Η τέχνη μιλάει στην ψυχή, εκπαιδεύει τον νου και ανοίγει νέους ορίζοντες, στοιχεία που την κάνουν συναρπαστική! Όπως χαρακτηριστικά το απέδωσε ο βραζιλιάνος καλλιτέχνης Romero Britto: «Η τέχνη είναι πολύ σημαντική για να μην τη μοιράζεσαι». Εμείς συγκεντρώσαμε πληροφορίες
για κάθε art lover με τα δυνατά ονόματα και τις τάσεις, αλλά και τις απόψεις των ειδικών για το παρόν και το μέλλον της σύγχρονης τέχνης.
Tον περασμένο Νοέμβριο ο David Hockney, ο πιο επιδραστικός βρετανός καλλιτέχνης του 20ού αιώνα, έγινε κι επίσημα ο πιο ακριβός εν ζωή καλλιτέχνης στον κόσμο. Το εμβληματικό έργο του “Portrait of an Artist (Pool with Two Figures)” πουλήθηκε σε δημοπρασία στον οίκο Christie's για 90,3 εκατομμύρια δολάρια! Ο Hockney ζωγράφισε τον εν λόγω πίνακα το 1972, μετά το τέλος μιας σχέσης του, και μία από τις ερμηνείες που έχει δοθεί είναι ότι απεικονίζει τον ίδιο όρθιο να κοιτάζει τον πρώην εραστή του να κολυμπά στην πισίνα. Ανεξάρτητα από το τι αντιπροσωπεύει, το έργο συνδυάζει δύο από τα πιο γνωστά χαρακτηριστικά του δημιουργού του: τις κρυστάλλινες, καταγάλανες πισίνες και τα διπλά πορτρέτα ατόμων. Ο προκάτοχός του, ο προβοκάτορας Jeff Koons, θεωρείται ο βασιλιάς του κιτς και της ποπ κουλτούρας της σύγχρονης Δύσης, κι ένα από τα πιο καλοπληρωμένα ονόματα στον χώρο διεθνώς. Από τα πιο γνωστά έργα του είναι τα φουσκωτά balloon σκυλιά και οι τουλίπες από ατσάλι, αλλά και τα σκανδαλιστικά γλυπτά με πρωταγωνίστρια την πρώην γυναίκα του, Ilona Staller, γνωστή ως Cicciolina.
Εκκεντρικός, αλλά εμπορικός
Η σύγχρονη τέχνη αγαπά την πρόκληση, πράγμα που αποδεικνύει και ο μετρ του είδους, βρετανός Damien Hirst, που μονοπώλησε τη σκηνή στα 90’s, τοποθετώντας νεκρά ζώα σε φορμαλδεΰδη και σχεδιάζοντας γλυπτά-νεκροκεφαλές με διαμάντια. Ο Maurizio Catellan ανήκει, επίσης, στην dream team της contemporary art scene. Το άστρο του Ιταλού εκτινάχθηκε στα ύψη με την έκθεση “All” στο Guggenheim της Νέας Υόρκης, το 2011, ενώ ένα από τα έργα του που έκανε μεγάλη αίσθηση, ήταν η 18 καρατίων χρυσή τουαλέτα “America”, την οποία σχεδίασε το 2016, με σαφή αναφορά στο εμβληματικό έργο “Fountain” του Marcel Duchamp (1917). Αλλά τι γίνεται στη… θηλυκή πλευρά της τέχνης; Η γαλλο-αμερικανίδα Louise Bourgeois, με τις υπέροχες «αράχνες» της, ανήκει αναμφίβολα στις πιο επιδραστικές καλλιτέχνιδες της μεταπολεμικής περιόδου, ενώ η εκκεντρική γιαπωνέζα Yayoi Kusama, με τα έντονα, ψυχεδελικά της patterns, διαθέτει ένα αναγνωρίσιμο στίγμα. Δυνατά ονόματα είναι και η under ground αισθητικής βρετανίδα Tracy Emin, η αμερικανίδα Cindy Sherman, γνωστή για τα πορτρέτα που σχολιάζουν τη θέση της γυναίκας στη μοντέρνα εποχή, καθώς και η συμπατριώτισσά της, φωτογράφος Nan Goldin. Αναμφίβολα, ο καπιταλισμός και τα μεγάλα αστικά κέντρα συνέβαλαν στην εμπορευματοποίηση της τέχνης. Ο Andy Warhol, ο πατέρας του κινήματος της pop art, o πρόωρα χαμένος Jean-Michel Basquiat, ο ιάπωνας Takashi Murakami, με τα χαριτωμένα, πολύχρωμα μοτίβα του, η εξπρεσιονίστρια Joan Mitchell -9 πίνακές της πουλήθηκαν για περισσότερα από 70 εκατομμύρια δολάρια τον περασμένο Ιούνιο στην Art Basel-, ο αρχιτέκτονας-εικαστικός Tomas Sarakeno, που πρόσφατα συζητήθηκε για την εγκατάστασή του στο Palais de Tokyo στο Παρίσι, και ο πολυσχιδής Ai Weiwei είναι μερικά από τα «χρυσά» ονόματα του χρηματιστηρίου της τέχνης σήμερα.
Το παρόν και το μέλλον
Η πολυφωνία ως ρεύμα είναι κάτι που ήδη χαρακτηρίζει την εποχή μας και θα υπερισχύσει στο μέλλον. Η Μαρίνα Φωκίδη, ανεξάρτητη επιμελήτρια και Διευθύντρια του περιοδικού South as a State of Mind, εξηγεί: «Πρόκειται για μία ελληνική λέξη που χρησιμοποιείται διεθνώς (polyphony). Αυτό που επικρατεί σήμερα είναι η αναζήτηση των χαμένων φωνών, η ανάδειξη των τοπικών ιδιορρυθμιών, καθώς κι ένα ρεύμα συντήρησης αυτής της πολυφωνικότητας». Στη χώρα μας, προς τη συγκεκριμένη κατεύθυνση συνέβαλαν και οι μεγάλες διεθνείς διοργανώσεις, όπως η Μπιενάλε Σύγχρονης Τέχνης της Θεσσαλονίκης και η Documenta στην Αθήνα, καθώς έδωσαν βήμα σε νεότερους καλλιτέχνες, μπολιάζοντας δημιουργικά το υπάρχον μωσαϊκό. Όπως χαρακτηριστικά σχολιάζει η κα Φωκίδη: «Μετά την Documenta το 2017, υπήρξαν καλλιτέχνες από τις βόρειες χώρες της Ευρώπης που μετοίκησαν εδώ, γιατί βρήκαν μια νέα μορφή ελευθερίας στη χώρα μας».
Την πληθώρα των πολιτισμικών επιλογών ως χαρακτηριστικό της εποχής, διακρίνει και η Συραγώ Τσιάρα, Αναπληρώτρια Διευθύντρια MOMus - Μουσείου Σύγχρονης Τέχνης & MOMus - Πειραματικού Κέντρου Τεχνών: «Η υβριδικότητα και η συνομιλία των ειδών είναι το κυρίαρχο στοιχείο: εικαστικοί συνομιλούν με μουσικά ή κινηματογραφικά έργα, ενσωματώνουν αρχειακά ντοκουμέντα, πειραματίζονται με τον ήχο και τη σύγχρονη τεχνολογία, δημιουργούν ανοιχτές εγκαταστάσεις ή παρουσιάζουν σωματικές δράσεις που εξελίσσονται μπροστά στο βλέμμα των θεατών, προκαλώντας συχνά τη συμμετοχή του κοινού. Εδώ νομίζω βρίσκεται το κλειδί των εξελίξεων: στο άνοιγμα της τέχνης προς τη δημόσια σφαίρα και την καθημερινή ζωή, την εμπλοκή ομάδων ή μεμονωμένων ατόμων και την κατάργηση των συμβατικών ορίων μεταξύ δημιουργού και αποδέκτη».
Τσαρούχι… από τον τόπο σου
Το 2001, ο οίκος δημοπρασιών Sotheby’s καθιέρωσε τα Greek Sales στο Λονδίνο, εισάγοντας τη χώρα μας στο διεθνές χρηματιστήριο της σύγχρονης τέχνης. Παρατηρήθηκε ενδιαφέρον για έργα καλλιτεχνών του 19ου και 20ού αιώνα, με πίνακες των Θεόδωρου Ράλλη, Νίκου Εγγονόπουλου και Νίκου Χατζηκυριάκου-Γκίκα να συγκεντρώνουν «χτυπήματα» με εξαψήφιους αριθμούς, ενώ σιγά-σιγά και νεότεροι καλλιτέχνες άρχισαν να χτίζουν το κοινό τους και να βρίσκουν μια θέση στη διεθνή αγορά. Αναζητώντας κανείς το νήμα της εγχώριας εικαστικής παραγωγής, μοιραία ξεκινά από ονόματα που ξεχώρισαν μετά τη μικρασιατική καταστροφή: Κωνσταντίνος Παρθένης, Σπύρος Παπαλουκάς, Φώτης Κόντογλου, Γιάννης Τσαρούχης, Νίκος Χατζηκυριάκος-Γκίκας, Γιάννης Μόραλης, Takis, Αλέκος Φασιανός, Δημήτρης Μυταράς. Εν συνεχεία, περνά στους πρωτοπόρους της γενιάς του ‘60, Νίκο Κεσσανλή, Κώστα Τσόκλη, Ακριθάκη, Παύλο, Γιάννη Γαΐτη, Κωνσταντίνο Ξενάκη, Όπυ Ζούνη, αλλά και σε Έλληνες της διασποράς, όπως οι Θεόδωρος Στάμος, Χρύσα, Στήβεν Αντωνάκος, Λουκάς Σαμαράς, Γιάννης Κουνέλλης.
Φυσικά, το νήμα δε σταματά εδώ. Οι Απόστολος Γεωργίου, Δημήτρης Τζαμουράνης, Ανδρέας Αγγελιδάκης, Απόστολος Παλαβράκης, Νίκος Ναβρίδης, Φίλιππος Τσιάρας και Νίκος Φλώρος, μεταξύ άλλων, είναι έλληνες εικαστικοί της εποχής μας, οι οποίοι συνεργάζονται με κορυφαίες γκαλερί διεθνώς, παίρνουν διακρίσεις, «μπαίνουν» σε μεγάλα μουσεία.
Πέρα, όμως, από μεμονωμένες περιπτώσεις, ποια θέση έχει εν γένει η σύγχρονη ελληνική τέχνη στον παγκόσμιο χάρτη τα τελευταία χρόνια; Η Συραγώ Τσιάρα σχολιάζει επ’ αυτού: «Η ορατότητα και η κινητικότητα των ελλήνων καλλιτεχνών είναι αδιαμφισβήτητα περισσότερο αυξημένη. Ωστόσο, αν θέλουμε να μιλήσουμε με όρους πολιτιστικής πολιτικής, παρατηρείται μια σοβαρή υστέρηση, διότι η χάραξη συνεπούς και μακροπρόθεσμης στρατηγικής για τη βιωσιμότητα και την ανάπτυξη της σύγχρονης τέχνης στη χώρα μας δεν υπήρξε ποτέ ξεκάθαρη προτεραιότητα. Παρά τα βήματα που έχουν γίνει, εξακολουθεί να υφίσταται ένα ουσιαστικό κενό στην προώθησή της σε διεθνές επίπεδο, σε μία εποχή μάλιστα που έχει πλέον ωριμάσει η εγχώρια εικαστική σκηνή και παρατηρείται ένα αυξανόμενο διεθνές ενδιαφέρον για τη συμμετοχή ελλήνων δημιουργών σε διεθνείς εκθέσεις και προγράμματα δημιουργικής παραμονής (residencies)».
Η τέχνη στον δημόσιο χώρο
Peggy Guggenheim Collection, Venice
Θυμάμαι σ’ ένα δημοσιογραφικό ταξίδι στη βελγική πόλη Namur, στο πλαίσιο της Mons-Ευρωπαϊκής Πρωτεύουσας Πολιτισμού 2015, την εντύπωση που μου είχε κάνει το γεγονός ότι εμβληματικά γλυπτά του Jan Fabre ήταν εκτεθειμένα σε κοινή θέα, σε κεντρικά σημεία της πόλης. Η τέχνη στον δημόσιο χώρο στοχεύει στην αναβάθμιση της αισθητικής, του καθημερινού βιοτικού επιπέδου των πολιτών, αλλά και στην ταυτόχρονη «εκπαίδευσή» τους. Ακόμη κι αν δεν το καταλαβαίνει κανείς, το οπτικό μήνυμα περνάει. Λαμπρό παράδειγμα στη Θεσσαλονίκη αποτελεί η Νέα Παραλία, μετά την ανάπλασή της, με τον Κήπο των Γλυπτών και τα έργα των Μαρκ Χατζηπατέρα και Μιχάλη Κατζουράκη, αλλά και το πολύπαθο «Φεγγάρι» του Παύλου Βασιλειάδη, που πρόσφατα αποκαταστάθηκε εξαιρετικά και βρήκε νέα θέση μέσα στον Θερμαϊκό. Βέβαια, και πριν την ανάπλαση υπήρχαν τα περίφημα γλυπτά του Γιώργου Ζογγολόπουλου, οι «Ομπρέλες» στην Παραλία και στην είσοδο του Μακεδονικού Μουσείου Σύγχρονης Τέχνης, καθώς και το «Γλυπτό ΔΕΘ» ή “Cor-ten” στη βορεινή είσοδο της Διεθνούς Εκθέσεως Θεσσαλονίκης. Στην Αθήνα, γνωστός είναι ο περίφημος «Δρομέας» του Κώστα Βαρώτσου, που αρχικά σχεδιάστηκε για την πλατεία Ομόνοιας, αλλά τελικά μεταφέρθηκε στην Πλατεία Μεγάλης του Γένους Σχολής, μπροστά στο ξενοδοχείο Hilton. Η πικρή αλήθεια είναι πως η χώρα μας βρίσκεται σε εμβρυακό στάδιο όσον αφορά στην τέχνη στον δημόσιο χώρο, κάτι που στη Γαλλία και στις ΗΠΑ κατοχυρώθηκε σε εθνικό επίπεδο ήδη από τη δεκαετία του 1930. Έχουμε πολύ δρόμο να διανύσουμε, καθώς πρέπει να ξεπεράσουμε, εκτός από θεσμικές και οικονομικές αδυναμίες, και τον «σκόπελο» της κακής σχέσης του Έλληνα με τον δημόσιο χώρο. Από την άλλη, όπως εξηγεί ο Γιώργος Τζιρτζιλάκης, καθηγητής στο Τμήμα Αρχιτεκτόνων του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας και καλλιτεχνικός σύμβουλος του Ιδρύματος ΔΕΣΤΕ: «Η τέχνη στον δημόσιο χώρο δεν έχει πλέον να κάνει μόνο με γλυπτά ή εγκαταστάσεις, αλλά και με δραστηριότητες, δράσεις, performances, στιγμές, συμβάντα. Υπάρχει, δηλαδή, μια μετακίνηση από το αντικείμενο στο συμβάν. Αλλά και η ίδια η αρχιτεκτονική λειτουργεί ως μορφή τέχνης, ως γλυπτική χώρου και νέος ορίζοντας. Ιδανικό παράδειγμα αποτελεί η ανάπλαση της Νέας Παραλίας στη Θεσσαλονίκη».
Η τέχνη κατεβαίνει στον δρόμο!
Ήταν η δεκαετία του 1980 όταν ο Keith Haring πειραματίστηκε με την ποπ κουλτούρα και τα γκράφιτι στους δρόμους της Νέας Υόρκης, περνώντας κοινωνικά και πολιτικά μηνύματα. Από τότε μέχρι και σήμερα, η τέχνη του γκράφιτι έχει διατηρήσει τη δυναμική μιας καλώς εννοούμενης «επανάστασης», ενός τρόπου διαμαρτυρίας για κοινωνικοοικονομικοπολιτικά ζητήματα.
Το 2008, το “Keep it Spotless” του αινιγματικού Banksy, του πιο καλοπληρωμένου graffiti artist στον κόσμο, που θα παρουσιάσει τη δουλειά του για πρώτη φορά στην Ελλάδα στην Τεχνόπολη του Δήμου Αθηναίων από τα τέλη του Φλεβάρη, πουλήθηκε σε δημοπρασία στον οίκο Sotheby’s για 1,87 εκατομμύρια δολάρια! Αντίγραφο του διασημότερου έργου του -το κορίτσι με το μπαλόνι σε σχήμα καρδιάς-, μάλιστα, το οποίο πουλήθηκε πάνω από ένα εκατομμύριο λίρες σε πλειστηριασμό στο Λονδίνο πέρσι, έκρυβε μια μεγάλη έκπληξη, καθώς μόλις ολοκληρώθηκε η διαδικασία, ενεργοποιήθηκε ένας καταστροφέας εγγράφων που ήταν κρυμμένος στην κορνίζα, με αποτέλεσμα να καταστραφεί ο πίνακας. Έτσι, o ανατρεπτικός καλλιτέχνης υλοποίησε την άποψη του Πικάσο για την τέχνη, την οποία ενστερνίζεται απόλυτα: «Η επιθυμία για καταστροφή είναι και μια δημιουργική επιθυμία».
Ο Αμερικανός David Choe ζωγράφισε τους τοίχους στα κεντρικά γραφεία της Facebook και πληρώθηκε με μετοχές (!), ενώ ο συμπατριώτης του Shepard Fairey έγινε διάσημος από το πόστερ “Hope”, που υιοθέτησε στην προεκλογική του εκστρατεία το 2008 ο Barak Obama. Άλλες γνωστές υπογραφές είναι το δίδυμο από την Πολωνία Etam Cru, ο Βραζιάνος Eduardo Kobea και ο Julien Malland, aka Seth, με σήμα-κατατεθέν τα κοριτσάκια με τις πολύχρωμες ομπρέλες που ζωγραφίζει στους τοίχους του Παρισιού. Από Έλληνες ξεχωρίζουν ο ΙΝΟ και ο Αλέξανδρος Βασμουλάκης.
God is a Performer
Μία από τις πρώτες φεμινίστριες καλλιτέχνιδες, η Ana Mendieta, έβαζε φωτιά στο περίγραμμα του σώματός της στη γη. Η «γιαγιά της performance”, Marina Abramovic, δε δίστασε να κόψει τον εαυτό της με ξυράφι, ενώ ο αμφιλεγόμενος Jan Fabre πετούσε νεκρές γάτες στα σκαλοπάτια του δημαρχείου της Αμβέρσας. Η έννοια της performance είναι ευρεία και χωράει πολλές εκδοχές. Αυτές, όμως, που μένουν χαραγμένες στη μνήμη του κοινού είναι οι σοκαριστικές. Από τους δικούς μας καλλιτέχνες, η Λήδα Παπακωνσταντίνου ανήκει στους πρώτους που εισήγαγαν στο εγχώριο εικαστικό γίγνεσθαι, τη δεκαετία του 1970, τα περιβάλλοντα και τις performances. Η αλήθεια είναι πως πρόκειται για μια μορφή τέχνης που χρησιμοποιεί ως μέσο έκφρασης το σώμα και δεν παράγει έργα για συλλέκτες. Ωστόσο, παραμένει μια πρωτόλεια, ανεξάντλητη πηγή έμπνευσης, καθώς εξερευνά τα όρια της σωματικής έκφρασης, ανοίγοντας καινοτόμους δρόμους. Αλλά τι είδους έργα αναζητούν οι συλλέκτες στην εποχή μας και ποια είναι τα χαρακτηριστικά τους; Ο Γιώργος Τζιρτζιλάκης μας διαφωτίζει: «Στην εποχή μας υπάρχουν δύο ειδών συλλέκτες, o connaiseur, που ψάχνει το νήμα των πραγμάτων, και ο επιδεικτικός, που χρησιμοποιεί την τέχνη ως status symbol. Ο Δάκης Ιωάννου, για παράδειγμα, είναι ένας σκαπανέας, ένας ερευνητής της τέχνης, που βρίσκει το ξέφωτο στο δάσος, ένας συλλέκτης με πάθος, εμμονή, αναστάτωση για την τέχνη, με αντίληψη για τη συλλογή του. Του αρέσει να μαθαίνει την κοινωνία και το σύμπαν μέσα από αυτήν». Αυτό δεν είναι, άλλωστε, και το νόημα της ενασχόλησης με την τέχνη;
Κεντρική Φωτογραφία: Η «γιαγιά της performance» Marina Abramovic
ΔΕΙΤΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ ΣΤΟ ΤΕΥΧΟΣ GLOW 146 ΜΑΡΤΙΟΣ 2019