Η μακρόχρονη αφοσίωση και η αγάπη της για την ιστορία, τους ανθρώπους, τη λαϊκή παράδοση και τον ευρύτερο πολιτισμό της Θράκης οδήγησαν την εξαιρετικά δραστήρια και αεικίνητη Αγγελική Γιαννακίδου στο να δημιουργήσει ένα μουσείο μοναδικό, που κατόρθωσε να συνδέσει τη γνώση της παράδοσης με τη σύγχρονη πραγματικότητα και να δώσει νέα πνοή σε παραδοσιακές, σχεδόν ξεχασμένες, τεχνικές παραγωγής. Το αποτύπωμα του σπουδαίου έργου της αντανακλάται, μεταξύ άλλων, στη γέννηση του δικτύου αριστοτεχνίας “Riza”, ενώ η πρόσφατη επίσκεψη της Προέδρου της Δημοκρατίας, Κατερίνας Σακελλαροπούλου, τον περασμένο Ιούλιο, αλλά και η παλαιότερη επίσκεψη της καλλιτεχνικής διευθύντριας του οίκου Dior Maria Grazia Chiuri, αποτελούν δείκτες επιτυχίας για το Εθνολογικό Μουσείο Θράκης και δικαιολογούν την ξεχωριστή θέση που έχει αποκτήσει στον πανελλαδικό χάρτη των μουσειακών ιδρυμάτων.
Εν αρχή ην... η λαϊκή παράδοση
Η Αγγελική Γιαννακίδου ήρθε στη Θράκη ως νύφη, το 1967, από τη Θεσσαλονίκη. Σε μια εποχή που κανείς δεν αναφερόταν στην ιστορία της περιοχής, εντυπωσιάστηκε από αυτό που είδε. Η ίδια θυμάται: «Είχα την εντύπωση ότι πήγα σ’ έναν άλλο κόσμο, καθώς η Θράκη τότε ζούσε ακόμη τον παραδοσιακό βίο και ως προς την υλικότητα και ως προς την άυλη πολιτιστική κληρονομιά. Δηλαδή, δρώμενα που σήμερα γίνονται ως φεστιβαλικές εκδηλώσεις των συλλόγων εγώ τα βίωσα. Για παράδειγμα, οι γυναίκες κάθε Κυριακή έβαζαν τις καλές τους φορεσιές και έβγαιναν στην πλατεία του χωριού για να χορέψουν, για να διασκεδάσουν. Τότε, μόνο η Αλεξανδρούπολη είχε ηλεκτρικό φως». Μαγεμένη από την ομορφιά του φυσικού τοπίου, άρχισε σιγά σιγά να γνωρίζει τους ντόπιους, να συζητάει μαζί τους και να μαθαίνει τις προσωπικές τους ιστορίες. Πρόκειται για μια εποχή (από τη δεκαετία του ’70 και μέχρι και τα τέλη του ’90) που το lifestyle μεσουρανεί και η λαϊκή παράδοση έχει γίνει φολκλόρ. «Ο εξαστισμός του πληθυσμού της υπαίθρου, που ξεκίνησε από τον Εμφύλιο και μετά, άρχισε να ερημώνει τα χωριά μας από την εσωτερική και εξωτερική μετανάστευση. Οπότε, όταν εγώ πήγαινα σε αυτά τα μέρη, οι άνθρωποι με καλοδέχονταν, γιατί σκέφτονταν ότι κάποιος ενδιαφερόταν να δει πώς ήταν η ζωή τους. Τους φαινόταν, βέβαια, παράξενο, γιατί ήδη το σύστημα είχε αρχίσει να τους τοποθετεί σε μια θέση, σαν να ήταν πολίτες τρίτης κατηγορίας. Εμένα πάλι με ενδιέφερε αυτή η γέννηση των πραγμάτων, ο αγροτικός κόσμος και οι προφορικές ιστορίες. Και από ένστικτο ίσως, είδα τι υπήρχε πίσω από όλο αυτό το πράγμα. Μέσα από τις πολλές συνεντεύξεις και την επαφή με τους ανθρώπους διαπίστωσα ότι αυτό το κομμάτι δεν ήταν απλά διακοσμητικό, ήταν ζωντανό και εμπεριείχε μία δυναμική μέσα του», εξιστορεί η κ. Γιαννακίδου, εξηγώντας τους λόγους που την οδήγησαν στην ίδρυση του Μουσείου. Παράλληλα με τη βιωματική σχέση που είχε με τον χώρο, άρχισε να ενημερώνεται και θεωρητικά, να διαβάζει για την ιστορία του τόπου, για να μπορέσει να κατανοήσει την ανθρωπογεωγραφία της Θράκης όσο το δυνατόν καλύτερα. Όπως παραδέχεται, «όλο αυτό ήταν ένα ταξίδι που έκανα με το μυαλό μου και την ψυχή μου και πέρα από το ότι ήταν ένα μεγάλο σχολείο, ήταν τελικά και τόσο δυνατό, που έφτασε να με προσδιορίσει και να με οδηγήσει να κάνω ένα μουσείο, για να δείξω τη δική μου οπτική, το δικό μου βίωμα». Έπειτα από τέσσερα χρόνια προετοιμασίας, το Εθνολογικό Μουσείο Θράκης άνοιξε τις πύλες του για το κοινό το 2002, σ’ ένα κέλυφος ιστορικό, ένα κτίριο του 1899, η ιστορία του οποίου είναι συνυφασμένη με αυτήν της ίδιας της πόλης, καθώς η Αλεξανδρούπολη ιδρύθηκε το 1870.
Η κληρονομιά του χθες και η δυναμική της στο σήμερα
Καθώς συζητάμε για την πολύπαθη ιστορία της Θράκης, από την οθωμανική κατάκτηση μέχρι την τριχοτόμησή της, στις αρχές του 20ού αιώνα, η Αγγελική Γιαννακίδου μού εξηγεί ότι ένα μουσείο πρέπει να λειτουργεί σε μια κοινωνία ως ήπια δύναμη και να βρίσκεται σε διάδραση με αυτήν, γιατί διαχειρίζεται τη μνήμη της. Και καθώς η μνήμη ανήκει στην κοινωνία, άρα και το μουσείο ανήκει στην κοινωνία. «Όλα αυτά αποτυπώνονται στα τμήματα και στις δράσεις του ΕΜΘ, ενός Μουσείου μικρού σε χωρητικότητα, που όμως γίνεται η αφορμή για να υλοποιηθούν πολλές δράσεις. Έχουμε πάνω από 6.500 αντικείμενα, 8.000 φωτογραφίες και 5.000 έγγραφα, αλλά είναι αδύνατον να τα εκθέσουμε όλα μαζί. Προσπαθούμε κάθε φορά, είτε μέσα από περιοδικές εκθέσεις είτε μέσα από δράσεις, να παρουσιάζεται ένα μέρος του υπόλοιπου υλικού», σημειώνει. Μέσα από την ανάγκη για τη διατήρηση των παραδοσιακών τεχνικών παραγωγής γεννήθηκε πριν από μερικούς μήνες το project “Riza”, ένα δίκτυο τεχνουργών που λειτουργεί κάτω από τη σκέπη του Μουσείου, αναβιώνοντας χειροποίητες τεχνικές, όπως η υφαντική, η κεντητική και η μεταλλοτεχνία. Όπως επισημαίνει η κ. Γιαννακίδου, «η ανταπόκριση στο ευρύτερο κοινό, αλλά και στους ίδιους τους τεχνίτες και τις τεχνίτριες, είναι εξαιρετικά θετική. Πιστεύω ότι στην πορεία του εγχειρήματος θα ενθαρρυνθούν τόσο, που θα δημιουργηθούν αυτοί οι “πυρήνες” ξανά, οπότε είναι σαν να ξαναπιάνουμε το νήμα. Μην ξεχνάμε ότι ένας τόπος είναι οι άνθρωποί του. Αν αυτοί δεν παράγουν, ο τόπος δεν υποστηρίζεται». Σήμερα, που τα πράγματα, όσον αφορά στην επιχειρηματικότητα, επαναπροσδιορίζονται σε σχέση με τις ύλες, την κλιματική αλλαγή και τη βιώσιμη ανάπτυξη, το timing είναι καλό για να ξαναδούμε τη δυναμική των παραδοσιακών τεχνικών και πώς θα αποκτήσουν θέση στο σήμερα. Εκτός από το δίκτυο “Riza”, πολύ σημαντικό project είναι και το νέο Δίκτυο Μικρών Αγροτικών Μουσείων, που στήνεται αυτόν τον καιρό σε τέσσερα διαφορετικά μέρη της Θράκης, με διαφορετικές θεματολογίες (μουσική, ύφανση, διατροφή κ.ά.). Τα μουσεία αυτά θα λειτουργούν αυτόνομα, όχι ως παραρτήματα του ΕΜΘ, και θα υποστηρίζονται από βιωματικές δράσεις. Όπως μου αναφέρει η κ. Γιαννακίδου, «πρόκειται για ένα μεγάλο στοίχημα -τόσο το δίκτυο των τεχνουργών όσο και των αγροτικών μουσείων-, καθώς εντάσσεται στον στόχο να ξαναπιάσουμε το νήμα της λαϊκής παράδοσης και να ξαναστήσουμε ένα παραγωγικό δίκτυο».
Τέλος, όσον αφορά στον εκθεσιακό προγραμματισμό του ΕΜΘ, το φθινόπωρο θα φιλοξενήσει μία έκθεση, στο πλαίσιο των εορτασμών για την Επανάσταση του 1821, ενώ, παράλληλα, έχουν ήδη δρομολογηθεί δράσεις για το 2022-2023, σε συνεργασία με την Πανελλήνια Ομοσπονδία Θρακικών Σωματείων και το Δημοκρίτειο Πανεπιστήμιο Θράκης, όπως η έκθεση με τίτλο «Θρακιώτες: Οι Πρόσφυγες της Ανατολής και οι Μετανάστες της Δύσης».
Η ιδρύτρια και πρόεδρος του Εθνολογικού Μουσείου Θράκης, Αγγελική Γιαννακίδου, μιλάει για το ίδρυμα και τις πολυσήμαντες δράσεις του, μέρος των οποίων αποτελούν το Δίκτυο Τεχνουργών “Riza” (Ρίζα) και το νέο Δίκτυο Μικρών Αγροτικών Μουσείων, που στήνεται αυτόν τον καιρό.
Κεντρική φωτογραφία: Η Αγγελική Γιαννακίδου κατά την παράδοση του έργου «Ταμείο Μνήμης» στην Πρόεδρο της Δημοκρατίας, Κατερίνα Σακελλαροπούλου|Θοδωρής Μανωλόπουλος
ΔΗΜΟΣΙΕΥΤΗΚΕ ΣΤΟ ΠΕΡΙΟΔΙΚΟ GLOW ΣΤΟ ΤΕΥΧΟΣ ΟΚΤΩΒΡΙΟΥ 2021