε εποχή; Γιατί τα σπουδαία έργα «µιλούν» στους ανθρώπους;
Ποια στοιχεία διατρέχουν τη ζωγραφική σας; Και πώς προέκυψαν αυτές οι εµµονές ή οι ιδιαίτερες προτιµήσεις, στις συγκεκριµένες θεµατικές ενότητες;
∆εν ξέρω γιατί, αλλά η γοητεία των ερειπίων και ο διάλογος του σκότους µε το φως ασκούσαν σε µένα και ασκούν µια έλξη που µε οδήγησε να ζωγραφίζω πηγάδια, σκοτεινά παράθυρα, σκουριές, παλιά ξύλα και γενικά, ό,τι µας θυµίζει την επερχόµενη απώλεια.
Τα άλογα, επίσης, κατέχουν µία ξεχωριστή θέση στο έργο σας. Από πού πηγάζει η αγάπη σας γι’ αυτά;
Σ’ ένα κείµενό του ο Σεφέρης για τους ∆ελφούς, µιλάει για τον Ηνίοχο και αναρωτιέται πού πήγαν τ’ άλογα. Προσπάθησα να ζωγραφίσω ένα άλογο να κοιτάει πίσω, ως επιθυµία διαλόγου µ’ ένα παρελθόν. Ζωγράφισα πολλές παραλλαγές. Μόνα τους, γονατισµένα, ελεύθερα ή µε σχοινί. Είναι µεγάλη η ιστορία µε τα άλογα.
Σπουδάσατε στην Ανωτάτη Σχολή Καλών Τεχνών της Αθήνας µε σπουδαίους δασκάλους, µεταξύ των οποίων και ο Γιάννης Μόραλης. Σας καθόρισε κάποιος απ’ αυτούς πιο έντονα στη µετέπειτα πορεία σας;
Η διδακτική µέθοδος του Μόραλη ήταν για µένα καθοριστική, γιατί της απέδιδα (και είχε) µεγάλη σοφία. Ήταν συνέχεια της βυζαντινής µεθόδου κι εµπλουτισµένη από άλλες ζωγραφικές εµπειρίες. Εγώ, για τους αρχιτέκτονες εφήρµοσα τη δική του διδασκαλία. Σ’ ένα µικρό κείµενο που δηµοσιεύτηκε στην εφηµερίδα «Καθηµερινή», περίπου έναν µήνα πριν από το θάνατό του κι έχοντας τη χαρά να τον βλέπω να το διαβάζει, του ζήτησα την έγκριση να δηµοσιευθεί. Μου είπε µε ταπεινοφροσύνη, αλλά και ικανοποίηση: «Εγώ τα έλεγα όλα αυτά;».
Υπήρξατε καθηγητής στη Σχολή Αρχιτεκτονικής στο Εθνικό Μετσόβειο Πολυτεχνείο, για σχεδόν 40 χρόνια. Ποια είναι η πιο σηµαντική νουθεσία που προσπαθήσατε να περάσετε στους µαθητές;
Τη συνέπεια και την υπευθυνότητα για ό, τι αναλαµβάνουν. Φαντάζει περίεργο, αλλά είναι αλήθεια ότι η τέχνη, η ουσιαστική, προϋποθέτει το ήθος.
Η φθορά έχει ιδιαίτερη θέση στην εικονογραφία σας, παλιές µηχανές, εγκατελελειµένα σπίτια, ξεχασµένα θαλάσσια ξύλα. Τι κρύβεται πίσω από αυτές τις εικόνες;
∆εν θέλω να στέλνω µηνύµατα, να κάνω διαπιστώσεις ή υποδείξεις. Θα ευχόµουν κοιτάζοντας κάποιος τα έργα µου να αισθανθεί κάτι απ’ την περασµένη του ζωή. Να θυµηθεί έναν τόπο ή ένα περιστατικό ξεχασµένο. Αν υπάρξει κάποια συγκίνηση, αυτή και µόνο γίνεται όχηµα για ταξίδια.
Σήµερα, κοιτώντας τη ζωή σας προς τα πίσω, υπάρχει κάτι που θα αλλάζατε;
∆εν έχω τίποτα ν’ αλλάξω, εκτός απ’ τη µεγάλη ταχύτητα που πέρασε η ζωή.
Πού κρύβεται η αληθινή ευτυχία για εσάς;
Είναι ταυτισµένη µε την ευτυχία της κόρης µου.
Info: Η έκθεση «Πέτρες, Σκουριές και Θαλάσσια Ξύλα» θα φιλοξενείται στην γκαλερί Artion, 15 - 30 Νοεµβρίου.
ΔΕΙΤΕ ΤΗ ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ ΣΤΟ ΤΕΥΧΟΣ GLOW 153 NOΕΜΒΡΙΟΣ 2019