Αναζητώντας τα μέρη εκείνα αλλά και τους τρόπους που της επιτρέπουν να βρίσκεται πάντα σε εποικοδομητικό διάλογο με τους σύγχρονους δημιουργούς και τις τάσεις της καλλιτεχνικής δημιουργίας στην Ευρώπη και τον κόσμο, η Maria Zervos έχει να επιδείξει ένα πλούσιο και αξιοζήλευτο βιογραφικό. Ζει κι εργάζεται στη Βοστόνη, το Άμστερνταμ και την Αθήνα. Από το 2015 διδάσκει στο τμήμα Visual & Media Arts του Emerson College, ενώ έχει διδάξει και στο Πανεπιστήμιο του Harvard, του οποίου υπήρξε υπότροφος (Ίδρυμα Fullbright, 2012). Έργα της έχουν παρουσιαστεί σε ατομικές και ομαδικές εκθέσεις σε Ελλάδα κι εξωτερικό, μεταξύ άλλων στο Εθνικό Μουσείο Σύγχρονης Τέχνης, στη Στέγη Γραμμάτων και Τεχνών (Ίδρυμα Ωνάση) και στην Μπιενάλε Σύγχρονης Τέχνης Θεσσαλονίκης.
Μίλησέ μας λίγο για τη νέα σου ατομική έκθεση με τίτλο The Camp που θα παρουσιάσεις τον Οκτώβριο στο MOMus Μουσείο Σύγχρονης Τέχνης. Τι θα περιλαμβάνει και ποιο είναι το concept;
Η ατομική μου έκθεση με τίτλο The Camp αφορά ένα βίντεο έργο πολλαπλών προβολών με θέμα την προσφυγική εμπειρία της αείμνηστου διανοούμενης και ακαδημαϊκού, Σβετλάνας Μπόυμ, κατά τη διάρκεια της μετανάστευσής της από τη Σοβιετική Ένωση στην Αμερική, το 1981. Η έρευνά μου για τη μετανάστευση, την περιπατητική καθώς και την προσφυγική κρίση αποτελεί βασικό στοιχείο της καλλιτεχνικής πρακτικής μου τα τελευταία χρόνια. Με ενδιαφέρει η ιδέα της ανακάλυψης θαμμένων ιστοριών και προσωπικών μαρτυριών που δημιουργούν νέες συνάψεις μέσω της απεικόνισής τους. Πολλές φορές η ματιά του καλλιτέχνη διεισδύει στις ρωγμές της ιστορίας για να αποκαλύψει αργότερα καινούριες οπτικές αναπροσαρμόζοντας δεδομένα. H έμπνευση για το έργο μου The Camp βασίζεται σε πολύωρες συζητήσεις με τη Σβετλάνα Μπόυμ και τις περιγραφές της για τον προσφυγικό καταυλισμό στη Βιέννη, όπου είχε εγκλειστεί στα νιάτα της, ιστορίες μετανάστευσης καθώς και προσεγγίσεις της ιδέας του σπιτιού και του οικείου. Αυτός ο σταθμός, η προσφυγική εμπειρία της Σβετλάνας Μπόυμ, επηρέασε, κατά τη γνώμη μου, το σύνολο του συγγραφικού και ακαδημαϊκού της έργου. Η Σβετλάνα Μπόυμ είχε μεγαλώσει ανάμεσα σε αριστουργήματα του ευρωπαϊκού σινεμά. Ο πατέρας της είχε μια κινηματογραφική λέσχη και η Σβετλάνα ανακάλυψε εκεί, βλέποντας ταινίες από παιδί, γυναικεία πρότυπα, όνειρα μετανάστευσης καθώς κι έναν κόσμο διανόησης. Αυτά, μαζί με την εμπειρία της στον προσφυγικό καταυλισμό, επηρέασαν σε βάθος τη ζωή και την αισθητική της και ακόμα τη συγγραφική της θεματολογία και ύφος.
Κάποια στιγμή η Σβετλάνα με ρώτησε εάν θέλω να επισκεφτώ τον προσφυγικό καταυλισμό της μαζί της και να δημιουργήσω ένα έργο πάνω σε αυτήν την ιστορία. Αυτή ήταν μια πρόκληση για εμένα αλλά και για την ίδια. Αυτό γιατί η ιδέα μου ως προς την προσέγγιση του προσφυγικού καταυλισμού και της ιστορίας της απαιτούσε να βρεθεί η Σβετλάνα Μπόυμ μπροστά από τον φακό της κάμεράς μου και να περπατήσει κατά μήκος ενός ατελείωτου τοίχου που διαχώριζε το μέσα με το έξω, τον χώρο του προσφυγικού καταυλισμού από την πόλη της Βιέννης. Της ζήτησα να περπατήσει εκεί για μέρες ολόκληρες, ενώ την ακολουθούσα με μια κάμερα στα χέρια. Η Σβετλάνα περπατούσε ανάμεσα στα ερείπια του προσφυγικού καταυλισμού σαν σταρ του σινεμά, σαν μια περσόνα από τις ταινίες που έβλεπε μικρή στην κινηματογραφική λέσχη του πατέρα της. Ο μέχρι σήμερα ξεχασμένος και ακόμα αχαρτογράφητος χώρος του προσφυγικού καταυλισμού της Σβετλάνας αποτελούσε για την ίδια ένα κέλυφος μνήμης, ένα σημείο όπου ο χρόνος είχε άλλη διάσταση. Αυτόν τον υβριδικό χρόνο, μια γεωγραφία μνήμης και αμνησίας, οικείου και ανοίκειου, επιχειρώ να αποδώσω στο βίντεο έργο The Camp. Έναν χρόνο που συνδέει τις γκρίζες ζώνες του παρελθόντος με έναν άγνωστο παρονομαστή ονειρέματος και απόδρασης.
Τέλος, οι εικόνες του έργου αποκαλύπτουν τον ορισμό ενός προσφυγικού καταυλισμού ως σύγχρονο ερείπιο, ενός κελύφους ιστορίας, με στόχο την καλύτερη κατανόηση της ιδέας της μετανάστευσης. Το έργο εντοπίζει τα ζιγκ-ζαγκ της διαδρομής της Σβετλάνας Μπόυμ μεταξύ μνήμης και αμνησίας, τέχνης και θεωρίας. Το βίντεο “The Camp” λειτουργεί ως εργαλείο για τη χαρτογράφηση των αχαρτογράφητων συνόρων της προσωπικής ιστορίας επινοώντας πιθανούς ορισμούς της ελευθερίας, της νοσταλγίας και της αποξένωσης. Συνεντεύξεις για το θέμα της αποξένωσης και της νοσταλγίας από κοντινά πρόσωπα της Σβετλάνας Μπόυμ, καθώς και από φοιτητές του Πανεπιστημίου του Χάρβαρντ θα κοινοποιηθούν επίσης ως μέρος της εικονογραφίας του έργου στην ατομική μου έκθεση The Camp που θα παρουσιαστεί τον Οκτώβριο στο MOMus Μουσείο Σύγχρονης Τέχνης.
Το τελευταίο σου βίντεο είναι το Peripatetics (Athens), το 2017, που είχε ως πηγή έμπνευσης τη Σχολή Περιπατητικής του Αριστοτέλη. Τι σε εμπνέει συνήθως; Πώς γεννιέται η ιδέα για ένα βίντεο στο μυαλό σου;
Το έργο Peripatetics (Athens) εστιάζει σε περιπατητικές διαδρομές στην πόλη της Αθήνας. Ο τίτλος του έργου παραπέμπει στη φιλοσοφική σχολή του Αριστοτέλη ο οποίος, σύμφωνα με πηγές, αγόρευε καθώς περπατούσε. Αντίστοιχα, η ιδέα μου ήταν να δημιουργήσω εικόνες, καθώς περπατάω μέσα στην πόλη, βιντεοσκοπώντας, σε μια περιπατητική οπτική, τα ίδια μου τα βήματα μαζί με όλα τα γεγονότα και τις εικόνες που ξετυλίγονταν μπροστά μου: ερείπια και μνημεία, μετανάστες, τουρίστες, καλλιτέχνες του δρόμου και πρόσφυγες σε καταυλισμούς και καταλήψεις. Το βίντεο Peripatetics (Athens) εξετάζει την ιδέα της περιπλάνησης, το οικείο και το ξένο, το σπίτι και την εξορία, το τοπικό και το παγκόσμιο, αποκαλύπτοντας εικονικά θραύσματα από το αστικό τοπίο της σύγχρονης Αθήνας. Η περιπατητική του Αριστοτέλη ονομάστηκε έτσι από τη συνήθεια του δασκάλου και των μαθητών του να συζητούν περπατώντας. Με τον ίδιο τρόπο λοιπόν, μέσα από την περιπλάνησή μου ένας εσωτερικός διάλογος δημιουργήθηκε με βάση την εξερεύνηση του άλλου άλλα και την πρόσληψη του εαυτού εκ νέου.
Σε σχεδόν τελετουργικές διαδρομές όπου το μάτι μου είχε ταυτιστεί με αυτό του φακού και το σώμα μου με αυτό της πόλης έβλεπα το σώμα της Αθήνας να αναζητά την αποτύπωση του ίχνους της. Πρόσφυγες ήθελαν να φωτογραφηθούν, μου επέτρεπαν να κάνω ένα βήμα πιο κοντά τους, με ορθάνοιχτα μάτια προς την κάμερα και περφόρμερς του δρόμου με προσέγγιζαν για να καταγράψω τις δράσεις τους, ενώ μοιράζονταν μαζί μου οδύνες αποξένωσης αλλά και άπλετης ελευθερίας. Μαύροι μουσικοί της τζαζ τσουλούσαν το πιάνο τους σε ρόδες κι εγώ, από την οπτική της ίδιας μου της ξενιτιάς, έβλεπα το σώμα μου σαν ένα εργαλείο διείσδυσης σε έναν οικείο και συνάμα ανοίκειο κόσμο, έναν κόσμο που έβλεπα κάθε φορά σαν για πρώτη φορά. Ξεκίνησα τα γυρίσματα του έργου το 2013 και ολοκληρώθηκαν το 2017. Δεν είχα μια προκαθορισμένη γραμμή για το τι ήθελα να δω στην πόλη της Αθήνας. Δημιούργησα αυτό το έργο με ανοιχτότητα και διαφάνεια, επιτρέποντας στην πόλη να με παρασύρει σε ένα ταξίδι εξερεύνησης ορίων, ροών και ωρών. Για παράδειγμα, δεν είχα αποφασίσει να τραβήξω πορτρέτα προσφύγων όταν αυτά τα πορτρέτα προέκυψαν στη διαδικασία υλοποίησης του έργου. Και όπως όλοι οι άνθρωποι με μεταναστευτικές στρατηγικές έτσι κι εγώ δεν ήξερα πότε θα μπορέσω να επιστρέψω στην Ελλάδα ξανά, τη δική μου πατρίδα. Έτσι λοιπόν και οι στίχοι της Σαπφούς για την επιστροφή του ξενιτεμένου αδελφού της αποτέλεσαν μέρος του έργου και πηγή έμπνευσης.
Ασχολήθηκα αρκετά με το ποίημα αυτό μεταφράζοντάς το από τα αρχαία ελληνικά στα νέα ελληνικά και στα αγγλικά. Ο ρυθμός του Peripatetics (Athens) απορρέει από το σαπφικό μέτρο σε μια ανάγνωση της πόλης της Αθήνας ανάγοντας το έργο από ποιητικό σε πολιτικό και το αντίστροφο. Το Peripatetics (Athens) συμπληρώνει ένα βιβλίο με τίτλο Peripatetics. Το ανάγνωσμα παρουσιάζει κείμενα με θέμα τη σύγχρονη περιπατητική, το περπάτημα και τη μετανάστευση από σημαντικούς Έλληνες και ξένους συγγραφείς.
Ασχολείσαι κυρίως με video, αλλά κάνεις και σχέδια και γράφεις ποιήματα. Πώς λειτουργεί η ποίηση στο υπόλοιπο context της εικαστικής σου δημιουργίας;
Μου αρέσει να μετράω αστέρια αλλά οι αστερισμοί δε δημιουργούνται από το μέτρημα. Μετράω αρκετά χρόνια δημιουργίας βίντεο έργων, αλλά ο αστερισμός της ποίησης ήταν εκεί από την αρχή. Ξεκίνησα να γράφω σε παιδική ηλικία και είναι μια διαδικασία που έχει επηρεάσει βαθιά και το υπόλοιπο έργο μου. Δηλαδή σήμερα έχω την αίσθηση ότι ο ρυθμός των βίντεο μου αλλά και η διαδικασία προσέγγισης των εικόνων μου έχουν καθαρά ποιητικό χαρακτήρα. Ο συγκερασμός ποίησης, θεωρίας και εικόνας είναι βασικό στοιχείο της έρευνάς μου. Το πρώτο βίντεο έργο μου στο οποίο συνδύασα δική μου ποίηση μαζί με την κινούμενη εικόνα και την περιπατητική διαδρομή δημιουργήθηκε το 2004 στην Ολλανδία. Στο συγκεκριμένο έργο, το στοιχείο του περπατήματος και της ποίησης ήταν καθοριστικά για την εξέλιξη της θεματικής μου μέχρι σήμερα. Τα σχέδιά μου επίσης είναι πολύ βασικό κομμάτι έκφρασης των ιδεών μου, ιδεών που πολλές φορές εξελίσσονται σε βίντεο έργα. Δημιουργείται μεταξύ αυτών των διαφορετικών μέσων ένας διάλογος που με βοηθάει να κατανοώ καλύτερα τις ίδιες μου τις εικόνες. Και φυσικά το σχέδιο όπως και η ποίηση είναι ένας άμεσος τρόπος έκφρασης. Μέσα από τα βίντεο έμαθα να περιμένω. Και τις περισσότερες φορές η υλοποίηση ενός βίντεο έργου είναι μια πολύπλοκη και χρονοβόρα διαδικασία.
Στα περισσότερα βίντεο έργα μου σήμερα συμπεριλαμβάνω ποίηση, είτε δική μου, είτε άλλων ποιητών καθώς και μεταφράσεις μου. Κατά τη διάρκεια της έρευνάς μου στο Πανεπιστήμιο του Χάρβαρντ παρακολούθησα μαθήματα μετάφρασης, κλασικών σπουδών και λογοτεχνίας. Επίσης πάντα ήθελα να σπουδάσω δημιουργική γραφή και εκπλήρωσα αυτή μου την επιθυμία με τις σπουδές μου στο Emerson College της Βοστόνης. Μετά από αυτές τις εκπληκτικές εμπειρίες κατάλαβα πως η τέχνη και η ποίηση λειτουργούν στη δική μου περίπτωση συνεργατικά, σαν δυο ήλιους που φωτίζουν μαζί τον πλανήτη της δημιουργικής μου έκφρασης.
Το 2012, κέρδισες μία υποτροφία Fulbright για την τέχνη στο Τμήμα Κινηματογράφου και Οπτικών Σπουδών στο Πανεπιστήμιο του Χάρβαρντ. Στη συνέχεια δίδαξες στο Πανεπιστήμιο αυτό. Πώς θα περιέγραφες την εμπειρία σου στο Χάρβαρντ; Ήταν καθοριστική για τη μετέπειτα πορεία σου;
Η πρόσκλησή μου από το Πανεπιστήμιο του Χάρβαρντ με τον τίτλο του Visiting Fellow στο Τμήμα Κινηματογράφου και Οπτικών Σπουδών το 2012 ήρθε σε μια εποχή που χρειαζόμουν ζωτικό χώρο και χρόνο για μπορέσω να κατανοήσω με πιο σφαιρικό τρόπο οπτικές του ίδιου μου του έργου και να εξελίξω στοιχεία που είχαν τις ρίζες τους στη θεωρία του κινηματογράφου και στην κινούμενη εικόνα. Παράλληλα, η υποτροφία Fulbright ήταν απαραίτητη προϋπόθεση για να βρεθώ στο Πανεπιστήμιο του Χάρβαρντ. Δε νομίζω πως θα τα είχα καταφέρει διαφορετικά.
Το Πανεπιστήμιο του Χαρβαρντ, όπως είναι εμπλουτισμένο με τους πόρους της ακαδημαϊκής προσέγγισης, την ακαδημαϊκή κοινότητα και την εξαιρετικά παραγωγική ζώνη κριτικού λόγου μου παρείχε τη δυνατότητα να τραβήξω μια διαχωριστική γραμμή, όπου οι ανησυχίες της τέχνης ξεπερνούν τα σύνορα της οπτικοποίησης.
Παρακολούθησα πολλά μαθήματα, συγκριτικής λογοτεχνίας, ψυχολογίας, κλασικών σπουδών, αρχιτεκτονικής και θεωρίας του κινηματογράφου. Αυτά αναδιαμόρφωσαν την καλλιτεχνική μου σκέψη κι εμπειρία. Παρουσίασα το έργο μου αρκετές φορές στο Πανεπιστήμιο του Χάρβαρντ, σε διαλέξεις, παρουσιάσεις κι εκθέσεις μέχρι που με κάλεσαν να διδάξω ένα υβριδικό μάθημα ως εικαστικός. Η ιδέα μου ήταν να αναπτυχθεί το στοιχείο του διαλόγου μεταξύ των φοιτητών με άξονα την κατανόηση της εικόνας και του λόγου ως αδιαχώριστη ενότητα και μέσα διερεύνησης της ποίησης ως στοιχείο εικαστικής δημιουργίας. Ο σκοπός μου στην εκπαιδευτική διαδικασία ήταν να μεταβολίσω μια απόλυτα ακαδημαϊκή δομή σε μια νέα οπτική ως προς την ελευθερία της έκφρασης ιδεών και της προσωπικής σκέψης. Δεν ήμουν σίγουρη ότι μπορούσα να το πετύχω αυτό και είχα μεγάλη αγωνία. Μέσα από μήνες εξαντλητικού ωραρίου εργασίας κατάφερα να ανακαλύψω μια φόρμα διδασκαλίας που συνδυάζει την ακαδημαϊκή προσέγγιση με την καλλιτεχνική, τη θεωρία με την πράξη. Και ακριβώς μέσα από αυτήν την καινοτόμο προσέγγιση δέχτηκα την πρόσκληση να διδάξω και στο Emerson College της Βοστώνης, το οποίο έχει ένα εξαιρετικό τμήμα Οπτικών Σπουδών και Μίντια. Οι εμπειρίες που είχα μέσα από τη διδακτική καθώς και την καλλιτεχνική μου έρευνα στο Πανεπιστήμιο του Χάρβαρντ μου έδειξαν για ακόμα μια φορά πόσο σημαντική είναι η αποδοχή της διαφορετικότητας και ο εποικοδομητικός διάλογος ως προς τη γεφύρωση πολιτισμών και ιδεών.
Υπάρχει κάποια άλλη συνεργασία ή εμπειρία σου που να τη θεωρείς σταθμό στη μέχρι σήμερα πορεία σου και γιατί;
Υπήρξαν πολλοί σταθμοί στην πορεία μου μέχρι τώρα και αυτοί ήταν κυρίως συναντήσεις με ανθρώπους που με τον τρόπο τους μου δίδαξαν νέες μεθόδους προσέγγισης της ζωής και της τέχνης. Ένας από αυτούς ήταν ο συγγραφέας Στρατής Χαβιαράς και η επίσκεψη του στην έκθεση Πολυγλωσσία της Στέγης Γραμμάτων και Τεχνών, το 2011, όπου παρουσίαζα το βίντεο έργο μου Blue Screen and the Politics of Loneliness. Αφού ο Στρατής Χαβιαράς παρέμεινε στην αίθουσα για αρκετή ώρα βλέποντας το βίντεό μου με προσέγγισε και είπε: «υπάρχει κάτι θετικό και κάτι αρνητικό σε σχέση με το έργο σου. Το θετικό είναι ότι είναι ένα εξαιρετικό έργο τέχνης. Το αρνητικό είναι ότι το έργο σου θα το καταλάβουν απόλυτα μόνο στο Πανεπιστήμιο του Χάρβαρντ.» Αυτά είπε και χάθηκε στο πλήθος. Μια κουβέντα λοιπόν από ανθρώπους που βλέπουν μπροστά μπορεί να κάνει την ουτοπία πραγματικότητα. Και υπήρξαν αρκετές συναντήσεις με ανθρώπους που με βοήθησαν να εκληφθώ ανυποψίαστες γωνίες της ίδιας μου της δυναμικής. Μερικές από αυτές ήταν με τους: Ulay, Martha Rosler, George Kalogeris, David Ferry, Pablo Medina, Bob Scanlan και Svetlana Boym, μεταξύ άλλων. Τους ευχαριστώ όλους.
Κατάγεσαι από την Αθήνα ενώ σήμερα ζεις μεταξύ Ολλανδίας και Αμερικής. Μεταξύ άλλων, έχεις ζήσει σε Μόναχο, Νέα Υόρκη και Βοστώνη. Πόσο σημαντική είναι η μετακίνηση σε διαφορετικούς τόπους και πόλεις για εσένα;
Θεωρώ πως η μετακίνηση σε διαφορετικούς τόπους και πόλεις είναι ευεργετικής σημασίας. Αυτό γιατί ό,τι είναι δεδομένο σε μια πόλη, σε μια κοινότητα, δεν είναι δεδομένο σε μια άλλη. Έτσι, εάν κανείς επιθυμεί να μη μετακινείται ως τουρίστας αλλά να διεισδύει στην πραγματικότητα ενός άλλου τόπου, μιας άλλης νοοτροπίας, συνήθως καλείται να αναθεωρήσει σχεδόν τα πάντα για τον εαυτό του και την κοινωνία γύρω του. Για εμένα δεν υπάρχει πιο καθοριστικός τρόπος καλλιτεχνικής και προσωπικής εξέλιξης από αυτές τις μεταβάσεις.
Ποιο ελληνικό χαρακτηριστικό έχεις διατηρήσει σε μεγάλο βαθμό αναλλοίωτο;
Την υπομονή και την ενσυναίσθηση.
Σε έχει βοηθήσει το γεγονός ότι είσαι Ελληνίδα στον επαγγελματικό σου χώρο; Αν ναι, πώς;
Η ελληνική γλώσσα είναι ένας θησαυρός εννοιών, φιλοσοφίας και κατανόησης της ανθρώπινης ύπαρξης. Σχεδόν όλοι οι διανοούμενοι που γνώρισα στο Πανεπιστήμιο του Χάρβαρντ ενσωματώνουν το ελληνικό στοιχείο στο έργο τους και στην πρόσληψη του ελληνικού πολιτισμού, από τον Γκρέγκορυ Νάγκυ ως τη Σβετλάνα Μπόυμ. Πολλές φορές η ίδια η γλώσσα οδηγεί τη σκέψη κι εάν προσεγγίσουμε την ελληνικότητα υπό το πρίσμα της γλώσσας τότε το γεγονός ότι είμαι Ελληνίδα ήταν και είναι άκρως βοηθητικό.
Πώς επηρέασε τη δική σου ζωή η πανδημία;
Το μαγικό στοιχείο της μετακίνησης χάνεται σε εποχές όπως η σημερινή με την κρίση της πανδημίας. Από τελετουργικό γίνεται εκτελεστικό. Και ο εγκλεισμός όπως αυτός μιας καραντίνας δεν έχει τον χαρακτήρα της δημιουργικής απομόνωσης η οποία βοηθά στην καλλιτεχνική δημιουργία. Η πανδημία με βρήκε δουλεύοντας στο μοντάζ του έργου The Camp. Η προσπάθειά μου ήταν να μη σταματήσω και να καταφέρω να ολοκληρώσω αυτό το έργο με θετική ενέργεια και σκέψη παρά τις δυσκολίες και τη γενική θλίψη για το θέμα της πανδημίας.
Και ποιο πιστεύεις ότι θα είναι το αποτύπωμα της πανδημίας στον χώρο της σύγχρονης τέχνης;
Κατά τη διάρκεια της διαδικτυακής συμμέτοχης μου στο International Studio & Curatorial Program (ISCP) της Νέας Υόρκης το καλοκαίρι του 2020 είχα πολλές συναντήσεις με σημαντικούς τεχνοκριτικούς και καλλιτέχνες. Η αγωνία όλων μας ήταν και είναι η επιβίωση της σύγχρονης τέχνης εν μέσω πανδημίας. Δεν είμαι πεπεισμένη ότι η ανταλλαγή ιδεών ή και η διδασκαλία μέσω μιας διαδικτυακής πλατφόρμας είναι ο ιδανικός τρόπος επικοινωνίας. Η άμεση ανθρώπινη επαφή και ο διάλογος είναι αναντικατάστατα. Ίσως νέα εργαλεία πρέπει να επινοηθούν για την επίτευξη τέτοιου είδους στόχων επικοινωνίας και σύγχρονης έκφρασης. Ελπίζω πως η πανδημία θα αφήσει το αποτύπωμά της ως μοχλός πίεσης στη βαθύτερη κατανόηση της δημιουργικότητας και της ανάγκης μας για πολιτισμό και σύγχρονη τέχνη, ώστε μετά το πέρας της να εφαρμόσουμε καινούριες τακτικές που να ενδυναμώνουν τη σύγχρονη καλλιτεχνική δημιουργία.
Info: Η ατομική έκθεση «The Camp» θα φιλοξενηθεί στο MOMus Μουσείο Σύγχρονης Τέχνης Θεσσαλονίκης μέσα στους επόμενους μήνες. Η ακριβής ημερομηνία θα ανακοινωθεί σύντομα.
Official site: maria-zervos.com
Kεντρική Φωτογραφία: Αριστερά: Μaria Zervos, Δεξιά: Μy Half of the Sky