Μια απλή κίνηση κι αμέσως μετά μια στιγμή που «φυλακίζεται» από ένα κλικ, είναι αυτή που μπορεί και μένει στον χρόνο. Είναι αυτή η ελάχιστη στιγμή που το φως καταγράφει ακαριαία μια εικόνα. Το να μπορεί να αποτυπωθεί η ματιά ενός φωτογράφου σε αυτήν με απόλυτη αίσθηση αμεσότητας απαιτεί να είναι «εκεί». Να τα βάζει συνεχώς με τον εαυτό του και με το φως. Να «συνεργάζεται» μαζί του αντισταθμίζοντας τις δυνατότητες που δίνει κάθε φορά, να βρίσκει την κατάλληλη γωνία, να χειρίζεται άψογα τη μηχανή που έχει στα χέρια του, να ξέρει να δίνει χρόνο στον άνθρωπο που έχει απέναντι του για να «ξεδιπλωθεί» και να εκφραστεί, να εκμεταλλεύεται τη σκιά που παιχνιδίζει πάνω σε ένα πρόσωπο, να «αρπάζει» εκείνα τα άπιαστα χρώματα που δυναμώνουν τις εντυπώσεις πριν ξεθυμάνουν. Είναι αυτά, κι άλλα τόσα που παίζουν τον ρόλο τους στο αποτέλεσμα μιας φωτογραφίας. Το να γεννηθούν, όμως, συναισθήματα και να τραβήξει μια εικόνα την προσοχή δεν είναι δεδομένο.
Βλέποντας τη δουλειά της φωτογράφου μόδας Θεοδώρας Κυζιρίδου, που πρόσφατα επέλεξε να δημοσιεύσει η ιταλική Vogue στην ιστοσελίδα της, πιάστηκα να παρατηρώ όλα αυτά τα παιχνίδια με το φως, την ένταση στο βλέμμα, το στήσιμο των μοντέλων της, κι αλλά πολλά που με έκανε να «δω». Ήταν μια καλή αφορμή για να αναζητήσω κι άλλο υλικό και να βρεθούμε να συζητάμε για τέχνη, μόδα, αισθητική, κι όλα αυτά τα «ωραία» που κάνουν έναν άνθρωπο να θέλει να δημιουργεί. Είναι όμως τελειομανής, και αυτό σημαίνει ότι σπάνια θα νιώσει απόλυτα ικανοποιημένη με τις φωτογραφίες της. Το ότι βέβαια ένα μέσο αυτού του βεληνεκούς αναγνώρισε και πρόβαλε τη δουλειά της είναι μια καλή αρχή. Μια αναγνώριση και μια απάντηση στο γιατί τελικά οι τελειομανείς άνθρωποι «παιδεύονται» στην πορεία τους, αλλά κάποια στιγμή ανταμείβονται.
Όλες όμως οι αγάπες και οι ροπές έχουν την εξήγηση τους. Και είναι ωραίο να ξεδιπλώνονται αυτές οι «μικρές» ιστορίες πίσω τους. Με παππού ράφτη και δύο γιαγιάδες μοδίστρες, η Θεοδώρα μεγάλωσε δίπλα σε ραπτομηχανές και πατρόν. Τη μάγευαν τα χρώματα, οι υφές και τα υφάσματα από μικρή ηλικία. Την ενθουσίαζαν και εξακολουθούν να την ενθουσιάζουν όλα όσα έχουν να κάνουν με τη μόδα. Βρήκε σ' αυτήν έδαφος για έκφραση. «Είναι η δύναμη που έχει η φωτογραφία μόδας να δημιουργεί συναισθήματα στον θεατή της», μου εξηγεί. Πριν πιάσει στα χέρια της κάμερα, προηγήθηκαν ακαδημαϊκά κι άλλα βήματα. Φοίτησε στο τμήμα Οργάνωσης και Διοίκησης Επιχειρήσεων του Πανεπιστημίου Μακεδονίας και αφού αποφοίτησε, γράφτηκε σε ιδιωτική σχολή φωτογραφίας. Δοκιμάστε για δύο χρόνια εκεί και στη συνέχεια ακολούθησε μια «πολύτιμη», όπως μου την περιέγραψε, πρακτική άσκηση που έλαβε από το Μουσείο Φωτογραφίας Θεσσαλονίκης.
Η Ιταλική Vogue δημοσίευσε, αρχικά ένα αυτο-πορτραίτο σου και πρόβαλλε το προφίλ σου. Στη συνέχεια ακολούθησε η δημοσίευση μιας δεύτερης φωτογραφίας. Αλήθεια, πώς προέκυψε όλο αυτό και πώς το εισέπραξες;
Έστειλα τη συγκεκριμένη εικόνα στην πλατφόρμα του περιοδικού την οποία επιμελήθηκαν οι Photo Editors της Ιταλικής Vogue και την έκαναν αποδεκτή. Το εισέπραξα ως επιβράβευση της γενικότερης προσπάθεια και δουλειάς μου πάνω στην φωτογραφία της μόδας.
Εκτός από την φωτογραφία υπάρχει κάποια άλλη τέχνη στην οποία έχεις αφιερωθεί επαγγελματικά ή σαν χόμπι;
Έχω μεγάλη αδυναμία στον κινηματογράφο και παρακολουθώ πολλές ταινίες. Ο θαυμασμός μου στην έβδομη τέχνη με οδήγησε στο να ασχοληθώ και με την δημιουργία βίντεο. Τόσο η φωτογραφία όσο και το βίντεο αποτελούν ένα κώδικα επικοινωνίας και έκφρασης, είναι με λίγα λόγια δύο γλώσσες μεν, διαφορετικές δε.
Και οι φωτογραφικές «επιρροές» σου; Ποιες μπορεί να είναι;
Η έρευνα στο internet και στη διεθνή βιβλιογραφία θεωρείται για εμένα κάτι απαραίτητο και απόλυτα δημιουργικό. Μελετώ για ώρες τις εικόνες του Patrick Demarchelier , του Richard Avedon , του Irving Penn καθώς και πολλών άλλων φωτογράφων μόδας. Μαθαίνω και εμπνέομαι από αυτούς.
Αν και όλα είναι «παιδιά» σου, ποια είναι η πρώτη φωτογραφία που θα έδειχνες από τις μέχρι σήμερα δουλειές σου;
Δύσκολη ερώτηση…
Ψηφιακός αισθητήρας ή φιλμ;
Ως επί το πλείστον χρησιμοποιώ ψηφιακό αισθητήρα, αλλά το φιλμ είναι η “ψυχή” της φωτογραφίας, μαζί με τον σκοτεινό θάλαμο και τα χημικά υπήρξαν από τα βασικά θεμέλια αυτής της μορφής τέχνης. Με την αναλογική φωτογραφία ο φωτογράφος έρχεται σε άμεση επαφή με τις εικόνες του. Αντίθετα τα δύο αυτά είδη είναι αυτόνομα και ιδιαίτερα, έχοντας αντίστοιχα τα θετικά και τα αρνητικά τους. Εκεί, δηλαδή, που η ψηφιακή φωτογραφία κυριαρχεί σε ταχύτητα και πρακτικότητα, η αναλογική προσφέρει ανώτερη ποιότητα.
Τη ματιά σου με ποιον τρόπο την εξασκείς;
Πηγαίνω σε εκθέσεις, διαβάζω βιβλία, βλέπω ταινίες και παρατηρώ πολύ τους ανθρώπους.
Αγαπημένο μοντέλο φωτογραφικής μηχανής έχεις;
Ναι, Cannon 6D.
Ποιοι Έλληνες ή και ξένοι σχεδιαστές σου διεγείρουν την προσοχή;
Ξεχωρίζω τον οίκο Chanel για τα φίνα υφάσματα και την πιο αριστοκρατική αισθητική του, καθώς και τον οίκο Saint Laurent με τις κολακευτικές γραμμές και τις εμβληματικές δημιουργίες. Αποτελούν την επιτομή της υψηλής ραπτικής.
Το Instagram ως πλατφόρμα επικοινωνίας έχει προσφέρει μεγάλη ευκολία και αμεσότητα. Οι γνώμες, βέβαια, των επαγγελματιών φωτογράφων διίστανται. Για σένα πώς λειτουργεί αυτό το μέσο;
Ζούμε στην εποχή των εικόνων. Αυτό είναι σίγουρο. Το Instagram είναι ένας ωκεανός από εικόνες και οπτική πληροφορία. Το χρησιμοποιώ αρκετά, μπορεί κανείς να δει εξαιρετικές εικόνες και να έρθει σε επαφή με ανθρώπους που εκτιμούν την δύναμη της εικόνας.
Κλείνοντας, ποιος είναι ο επόμενος στόχος-βήμα για εσένα μέσα στο 2018;
Μου αρέσει να εξελίσσομαι διαρκώς και πιστεύω πως θα με βοηθούσε να εμπλουτίσω τις γνώσεις μου πάνω στη φωτογραφία ένας μεταπτυχιακός τίτλος σπουδών.