Ο creative director και συνιδρυτής του γραφείου Dolphins // communication design αποτελεί εδώ και χρόνια ένα από τα φωτεινά και δημιουργικά μυαλά της γραφιστικής σκηνής της Θεσσαλονίκης. Όπως ο ίδιος αποκαλύπτει, λατρεύει την απλότητα του Instagram ενώ ένα από τα όνειρά του είναι να σχεδιάσει μία μηχανή του χρόνου για να μεταφερθεί στη Μαδρίτη, τον Μάη του '85, στη συναυλία των Smiths. Μέχρι τότε, δραστηριοποιείται και στον χώρο της εκπαίδευσης, διδάσκοντας στην ΑΚΤΟ illustrtation και packaging design και τα τελευταία τρία χρόνια στο Διεθνές Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης product communication design. Στα πρόσφατα πρότζεκτ του συγκαταλέγεται και η οπτική επικοινωνία των φετινών Δημητρίων.
Παρακάτω μας ξεναγεί στην πόλη που αγαπά μέσα από τα μάτια του...
Γεννήθηκα στη Θεσσαλονίκη και μεγάλωσα στην Πολίχνη σε μια γειτονιά κοντά στο στρατόπεδο Καρατάσου, που ευελπιστώ κάποτε να γίνει το πάρκο που όλοι ονειρευόμαστε και θαυμάζουμε αντίστοιχα σε ευρωπαϊκές πόλεις. Χωμάτινοι δρόμοι, μεγάλες αλάνες, λόφοι, κτήματα, ρέματα με ψηλές καλαμιές στο γενικότερο τοπίο. Ουσιαστικά ένας απέραντος παιδότοπος. Θυμάμαι με απόλυτη ευχαρίστηση και με χαμόγελο στα χείλη τις παιδικές μου στιγμές με τα ατελείωτα παιχνίδια που εφευρίσκαμε στο ιδανικό περιβάλλον για μένα τότε. Αυτό που θυμάμαι χαρακτηριστικά είναι η ευρύτερη περιοχή του στρατοπέδου και τα επικίνδυνα παιχνίδια περιπέτειας στο πεδίο βολής του, ήταν άγριο και γοητευτικό ταυτόχρονα. Η γειτονιά πια δε βρίσκεται στην άκρη της πόλης, όπως παλιά. Έχει αλλάξει ριζικά, άναρχα και ανορθόδοξα, ένας άλλος τόπος αλλά το στρατόπεδο εκεί σημάδι ελπίδας για τους κατοίκους της περιοχής, σε έναν διαφορετικό ρόλο αυτή τη φορά.
Με την προϋπόθεση ανάπλασης της ευρύτερης περιοχής και τη δημιουργία των μητροπολιτικών πάρκων των δυο στρατοπέδων (Καρατάσιου και Παύλου Μελά) θα επιθυμούσα να παραμείνω εδώ. Αν επέλεγα μια άλλη περιοχή, αυτή θα ήταν πιθανόν μία που θα πρόσφερε ανοιχτό ορίζοντα και θέα, ίσως τα Κάστρα αλλά ουσιαστικά δεν έχω εκφράσει ποτέ μου την επιθυμία ή την προτίμηση μου σε κάποια συγκεκριμένη γειτονιά.
Όταν ήμουν παιδί ήθελα να γίνω χορευτής. Ναι, αυτό θυμάμαι μια περίοδο, ότι ήθελα να γίνω χορευτής. Αργότερα επαγγελματίας αθλητής, στην πορεία (ακόμα και τώρα που το θυμάμαι ξαφνιάζομαι) είχα εκφράσει την επιθυμία μου να γίνω πολιτικός. Όπως όλα τα παιδιά βέβαια που έχουν μια έφεση στο σχέδιο και επηρεασμένος από σχόλια φίλων και συγγενών κατέληξα στο ζωγράφος, με ότι κι αν σήμαινε αυτή η επιλογή εκείνη την εποχή. Την τέχνη της γραφιστικής κατά μια έννοια την ασκούσα ως παιδί και ως έφηβος, χωρίς να έχω τη γνώση ότι αυτό που κάνω είναι επάγγελμα, και μάλιστα αυτό που επρόκειτο να ερωτευτώ. Θυμάμαι να σχεδιάζω σήματα και τυπογραφικά στοιχεία για τις ποδοσφαιρικές ομάδες της γειτονιάς στο αυτοσχέδιο πρωτάθλημα της περιοχής, να κάνω εξώφυλλα στις κασέτες μου με τις συλλογές τραγουδιών ή εναλλακτικά εξώφυλλα στα βινύλια που αγόραζα και αμέτρητα σχέδια για τα καινούρια μου λευκά t-shirts, χωρίς να έχω την παραμικρή ιδέα ότι ασκούσα εκφάνσεις της οπτικής επικοινωνίας, logotype, cover design, lettering, illustration κλπ. Ένα συγγενικό πρόσωπο που δραστηριοποιείται στον χώρο του design μου εξήγησε, ότι αυτό που κάνω θα μπορούσε να είναι το επάγγελμα που θα ακολουθούσα και μου άνοιξε τους ορίζοντες ώστε να ακολουθήσω σχετικές σπουδές. Τελείωσα τις σχολές Πυθαγόρας και Δέλτα360 στη Θεσσαλονίκη. Με τον συμφοιτητή μου εκείνη την εποχή, Βασίλη Παπαδόπουλο, είχαμε αμέσως εκφράσει την επιθυμία να συνεργαστούμε και να ιδρύσουμε το δικό μας στούντιο και έτσι έγινε. Με προσωπικές αναζητήσεις - ανησυχίες και πολύωρη εργασία ήρθαν και οι διακρίσεις και οι επιτυχίες και όλα πήραν τον δρόμο τους.
Όταν πρωτοξεκίνησα η γραφιστική σκηνή της Θεσσαλονίκης ήταν θα έλεγα ασχημάτιστη ως επαγγελματικό τοπίο, με μεγάλο κομμάτι του δημιουργικού σχεδιασμού να προέρχεται από τις διαφημιστικές εταιρίες και όχι από δημιουργικά στούντιο. Ομολογώ βέβαια -και το λέω ως θετικό- ότι δεν υπήρξε στο σχεδιαστικό έργο μέχρι στιγμής έντονο το αποτύπωμα της παγκοσμιοποίησης, ενώ από τις προτάσεις απουσίαζε η μαζικοποίηση της αισθητικής που συναντάς πια σε όλες τις ψηφιακές πλατφόρμες έμπνευσης, σε σχετικά blogs, sites κλπ. Για κάποιο συγκυριακό λόγο με πιθανή αιτία την ανάγκη για το διαφορετικό, σχεδιαστές και δημιουργικά της γενιάς μας έδωσαν ένα μεγάλο push στο graphic design της πόλης. Η ελληνική σκηνή, και όχι μόνο της Θεσσαλονίκης, αναζητά τη σχεδιαστική της ταυτότητα, το δικό της στίγμα, το δικό της ύφος. Είναι λογικό να συμβαίνει, είχαμε χρονική καθυστέρηση και ιστορικά εμπόδια ανάπτυξης αλλά τα ταλέντα είναι πολλά και οι ρυθμοί εξέλιξης εξαιρετικά γρήγοροι.
Αυτό που με γοητεύει στη δουλειά μου είναι το ταξίδι στον κόσμο της αισθητικής και ο ρόλος της στη ζωή μας ως χρηστική λειτουργία, κάτι που και ιστορικά συμβαίνει στο ευρύτερο φάσμα του design. H αναζήτηση, επίσης, της ιδέας είναι μεγάλη στιγμή και η δυνατότητα να εξελιχθείς μέσα από αυτή τη διαδικασία η μεγαλύτερη στιγμή.
Ένα project για το οποίο είμαι περήφανος είναι οι εργασίες για την επικοινωνία των ελληνικών μαρμάρων της Stone Group (mythic marbles) στο σύνολο τους. Mε κεντρικό tagline “A piece of Greece”, τo να διαχειριστούμε εμπορικά ένα κομμάτι του ελληνικού πολιτισμού, κυριολεκτικά και μεταφορικά, ήταν μεγάλη πρόκληση και απόλαυση. Το ελληνικό μάρμαρο αυτή την στιγμή ίσως να είναι το προϊόν της χώρας στην πιο υψηλή θέση εξαγωγής. Οι εφαρμογές επικοινωνίας, από την εταιρική ταυτότητα και τα εκθεσιακά περίπτερα ως τις εκδόσεις, διακρίθηκαν σε όλους τους μεγάλους σχεδιαστικούς διαγωνισμούς, ελληνικούς και παγκόσμιους (Ebge, European Design Awards, German Ddesign Awards) και ταυτόχρονα είχαν εξαιρετική εμπορική επιτυχία, πρωτόγνωρη για τον συγκεκριμένο χώρο.
Εμπνευστήκαμε την οπτική επικοινωνία των φετινών Δημητρίων από την πολυπολιτισμικότητα της Θεσσαλονίκης, που είναι μία πόλη - λιμάνι εξωστρεφής, πολύγλωσση και δυναμική. Επανεξετάζοντας το παρελθόν, η ιστορία της παρουσιάζει σημαντικές μεταβολές, οι οποίες οδήγησαν στη δημιουργία ενός κοσμοπολίτικου και πολυπολιτισμικoύ αστικού κέντρου, φτιαγμένο από βιώματα, στιγμές και ιστορίες. Ιστορίες που αποδεικνύουν τη δυνατότητα ύπαρξης μιας άλλης, πιο μεγάλης ταυτότητας, η οποία μπορεί να χωράει πολλές ταυτότητες μέσα της, αντιμετωπίζοντας τες με σεβασμό και κατανόηση. Χωρίς να τις καταπιέζει ή να προσπαθεί να τις εξαλείψει. Και η οποία ζει και αναπνέει μέσα από τα κοινά βιώματα των λαών, πέρα από τις διαφορές στη γλώσσα, το χρώμα ή τη θρησκεία. Τέτοιες ιστορίες δεν αφορούν προφανώς μόνο το παρελθόν. Αντίθετα, μπορούν να διαδραματίσουν ρόλο και στο παρόν και το μέλλον, ενισχύοντας ένα αντίστοιχο πνεύμα συνεννόησης, συναδέλφωσης και επικοινωνίας. Ως φυσικό αποτέλεσμα, οι επιρροές από τυπογραφικά στοιχεία του βυζαντινού, κυριλλικού, αρμένικου και εβραϊκού αλφάβητου έπαιξαν ρόλο στη δημιουργία μίας νέας γραμματοσειράς των 54ων Δημητρίων, που περικλείει μέσα της την πολυδιάστατη ταυτότητα της πόλης.
O δεύτερος πυλώνας του concept μας, πέρα από την πολυπολιτισμικότητα, είναι η αλληλεπίδραση. Την περίοδο των Δημητρίων κατά την παράδοση γίνονταν ανταλλαγές μεταξύ προϊόντων της ενδοχώρας και θαλασσινών προϊόντων. Επαναπροσδιορίζοντας την έννοια των ανταλλαγών αυτών, δεν αναφερόμαστε μόνο στις εμπορικές αλλά σε όλες εκείνες που συμβαίνουν ανεπαίσθητα κατά την ανάπτυξη της επαφής μεταξύ του ατόμου και του χώρου που το περιβάλλει. Η πόλη μετατρέπεται σε έναν τόπο που προωθεί την ανταλλαγή εμπειριών, ιδεών, συναισθημάτων και απόψεων δημιουργώντας συνεχή αλληλεπίδραση μεταξύ των ατόμων.
Τα Δημήτρια έρχονται να ενισχύσουν την έννοια της αλληλεπίδρασης, καθιστώντας τη Θεσσαλονίκη ένα σύγχρονο “place of trade”. Αντιπροσωπεύουν την ταυτότητα ενός αστικού χώρου που δέχεται επίδραση, αλλά ταυτόχρονα ασκεί επιρροή, μέσω των ανταλλαγών (ιδεών, πολιτισμού, καλλιτεχνικών ρευμάτων, συναισθημάτων).
Νομίζω ότι με συγκινούν κυρίως τα κομμάτια της παλιάς πόλης που "μυρίζουν" ιστορία, όπου κι αν βρίσκονται. Ανάμεσα σε αυτά επέλεξα συχνά να περάσω στιγμές διασκέδασης με τους αγαπημένους μου φίλους και αυτοί τις ομόρφυναν περισσότερο. Μου αρέσει πάντα το καινούριο μέσα στο παλιό. Συνηθίζω να κυκλοφορώ τελευταία στις εμπορικές γειτονιές ανάμεσα στην Εγνατία και την Αγίου Δημητρίου. Βρίσκω γοητευτικό το βιοτεχνικό αστικό τοπίο με τις στοές και τα «ξεχασμένα» καταστήματα. Το κομμάτι της νέας παραλίας βέβαια έχει μια ενέργεια αισιοδοξίας και ο ανοιχτός ορίζοντας πάντα σε βοηθά να ονειρεύεσαι.
Κατά τη γνώμη μου η πόλη δεν έχει πλέον στέκια "μακράς διαρκείας". Ούτε εγώ βέβαια είχα κάποιο ιδιαίτερο στέκι, είμαι από τη φύση μου περίεργος και αναζητώ το καινούριο, το άλλο, το διαφορετικό και σπάνια επαναλαμβάνω. Παλαιότερα, ως παιδί των περιοδικών, θα με συναντούσες σε σχετικό κατάστημα ή βιβλιοπωλείο.
Ένας χώρος τέχνης που αγαπώ είναι το Αρχαιολογικό Μουσείο. Το επισκέπτομαι ανά τακτά χρονικά διαστήματα και με διαφορετικές παρέες. Θα αγαπούσα περισσότερο ένα Μουσείο Σύγχρονης Τέχνης σύμβολο της πόλης με εξαιρετική αρχιτεκτονική, με συγκεντρωμένα τα εκθεσιακά εκθέματα.
Το αγαπημένο μου εστιατόριο είναι η “Νέα Φωλιά”, αγαπημένη κλασσική αξία, food styling με φόντο καφενείο. Η “Μούργα” ως ατμόσφαιρα και γαστρονομική πρόταση στα θαλασσινά. Ο “Τάκης” στη Κωλέττη για το “Γιατί έτσι θέλουμε” και το μπιφτέκι.
Μια από τις καθημερινές μου συνήθειες είναι να περπατώ στους εμπορικούς δρόμους της Θεσσαλονίκης χωρίς λόγο, όχι για αγορές, με τα ακουστικά μου. Το κάνω με ευχαρίστηση, τρεχούμενες εικόνες με soundtrack τα κομμάτια που αγαπώ.
Αν υπήρχαν τα "Looky Look", "Βerlin", "Residents", θα έβγαινα συχνότερα. Αγαπώ την alternative rock σκηνή και προτιμώ χώρους με αυτούς τους ήχους. Μου αρέσουν bar σε περιοχές που δεν είναι πιάτσες και πρέπει να πας εκεί μόνο για αυτά. Προτιμώ τις συναυλίες, όποτε και αν γίνονται σε αυτήν την πόλη, που είναι έξω από τον μουσικό χάρτη. Μου αρέσει η ενέργεια του Reworks και μου αρέσει η ατμόσφαιρα στην εβδομάδα παραδοσιακής μουσικής που διοργανώνει η Χορευτική Ομάδα Φοιτητικών Εστιών Θεσσαλονίκης.
Το μυστικό μου μέρος στην πόλη είναι βιβλιοπωλεία και δισκάδικα παλαιότερα. Στον Πύργο του Τρυγωνίου, ιδανικό μέρος χαλάρωσης και περισυλλογής. Θα ήθελα να τρέχω στο θαλάσσιο μέτωπο της πόλης αλλά δε βολεύει. Το jogging, όπου κι αν αυτό γίνεται, είναι η στιγμή ανασυγκρότησης μου.
Στη Θεσσαλονίκη μου αρέσουν οι κάποιες, ελάχιστες έστω, καταβολές της πολυπολιτισμικής ιστορίας της. Είναι κάτι που με συγκινεί. Φαντάζομαι την πόλη στις αρχές του αιώνα πολύγλωσση και εξωστρεφής και ενθουσιάζομαι.Το μέγεθός της, επίσης, σου δίνει τη δυνατότητα να την ελέγχεις, αυτό σου προσφέρει μια αίσθηση πληρότητας ότι δε χάνεις κάτι. Θα ήθελα η Θεσσαλονίκη να μη χάσει εντελώς την αίσθηση της πόλης των αντιθέσεων που της έχει απομείνει. Τέλος, να μιλήσω και για τους ανθρώπους της στους οποίους ξεχωρίζω την ωφέλιμη πλευρά της ελιτίστικης διάθεσής τους σε αυτό που κάνουν.
Τι θα ήθελα να αλλάξω στην πόλη; Νομίζω ότι αυτά που οι περισσότεροι θέλουμε να αλλάξουμε στην πόλη αφορούν και όλη την χώρα και ίσως κυρίως τους ανθρώπους της. Θέλουμε ανθρώπους με συλλογική συνείδηση, α λιγότερο εγωκεντρικούς και με ευγένεια. Θέλουμε φιλότιμο όχι μόνο στα σλόγκαν, ανθρώπους θετικούς με διάθεση να εξελιχθούν. Αρχιτεκτονικά θα ήθελα μια πόλη πολύ πιο τολμηρή και ευφάνταστη. Έχει τους αρχιτέκτονες να το κάνει δεν έχει την πολιτική διάθεση.
Αν θα έπρεπε να χαρακτηρίσω τη Θεσσαλονίκη με 3 λέξεις αυτές θα ήταν... Souvenir de Salonique.