To όνομα του Bernard Cuomo θα μείνει για πάντα συνυφασμένο με τη Νέα Παραλία της Θεσσαλονίκης, αφού σε συνεργασία με τον δραστήριο συνεργάτη του, συνάδελφο και καλό του φίλο Πρόδρομο Νικηφορίδη έχουν επιμεληθεί μερικά από τα πιο επιτυχημένα αρχιτεκτονικά έργα της πόλης, όπως το Πολιτιστικό Κέντρο και Θέατρο στη Μενεμένη Θεσσαλονίκης 1997, η Τεχνόπολη Θεσσαλονίκης 2006-2009, η Ανάπλαση Νέας Παραλίας Θεσσαλονίκης 2000-2014 και το Θησαυροφυλάκιο της Τράπεζας της Ελλάδος στη Θεσσαλονίκη 2001-2009. Μετρώντας στο ενεργητικό του βραβεία από διεθνείς, πανευρωπαϊκούς και πανελλήνιους διαγωνισμούς, όπως: το Α’ Βραβείο για το διαγωνισμό EUROPAN 2, το Α’ Βραβείο για τον ανασχεδιασμό του Μνημειακού Άξονα της Αριστοτέλους, το Α’ Βραβείο για την ανάπλαση της Νέας Παραλίας Θεσσαλονίκης, κ.α., ο ταλαντούχος κύριος Bernard Cuomo μιλάει για όσα αγαπάει στη Θεσσαλονίκη, τι θα άλλαζε σε αυτήν και εξηγεί για ποιο λόγο δε συγκρίνεται με τη Γαλλία.
Γεννήθηκα σε μια πόλη της Αλγερίας δίπλα στη Θάλασσα, πριν το τέλος του πολέμου, όταν η Αλγερία ήταν ακόμη γαλλική αποικία. Φτάσαμε στη Γαλλία όταν ήμουν δύο μηνών με καράβι. Μετά, ξεκίνησε το μακρύ ταξίδι σε διάφορες πόλεις της Γαλλίας, που είχαν ήδη αρχίσει οι παππούδες, πριν γίνουμε Γάλλοι στην Αλγερία, όταν άφησαν την πόλη Ταορμίνα της Σικελίας, το νησί Ischia που βρίσκεται απέναντι από την Νάπολι και το νησί Gozo της Μάλτας.
Μεγάλωσα στα προάστια των πόλεων, πάντα δίπλα στη φύση. Η φύση, τα χωράφια, τα δέντρα ήταν το περιβάλλον όπου με τα άλλα παιδιά της γειτονιάς παίζαμε ελεύθερα. Την εμπειρική γνώση των φυτών που με βοηθάει σήμερα στη δουλειά μου, την έμαθα στις βόλτες που έκανα με τον πατέρα μου. Από την παιδική ηλικία θυμάμαι βαλίτσες, μετακομίσεις, ξένο κλίμα, καινούρια σχολεία, καινούρια διαμερίσματα, άγνωστες πόλεις, χρώματα… Όμως με την μητέρα μου κάθε εβδομάδα, την Τετάρτη το απόγευμα, τη μέρα που τότε δεν είχαμε σχολείο, πηγαίναμε σινεμά , μια συνήθεια που παρέμεινε μάλλον από την εποχή που ο παππούς μου στην Αλγερία, δούλευε σε σινεμά. Κράτησα την αγάπη για το σινεμά και νομίζω ότι η ιδέα να αφήσω για ακόμη μια φορά τα πάντα για μια άλλη περιπέτεια, δε με φοβίζει καθόλου. Ζούσα πάντα με την αίσθηση ότι τίποτα δεν είναι ποτέ οριστικό.
Άφησα τελικά το Παρίσι όπου ζούσα ευχαριστημένος 15 χρόνια, για την Θεσσαλονίκη. Την αγάπησα από την πρώτη στιγμή. Ανέδυε μια αντιφατική αίσθηση πυκνότητας και ανοίγματος. Το μοναδικό εκείνο άνοιγμα προς το τοπίο, τη θάλασσα, τον ορίζοντα. Και εδώ η ζωή φαινόταν να έχει εισχωρήσει σε κάθε ρωγμή του δημόσιου χώρου και ακόμη πιο πέρα, μέχρι την κατάκτηση κάθε «μη-τόπου». Η μετακόμιση μου εδώ όμως έγινε σταδιακά, σχεδόν χωρίς επίσημη απόφαση. Είχαμε τότε με τον Πρόδρομο Νικηφορίδη ένα γραφείο στο Παρίσι κοντά στο Πάρκο των “Buttes Chaumont” και ένα στην Θεσσαλονίκη στην περιοχή του Μπιτ Παζάρ. Δουλεύαμε ταυτόχρονα ένα κτίριο διαμερισμάτων στην “Marne la Vallée” και το πολιτιστικό κέντρο και θέατρο στην Μενεμένη. Στη συνέχεια κερδίσαμε το πρώτο βραβείο για τον Μνημειακό Άξονα της Αριστοτέλους, νομίζω ότι τότε σκέφτηκα να ολοκληρώσω τις δουλειές στο Παρίσι και να μείνω μόνιμα στην Θεσσαλονίκη.
Η πορεία μου ήταν λίγο άτυπη, γιατί με ένα απολυτήριο "λογοτεχνίας /φιλοσοφίας", αποφάσισα να σπουδάσω αρχιτεκτονική. Έφυγα στην Τουλούζη, λάτρευα τις σπουδές, οι οποίες μου άνοιξαν νέους ορίζοντες. Λάτρευα επίσης την πόλη , την όμορφη αρχιτεκτονική του κέντρου της, την παρουσία του ποταμού και τη νυχτερινή ζωή. Εκεί γνώρισα σε ένα διάδρομο της αρχιτεκτονικής σχολής, τον Πρόδρομο Νικηφορίδη, μια πολύ σημαντική συνάντηση της ζωής μου. Και η αρχιτεκτονική, μας συνδέει από τότε που ήμασταν φοιτητές. Άφησα και την Τουλούζη για να τελειώσω τις σπουδές μου σε μια αρχιτεκτονική σχολή του Παρισιού όπου και πήρα το πτυχίο.
Η Γαλλία και η Ελλάδα δεν μοιάζουν. Νομίζω ότι μετά από τόσα χρόνια που ζω στη Θεσσαλονίκη κέρδισα πολλά από αυτή τη συνάντηση και ταυτόχρονα ελπίζω ότι πρόσφερα κάτι δικό μου στους Έλληνες που είχα την τύχη να γνωρίσω είτε επαγγελματικά είτε με φιλική αφορμή.
Οι πρώτες μεγάλες συγκινήσεις στην αρχιτεκτονική, έγιναν στο πρώτο έτος. Στο πλαίσιο ενός πανεπιστημιακού ταξιδιού, είχα την ευκαιρία να επισκεφτώ την εκκλησία του Le Corbusier, την Notre Dame de Ronchamp και το κτίριο του Κομουνιστικού Κόμματος στο Παρίσι του Oscar Niemeyer. Ένα μεγάλο σοκ!!! Τότε ανακάλυψα κάτι πολύ σημαντικό, η αρχιτεκτονική είναι πρώτα από όλα μια πράξη συγκίνησης. Στο τέλος της τέταρτης χρονιάς των σπουδών, είχα μια ευκαιρία να δουλέψω στο Παρίσι στις εκσκαφές του αρχαιολογικού χώρου της Cour Carrée του Λούβρου. Έτσι, 9 μήνες είχα την τύχη να δουλεύω κάνοντας αποτυπώσεις των αρχαίων και ματωμένων κυβόλιθων, εκεί που οι νικητές καθολικοί έσφαξαν τους προτεστάντες. Όταν έγινα αρχιτέκτονας, ήθελα αμέσως να έχω εμπειρία και δούλεψα εντατικά οκτώ χρόνια, σε διάφορα γραφεία του Παρισιού. Ήταν για μένα μια ευκαιρία να πάρω μια πρώτη γεύση από την πραγματικότητα και να δουλέψω σε πολλά διαφορετικά και μεγάλα προγράμματα.
Ιδιαίτερη στιγμή στην καριέρα μου, αν και η μελέτη δεν προχώρησε, θα έλεγα ότι ήταν η εμπειρία που είχαμε στην Ταγγέρη του Μαρόκου όταν σχεδιάσαμε την Πλατεία του Πελάγους στην προβλήτα του παλιού λιμανιού. Πάνω σε ένα “master plan” που δημιούργησε ένα μεγάλο γαλλικό γραφείο, 40 ομάδες αρχιτεκτόνων από όλη την Ευρώπη δούλευαν σε ένα τμήμα του. Οι στιγμές που κατά την διάρκεια των μελετών, όλες οι ομάδες συναντήθηκαν στην Ταγγέρη για να παρουσιάσουν η μια μετά την άλλη τις προτάσεις τους, είναι μια εμπειρία που δεν θα ξεχάσω ποτέ.
Η ανάπλαση της Νέας Παραλίας και το νέο κτίριο της Τράπεζας της Ελλάδος στην Πυλαία είναι δύο πολύ σημαντικές μελέτες στις οποίες αφιερώσαμε ένα μεγάλο κομμάτι της ζωής μας . Οι μελέτες στην Ελλάδα είναι ιστορίες με μεγάλη διάρκεια. Η δεύτερη μελέτη, αυτή της Τράπεζας είναι έκφραση μιας δυνατής σχέσης με την φύση, όπως και μια απάντηση σε ένα δύσκολο και περίπλοκο πρόγραμμα. Μένει στη σκιά της πρώτης μελέτης, αφού το νέο κτίριο της Τράπεζας της Ελλάδος κρατάει πίσω από την περίφραξη, κρυφά τα μυστικά του. Για την ανάπλαση της Νέας Παραλίας, η θετική αντίδραση των κατοίκων της Θεσσαλονίκης και της επαρχίας, η παρουσία τουριστών, τα φαινόμενα της οικειοποίησης, σημαίνουν ότι η Νέα Παραλία έγινε αυτό που περιμένει κάθε αρχιτέκτονας όταν δουλεύει στο δημόσιο χώρο: ένας δημοκρατικός χώρος.
Η αρχιτεκτονική είναι πια ένα τόσο σημαντικό και μεγάλο κομμάτι της ζωής μου που θα μου ήταν δύσκολο να σκεφτώ να κάνω κάτι άλλο, με ενδιαφέρουν όμως πολλά άλλα θέματα όπως η κηπουρική, η βοτανική, η φωτογραφία, η μόδα, η λογοτεχνία και ο χορός.
Ένας άνθρωπος που θαυμάζω ιδιαίτερα είναι ο Καβάφης. Όταν πρώτο ήρθα στην Ελλάδα δυσκολεύτηκα πολύ με την γλώσσα. Μια φίλη μου έκανε δώρο ένα βιβλίο του ποιητή με την μετάφραση της Marguerite Yourcenar. Ανακάλυψα αμέσως την καινούρια και πολύτιμη γεύση που μπορεί να έχει μια ξένη γλώσσα, άρχισα να καταλαβαίνω την ακρίβεια στην απόδοση του νοήματος της Ελληνικής γλώσσας και ταυτόχρονα το παιχνίδι της σύνταξης τις μητρικής μου γλώσσας.
Είμαι «φαν» της Άνω Πόλης, μια τόσο ιδιαίτερη περιοχή, τόσο κοντά στο κέντρο. Δεν είναι τυχαίο που το γραφείο μας βρίσκεται εκεί, στο ισόγειο μιας πολυκατοικίας, απέναντι από ένα παρκάκι ούτε που ζω σε ένα σπίτι στην ιδία περιοχή. Θαυμάζω το γεγονός ότι κάθε πρωί ξυπνάω ακούγοντας τα πουλιά. Μου αρέσουν οι μυρωδιές της Άνω Πόλης, του γιασεμιού, των νυχτολούλουδων, του φαγητού… Είναι μια διαδρομή που κάνω τουλάχιστον μια φορά την εβδομάδα, κατεβαίνω με τα πόδια από την Άνω Πόλη, περνάω μπροστά από το μαυσωλείο του Μουσσά Μπαμπά στην πλατεία Τερψιθέας, συνεχίζω μέχρι τον Άγιο Δημήτριο, το Bay Hammam, κατεβαίνω τον Άξονα της Αριστοτέλους μέχρι την Θάλασσα, με μια στάση είτε στο Λουξ, είτε στο Κοντέινερ. Αν η συγκυρία το επιτρέπει και έχω χρόνο περπατώ δίπλα στη θάλασσα μέχρι το Μέγαρο Μουσικής.
Νομίζω ότι είναι η προβλήτα 1 την περίοδο του Φεστιβάλ Κινηματογράφου είναι (για μένα) το πιο σημαντικό καλλιτεχνικό ραντεβού της πόλης. Δεν έχω χάσει ούτε ένα φεστιβάλ. Είναι μια πολύ όμορφη εμπειρία, έχω δει ταινίες που χαρακτηρίζουν στιγμές της ζωής μου, όπως οι ταινίες του Amos Kollek που ανακάλυψα στο φεστιβάλ.
Λατρεύω το Μουσείο Φωτογραφίας.
Τα πέντε αγαπημένα κτίρια της Θεσσαλονίκης που ξεχωρίζω για την αισθητική και την ταυτότητα τους είναι το Βυζαντινό Μουσείο, το Αρχαιολογικό Μουσείο (πριν την ανακαίνιση του το 2002), η Ροτόντα, το κτίριο του παλιού Τελωνείου στο λιμάνι, το Μέγαρο Μουσικής 2.
Το αγαπημένο μου εστιατόριο είναι χωρίς δισταγμό το «Μαιτρ και Μαργαρίτα». Μου αρέσει πολύ η δημιουργική ελληνική κουζίνα τους και η διακριτική σοβαρή εξυπηρέτηση.
Μου αρέσει την Πέμπτη να πηγαίνω στην λαϊκή αγορά, να βλέπω και να αγοράζω τα προϊόντα της εποχής, όπως και να πηγαίνω στην περιοχή του Modiano για ένα εσπρέσο και να σκέφτομαι τι κρέας ή ψάρια θα πάρω για να μαγειρέψω το σαββατοκύριακο.
Μου αρέσει να βγαίνω και μόνος μου το βράδυ, κάτι που έκανα πολύ συχνά στο Παρίσι. Στην Θεσσαλονίκη υπάρχουν δυο μπαρ που μου αρέσουν είναι το Bau’s και το Coq au Zen.
Το μυστικό μου μέρος στην πόλη είναι ο ανοικτός ορίζοντας, ο περίπατος ανάμεσα στην πόλη και την θάλασσα. Η Νέα Παραλία με τραβάει κάθε φόρα που θέλω να σκεφτώ, μου δίνει ενέργεια και θετικές σκέψεις.
Θα ήθελα πολύ να μπορούμε να φύγουμε από το σπίτι μας με μια πετσέτα, ένα αντηλιακό και να πάμε να κάνουμε μπάνιο στο Θερμαϊκό.
Αν θα έπρεπε να χαρακτηρίσω τη Θεσσαλονίκη με 3 λέξεις αυτές θα ήταν... Ιστορία, ζωή, ορίζοντας.
Παρομοιάζω τη Θεσσαλονίκη με την ταινία «Τοπίο στην ομίχλη» του Θόδωρου Αγγελόπουλου.