fbpixel

Search icon
Search
Ο Σωτήρης Τσαφούλιας μάς μοιράζεται αποκλειστικά τη δική του αλήθεια και τις βαθιές του ανησυχίες
MAGAZINE

Ο Σωτήρης Τσαφούλιας μάς μοιράζεται αποκλειστικά τη δική του αλήθεια και τις βαθιές του ανησυχίες

Από τη Βιρτζίνια Γουλφ και το επιτυχημένο θεματικό πάρκο «Αρχαία Ελλάδα» μέχρι τη διαρκή ανάγκη του για δημιουργία και εξέλιξη


Για τον Σωτήρη Τσαφούλια, όλα χρειάζεται να είναι στο φως. Φλερτάρει αριστοτεχνικά με το ρίσκο και τη δημιουργία, για να φτάσει στην ωμή αποτύπωση της πραγματικότητας, την οποία μοιράζεται μαζί μας. 

Οι ήρωες του έργου «Ποιος φοβάται τη Bιρτζίνια Γουλφ», το οποίο σκηνοθετείτε στο Θέατρο Ζίνα δημιουργούν ψευδαισθήσεις για να αντέξουν την πραγματικότητα. Πιστεύετε ότι το ίδιο κάνει και η σύγχρονη κοινωνία; Όπως οι ήρωες του έργου πλάθουν φανταστικές αφηγήσεις για να προστατευτούν από την εσωτερική τους κατάρρευση, έτσι και η σύγχρονη κοινωνία δημιουργεί ωραιοποιημένες εικόνες για να αντέξει το βάρος της πραγματικότητας. Τα social media δείχνουν μια βιτρίνα ευτυχίας και επιτυχίας, πίσω από την οποία κρύβονται ανασφάλεια και μοναξιά. Παρόμοια και στην πολιτική, πλάθονται αφηγήσεις, εχθροί ή σωτήρες, όχι πάντα για ενημέρωση, αλλά για αίσθηση ασφάλειας ή χειραγώγηση. Το έργο του Άλμπι, παρότι γράφτηκε το 1962, παραμένει επίκαιρο, γιατί μιλά για τον φόβο της αλήθειας και τη μοναξιά που γεννά η απώλειά της.

Τι σας έκανε να επιστρέψετε σε ένα τόσο εμβληματικό κείμενο και τι το κάνει επίκαιρο στη σημερινή κοινωνία; Ο πυρήνας του έργου - η ανθρώπινη αντοχή, η ψυχική αλήθεια και η αμφιβολία- παραμένει διαχρονικός. Το επίκαιρο είναι η ειλικρίνεια και η ανάγκη μας να κατανοήσουμε τις εσωτερικές συγκρούσεις των ανθρώπων, ανεξάρτητα από εποχή.

Οι συγκρούσεις φύλου στο έργο είναι έντονες. Το διαβάζετε και μέσα από το πρίσμα της πατριαρχίας και της σημερινής συζήτησης για τη θέση της γυναίκας και με ποιους τρόπους εσείς το ερμηνεύετε; Ναι, δεν μπορεί κανείς να διαβάσει το Ποιος φοβάται τη Βιρτζίνια Γουλφ; χωρίς να αναγνωρίσει την ένταση που γεννιέται από τους ρόλους φύλου και την πατριαρχική δυναμική. Ο Τζορτζ και η Μάρθα είναι παγιδευμένοι σε έναν πόλεμο εξουσίας, όπου η γυναίκα προσπαθεί να ακουστεί και να επιβληθεί μέσα σε ένα πλαίσιο που την έχει μάθει να σιωπά. Η Μάρθα είναι έντονη, προκλητική, σαρκαστική—όχι γιατί είναι «κακιά», αλλά γιατί δεν της δόθηκε ποτέ άλλος τρόπος να επιβιώσει ή να ακουστεί. Ο Τζορτζ από την άλλη, νιώθει ευνουχισμένος από αυτήν την ανατροπή και αντιδρά με παθητική-επιθετική σκληρότητα. Στη δική μου ανάγνωση, το έργο δεν είναι απλώς ένας καυγάς ανάμεσα σε ένα ζευγάρι. Είναι μια κραυγή για ισοτιμία και επικοινωνία, σε έναν κόσμο που δεν έχει μάθει ούτε να ακούει, ούτε να συγχωρεί.

Πώς πιστεύετε ότι το ελληνικό θέατρο και η τέχνη μπορούν να συμβάλουν ουσιαστικά στη συζήτηση για ισότητα φύλων, δικαιώματα γονέων και παιδιών, και συμπερίληψη; Το θέατρο έχει τη δύναμη να ανοίξει ρωγμές στον κοινωνικό διάλογο -όχι κηρύττοντας, αλλά φωτίζοντας τις σιωπές. Μέσα από τους ρόλους, τις ιστορίες, τις αποσιωπήσεις και τις συγκρούσεις, το θέατρο μπορεί να κάνει το αόρατο ορατό: τη βία που δεν καταγγέλλεται, τις μητρότητες που κρίνονται, τους πατέρες που αποκλείονται, τα παιδιά που δεν ακούγονται, τις ταυτότητες που δεν χωράνε. Όταν η τέχνη δεν αναπαράγει στερεότυπα αλλά τα αποδομεί, τότε γίνεται εργαλείο χειραφέτησης. Κι όταν οι θεατές δουν κομμάτια του εαυτού τους ή του «άλλου» πάνω στη σκηνή -με ενσυναίσθηση, όχι με διδακτισμό - τότε κάτι αλλάζει. Ίσως όχι άμεσα, αλλά θεμελιακά.

Τι σας ενέπνευσε να επιμεληθείτε σκηνοθετικά το θεματικό πάρκο για την Αρχαία Ελλάδα και πώς το συνδέετε με τη σύγχρονη μορφή της χώρας μας; Με ενέπνευσε η ανάγκη να γεφυρωθεί το παρελθόν με το παρόν με ζωντανό και βιωματικό τρόπο. Η Αρχαία Ελλάδα δεν είναι μουσείο ούτε μύθος, αλλά δεξαμενή ιδεών και ερωτημάτων που μας αφορούν ακόμα: τι είναι ελευθερία, τι σημαίνει πολίτης, ποια η θέση του ανθρώπου απέναντι στο θείο, τη φύση, την εξουσία. Σκηνοθετώντας το πάρκο, ήθελα να δημιουργήσω χώρους όπου ο επισκέπτης δεν βλέπει απλώς την Ιστορία, αλλά αναμετριέται μαζί της. Η σύγχρονη Ελλάδα χρειάζεται ουσιαστική επαφή με τις ρίζες της, όχι για να νιώσει ανώτερη, αλλά για να ανακαλύψει ποια είναι τώρα και ποια μπορεί ακόμα να γίνει.

tsafoulias-6.jpg
Image Credits: NDPPHOTO / ΑΝΔΡΕΑΣ ΝΙΚΟΛΑΡΕΑΣ

Για τη σειρά «Ριφιφί» είχατε πει ότι σας αρέσει να καταπιάνεστε με projects που μπορεί να σας καταστρέψουν. Τι σημαίνει για εσάς αυτό; Για μένα σημαίνει να επιλέγω διαδρομές με πραγματικό ρίσκο, όχι για εντυπωσιασμό, αλλά γιατί μόνο εκεί η δημιουργία είναι ζωντανή. Ένα project που μπορεί να με «καταστρέψει» δεν είναι απαραίτητα οικονομικά ή επαγγελματικά επικίνδυνο· είναι έργο που με εκθέτει, που με αναγκάζει να αμφισβητήσω τον εαυτό μου, τα όριά μου, τις βεβαιότητές μου. Ένα έργο που μπορεί να μην αρέσει ή να παρεξηγηθεί, αλλά που έχει κάτι που θεωρώ αναγκαίο να ειπωθεί. Η ασφάλεια είναι άνετη αλλά νεκρή δημιουργικά· το ρίσκο είναι δύσκολο, αλλά γεννά ζωή. Προτιμώ να διακινδυνεύω την εικόνα μου παρά την αλήθεια μου.

Έχετε δηλώσει ότι σας συναρπάζουν οι αντιήρωες. Σε μια Ελλάδα τού σήμερα ποιον αντιήρωα θα σκηνοθετούσατε; Θα επέλεγα να σκηνοθετήσω τον Πόντιο Πιλάτο. Όχι έναν ήρωα με πάθη, αλλά έναν άνθρωπο της εξουσίας που νίβει τας χείρας του μπροστά στην ευθύνη. Έναν αντιήρωα που εκπροσωπεί τη σιωπηλή συνενοχή, την απάθεια, την αποποίηση. Στην Ελλάδα του σήμερα -που ζει τραγωδίες σαν να είναι φυσικά φαινόμενα και κοινωνικές αδικίες σαν να είναι αναπόφευκτες- ο πιο επικίνδυνος ρόλος δεν είναι ο βίαιος ή ο ανάλγητος, αλλά ο ουδέτερος. Αυτός που «καταλαβαίνει και τους δύο», που «δεν παίρνει θέση», που βλέπει, αλλά δεν βλέπει. Μέσα από τον Πιλάτο, θα ήθελα να μιλήσω για τη δύναμη που έχουμε όλοι όταν επιλέγουμε να μην επιλέξουμε. Και πώς αυτή η στάση, δήθεν αθώα, γίνεται ο πιο τραγικός καθρέφτης της εποχής μας.

«Η ασφάλεια είναι άνετη αλλά νεκρή δημιουργικά· το ρίσκο είναι δύσκολο, αλλά γεννά ζωή. Προτιμώ να διακινδυνεύω την εικόνα μου παρά την αλήθεια μου».

Έχετε πει ότι η αγάπη προς την πατρίδα συχνά παρερμηνεύεται ή παρεξηγείται. Πώς το εννοείτε και πού βρίσκεται το όριο ανάμεσα στον υγιή πατριωτισμό και τον εθνικισμό; Ο υγιής πατριωτισμός είναι μια ήρεμη, βαθιά αγάπη για τον τόπο σου — εκφράζεται με σεβασμό, αυτογνωσία και ευθύνη. Δεν χρειάζεται φωνές ούτε εχθρούς· στηρίζεται στην επιθυμία να βλέπεις τη χώρα σου να προοδεύει με δικαιοσύνη και ανθρωπιά. Ο εθνικισμός αντίθετα (με την λανθασμένη ερμηνεία που όλοι τον εννοούμε), βασίζεται στον φόβο και στην υπεροψία. Χτίζει την ταυτότητα με αποκλεισμούς, συγκρούσεις και εξιδανίκευση του παρελθόντος. Εκεί που ο πατριωτισμός ενώνει, ο εθνικισμός διχάζει. Το όριο είναι λεπτό αλλά σαφές: όταν η αγάπη για τον τόπο σου αρχίζει να στηρίζεται στην απόρριψη του άλλου ή στην ανάγκη για ανωτερότητα, τότε έχεις ήδη περάσει τη γραμμή.

stighmiotipo-othonis-2025-10-22-13227-mm.png
Image Credits: ΔΟΜΝΙΚΗ ΜΗΤΡΟΠΟΥΛΟΥ

Πώς είναι να δημιουργεί κάποιος στην Ελλάδα; Η δημιουργία στην Ελλάδα είναι ταυτόχρονα πρόκληση και δώρο. Πρόκληση γιατί συχνά λείπουν πόροι, σταθερότητα και υποστήριξη — κι αυτό σε αναγκάζει να είσαι εφευρετικός, επίμονος και να παλεύεις ενάντια σε πολλές δυσκολίες. Υπάρχει όμως και μια ζεστασιά, ένταση και αμεσότητα που δεν συναντάς αλλού.

Θεωρείτε ότι υπάρχει ασχήμια και ομορφιά στην Τέχνη σας; Για εσάς, ποια είναι η ομορφιά και η ασχήμια γενικότερα στη ζωή; Για μένα, η ομορφιά βρίσκεται στην αλήθεια - όσο εύθραυστη ή άβολη κι αν είναι. Στιγμές που κάποιος τολμά να φανεί χωρίς άμυνες, μια σιωπή γεμάτη νόημα, ένα βλέμμα που δεν φοβάται να δει ή να ιδωθεί. Ομορφιά είναι η σύνδεση: όταν ο άλλος δεν είναι καθρέφτης σου, αλλά ο κόσμος σου διευρύνεται επειδή υπάρχει. Η ασχήμια δεν είναι στη μορφή, αλλά στην πρόθεση: το ψέμα που γίνεται μηχανισμός, η εξουσία που καμουφλάρεται ως καλοσύνη, η βία που «ντύνεται» τάξη, η έλλειψη ενσυναίσθησης. Η ζωή έχει απ’ όλα· η διαφορά είναι πού επιλέγεις να σταθείς, και εκεί ακριβώς βρίσκεται η Τέχνη.

Ποιους άλλους σκηνοθέτες παραδέχεστε και γιατί; Παραδέχομαι σκηνοθέτες που τολμούν να σπάνε τα όρια, που δεν μένουν στην επιφάνεια,αλλά ψάχνουν το βάθος της ανθρώπινης εμπειρίας, χωρίς να φοβούνται να δείξουν τις αντιφάσεις και τις ατέλειές της.

Έχετε θεωρήσει ή νιώσει ότι η Τέχνη σας έχει παρεξηγηθεί ή παρερμηνευτεί; Ναι, το έχω νιώσει και νομίζω πως είναι σχεδόν αναπόφευκτο. Η Τέχνη, ειδικά όταν ακουμπά ευαίσθητα ή άβολα θέματα, συχνά παρεξηγείται γιατί ο θεατής βλέπει μέσα της και τους δικούς του φόβους, τις προκαταλήψεις ή τις προσδοκίες. Το σημαντικό είναι να έχεις καθαρή πρόθεση. Να ξέρεις τι θέλεις να πεις και γιατί, και να αποδέχεσαι ότι από τη στιγμή που το έργο ανεβαίνει στη σκηνή, δεν σου ανήκει πια. Η παρεξήγηση είναι μέρος του διαλόγου. Κι αν υπάρχει διάλογος, τότε κάτι έχεις πετύχει.

Ποια κοινωνικά θέματα δεν θα αγγίξετε ποτέ και γιατί; Δεν θα έλεγα ότι υπάρχουν κοινωνικά θέματα που δεν θα άγγιζα ποτέ, αλλά υπάρχουν τρόποι προσέγγισης που θα απέφευγα οπωσδήποτε. Δεν θα έκανα ποτέ Τέχνη που εκμεταλλεύεται τον ανθρώπινο πόνο για εντυπωσιασμό ή συγκίνηση χωρίς ουσία. Δεν θα ανέβαζα ένα έργο για θέματα όπως η κακοποίηση, ο πόλεμος, ο ρατσισμός ή η ψυχική ασθένεια, αν δεν υπήρχε χώρος για αξιοπρέπεια, πολυπλοκότητα και σιωπή μέσα στην αφήγηση. Επίσης, δεν θα ασχολούμουν με έργα που διαιωνίζουν στερεότυπα ή που μεταμφιέζουν τον κυνισμό σε «ρεαλισμό». Γιατί εκεί η Τέχνη δεν φωτίζει τίποτα, απλώς παγώνει τη συνείδηση. Δεν είναι θέμα λογοκρισίας, είναι θέμα ευθύνης. Κάθε φορά που ανεβαίνει κάτι στη σκηνή, λέμε στον κόσμο: «Αυτό αξίζει να το δεις». Το ερώτημα είναι γιατί. Αν δεν έχω καθαρή απάντηση, τότε δεν το αγγίζω.

Φοβάστε την τεχνολογία και πώς παρατηρείτε τον ρόλο της γενικά, αλλά και ειδικότερα στα παιδιά σας, ως πατέρας; Δεν φοβάμαι την τεχνολογία· φοβάμαι την ανθρωπότητα χωρίς πυξίδα μέσα σε αυτήν. Η εξέλιξη είναι αναπόφευκτη, το ερώτημα είναι προς τα πού και με τι τίμημα. Ζούμε σε μια εποχή όπου η τεχνολογία υπόσχεται σύνδεση, αλλά συχνά παράγει απομόνωση, υπόσχεται γνώση, αλλά προκαλεί σύγχυση, και δίνει φωνή χωρίς πάντα να δημιουργεί διάλογο. Με λυπεί πώς αντικαθιστούμε την εμπειρία με το εικονικό, το βάθος με την ταχύτητα, το βίωμα με το like. Ως πατέρας, βλέπω αυτήν τη διττή φύση να καθρεφτίζεται στα παιδιά μου: από τη μία τους δίνει απίστευτες δυνατότητες επικοινωνίας και δημιουργίας, από την άλλη η επικοινωνία συχνά γίνεται επιφάνεια. Ο ρόλος μου δεν είναι να τους απαγορεύσω τον κόσμο τους, αλλά να τους εξοπλίσω με κριτική σκέψη, όρια και αυτογνωσία, ώστε να ξεχωρίζουν την πραγματική επικοινωνία από την επιρροή ή τη χειραγώγηση. Η αξία τους δεν καθορίζεται από το ψηφιακό αποτύπωμα. Η τεχνολογία είναι το περιβάλλον τους, η πυξίδα όμως πρέπει να παραμείνει ανθρώπινη.

«Η μεγαλύτερη πνευματική μου αναζήτηση ήταν –και παραμένει– να συμφιλιωθώ με την αβεβαιότητα. Να αποδεχτώ ότι δεν υπάρχουν απόλυτες απαντήσεις, ότι η ζωή δεν “οφείλει” να εξηγείται».

Ποιο θεωρείτε το σημαντικότερο τραύμα της σημερινής κοινωνίας; Το σημαντικότερο τραύμα της σημερινής κοινωνίας είναι η αίσθηση εγκατάλειψης: η διάχυτη εμπειρία ότι κανείς δεν ακούει, δεν φροντίζει και δεν εγγυάται τίποτα. Άνθρωποι που μεγαλώνουν ή γερνάνε μόνοι, παιδιά που μαθαίνουν να επιβιώνουν αντί να ονειρεύονται, θεσμοί που καταρρέουν ή λειτουργούν τιμωρητικά. Είναι υπαρξιακό τραύμα, πηγάζει από αποξένωση, έλλειψη εμπιστοσύνης και αδυναμία σύνδεσης. Ζούμε σε κοινωνίες με υπερπληροφόρηση και ταυτόχρονα μοναξιά, που εκφράζεται με βία, αδιαφορία, ακραίες θέσεις και κυνισμό. Η Τέχνη, αν έχει χρέος σήμερα, είναι να μην προσπεράσει αυτόν τον πόνο, να τον δει, να τον αγγίξει και να τον μεταμορφώσει σε κάτι κοινό και ανθρώπινο.

Ποια είναι η μεγαλύτερη πνευματική αναζήτηση που έχετε κάνει ποτέ στη ζωή σας; Η μεγαλύτερη πνευματική μου αναζήτηση ήταν –και παραμένει– να συμφιλιωθώ με την αβεβαιότητα. Να αποδεχτώ ότι δεν υπάρχουν απόλυτες απαντήσεις, ότι η ζωή δεν «οφείλει» να εξηγείται, και πως το μυστήριο δεν είναι εχθρός, αλλά μέρος της ομορφιάς της. Για πολλά χρόνια έψαχνα βεβαιότητες. Στη θρησκεία, στη φιλοσοφία, στην Τέχνη. Τώρα προσπαθώ να βρίσκω ειρήνη στη μη βεβαιότητα και να ζω με μεγαλύτερη περιέργεια και λιγότερο φόβο. Ίσως αυτή να είναι η πιο δύσκολη αναζήτηση: να μάθεις να στέκεσαι χωρίς έδαφος κάτω από τα πόδια σου και να νιώθεις παρ’ όλα αυτά γεμάτος.

photo1.jpg
Image Credits: ΔΟΜΝΙΚΗ ΜΗΤΡΟΠΟΥΛΟΥ

Η ελληνική τηλεόραση έχει αλλάξει τα τελευταία χρόνια. Αν επιστρέφατε, τι διαφορετικό θα θέλατε να «κουβαλά»; Περισσότερη ειλικρίνεια και ρίσκο, να βλέπει τον θεατή ως συμμέτοχο και όχι ως καταναλωτή. Να δίνει χώρο σε αφηγήσεις σύνθετες, ανθρώπινες, λιγότερο «γυαλισμένες», που δεν φοβούνται να είναι αληθινές, ακόμη κι αν αυτό σημαίνει μικρότερη ασφάλεια στα νούμερα. Να επενδύει σε νέες γλώσσες αφήγησης και να ξαναβρίσκει την αυτοεκτίμησή της, γινόμενηπλατφόρμα δημιουργίας και όχι απλώς ανακύκλωσης.

Πέρα από σκηνοθέτης, ποιο άλλο αποτύπωμα θα θέλατε να αφήσετε στη ζωή; Αν έπρεπε να απαντήσω ειλικρινά, θα έλεγα πως δεν με απασχολεί να αφήσω αποτύπωμα. Όχι από ταπεινοφροσύνη, αλλά γιατί νιώθω πως η ζωή δεν είναι κάτι που κατακτάς ή "σημαδεύεις" -είναι κάτι που ζει κανείς, όσο κρατάει. Προσπαθώ να είμαι παρών, να δουλεύω με αλήθεια, να αγαπώ όσο μπορώ, και αν κάτι μείνει, ας είναι γιατί είχε λόγο να μείνει -όχι γιατί το επιδίωξα. Αν έπρεπε να συνοψίσετε με μία φράση το μήνυμα που θέλετε να αφήσετε στο κοινό με τα έργα σας αυτή την περίοδο, ποιο θα ήταν; Μη φοβάστε να κοιτάξετε την αλήθεια – μέσα σας και γύρω σας – γιατί μόνο εκεί ξεκινά η πραγματική ελευθερία.

Μετά τη «Βιρτζίνια Γουλφ» και το θεματικό πάρκο, ποια είναι τα επόμενα καλλιτεχνικά σας βήματα; Σκέφτεστε μια νέα τηλεοπτική σειρά; Αν ναι, σε ποια θεματολογία θα θέλατε να εστιάσετε; Μετά τη «Βιρτζίνια Γουλφ», το θεματικό πάρκο για την Αρχαία Ελλάδα και το ΡΙΦΙΦΙ, τη νέα μου σειρά 6 επεισοδίων στη COSMOTE TV, ετοιμάζω μια νέα σειρά που θα ξεκινήσει γυρίσματα το 2026, αλλά για αυτό δυστυχώς δεν μπορώ να πω κάτι παραπάνω προς το παρόν.

Mains Images Credits: ΔΟΜΝΙΚΗ ΜΗΤΡΟΠΟΥΛΟΥ