fbpixel

Search icon
Search
SKG Stories: Χάρης Σταυρίδης
SKG STORIES

SKG Stories: Χάρης Σταυρίδης

Για όσα θυμάται με νοσταλγία και τα αγαπημένα του σημεία στην πόλη


Ο αεικίνητος και δημιουργικός Χάρης Σταυρίδης, ο ιδρυτής του Globe & Trotter, ενός νέου agency για luxury hospitality PR & branded experiences και συνεργάτης του αγγλικού InStyle, μιλάει για όσα ξεχωρίζει στη Θεσσαλονίκη που αγαπά, τις καλύτερες αναμνήσεις του από τα πρώτα του επαγγελματικά βήματα και τι είναι αυτό που του λείπει περισσότερο από την πόλη, τώρα που δε ζει μόνιμα εδώ.

Πέρασα ένα μέρος της ενήλικης ζωής μου αρχικά σε μια μουντή πολυκατοικία στην Αετοράχης, μισή ανάσα μακριά από την τιμημένη πιτσαρία “Σάκης”. Οι πρωινές ώρες μας έβρισκαν να καταβροχθίζουμε αφελώς υδατάνθρακες κάτω από τα άγρυπνα βλέμματα λαϊκών αοιδών, οι φωτογραφίες των οποίων διακοσμούν εν μέρει το μαγαζί (φέρνοντάς μου στο μυαλό ταινίες τρόμου με εκείνα τα spooky πορτραίτα ευγενών σε κάστρα).

Η συνέχεια ήρθε σε ένα ρετιρέ οροφοδιαμέρισμα γωνία κοντά στη Μπότσαρη με Δελφών. Οι γείτονες θα με θυμούνται για το καταπράσινο roof garden που έφτιαξαν με αγάπη οι VitaVerde, τα πανύψηλα φυτά γύρω – γύρω για τις incognito φάσεις μου και τα ώριμα πεπόνια του λαχανόκηπού μου, που προσγειώθηκαν από τον 7ο όροφο δύο φορές χωρίς –ευτυχώς– συνέπειες. Α, και για το τζάκι που άναβα αδιάκοπα από αρχές Σεπτέμβρη μέχρι και τέλη Μάιου.

Αγαπημένο μέρος για να μείνω είναι η Ικτίνου, βγάζει μια όμορφη αίσθηση γειτονιάς και ας είσαι στην καρδιά του κέντρου – απλά να θυμηθώ να βάλω γερή ηχομόνωση, αν ποτέ μετακομίσω εκεί. Επίσης, δε θα πω όχι σε οποιοδήποτε καλοδιατηρημένο ρετιρέ στη Νέα Παραλία.

Για να βολτάρω, μου αρέσουν όλα τα στενά γύρω από Δραγούμη, Ολύμπου, Φιλίππου μέχρι και τη Ροτόντα. Έχουν μια γοητεία που δυσκολεύομαι να περιγράψω με λέξεις.

Στη Θεσσαλονίκη ήρθα το 2001 για να γράφω ιστορίες για το Close Up (και ενίοτε να χοροπηδάω σαν το κατσίκι στους διαδρόμους του). Η περίοδος, όπου τα γραφεία ήταν στην Τσιμισκή, ήταν μια από τις καλύτερες στη ζωή μου και δε νομίζω ότι θα ξαναβρώ συναδέλφους σαν αυτούς που είχα εκεί. Κάθε μέρα ήταν βγαλμένη από Αμερικάνικο sitcom μόνο που τα γέλια *ήταν* αληθινά.

Δεν ήξερα με τι ήθελα να ασχοληθώ και όλα έγιναν κάπως τυχαία. Το μόνο σίγουρο ήταν, ότι λάτρευα -και ακόμη λατρεύω- τα περιοδικά. Από σύμπτωση βρέθηκα να γράφω στο ΚΛΙΚ, από σύμπτωση να σερβίρω ποτά πίσω από το μπαρ στο Art House στην Αλυσίδα. Τα υπόλοιπα «κούμπωσαν» στην πορεία. Όταν κατέρρευσε ο πύργος του lifestyle, λόγω κρίσης, μπροστά στα έκπληκτα μάτια μου βρέθηκα στο Λονδίνο και χάρη στο δίκτυο που είχα φτιάξει από το site μου, Fashion We Like, δούλεψα σε ορισμένα project για τα οποία είμαι περήφανος: συνεργασία με τα de Grisogono στις Κάννες πάνω στο Φεστιβάλ Κινηματογράφου εκεί, events στο Henri Bendel στη Νέα Υόρκη αλλά και στην Colette στο Παρίσι για την capsule collection των Onetshirt, με τον Olivier Zahm.

Παράλληλα με το Fashion We Like, το νέο μου project είναι ένα νέο agency, το Globe & Trotter. Το αντικείμενο του είναι η επικοινωνία, η lifestyle φωτογραφία και τα branded experiences για design hotels σε Ελλάδα και εξωτερικό και πελάτες όπως το Domes Noruz, το Ekies, και το Domes of Elounda.

Η Θεσσαλονίκη θα μπορούσε να είναι Βαρκελώνη, αν υπήρχε ένα πιο ανοικτό μυαλό, ένα long term όραμα και ομοφωνία. Ακούγεται κλισέ και ελαφρώς πολιτικάντικο, αλλά της λείπει ένας βασικός σχεδιασμός στον οποίον να συμφωνούν όλοι (ή να μη φέρνουν αντιρρήσεις) και μια ευελιξία στο να γίνονται πράγματα, ειδικότερα στο κομμάτι του τουρισμού.

Οι ξένοι που συναντώ στα συχνά ταξίδια μου έξω έχουν αρχίσει να ακούν για την πόλη, ενώ άρθρα, όπως εκείνο των New York Times για το food scene της Θεσσαλονίκης, βοηθούν πάρα, πάρα πολύ. Όλοι έχουν μια θετική εικόνα για μια cool πόλη με νεανικό vibe, καλό φαγητό και άφθονη διασκέδαση. Και δεν έχουν άδικο!

Τώρα που δεν είμαι μόνιμα στη Θεσσαλονίκη, αυτό που μου λείπει πιο πολύ είναι οι φίλοι μου, με διαφορά. Μετά είναι οι βόλτες το σούρουπο εκείνες τις ελαφρώς δροσερές ανοιξιάτικες βραδιές. Και μετά είναι το “γκτουμπ – γκτουμπ” από τα μπάσα του Decadence που ακούγονται από ένα τετράγωνο μακριά.

Όταν ακούω για Θεσσαλονίκη το πρώτο πράγμα που σκέφτομαι είναι η Νέα Παραλία και τι καλά θα ήταν να είχα το ποδήλατό μου.

Με το που επιστρέφω, αρχίζω τα τηλέφωνα και μετά τις διαπραγματεύσεις για το που θα πάμε, συνήθως θέλω κάτι άλλο από αυτό που μου προτείνουν. Η σωστή σειρά για μένα είναι να φάω κάτι νόστιμο κάπου που να είναι άνετα (μετάφραση: να μπορώ να ξεχυθώ στα καθίσματα) και μετά να κάνουμε χαλαρό περπάτημα. Και έπειτα ίσως για ένα ποτό.

Αγαπημένα μου μέρη στην πόλη είναι αυτά που συγκεντρώνουν την τριπλή ΑΑΑ βαθμολογία: αξιόπιστα, απαράλλαχτα, άνετα. Το Clochard είναι για μένα ένα από αυτά, παρόλο που δεν πηγαίνω όσο συχνά θα ήθελα. Το αγαπώ γιατί είναι πραγματικό στέκι, οι άνθρωποι πίσω από αυτό ξέρουν, τι θα πει φιλοξενία και το φαγητό δεν απογοητεύει ποτέ. Ακόμη, έχω απίθανες αναμνήσεις (και λίγα hangovers) από το Chan στο Met και από τον Ζύθο στις φάσεις του Φεστιβάλ Κινηματογράφου.

Μυστικό spot απόδρασης είναι το roof garden του Electra Palace, γιατί έχει την πιο όμορφη θέα και σίγουρα οι φίλοι μου δεν περιμένουν να με βρουν εκεί.

Σε έναν ταξιδιώτη θα έλεγα να έρθει είτε την άνοιξη είτε την περίοδο του Φεστιβάλ Κινηματογράφου και να δει ταινίες και να πάει παντού, από το Residents μέχρι τη Νέα Φωλιά.

Τα βράδια μου αρέσει να επιστρέφω στα λίγα πάρτι που κάνει ενίοτε το Decadence. Επόμενος σταθμός είναι το Luvin για τον Antonio και τον Βασίλη. Η γειτονιά στην Βεροίας, επίσης, έχει χάζι. Μου λείπουν πάρα πολύ τα Elektroluv πάρτι που οργάνωνα στο Decadence και ελπίζω, ότι σε μια φάση σύντομα θα μπορέσω να κάνω ξανά κάτι για το fun.

Στη Θεσσαλονίκη αγαπώ το ότι είναι όλα μαζεμένα, γνώριμα και πάντα θα βρεις κάποιον να ανταλλάξεις μια κουβέντα. Και σου δίνει επιλογές και ας γκρινιάζουν όλοι. Πάντως, θα μπορούσε να τολμάει περισσότερο στο φαγητό και κυρίως στην έθνικ / multiculti κουζίνα.

Η πόλη είναι γοητευτική, εσωστρεφής, υποσχόμενη.

Αν μπορούσα να φέρω κάποιον διάσημο εδώ, δε θα ήταν μόνο ένας. Θα καλούσα διάφορους: τον Ian Schrager που έκανε τα Edition hotel και το Public hotel, τους ανθρώπους πίσω από το High Line στη Νέα Υόρκη και τους διοργανωτές του Sonar στη Βαρκελώνη και άλλα τέτοια άτομα, και θα τους κλείδωνα σε ένα από τα γυάλινα περίπτερα στη Νέα Παραλία. Δε θα τους άφηνα να βγουν μέχρι να καταστρώσουν ένα λεπτομερές σχέδιο, για το ποια πρέπει να είναι τα επόμενα βήματα της Θεσσαλονίκης. Και πριν πει κάποιος οτιδήποτε για τα ντόπια ταλέντα, θα απαντήσω ότι αυτοί οι άνθρωποι το έχουν καταφέρει –αποδεδειγμένα– και έχουν την εμπειρία να δούνε την πόλη με την καθαρή ματιά ενός τρίτου. Και στην τελική, καλώ όποιον θέλω, σωστά;

Φωτογραφία πορτρέτου: Αντώνης Κεκιδάκης