Το Θέατρο Αμαλία έχει ανοίξει ένα νέο κεφάλαιο στην πορεία του, μεταμορφώνοντας έναν ιστορικό χώρο της Θεσσαλονίκης σε ένα ζωντανό, δημιουργικό και συμπεριληπτικό σύμπαν τέχνης. Στη συνέντευξή μας, ο Νίκος Μαυράκης μιλά για το όραμά του για το Αμαλία, την ανάγκη να ενώσει την παράδοση με την καινοτομία, αλλά και για το πώς η ανανέωση του θεάτρου επηρεάζει την πόλη και την τοπική καλλιτεχνική κοινότητα. Από τον προγραμματισμό της φετινής σεζόν στο σανίδι έως όλα όσα τον κάνουν να επιμένει και να συνεχίζει επαγγελματικά σε αυτήν την πόλη, ο ίδιος σκιαγραφεί μια δυναμική εικόνα του ελληνικού θεάτρου και της Θεσσαλονίκης, με σεβασμό στο παρελθόν, τόλμη στο παρόν και όρεξη για το μέλλον.
Το Θέατρο Αμαλία έχει μπει σε μια νέα εποχή. Τι σας ώθησε να αναλάβετε αυτό το εγχείρημα και ποιο ήταν το όραμά σας για τον χώρο;
Έχει πράγματι μπει σε μια νέα εποχή, και αυτό ήταν από την αρχή το ζητούμενο. Μας ώθησε η ανάγκη να δώσουμε ξανά ζωή σε έναν χώρο που κουβαλά τόσες ιστορίες, αλλά και να τον επανατοποθετήσουμε στο σήμερα. Δε θέλαμε να κάνουμε μια ανακαίνιση «βιτρίνα» - θέλαμε να ξαναφέρουμε στο προσκήνιο το πνεύμα του Αμαλία ως τόπο πειραματισμού, διαλόγου και τόλμης. Το όραμά μας ήταν -και παραμένει- να γίνει το Αμαλία ένας ανοιχτός, συμπεριληπτικός και ζωντανός οργανισμός - ένας χώρος που φιλοξενεί νέες φωνές, που ενθαρρύνει τη συνεργασία, που εμπνέει εμπιστοσύνη και δημιουργικότητα. Θέλουμε ο κόσμος να νιώθει ότι αυτό το θέατρο του ανήκει, ότι είναι ένας τόπος όπου μπορεί να συναντηθεί, να συγκινηθεί, να δοκιμάσει και να ονειρευτεί ξανά.


Το Αμαλία έχει μια μεγάλη ιστορία στη Θεσσαλονίκη. Πώς σκοπεύατε εξ αρχής να ισορροπήσετε ανάμεσα στον σεβασμό της παράδοσης και την ανάγκη για ανανέωση και πώς μοιάζει σήμερα το θέατρο;
Το Αμαλία είναι ένα θέατρο με βαριά μνήμη και έντονο αποτύπωμα στην πόλη. Εμείς το προσεγγίσαμε με σεβασμό, αλλά χωρίς φόβο. Δεν προσπαθήσαμε να αναπαραστήσουμε το παρελθόν του ούτε να το «μουσειοποιήσουμε». Θέλαμε να το φέρουμε στο σήμερα - να παραμείνει ένα θέατρο ζωντανό, ανοιχτό και πειραματικό, όπως υπήρξε στις πιο δυνατές του στιγμές. Η ανανέωση, για εμάς, δεν σημαίνει ρήξη με την παράδοση του χώρου, αλλά συνέχειά της μέσα από νέες γλώσσες, νέες ιδέες και νέες μορφές. Αυτό αποτυπώνεται και στον ίδιο τον χώρο: το Αμαλία έχει πλέον σύγχρονο εξοπλισμό, καθαρές γραμμές, φως, ατμόσφαιρα - μια ενέργεια που ανήκει στο τώρα. Κι όμως, κάτω από όλα αυτά, υπάρχει ακόμη ο παλμός των προηγούμενων δεκαετιών. Είναι σαν ο χώρος να θυμάται, κι εμείς να προσθέτουμε το επόμενο κεφάλαιο στην ιστορία του.
Ποιο είναι το feedback του κόσμου μέχρι στιγμής και τι σημαίνει αυτή η ανανέωση για τη Θεσσαλονίκη;
Αρχικά, ο κόσμος εντυπωσιάζεται από την ανακαίνιση και μας λέει πόσο ιδιαίτερο και καλόγουστο βρίσκει το θέατρο. Οι πεντάστερες κριτικές στο Google Maps πέφτουν βροχή! Μας λένε πως ο χώρος είναι εξαιρετικά καθαρός και το προσωπικό χαμογελαστό και ευχάριστο - κι αυτό για εμάς είναι πολύ σημαντικό, γιατί η συνολική εμπειρία του θεατή μάς αφορά βαθιά. Δε μας ενδιαφέρει μόνο τι θα δει πάνω στη σκηνή, αλλά και ποιος θα τον υποδεχτεί, το ποτό που θα πιει (και μπορεί να πάρει και μέσα στην αίθουσα), η ατμόσφαιρα που θα βιώσει. Παράλληλα, η ποικιλία και η ποιότητα των παραστάσεών μας έχουν λάβει εξαιρετικά σχόλια. Αυτό που θέλουμε είναι το κοινό του Αμαλία να μάθει να εμπιστεύεται τον προγραμματισμό μας - να ξέρει πως, αν παρακολουθήσει όλες τις παραστάσεις μας, θα έχει μια γεμάτη πολιτιστική χρονιά. Θα έχει βρει τη “φωλιά” του για να βλέπει καλό θέατρο και προτάσεις που δεν θα βρει αλλού. Ο μεγάλος νικητής, όμως, είναι η ίδια η γειτονιά - έχει ενθουσιαστεί που το Αμαλία έμεινε στη θέση του και δίνει ξανά ζωή και παλμό στην οδό Αμαλίας.



Τι παραστάσεις φιλοξενείτε αυτήν τη σεζόν και τι να περιμένουμε το επόμενο διάστημα;
Πάρα πολύ ωραία πράγματα! Τη Δευτέρα 24 Νοεμβρίου φιλοξενούμε για ένα μόνο βράδυ τη Χριστιάνα Κοσιάρη με μια παραγωγή της Στέγης του Ιδρύματος Ωνάση. Πρόκειται για μια χορευτική παράσταση όπου μια γυναίκα επιδίδεται μανιακά σε έναν ατελείωτο αγώνα δρόμου με τη φθορά του χρόνου - πάνω σε έναν κυλιόμενο διάδρομο γυμναστικής τρέχει, κάνει μπότοξ, δοκιμάζει τα πάντα για να νικήσει τον χρόνο και τη φθορά. Η παράσταση έχει ήδη περιοδεύσει στη Νέα Υόρκη, την Ιταλία και τα Βαλκάνια, και κάνει έναν μοναδικό σταθμό για ένα βράδυ στη Θεσσαλονίκη. Από 20 Νοεμβρίου ξεκινά η «Φαλακρή Τραγουδίστρια» του Ευγένιου Ιονέσκο, σε σκηνοθεσία της εξαιρετικής Σαλονικιάς δημιουργού Μαριλένας Κατρανίδου - γνωστής από τις συνεργασίες της με το Εθνικό Θέατρο, το Ινστιτούτο Γκαίτε και τους Beetroot. Μια ξεκαρδιστική, αλλά και βαθιά ποιητική, εκδοχή του θεάτρου του παραλόγου. Ακόμη, τα δευτερότριτα του Δεκεμβρίου (1-16 Δεκεμβρίου) παρουσιάζουμε την παράσταση «Το Φάντασμα» από το Τμήμα Θεάτρου του ΑΠΘ. Παρακολουθούμε την ιστορία μιας χολιγουντιανής ανερχόμενης σταρ που εξαφανίζεται μυστηριωδώς. Η αστυνομία της Νέας Υόρκης ξεκινά εξονυχιστικές έρευνες για να τη βρει, ενώ εκείνη, προσπαθώντας να γλιτώσει, τρυπώνει σε εγκαταλειμμένα θέατρα - σκονισμένα, σημαδεμένα από τον χρόνο, έτοιμα να καταρρεύσουν.

Πώς φαντάζεστε το μέλλον του ελληνικού θεάτρου και πώς θα θέλατε εσείς προσωπικά να εξελιχθείτε;
Σχετικά με την προσωπική μου εξέλιξη, νιώθω πως βρίσκομαι σε ένα πολύ καλό σημείο της επαγγελματικής μου διαδρομής. Στα τελευταία επτά χρόνια -που είναι και τα χρόνια λειτουργίας της εταιρείας μας, TooFarEast- μετράω πολλές νίκες της ομάδας μας. Αυτήν τη στιγμή οργανώνουμε και πραγματοποιούμε μία από τις μεγαλύτερες περιοδείες που λίγοι καλλιτέχνες με έδρα την Ελλάδα έχουν κάνει ποτέ: με τον Mario Banushi, έναν από τους πιο περιζήτητους καλλιτέχνες αυτή τη στιγμή στο διεθνές στερέωμα, κλείνουμε περιοδείες έως το 2028, σε Αμερική, Ευρώπη και Ασία. Δικτυωνόμαστε, εξελισσόμαστε, σχεδιάζουμε το μέλλον και τη διαδρομή του, και αισθανόμαστε πως αποτελούμε σημαντικό μέρος αυτής της πορείας. Ως εταιρεία, συνεργαστήκαμε με σπουδαία ονόματα στο πλαίσιο της Πολιτιστικής Πρωτεύουσας της Ευρώπης - Ελευσίνα 2023, όπως ο Romeo Castellucci και η Sasha Waltz, οργανώνοντας τις παραστάσεις τους εκεί. Προσωπικά, είχα την τιμή να επιλεγώ από το φεστιβάλ Theater der Welt της Γερμανίας ως συν-επιμελητής, με αρμοδιότητα την επιλογή των ευρωπαϊκών παραγωγών του προγράμματος. Ένα φεστιβάλ με ισχυρό στίγμα στον διεθνή θεατρικό χώρο και μακρά ιστορία. Το Αμαλία έρχεται ως το «κερασάκι στην τούρτα» - ως επισφράγιση όσων έχουμε καταφέρει, αλλά και ως ένα προσωπικό call to action: μια ανάγκη να προσγειωθώ στην πόλη μου και να δημιουργήσω κάτι που θα συνεισφέρει ουσιαστικά στη βελτίωση των συνθηκών για τους καλλιτέχνες και στον εμπλουτισμό της θεατρικής σκηνής της Θεσσαλονίκης.
Όσο για το μέλλον του ελληνικού θεάτρου, παρατηρώντας τις διεθνείς τάσεις -που κινούνται προς πιο πολυμορφικές παραστατικές τέχνες, μίξη ειδών και υπέρβαση των ορίων του τι θεωρείται θέατρο-, πιστεύω πως η Ελλάδα δεν ακολουθεί απλώς, αλλά καινοτομεί. Δεν πάνε πολλά χρόνια από τότε που ο Ευριπίδης Λασκαρίδης παρουσίασε το Relic, ένα έργο που ανέτρεψε πλήρως τα όρια θεάτρου και χορού, αφήνοντας επαγγελματίες και κοινό να αναρωτιούνται που να το κατατάξουν. Ίσως, πεισματικά, το θέατρο να παραμείνει μια ειλικρινής αντανάκλαση της κοινωνίας - αναλλοίωτο από τις μόδες, και ταυτόχρονα μια ευέλικτη τέχνη που μπορεί να εκφράσει ολόκληρο το φάσμα της ανθρώπινης εμπειρίας, αρκεί να βρεθούν οι καλλιτέχνες που θα τολμήσουν να το κάνουν.
Το σίγουρο είναι πως το θέατρο δεν είναι μόνο ψυχαγωγία: είναι μοχλός πίεσης, μεγάφωνο για όσα δε λέγονται, χώρος αντίστασης. Δε λογοκρίνεται εύκολα και μπορεί να αγγίξει εκείνα τα κομμάτια της κοινωνίας που διψούν να δουν τη φωνή τους να ακούγεται. Το θέατρο σπρώχνει την κοινωνία στο προσκήνιο και μιλάει έξω από τα δόντια. Για παράδειγμα, το έργο του Κυριάκου Χριστοδουλόπουλου που παρουσιάσαμε τον Σεπτέμβριο, Πυρ, Γυνή και Μπάχαλα, είναι ένα απολύτως αντισυμβατικό έργο. Το κοινό που το παρακολούθησε - η queer κοινότητα, οι νέοι, οι φοιτητές της πόλης - το αγκάλιασαν και ένιωσαν πως τους μίλησε κατευθείαν στην ψυχή. Μίλησε βαθιά για το τραύμα και τα βιώματα των queer ατόμων. Επίσης, ετοιμάζουμε ένα νέο project με τη Λένα Κιτσοπούλου, που σχολιάζει το σύγχρονο θέατρο και την ελληνική κοινωνία. Δεν υπάρχει άλλος τρόπος γραφής σαν τον δικό της - αντανακλά μέσα από τα έργα της όλη την πραγματικότητά μας.

Ποια είναι η αγαπημένη σας γειτονιά στη Θεσσαλονίκη;
Η νέα μου αγαπημένη γειτονιά είναι γενικότερα η περιοχή Φάληρο-Φλέμινγκ. Αυτά τα δύο Φ που στα επόμενα χρόνια θα γίνουν η πιο hot θεατρική γειτονιά της πόλης. Έχει κρυφό potential, ότι φιλοξενεί μια κοινότητα που σιγοβράζει - κι αν αυτή η γειτονιά ενωθεί, θα γίνουν πολύ όμορφα πράγματα.
Ένα spot για φαγητό που μόνο λίγοι έχουν ανακαλύψει;
Δεν είναι ότι το έχουν ανακαλύψει λίγοι, αλλά η ταβέρνα του Γιώργου, στον σταθμό Ευκλείδης, έχει γίνει το post-show στέκι μας. Έχουμε ερωτευτεί τα σουτζουκάκια τους και το μεράκι αυτών των ανθρώπων.
Κάτι που καμιά άλλη πόλη δεν έχει;
Αυτή τη χαμηλή αυτοπεποίθηση. Η Θεσσαλονίκη, αντί να κοιτάει μέσα της για να δει πόσο μοναδική είναι, συγκρίνεται για τους λάθος λόγους με όλες τις άλλες πόλεις.
Πού θα ξεναγούσατε έναν γνωστό σας από άλλη πόλη;
Στην Chinatown στη Γιαννιτσών, ελπίζοντας να αναδειχθεί ακόμη περισσότερο. Να ανοίξουν περισσότερες κινεζικές επιχειρήσεις και να γίνει η πρώτη χαρακτηρισμένη γειτονιά μεταναστών που αναδεικνύει με τόσο ξεκάθαρο τρόπο την ταυτότητά της. Η πολυπολιτισμικότητα δίνει σε μια πόλη τα πιο όμορφα χρώματα και αρώματα, και η Θεσσαλονίκη έχει μια τέτοια ιστορία, που όμως έχει σε μεγάλο βαθμό χαθεί τα τελευταία εκατό χρόνια.
Δεν πρέπει να φύγει κανείς από τη Θεσσαλονίκη, αν δε δοκιμάσει...
Τα παραδοσιακά μικρασιάτικα πεινιρλί που φτιάχνουν κάποιοι φούρνοι της Καλαμαριάς μόνο τις Κυριακές. Ακόμα και όσοι μένουμε κοντά σε αυτούς τους φούρνους δεν τα προλαβαίνουμε μερικές φορές!

Ένας άνθρωπος που με τον τρόπο του έχει αλλάξει τα δεδομένα στην πόλη;
Ο Γιάννης Μπουτάρης. Έριξε ένα «χαστούκι» στον καθωσπρεπισμό και νίκησε την αδράνεια και τη σαπίλα. Είδε την πραγματική ουσία της πόλης - όχι αυτήν που φαινόταν, αλλά αυτήν που έκρυβε μέσα της.
Φθινοπωρινό πρωινό Κυριακής στη Θεσσαλονίκη… Πού επιλέγετε να το περάσετε;
Στη γιαγιά μου, στις Σαράντα Εκκλησιές. Είναι 95 χρονών και προσπαθώ να συγκρατήσω όλες τις ιστορίες και τις λεπτομέρειες από τη ζωή της.
Τι σας κάνει να επιμένετε επαγγελματικά εδώ;
Αυτή η μοναδική αίσθηση ικανοποίησης που παίρνεις όταν δεν τα παρατάς. Όταν κάνεις κάτι που ξέρεις πως συμβάλλει -έστω και λίγο- στο να βελτιωθεί κάτι στην πόλη. Κι όταν βλέπεις κι άλλους ανθρώπους, ή μια ολόκληρη κοινότητα, να στηρίζουν και να μην το βάζουν κάτω.
«Η δύναμη της Θεσσαλονίκης βρίσκεται στους ανθρώπους που επιμένουν. Σε αυτούς που την πηγαίνουν ένα βήμα παρακάτω, πολλές φορές χωρίς να τους νοιάζει το κόστος»
Η δική σας Θεσσαλονίκη με τρεις λέξεις...
Ελπιδοφόρα, δημιουργική, άχαστη.
