Η μνημειακή σύνθεση απέναντι από αυτό το σπίτι εντυπωσιάζει: το Εθνικό Μετσόβιο Πολυτεχνείο (1862-1878) του Λύσανδρου Καυταντζόγλου και το Αρχαιολογικό Μουσείο (1866-1889) των Ludwig Lange / Ernst Ziller στα αριστερά. Σαν να μην έφτανε αυτή η μνημειακή διάταξη νεοκλασικής αρχιτεκτονικής, ο επιβλητικός λόφος του Λυκαβηττού φαίνεται στο βάθος, το απόλυτο αθηναϊκό ορόσημο, αντάξιο του Sugarloaf στο Ρίο ντε Τζανέιρο. Τόσο το Μουσείο όσο και το Πολυτεχνείο διατηρούν ένα κοινό αρχιτεκτονικό λεξιλόγιο: μαρμάρινες κιονοστοιχίες μπροστά από τοίχους γήινων αποχρώσεων κι ένας διάλογος που εμπλουτίζεται από το πράσινο στους υπαίθριους χώρους.
Αυτό το ρετιρέ στον έβδομο όροφο έχει θέα σε αυτά τα
ιστορικά ορόσημα και η ανακαίνισή του από τους Mplusm Architects συνδύασε εκ νέου γήινα χρώματα
με λευκούς τοίχους. Ανταποκρινόμενοι στο μέγεθος της μεγάλης βεράντας, επέλεξαν να μεγαλώσουν όλα τα παράθυρα, επιλέγοντας ένα ζεστό γκρι για
τις εξωτερικές προσόψεις, που εσωτερικά βάφονται λευκές.
Ήταν ευδιάκριτη από νωρίς η βαθιά γνώση του ιταλικού και του σκανδιναβικού design στους ιδιοκτήτες. Κάτι που οδήγησε την αρχιτεκτονική ομάδα και σε μια αντιστροφή της τυπικής σχεδιαστικής διαδικασίας: γιατί από την αρχή η συλλογή των επίπλων ήταν σχεδόν πλήρης, οπότε έμοιαζε ότι είχαν κληθεί να σχεδιάσουν το διαμέρισμα γύρω τους.
Δεν μπορούσε, για παράδειγμα, κανείς να αποφανθεί γρήγορα για το χρώμα των εσωτερικών τοίχων: έπρεπε να μιμηθούν ένα σκηνικό λευκής γκαλερί (στις οποίες τα vintage αυτά έπιπλα φωτογραφίζονταν) ή θα μπορούσαν να εισάγουν χρώματα που να ταιριάζουν με τις διαφορετικές υφές και τη θέα.
Η ανακαίνιση στην οποία κατέληξαν και πραγματοποιήθηκε, συνδυάζει τελικά και τις δύο προσεγγίσεις -η ίδια η άρθρωση των χώρων φάνηκε να την ευνοεί: ο σχηματισμός δύο χώρων, ενός για την κουζίνα κι ενός για την ντουλάπα εισόδου υπογραμμίζονται από την τολμηρή χρήση του χρώματος. Ο πρώτο χώρος είναι η κουζίνα, με συρόμενες γυάλινες πόρτες Rimadesio, με καρναζέικο μάρμαρο (από την Αργολίδα) και πλαισιώνει μια θέα προς το πλήθος πολυκατοικιών προς την Ακρόπολη.
Το λακαρισμένο ξύλινο στοιχείο εσωκλείει μια μικρή βιβλιοθήκη, κρυμμένη πίσω από ένα συρόμενο πάνελ που δεν είναι άλλο από την πόρτα που οδηγεί στα υπνοδωμάτια. Μετά από αυτή την πόρτα ακολουθεί ο διάδρομος όπου εκτίθενται μια σειρά από ασπρόμαυρα χαρακτικά, ενώ οι τοίχοι του είναι βαμμένοι με μια βαθιά απόχρωση τερακότας.
Αυτό το χρώμα θα έλεγε κανείς ότι σχετίζεται άμεσα με τα μνημειακά νεοκλασικά κτίρια που βρίσκονται απέναντι αλλά στην πραγματικότητα επιλέχθηκε ως ο ιδανικός συνδυασμός με το (υπάρχον) μωσαϊκό δάπεδο της εισόδου. Το μάρμαρο επανεμφανίζεται στο κύριο λουτρό -εδώ κυριαρχεί το Oasis Green (από την Τήνο)-, ώστε να ταιριάζει με τις ξύλινες επενδύσεις του καθρέφτη.
Οι αρχιτέκτονες πιστεύουν ότι αυτή η ανακαίνιση πέτυχε μια εντελώς ιδιαίτερη ισορροπία μεταξύ των vintage επίπλων, μαζί με τις επιφάνειες ελληνικών μαρμάρων (η συμπερίληψή τους σε τόσο μεγάλο ποσοστό στα εσωτερικά φινιρίσματα, θυμίζει εσωτερικούς χώρους από το Μιλάνο, οικείο περιβάλλον για τους ιδιοκτήτες).
Αbout
H Μαρίτα Νικολούτσου (1969, Αθήνα) πήρε το δίπλωμα αρχιτεκτονικής από το ΕΜΠ το 1992 και ο Μέμος Φιλιππίδης (1967, Αθήνα) από το ΕΜΠ το 1991 και το Μaster in Architecture από το Yale University το 1993. Διατηρούν το αρχιτεκτονικό γραφείο MPLUSM ARCHITECTS από το 2001. Στόχος τους είναι να αφομοιώσουν διεθνείς επιρροές καθώς εξερευνούν την ιδιαιτερότητα του κάθε έργου και την αγκύρωση του σε τοπικά χαρακτηριστικά.
Φωτογραφίες: Αλίνα Λέφα