Οι επαγγελματικές επιλογές του έχουν υπάρξει πάντα εξαιρετικές αφού ξέρει πολύ καλά πως η ποιότητα και η αμεσότητα πρέπει να συνδυάζονται άψογα σε κάθε πρότζεκτ που αναλαμβάνει κανείς. Ξεχωριστή προσωπικότητα και πολύ ταλαντούχος ηθοποιός, ο Σταύρος Σβήγκος βρίσκεται αυτές τις μέρες στη Θεσσαλονίκη με την παράσταση Δυο Θεοί, η οποία γράφτηκε από τον μοναδικό θεατρικό σεναριογράφο Λένο Χρηστίδη το 1997 και έχει βραβευτεί με τιμητικό βραβείο Κάρολου Κουν. Μια εξαιρετική κωμωδία που έχει γνωρίσει μεγάλη επιτυχία και τελειώνει αύριο, οπότε αν δεν την έχετε δει... σπεύσατε!
Τον συναντήσαμε λίγο πριν φύγει από την πόλη και μας μίλησε για όσα έχει ξεχωρίσει από την παράσταση, τους εθισμούς της μοντέρνας εποχής, τις προτεραιότητές μετά τη γέννηση του γιου του, τους γονείς του και την άποψή του περί υποκριτικής.
Πρωταγωνιστείτε στην επιτυχημένη κωμωδία «Δύο Θεοί», που πραγματεύεται τη σχέση του ανθρώπου με την τεχνολογία. Θεωρείται αρκετά επίκαιρο θέμα, αφού στις μέρες μας υπάρχουν πολλά άτομα εθισμένα στο διαδίκτυο. Πείτε μας λίγα λόγια γι’αυτό.
H παράσταση δεν πραγματεύεται μόνο αυτό, γενικότερα πραγματεύεται όλο το ανθρώπινο είδος, το «τι είναι» αυτό το είδος. Με τι ματαιδοξία ή τι φιλοδοξία ζει. Ακόμη, το διαδίκτυο, οι ηλεκτρονικοί υπολογιστές έχουν γίνει τόσο βασικοί, που η ζωή μας πια δεν μπορεί να υπάρξει χωρίς αυτά. Εξελίσσεται η κοινωνία και η ιστορία, εξελίσσονται και τα πράγματα κι εμείς ακολουθούμε. Σαφώς, χρησιμοποιούνται συχνά με τον λάθος τρόπο, ενώ υπάρχουν και πολλά άτομα που είναι εξαρτημένα από την τεχνολογία με την αρνητική έννοια. Έχω δουλέψει και στο ΚΕΘΕΑ με παιδιά που ήταν εξαρτημένα στα ναρκωτικά και στο ίντερνετ και ήταν κάτι αρκετά δύσκολο να κοιτάζει κανείς. Αλλά νομίζω ότι έναν εθισμό τον έχουμε πάθει όλοι πια, ανεξαρτήτου ηλικίας, ίσως τη γλυτώνουν κάποιοι άνθρωποι γύρω στα 80. Όμως, όλος ο κόσμος σε μικρότερη ηλικία έχει τουλάχιστον ένα κινητό.
Πλέον έχει γίνει και λίγο νευρωτικό, θα κοιτάξουμε κάθε μία ώρα το κινητό μας, είναι δεύτερη φύση μας. Θα πατήσουμε όλοι το κουμπί όταν το δούμε μπροστά μας. Δεν είναι απλά ένα τηλέφωνο, έχουμε μέσα στην παλάμη σας όλο τον κόσμο, τους φίλους μας και το "εγώ" μας. Πλέον είναι όλα σε μια παλάμη, η οποία ξέρει να χειρίζεται άψογα τη συσκευή. Έχει γίνει κάτι σαν το περπάτημα, γίνεται φυσικά. Δεν το κρίνω αυτό, ούτε αρνητικά, ούτε θετικά. Ο καθένας έχει τα δικά του μέτρα και σταθμά. Για μένα, είναι αρνητικό όταν χάνω την επαφή με έναν άνθρωπο που έχω ζωντανά απέναντί μου και το χέρι μου ανοίγει το κινητό μου. Σε αυτή την περίπτωση, με μαλώνω γιατί με κάνει να ντρέπομαι το γεγονός ότι με επηρεάζει το κινητό μου χωρίς να το θέλω.
Η παράσταση σαφώς δείχνει δύο άτομα, δύο εθισμένους ανθρώπους που έχουν μπει σε κέντρο απεξάρτησης παρά τη θέληση τους. Στην αρχή τους δείχνει να έχουν πειστεί ότι πρέπει να μείνουν μακριά από τα PC, μετά βρίσκουν έναν λόγο για να ξανανοίξουν τον υπολογιστή. Όπως κάθε εθισμένος άνθρωπος θα βρει έναν καλό λόγο για να κάνει αυτό που του απαγορεύουν, βρίσκουν την καλύτερη δικαιολογία: ότι θα σώσουν όλη την ιστορία του πλανήτη μας! Έτσι θα είναι ήρωες μετά, θα το γυρίσουν σε κάτι πολύ ηρωικό και grande. Οπότε, φεύγει και ενοχή του εθισμού.
Τι σας έκανε να πείτε ναι, διαβάζοντας το σενάριο;
Πρώτα απ’όλα, δε θα κρύψω ότι με τα κείμενα του Λένου Χρηστίδη, υπάρχει ένας έρωτας. Είναι ένας άνθρωπος που θαύμαζα πολύ την πένα του και τώρα που τον γνώρισα θαυμάζω και τον ίδιο. Πλέον, είναι δύσκολο να είσαι νέος συγγραφέας. Για την ηλικία του, έχει εκδώσει πολλά κείμενα, τα οποία έχουν στόχο και ουσία. Δεν γράφει απλά έτσι για να γράψει. Μ’αρέσει, γιατί αυτό είναι τολμηρό. Μ’ έκανε επίσης να πω «ναι» ο σκηνοθέτης, Παντελής Δεντάκης, γιατί έχουμε ξανασυνεργαστεί και είχαμε μια πολύ ωραία συνεργασία. Είναι πολύ ταλαντούχος, όχι μόνο για το αποτέλεσμα που τελικά δίνει επάνω στο σανίδι, αλλά και για το πώς εκπαιδεύει έναν ηθοποιό. Αυτό είναι σημαντικό γιατί σπανίζει! Είναι για μας ξανά μία σπουδή. Από την άλλη, το cast είναι κάτι που με ευχαρίστησε πάρα πολύ. Με τον Ορέστη Τζιόβα, έχω δουλέψει αρκετές φορές, με τον Σωκράτη Πατσίκα πλέον έχουμε καταλήξει να δουλεύουμε σχεδόν συνέχεια μαζί. Ο Παύλος Παυλίδης είναι ένας φοβερά δημιουργικός άνθρωπος και τρομερά καλός ηθοποιός και η Νικολέτα Παπαδοπούλου είναι ένα νέο και δημιουργικό κορίτσι που ταιριάζει πολύ στην ομάδα. Μάλιστα, η Νικολέτα με την αδερφή της είναι οι παραγωγοί, πολύ νέοι στο χώρο. Οι νέοι βέβαια, πολλές φορές είναι πιο έντιμοι, πιο κύριοι από κάποιους παλιούς.
Εσείς χρησιμοποιείτε αρκετά τα social media?
Εγώ το μόνο που έχω είναι instagram και δεν το χρησιμοποιώ τόσο πολύ. Θα ανεβάσω καμιά φορά φωτογραφία ίσως 1-2 φορές το μήνα. Κανένα αστείο story ίσως. Κάτι τέτοιο. Πλέον, ευτυχώς το έχω ξεπεράσει λίγο. 'Έχω τόσο γεμάτη καθημερινότητα που δεν έχω το χρόνο να ασχοληθώ ούτε καν με αυτό,
Γιατί να έρθει κάποιος να παρακολουθήσει την παράστασή;
Η παράσταση πραγματεύεται πολλά σοβαρά θέματα, αλλά με ευχάριστο τρόπο. Οι δύο κεντρικοί ηθοποιοί που είμαστε εγώ και ο Ορέστη, μοιάζουν λίγο με τον ηλίθιο και τον πανηλίθιο, αλλά ταυτόχρονα ασχολούνται με πάρα πολλά σοβαρά θέματα, τα οποία θα μπορούσες να κάτσεις να τα αναλύεις για χρόνια με άτομα που τους αρέσει η κουβέντα περί κοινωνίας. Σίγουρα θα θα φλερτάρατε με τη φιλοδοξία και τη ματαιοδοξία, αλλά με ευχάριστο τρόπο, με μία ευχάριστη νότα. Από την άλλη οι ερμηνείες των υπολοίπων -δε θα μιλήσω για μένα- είναι πολύ καλές. Ο άνθρωπος που θα έρθει θα κερδίσει από το πολύ χιούμορ, ιδιαίτερο και κοινονικοπολιτικό. Πρόκειται για ένα πολύ τίμιο εγχείρημα από εμάς όλους που δίνουμε τα πάντα. Ο θεατής θα δει κάτι με υπόσταση και πολύ «γεμάτο».
Με την υποκριτική πώς ήρθατε σε επαφή; Ήταν μία τυχαία επιλογή ή κάτι που στοχεύατε να κάνετε από μικρός;
Ήταν ένα λάθος. Για την υποκριτική (γέλια). Εγώ τυχαία μετακόμισα με τους γονείς μου από το κέντρο της Αθήνας το 2000, στην περιοχή στο Μαρκόπουλο-Πόρτο Ράφτη. Εκεί ήταν μία θεατρική ομάδα οι «Περίακτοι», που υπάρχει ακόμη και κάνουν σοβαρές δουλειές τα παιδιά. Τότε μου έλεγε η μητέρα μου να πάω να δω μία παράσταση κι εγώ της έλεγα «άσε μας ρε μαμά». Τελικά, όταν τους είδα, ζήλεψα τόσο μα τόσο πολύ, που κατευθείαν μπήκα στα καμαρίνια και είπα «θέλω να γραφτώ κι εγώ στην ομάδα» και έτσι ξεκίνησα. Τελειώνοντας από το στρατό, με ρωτούσαν οι γονείς μου τι θα κάνω, τους έλεγα «θα δώσω στο Εθνικό και αν με πάρουν μπορεί να το δω και ζεστά, αν όχι θα συνεχίσω τη δουλειά του μπαμπά». 'Έτσι, πέρασα και έτσι συνέχισα. Ήταν κάτι που το ερωτεύτηκα σιγά σιγά, δεν είχα κάποιον να με προσηλυτίσει ή κάποιον από την οικογένεια μέσα σ'αυτήν τη δουλειά. Ήταν κάτι τελείως άσχετο και ήρθε από μόνο του. Είμαι τέτοιος άνθρωπος, που αφήνω τη ζωή να μου φέρνει πράγματα και εγώ να τα διαχειρίζομαι όπως θέλω.
Πώς επιλέγετε τη σειρά ή το θέατρο που θα πάρετε μέρος; Ποια είναι τα κριτήρια σας;
Σίγουρα, η τηλεόραση, με τους ρυθμούς που έχει και τον τρόπο που γυρίζεται, εκτός αν παίζεις για το Netflix, δεν μπορεί να στηρίξει κάτι το οποίο να είναι άρτιο καλλιτεχνικά και να προσφέρει στον τηλεθεατή. Πολύ σπάνια. Αυτό συνέβη μόνο με τον «Αστέρα Ραχούλας», που πραγματικά ένιωθα ότι μου ταίριαζε. Δεν ένιωθα ότι κοροϊδεύω τον κόσμο. Ήταν μια πολύ ωραία, καλογραμμένη κωμωδία, πολύ καλά γυρισμένη, προσεγμένη σειρά και αυτό δε συμβαίνει συχνά. Όπως και με το «Κάτω Παρτάλι» το ίδιο. Σαφώς στην τηλεόραση παίζει ρόλο και το οικονομικό κομμάτι. Υπάρχουν και άτομα που λένε «εγώ όταν μεγαλώσω θέλω να παίζω στην τηλεόραση» είναι απόλυτο σεβαστό αυτό. Αλλά όταν η δουλειά σου είναι η υποκριτική, καταλαβαίνεις ότι αυτή βρίσκεται στο θέατρο και στο σινεμά. Η τηλεόραση είναι κάτι το ενδιάμεσο. Είναι μία δουλειά από την οποία βιοπορίζομαι, δεν είναι χόμπι. Φυσικά παίζει ρόλο και το καλλιτεχνικό κομμάτι. Πλέον, μπορώ να έχω επιλογές, πιο παλιά δεν είχα, μπορεί να έκανα και πράγματα που δε μου άρεσαν αλλά μπορούσαν να μου προσφέρουν τις βασικές μου ανάγκες. Τώρα πια, που έχουν περάσει και κάποια χρόνια, έχω 3-4 προτάσεις. Πρώτα έρχεται το καλλιτεχνικό κομμάτι και μετά το οικονομικό.
Τώρα έχετε τη δική σας οικογένεια, έχει αλλάξει αυτό τις προτεραιότητές σας;
Σαφώς. Όταν δημιουργείς οικογένεια αλλάζει η ισορροπία στην καθημερινότητα σου. Αυτό είναι καλό, γιατί σε κάνει να έχεις πολύ πιο καθαρούς στόχους για το τι θέλεις να κάνεις. Από την άλλη, όμως, ο λίγος χρόνος που σου μένει να περάσεις με την οικογένεια ή με τον εαυτό σου, θέλεις να έχει ποιότητα. Οπότε, αν ξεκλέψω μία ώρα και διαβάσω, θα είναι ουσιαστική, γεμάτη και με ποιότητα. Αν η μία ώρα θα είναι με την οικογένεια μου, θέλω να είμαι εκεί με τον μικρό και τη γυναίκα μου και να δημιουργούμε μαζί τη «ζωή». Παλιά, μπορεί να έκανα τρεις παραστάσεις μαζί και τηλεόραση, πλέον δεν το κάνω αυτό. Γιατί δε θέλω να χάνω στιγμές, αλλιώς θα ήμουν ναυτικός και θα έλειπα από το σπίτι. (γέλια)
Θα μας πείτε μία συμβουλή που σας έδωσαν οι γονείς σας και θέλετε να τη μεταφέρετε στον γιο σας;
Είμαι πάρα πολύ τυχερός διότι έχω μεγαλώσει σ' ένα σπίτι το οποίο το μόνο που μας έδειξε και μας δίδαξε είναι η αγάπη, που η αγάπη έχει μέσα της εμπιστοσύνη, ελευθερία στην έκφραση. Αυτό που μου έκαναν οι γονείς μου θέλω να το κάνω κι εγώ στο παιδί μου ή στα όσα παιδιά κάνω, να είμαστε ελεύθεροι άνθρωποι, να σέβονται και να πιστεύουν στο εαυτό τους. Να σέβονται το καθετί και τους πάντες. Μου έμαθαν επίσης πως όποιος δεν έχει λεφτά, δε σημαίνει πως είναι τεμπέλης, υπάρχουν κι άλλα πράγματα στη ζωή. Θα μπορούσαμε να είμαστε οποιοιδήποτε, από μεγιστάνες μέχρι εργάτες στη Ζιμπάμπουε. Με λίγα λόγια, μου έμαθαν να μη με επηρεάζουν τα υλικά αγαθά και να έχω έναν χαρακτήρα που δεν αλλοιώνεται και δεν επηρεάζεται από κανέναν. Αυτό θα ήθελα να μάθει και ο μικρός μου, να είναι ένας ελεύθερος και ευτυχισμένος άνθρωπος, να μοιάζει με Βούδα και Ζορμπά ταυτόχρονα!
Θεωρείτε ότι αναγνωρισημότητα έχει αλλάξει τον τρόπο που ζείτε την καθημερινότητάς σας;
Εμένα προσωπικά σαν Σταύρο, δεν με έχει επηρεάσει. Σαφώς έχει επηρεάσει τη ζωή μου, δηλαδή αν ήμουν υδραυλικός και πήγαινα σε ένα εμπορικό δεν θα με τραβούσε κανείς φωτογραφία, ούτε θα σχολιαζόμουν. Εγώ βέβαια σαν Σταύρος δεν δίνω ποτέ σημασία ούτε σε αρνητικά, ούτε σε θετικά σχόλια, γιατί για μένα μπορούν να γραφτούν διάφορα, είναι σαν να μην υπάρχουν. Δεν μ’αρεσει να προκαλώ, υπάρχουν άνθρωποι που θέλουν να ασχοληθούν με το τι κάνω στην προσωπική μου ζωή και να γράφουν ανακρίβιες. Δεν θα μπω στη διαδικασία να ούτε να το σχολιάσω, ούτε να τους πάρω τηλέφωνο γιατί όσο ασχολείσαι τόσο δίνεις τροφή για κάτι τέτοιο. Μ’εχει επηρεάσει κατά αυτό τον τρόπο αλλά εμένα προσωπικά δεν με έχει αγγίζει κάπου όλο αυτό. Σαφώς με έχει βοηθήσει στη δουλειά μου. Είναι αλήθεια αυτό.
Ποια είναι τα αγαπημένα σας μέρη στη Θεσσαλονίκη; Που προτιμάτε να χαλαρώσετε μετά την παράσταση σας;
Επειδή είχα μαγαζιά κι εγώ, πάντα επιζητώ να είναι ωραία μέρη, περιποιημένα, στα οποία μπορείς να συζητήσεις κιόλας. Δεν μπορώ την βαβούρα. Επίσης, να έχει ποιότητα σ’αυτό που πίνεις ή τρως, όχι απαραίτητα ακριβό, απλά ποιοτικό. Η ποιότητα με την ακρίβεια δεν συνάδει πάντα. Πάω από πολύ παλιά στο The Residents στο κέντρο που είναι λατρεμένο. 'Έχω πολλούς φίλους στη Θεσσαλονίκη. Είμαι αυτού του είδος άνθρωπος, της ησυχίας. Και αν μπορούσα να φύγω και λίγο στο βουνό στο Χολομώντα, να ηρεμήσω, θα πήγαινα.
Τι επιφυλάσσει το μέλλον για τα επαγγελματικά σας σχέδια;
Για το καλοκαίρι είμαι ακόμη σε συζητήσεις γιατί δεν ξέρω αν θα έχω τον χρόνο να δουλέψω, ίσως κάνω μια μικρή περιοδεία. Πρέπει να ετοιμαστώ για έναν βαρύ χειμώνα που έρχεται, για τον οποίο έχω κλείσει αρκετές δουλειές που δεν είναι ανακοινώσιμες δυστυχώς. Επίσης, δειλά-δειλά αρχίζω να δημιουργώ κι εγώ δικά μου πράγματα, κάποιες παραστάσεις και κάποιες ταινίες μικρού μήκους.
Info: Θέατρο Αριστοτέλειον, Εθνικής Αμύνης 2Δευτέρα 28 και Τρίτη 29 Ιανουρίου στις 21:00