Η κεραμίστρια και σχεδιάστρια κοσμημάτων Alix Reynis είχε ένα πολύ συγκεκριμένο κριτήριο για το σπίτι που ήθελε να βρει στο Παρίσι: έπρεπε να είναι ένα ακίνητο εποχής που χρειαζόταν κάποιες -αλλά όχι πολλές- εργασίες, έπρεπε να έχει κήπο και, κυρίως, χώρο για την πολυμελή οικογένειά της (το ζευγάρι έχει τέσσερα παιδιά). Κάτι τέτοιο είναι σπάνιο στο Παρίσι, όπου οι περισσότεροι άνθρωποι ζουν σε διαμερίσματα, και έτσι περίμενε υπομονετικά να βρεθεί το κατάλληλο μέρος.
Ήταν μια ευτυχής σύμπτωση, λοιπόν, όταν μια φίλη της άλλαξε καριέρα κι έγινε μεσίτρια και μια από τις πρώτες της καταχωρήσεις ήταν ένα σπίτι με πέντε υπνοδωμάτια και δύο μπάνια, με μεγάλο μπροστινό κήπο και, χάρη στην τοποθεσία του στο πολύ κομψό 5ο διαμέρισμα, είχε θέα στο Πάνθεον.
Η κατοικία χτίστηκε στα τέλη του 1800 και είχε να πειραχτεί από τη δεκαετία του 1950. «Δεν το ερωτεύτηκα αμέσως. Ήταν σε πολύ κακή κατάσταση», λέει η Alix. Ορισμένες από τις διακοσμητικές επιλογές του προηγούμενου ιδιοκτήτη την έβαλαν σε σκέψεις για το αν έπρεπε να το αγοράσει, αλλά η Alix μπορούσε να δει ότι στην ουσία ήταν ακριβώς αυτό που έψαχναν. «Όλα τα πρωτότυπα αρχιτεκτονικά χαρακτηριστικά ήταν εκεί και η διακόσμηση μπορούσε να αλλάξει ριζικά».
Άρπαξε την ευκαιρία κι έπιασε γρήγορα δουλειά. Το άμεσο έργο που είχε αναλάβει τις ζημιές που είχαν γίνει στο πέρασμα των χρόνων. «Ήθελα να έχει μια πολύ κλασική αίσθηση. Σαν να μην το είχε αγγίξει ποτέ κανείς ή να μην το είχε διακοσμήσει ποτέ», αναφέρει η Alix.
Οι πρώτες εργασίες που ανέλαβαν ήταν να γκρεμίσουν τους περιττούς τοίχους και τις πόρτες που χώριζαν τον διάδρομο, την τραπεζαρία και την κουζίνα στο ισόγειο. «Νομίζω ότι η ροή ενός σπιτιού είναι πολύ σημαντική όταν έχεις μεγάλη οικογένεια».
Ο κάποτε δαιδαλώδης χώρος είναι τώρα ανοιχτός κι ευάερος, με την κουζίνα και την τραπεζαρία να χωρίζονται διακριτικά από μια κομψή καμάρα. Η Alix ελπίζει ότι μια μέρα θα κατασκευάσει μια νέα κουζίνα σε μια επέκταση, οπότε δεν επένδυσε πολλά σε αυτή την «προσωρινή». «Μου αρέσει μάλλον η φθαρμένη εμφάνιση. Νομίζω ότι προσθέτει στον χώρο», σημειώνει. Τα ντουλάπια είναι βαμμένα με το χρώμα Pantalon της Farrow & Ball, το οποίο υπάρχει και στις επενδύσεις σε όλο το σπίτι, συνδέοντας κάθε δωμάτιο.
Σε άλλα σημεία του σπιτιού τα χαλιά αντικαταστάθηκαν με ξύλινα πατώματα, ενώ οι περιττές πόρτες έκλεισαν. Τα μοτίβα και τα χρώματα χρησιμοποιούνται με διακριτικό τρόπο, επιτρέποντας στις αντίκες να πρωταγωνιστήσουν. «Λατρεύω να πηγαίνω σε brocantes στο Παρίσι, ή οπουδήποτε αλλού στη Γαλλία», λέει, αναφέροντας την έκθεση αρχαιοτήτων Chatou και το Materiaux Authentiques, λίγο έξω από τη Λιλ, ως τα αγαπημένα της σημεία για να αγοράσει έπιπλα και άλλα διακοσμητικά της εποχής Haussmann.
Η είσοδος, με το δάπεδο από σκακιέρα, οδηγεί από τη μία πλευρά σε μια σπειροειδή σκάλα που ανεβαίνει στην κορυφή του σπιτιού. Από την άλλη βρίσκεται το καθιστικό. Εδώ είναι που η οικογένεια πραγματοποιεί το κυριακάτικο τελετουργικό της. «Ανάβουμε τη φωτιά, ψήνουμε κάστανα και τα τρώμε με τυρί», εξηγεί η Alix. Η ίδια σχεδίασε τους καναπέδες, και οι δύο επενδεδυμένοι με ένα γήινο πράσινο βελούδο που ταιριάζει με τις κουρτίνες. Οι χρυσές αντίκες καθρέφτες αντισταθμίζονται από τα ξύλινα τραπεζάκια του καφέ και τη λάμψη ενός κρυστάλλινου πολυέλαιου, που βρέθηκε σε ένα brocante.
Στους δύο επάνω ορόφους στεγάζονται όλα τα υπνοδωμάτια και τα μπάνια. Τα δωμάτια των παιδιών βάφτηκαν σε μπλε, κίτρινα και ροζ χρώματα. «Μου αρέσει η ιδέα ότι κάθε υπνοδωμάτιο έχει διαφορετικό χρώμα. Μου θυμίζει τα εξοχικά σπίτια στα οποία έμενα ως παιδί». Η κύρια κρεβατοκάμαρα, ωστόσο, παρέμεινε λευκή. «Ο σύζυγός μου ήταν αποφασισμένος. Είναι το μόνο πράγμα στο οποίο ενέδωσα και τώρα είμαι πραγματικά ικανοποιημένη που το έκανα. Αυτό σήμαινε ότι μπορούσα να διαλέξω ένα πραγματικά τολμηρό χρώμα για τις κουρτίνες». Τέλος, στο γραφείο βρίσκεται μια περίτεχνη χρυσή λάμπα, που χάρισαν στην Alix οι παππούδες της. «Μου άρεσε πολύ η αισθητική τους», λέει γι' αυτούς. «Ήταν κλασικό και διαχρονικό και αυτό ακριβώς ήθελα να αποτυπώσω και στο δικό μου σπίτι».
Δείτε στην gallery περισσότερες φωτογραφίες!
Πηγή: House & Garden | Φωτογραφίες: Owen Gale