Με κοινή αφετηρία την αγάπη για τις τέχνες και το θέαμα, ανακαλύπτουμε τις ιστορίες πέντε αντρών με ξεχωριστές διαδρομές και τρόπο σκέψης.
Δημήτρης Γκοτσόπουλος
The storyteller
Μας συστήθηκε στο «Ου φονεύσεις» του Κοκκινόπουλου, στην παράσταση του Ιππόλυτου στην Επίδαυρο, στη «Νίκη», στις «Μάγισσες της Σµύρνης», στο έργο «Μυστικοί Αρραβώνες», στο «Αναζητώντας τον Αττίκ». Ταλαντούχος, ταπεινός -αρνείται πεισµατικά να θυµηθεί φιλοφρονήσεις προς το πρόσωπό του- κι εξωστρεφής. Φέτος, ενσαρκώνει τον Λάµπρο στις «Άγριες Μέλισσες» και τον Αλέξανδρο Ωνάση στη θεατρική παράσταση «Ωνάσης - Τα θέλω όλα», σε σκηνοθεσία Σταµάτη Φασουλή. «Με το που πήρα το κείµενο για τον Ωνάση φρόντισα να δω πώς θα συµπυκνώσω την προσωπικότητά του σε 5-6 σκηνές. Πώς θ’ αναπτύξω τον Αλέξανδρο αδερφό, εραστή και γιο. Από παράσταση σε παράσταση πάντα ανακαλύπτεις κάτι για τον ρόλο, αλλά είµαι σε καλό δρόµο. Με τις «Άγριες Μέλισσες» είναι διαφορετικά. Κάθε µέρα διαβάζω την εξέλιξη του ρόλου, που είναι τεράστια και πολυδιάστατη. Σαν δάσκαλος του χωριού πρέπει να είµαι διαφορετικός απέναντι στη γυναίκα, τον πατέρα, τους συγχωριανούς και τον µεγάλο µου έρωτα», εξηγεί.
Για την πολυαναµενόµενη φετινή σειρά οι προσδοκίες όλων είναι υψηλές, και το άγχος των συντελεστών µεγαλύτερο. Με τη Χριστίνα Χειλά-Φαµέλη, που ενσαρκώνει τη γυναίκα του και τον Γιώργο Γάλλο, που υποδύεται τον πατέρα του, µαζεύονται και κάνουν πρόβες, ενώ µε τη Μαρία Κίτσου συζητούν για τους ρόλους τους ακόµα και µέσω βιντεοκλήσεων αργά το βράδυ. «Αγωνιούµε πραγµατικά. Είµαστε παθιασµένοι µε αυτό που κάνουµε και δεν το συναντάς εύκολα», παραδέχεται.
Ο αθλητισµός -στίβος- λειτούργησε στη ζωή του ως χώρος κοινωνικοποίησης κι εκτόνωσης. Εκεί, σχηµάτισε τις πρώτες, ουσιαστικές φιλίες και ανθρώπινες σχέσεις. Έµαθε τη σηµασία του «ευ αγωνίζεσθαι», να έχει αντοχές, πειθαρχία και ανοχή απέναντι στην αποτυχία. Στα 23 του σπούδασε στη ∆ραµατική Σχολή του Ωδείου Αθηνών, χωρίς να έχει αντίστοιχα ερεθίσµατα από το περιβάλλον του. «Η µόνη ανάµνηση που έχω σε µικρή ηλικία είναι µε την ξαδέρφη µου. Εκείνη έπαιρνε το τσεµπέρι της γιαγιάς κι εγώ την γκλίτσα του παππού και παίζαµε», θυµάται. Οι µόνοι κοινοί κώδικες που συναντά σε αθλητισµό και θέατρο είναι η οργάνωση και η αφοσίωση που απαιτούν. «∆εν αντιλαµβάνοµαι ανταγωνιστικά το θέατρο, αλλά συνδυαστικά. Όταν ανεβαίνω στη σκηνή κοιτάζω να συναντηθούν τα δικά µου εκφραστικά µέσα µε του συναδέλφου. Υποτιµάς τον εαυτό σου αν το βλέπεις ανταγωνιστικά, γιατί ο καθένας έχει τη δική του αλήθεια που πρέπει να επικοινωνήσει», σηµειώνει. Μου εκµυστηρεύεται ότι πριν βγει στη σκηνή υπενθυµίζει στον εαυτό του να είναι ανοιχτός απέναντι στον συνάδελφο και την ενέργεια του κόσµου, ενώ από τις πιο απαιτητικές στιγµές της καριέρας του ήταν όταν συµµετείχε πέρσι σε τρεις διαφορετικές παραστάσεις, αλλά και δυο χρόνια πριν, στην πρώτη του συνεργασία µε τον Σταµάτη Φασουλή.
«Στη «Νίκη» κλήθηκα ν’ αντικαταστήσω έναν πρωταγωνιστικό ρόλο και βγήκα στη σκηνή χωρίς πρόβα. ∆ε θα ξεχάσω ποτέ αυτό το συναίσθηµα. Είπα πως µετά από αυτό ό, τι και να µου συµβεί µπορώ να το αντιµετωπίσω», θυµάται. ∆ιαφωνεί µε τη στερεοτυπική διάκριση ανάµεσα σε τηλεόραση και θέατρο, πιστεύοντας πως όταν σέβεσαι κι επενδύεις σε αυτό που κάνεις, πάντα δεδοµένων των συνθηκών, φαίνεται. Κάθε φορά που αναλαµβάνει έναν νέο ρόλο εξετάζει τις συνθήκες, τις σχέσεις, τα κίνητρα του ήρωα και διεξάγει µια έρευνα γύρω από το περιβάλλον του έργου. Θέλει να δοκιµάζει τα πάντα -και το εννοεί. Αγαπάει την ελληνική γλώσσα, την αρχαία τραγωδία και τους κωµικούς ρόλους. «Πέρσι κάναµε µια κωµωδία µε δυο φίλους και πήγε ανέλπιστα καλά. Ανακάλυψα νέα πράγµατα για τον εαυτό µου», παραδέχεται. Από τα µεγαλύτερά του όνειρα είναι να συµµετάσχει σε ταινία της Marvel -ιδανικά, να ενσαρκώσει τον Spider Man. Τον φοβίζει να χάσει την αλήθεια απέναντι στον εαυτό του, απλά για να κρατήσει ένα καλό προφίλ. Πιστεύει πως η αποτυχία είναι «στο πρόγραµµα», ενώ υπενθυµίζει διαρκώς στον εαυτό του µια συµβουλή που έλαβε από έναν δάσκαλο στη δραµατική σχολή: «Να σκέφτεσαι την επιτυχία 5’ και την αποτυχία 10’. Μετά, πηγαίνεις παρακάτω»!
Info: Οι Άγριες Μέλισσες προβάλλονται στον Αντ1 και η παράσταση "Ωνάσης - Τα θέλω όλα" παρουσιάζεται στο Θέατρο Παλλάς
Κείμενο: ΧΡΙΣΤΙΝΑ ΚΑΠΟΥΡΤΖΟΥΔΗ | Φωτογραφία: Βικτωρια Σκαφιδα
Κωστής Ζαφειράκης
The multi-talented
Δηµοσιογράφος, ραδιοφωνικός παραγωγός, θεατρικός συγγραφέας, ηθοποιός... Μα πάνω απ’ όλα, πνευµατώδης κι επινοητικός! Ο τύπος του ανθρώπου που σε ξαφνιάζει µε ό,τι λέει και ό,τι κάνει. Ο Κωστής και το βαρετό είναι δυο δρόµοι παράλληλοι, που δε θα συναντηθούν ποτέ!
Πότε αισθάνθηκες ότι «κάνεις µπαµ» τελευταία φορά; Ερώτηση παγίδα! Θα σε πάω στη Σάµο, ντάλα καλοκαίρι, µε παγωµένες αφρισµένες θάλασσες, Βόρειο Αιγαίο. Είναι η πρώτη εικόνα που µου έρχεται ακούγοντας την ερώτησή σου. Μέσα στο νερό, ώρες ατελείωτες, βουτιές, άγρια κύµατα, απέραντο γαλάζιο, σαν πιτσιρικάς που ανακάλυψε ακόµα µια φορά την Ντίσνεϊλαντ. Θες λόγω ζωδίου (Καρκίνος µε Ιχθύ), θες γιατί γεννήθηκα καλοκαίρι, θες γιατί κάνω την ψυχοθεραπεία µου κολυµπώντας... Η θάλασσα για µένα είναι το µπιγκ µπαµ!
Φέτος, θα υπάρξουν διαφοροποιήσεις στο «Απόψε κάνεις µπαµ»; Αυτό που µπορώ να σου υποσχεθώ είναι περισσότερο παιχνίδι -διανοητικό και ψυχολογικό- µε τους καλεσµένους. Ακόµα πιο αιφνιδιαστικές ερωτήσεις και φαντασία. Στα νέα επεισόδια θα δούµε απρόβλεπτα πρόσωπα σε δοκιµασίες.
Θυµήσου κάτι τρελό που σου συνέβη στον αέρα… Τα παιχνίδια που οδηγούν πάντα σε ανεξέλεγκτες, καταστάσεις είναι το «Μαζί του/της θα ήθελα» και το «Βρες την ταινία». Θυµάµαι τον Μαραβέγια να προσπαθεί να µου εξηγήσει τον τίτλο «Παπαφλέσσας» και να γελάµε για ώρα (έλεγε για τον άνθρωπο που µας παντρεύει, για την παρουσιάστρια της εκποµπής «Στα άκρα»). Θυµάµαι την Κατερίνα Λέχου και την Ελεωνόρα Ζουγανέλη να φλερτάρουν µε τον Χαβιέ Μπαρδέµ. Τη Νένα Μεντή να λιώνει για τον Μπράντο και να συγκινείται µε τον Αλεξανδράκη. Τη ∆ήµητρα Ματσούκα µε το «Τσόκου ρέι» -δική της µέθοδο καλοτυχίας. Τη Μαρίζα Ρίζου να κάνει την «Αγελάδα που έπεσε από τον ουρανό». Τα τελευταία χρόνια φλερτάρεις και µε τη θεατρική συγγραφή και την υποκριτική. Πώς εκφράζεσαι καλύτερα; Θα ήθελα να ήµουν ηθοποιός. Η θεατρικότητα, όµως, είναι κάτι που βγάζω και στην τηλεόραση και στο ραδιόφωνο. Οι παραστάσεις µου είναι κυρίως story telling. Ιστορίες αφηγούµαι, που µου έχουν και σου έχουν και µας έχουν συµβεί, απλά τις µετασχηµατίζω ελαφρώς µε τον τρόπο που µου έχουν µάθει ο Γούντι Άλεν, οι Μόντι Πάιθον, ο Τσιφόρος, η ∆ήµητρα Παπαδοπούλου...
Το να γράψεις ένα έργο είναι µια περιπέτεια. Τι σε γοητεύει σε αυτό και πώς ξεκινάει η επιθυµία; Σκέφτοµαι συνεχώς ιστορίες, αφού γύρω µου οι αφορµές είναι άπειρες -παρατηρώ πολύ: από τον τύπο που πέρασε µε κόκκινο µέχρι τη µαµά που ταΐζει το µωρό στο πάρκο και τον φοιτητή στο σούπερ µάρκετ που αγοράζει προφυλακτικά. Όλα µπορεί να γίνουν υλικό. Είναι τέτοιος ο τρόπος που κοιτάζω τον κόσµο. Ο αλγόριθµός µου είναι λοξός, µου ανατρέπει διαρκώς την κανονική ροή. Το να γράφω είναι σαν να κωπηλατώ σε φουρτουνιασµένη θάλασσα κι αυτό είναι άκρως συναρπαστικό.
Πού θα µας πας φέτος «Κρουαζιέρα»; Η «Κρουαζιέρα» είναι ένα αφήγηµα κωµικό, ανατρεπτικό και αγωνιώδες για το πού πηγαίνουµε µετά. Ουσιαστικά, παίζω µε θέµατα ζωής και θανάτου, µέσα από ένα παιχνιδιάρικο και σατιρικό πρίσµα, διασκεδάζοντας τους φόβους µας. Κάποτε όλοι θα φύγουµε κρουαζιέρα και µάλιστα µε το «Πλοίο της Αγάπης». Αυτή είναι η θρησκεία που µας δίδαξε η µαµά µου. Έτσι ξεκινάει η παράσταση...
Γιατί µεγαλώνοντας τρελαινόµαστε να λέµε παλιές ιστορίες; Είναι µια µορφή αντίστασης στον χρόνο; «Κανένας δεν είναι τόσο πλούσιος ώστε να µπορέσει να πληρώσει για να πάρει πίσω το παρελθόν του», Όσκαρ Ουάιλντ. Άρα, δεν υπάρχει τίποτε άλλο από το «τώρα». Θέλει πολύ αγώνα και κλάµα για να µάθεις να εκτιµάς τη σηµασία του. Ο χρόνος τρέχει αφηνιασµένος, σαν αυτοκίνητο µε 500 χιλιόµετρα την ώρα, κι εµείς το µόνο που προλαβαίνουµε είναι να ρίχνουµε κλεφτές µατιές στον καθρέφτη, δηλαδή, στο χτες, στην παιδική ηλικία που είναι «ο τέλειος κόσµος». Θέλουν ρέγουλα το παρελθόν, οι αναµνήσεις και η νοσταλγία. Μεγαλώνοντας, όµως, κι όσο θυµάσαι, αφηγείσαι, γαληνεύεις, λες το έζησα κι αυτό, πάµε τώρα σ’ άλλες περιπέτειες.
Πώς τα πας µε τον χρόνο; Θα ήθελα να µη µετρούσαµε τον χρόνο µε δευτερόλεπτα και ηµέρες, αλλά µε συναισθήµατα και αγκαλιές. Άρχισα, λοιπόν, να εµπιστεύοµαι τον Αϊνστάιν: «Ο χρόνος δεν υπάρχει, είναι µια ανθρώπινη επινόηση κι εξυπηρετεί ανθρώπινες ανάγκες». Εκτός χρόνου, συχνά κι εκτός τόπου, το καλύτερό µου.
Τι άποψη έχεις για σένα; Ναυαγός της τρελής ελπίδας...
Η επιτυχία και η ευτυχία τι κοινό έχουν; Είναι γυναίκες. Η επιτυχία έρχεται µε δουλειά, κόπο και µυαλό. Η ευτυχία είναι αναρχικό κορίτσι. Ό, τι της καπνίσει κάνει. Που και που πιάνεται, αλλά γενικώς είναι αερικό.
Πες µου µια εµµονή σου δηµιουργική ή µη αυτόν τον καιρό... Να είµαι ο εαυτός µου. Να κάνω ακροβατικά, να κολυµπήσω στον Θερµαϊκό και να πραγµατοποιήσω όσα παιδικά µου σχέδια έµειναν µισά.
Info: H εκπομπή «Απόψε κάνεις μπαμ» θα μεταδίδεται κάθε Σάββατο στις 19:00, ενώ η Κρουαζιέρα θα ανέβει 1-2 & 8-9/11, στο Θέατρο Αυλαία.
Φωτογραφία: studio vd Νίκος Βαβδινούδης - Χρήστος Δημητρίου
Πέτρος Κλαμπάνης
The jazz man
Για τους εραστές της τζαζ, αποτελεί ένα µεγάλο κεφάλαιό της, που τιµά την ελληνική του καταγωγή µε έδρα του τη Ν. Υόρκη, αλλά µε απήχηση σε όλο τον κόσµο. Έχοντας στο ενεργητικό του εµφανίσεις στο Lincoln Center και το Carnegie Hall και συµµετοχές στα µεγαλύτερα τζαζ φεστιβάλ, χαίρει της εκτίµησης του διεθνούς µουσικού Τύπου, που αποθεώνουν το ταλέντο του. Γεννήθηκε στη Ζάκυνθο. Μεγάλωσε τραγουδώντας σε µαντολινάτες και παίζοντας κιθάρα και µαντολίνο, σ’ έναν τόπο µε µουσική παράδοση, όπου µελωδία, αρµονία και ανθρώπινη φωνή έχουν τον κεντρικό ρόλο. ∆ηλαδή, µέρος του µουσικού κόσµου που ήθελε να εξερευνήσει. Η µουσική µπαίνει στη ζωή του στα 5, όταν ανακαλύπτει κασέτες και δίσκους των γονιών του, µαζί µε το κασετόφωνο και το πικάπ. «Την ίδια περίοδο, ήρθε στο σπίτι µας ένα αρµόνιο, που έγινε το αγαπηµένο µου παιχνίδι. Αργότερα, άρχισα να κάνω παρέα µε µεγαλύτερα παιδιά -µέλη της τοπικής παιδικής χορωδίας κι έγινα µέλος µέχρι την εφηβεία».
Όντας ένα κλασικό φιλόµουσο παιδί, που αντί να παρακολουθεί το µάθηµα, χτυπούσε µε ρυθµό το πόδι και σκεφτόταν νότες και ρυθµούς, κουρασµένος από την πειθαρχία της κλασικής µουσικής, αναζητά κάτι να τον εξιτάρει. «Η ηλεκτρική κιθάρα ήταν πολύ προφανής επιλογή, οπότε οδηγήθηκα στο µπάσο, που ήταν πάντα µια µυστηριώδης παρουσία στις µπάντες που άκουγα. Όταν άρχισα να το ανακαλύπτω ως ήχο και ρόλο µέσα στο µουσικό σύνολο, µε τράβηξε σαν µαγνήτης, µέχρι που έγινε εµµονή. Τώρα πια, η σχέση µας είναι σαφώς πιο ισορροπηµένη», παραδέχεται. Μια ντροπαλή όσο κι ευαίσθητη προσωπικότητα, γνωρίζει καλά πως η µουσική αποτελούσε κι εξακολουθεί ν’ αποτελεί έναν τρόπο έκφρασης των συναισθηµάτων που δεν µπορεί να εκφράσει µε λέξεις. «Ακούγοντας µουσική ανακάλυψα συναισθήµατα που δεν είχα νιώσει πριν. Ιδιαίτερα χρώµατα, τόπους κι εµπειρίες που έχω νιώσει ως ακροατής και ως άνθρωπος, θέλω να εκφράζω µέσα από τη µουσική µου», εξοµολογείται. Και µπορεί η Νέα Υόρκη να ήρθε στη ζωή του όταν ένιωσε πως ήθελε νέες πηγές µουσικής έµπνευσης -«είχα την τύχη να µην διαψευσθεί το ένστικτο που µε ώθησε σε αυτό το µουσικό περιβάλλον»-, εντούτοις ό, τι κάνει έχει µεγάλες δόσεις από Ελλάδα, καθώς θεωρεί την κουλτούρα της ιδιαίτερης σηµασίας στην παγκόσµια κοινότητα. Η τελευταία του δισκογραφική δουλειά, Irrationalities, -µετά από πλούσια δισκογραφία ως τραγουδιστής και παραγωγός- είναι ένα σύνολο µουσικών αφηγήσεων για τα ανθρώπινα αδιέξοδα και ιδέες που έχουµε για τη ζωή, τον εαυτό ή τους συνανθρώπους µας και που αν δε λειτουργούν πια, πρέπει ν’ αναθεωρήσουµε. «Κάτι που µέχρι κάποια στιγµή ήταν λογικό, µπορεί να γίνει παράλογο.
Η φάση που περιγράφω είναι πολύ ενδιαφέρουσα, γιατί παρόλο που µπορεί να τη βιώσουµε επίπονα, είναι σηµάδι ωρίµανσης. Η ζωή είναι µια αλληλουχία προκλήσεων. Χρειάζεται θετικό πνεύµα, ψυχραιµία και θάρρος να αλλάζουµε συνεχώς προς το καλύτερο. Να είµαστε in tune µε το τι συµβαίνει εκεί έξω». Ακόµα και ο ίδιος, όµως, πέφτει στην παγίδα των παραλογισµών του, όπως η αδικία, η ασέβεια, η ανυποµονησία, η επιπολαιότητα. «Όλοι έχουµε παραλογισµούς κι αυτό είναι οκ. Είναι το µαύρο στο άσπρο µας. Το θέµα είναι να τους γνωρίζεις και να έχεις µια διαλεκτική σχέση µε αυτούς. Είναι ok να διερευνά κάποιος τους παραλογισµούς του, µέχρι να µην είναι ok»! Πηγή έµπνευσής του αποτελεί κυρίως το περιβάλλον του, όπως και σε κάθε επιλογή που κάνει, χαρακτηρίζοντας τις ιδέες και τα συναισθήµατα που καθηµερινά αποκοµίζει, ως βράχο που σκαλίζει για να προκύψουν οι µουσικές του αφηγήσεις. Ο ίδιος δηλώνει ιδιαίτερα τυχερός γιατί κάνει αυτό που πάντα αγαπούσε. «Θέλω να συνεχίσω να το κάνω και να γίνοµαι όλο και πιο καλός σε αυτό. Το µήνυµά µου να γίνεται πιο ισχυρό και να έχει θετικό αποτύπωµα στον κόσµο µας»!
Info: Τo cd Irrationalities θα κυκλοφορήσει στις 28/10 στο Βερολίνο.
Θεόδωρος Κουρέντζης
The genius
Eίναι ένας γνήσιος ροκ σταρ της… κλασικής µουσικής! Μπορεί ν’ ακούγεται αντιφατικό, αλλά είναι πέρα για πέρα αληθινό. Ο έλληνας µαέστρος, µουσικός και ποιητής καταφέρνει να γοητεύει το κοινό του, αλλά και τους µουσικούς που καθοδηγεί -µε ιδιαίτερα παθιασµένο τρόπο σε κάθε του εµφάνιση-, σκηνοθετώντας τον εαυτό του πολύ διαφορετικά από τα µέχρι τώρα δεδοµένα που γνωρίζαµε και σπάζοντας τα στερεότυπα του χώρου του. Ιδιαίτερα ενδιαφέρουσα και εκκεντρική προσωπικότητα, η πορεία του απλά δηλώνει τη στοχοπροσήλωσή του στη µουσική και την αντίθεσή του στις νόρµες κάθε τύπου.
Γεννήθηκε στην Αθήνα, µε µητέρα µουσικό και ιδιοκτήτρια ωδείου, που τον ενθαρρύνει στα µαθήµατα πιάνου. Στα επτά, ερωτεύεται το βιολί, ενώ, στα 12 φοιτά στο Τµήµα Εγχόρδων του Ελληνικού Ωδείου. Με τη σύνθεση ασχολήθηκε για πρώτη φορά το 1987. Απορρίπτοντας µια υποτροφία στη Μετροπόλιταν Όπερα της Νέας Υόρκης, εγκαθίσταται στην Αγία Πετρούπολη και σπουδάζει στο Κρατικό Ωδείο της πόλης, πλάι στον µυθικό ρώσο µαέστρο Ίλια Μούσιν, που τον χαρακτηρίζει ως τη µοναδική «διάνοια» που πέρασε από τα χέρια του. Στο µακρινό Περµ, δηµιουργεί τον δικό του µικρόκοσµο, αλλά µε παγκόσµια εµβέλεια, µια µουσική κοινότητα σε µια πόλη της Σιβηρίας µε µακρά µουσική παράδοση. Το 2003, εντάσσεται στην Εθνική Φιλαρµονική Ορχήστρα της Ρωσίας και τον επόµενο χρόνο αναλαµβάνει επικεφαλής διευθυντής ορχήστρας στην Όπερα και το Μπαλέτο του Νοβοσιµπίρσκ. Το 2006, ιδρύει το Territoria Modern Art Festival, που εξελίχθηκε στο πιο σύγχρονο της Μόσχας, ενώ στο µεταξύ, δηµιουργεί και την ορχήστρα και χορωδία του, ΜusicAeterna, από ταλαντούχους µουσικούς. Το 2011, αναλαµβάνει καλλιτεχνικός διευθυντής του Κρατικού Θεάτρου Όπερας και Μπαλέτου του Περµ, ξεκινώντας µια διαδροµή βραβεύσεων, διακρίσεων και διεθνούς αναγνώρισης.
Έχει διευθύνει τις µεγαλύτερες ορχήστρες του κόσµου, όπως η Συµφωνική της Βιέννης, του έχουν απονεµηθεί µετάλλια, παράσηµα και δεκάδες βραβεία για τη συµβουλή του σε µεγάλα έργα του κλασικού ρεπερτορίου, έχει κερδίσει 7 Χρυσές Μάσκες -το σηµαντικότερο θεατρικό βραβείο της Ρωσίας-, υποψηφιότητα για βραβείο Emmy -µαζί µε τον αδερφό του Βαγγελίνο, για το soundtrack της Τελετής Έναρξης των Ευρωπαϊκών Αγώνων που ετοίµασε ο ∆ηµήτρης Παπαϊωάννου στο Μπακού του Αζερµπαϊτζάν-, ενώ από το 2018, διευθύνει και τη Ραδιοφωνική Συµφωνική Ορχήστρα της Στουτγκάρδης. Οι Ρώσσοι τον λατρεύουν και τον αποθεώνουν σε κάθε του εµφάνιση, οι συναυλίες του είναι sold out, ενώ ο ρώσος πρόεδρος Βλαντιµίρ Πούτιν δηλώνει θαυµαστής του! Είναι εντυπωσιακά ψηλός, µε µακριά µαλλιά, τεράστια χέρια τα οποία εντυπωσιάζουν όταν έχει το γενικό πρόσταγµα πάνω στο πόντιουµ. Προτιµάει τα δερµάτινα µπουφάν, στενά τζιν παντελόνια, σκουλαρίκια και δαχτυλίδια, ενώ το κούρεµά του εναρµονίζεται µε το όλο ύφος του. Περισσότερο τον κάνεις για µέλος ροκ ή new wave συγκροτήµατος παρά για κορυφαίο µαέστρο της κλασικής µουσικής. Θαρρείς πως είναι βγαλµένος από άλλη εποχή.
Ο ίδιος έχει δηλώσει κατά καιρούς σε συνεντεύξεις του πώς σηµειώνει διαρκώς στίχους, λατρεύει τον κινηµατογράφο και ότι ο ιδεατός έρωτας είναι πολύ πιο θεϊκός από το να τον ζεις! Και µπορεί το πρόγραµµά του να είναι υπερβολικά φορτωµένο, εκείνος, όµως πάντα βρίσκει χρόνο να επιστρέφει στην Ελλάδα και στη γειτονιά του, όπου διατηρεί ακόµα φιλίες από τα φοιτητικά χρόνια. Αν και δε συµµετέχει ενεργά στα µουσικά ελληνικά δρώµενα -εξαιτίας της έλλειψης επαγγελµατισµού και πειθαρχίας-, παρ’ όλα αυτά δεν ξεχνάει ποτέ ν’ αναφερθεί στον νόστο που αισθάνεται για την πατρίδα του. Ίσως γιατί, όπως υπογραµµίζει, οι Έλληνες που ζούνε στο εξωτερικό διατηρούν µια ιδεατή εικόνα για τη χώρα, κάτι που δεν ισχύει σε ρεαλιστική βάση. Ο ίδιος, όµως, κατάφερε κάτι ακόµα πιο σπουδαίο: να πραγµατοποιήσει το όνειρό του σε µια ξένη χώρα, να κάνει την προσωπική του επανάσταση και να γίνει σούπερ σταρ, δίνοντας κάτι από τη λάµψη του και στη χώρα µας. Γιατί το πάθος του δεν µπορεί, παρά να είναι ελληνικό!
Info: Η MusicAeterna θα πραγµατοποιήσει εµφανίσεις στο Παρίσι στις 26, 27, 29/10 & στο Baden Baden Festival στις 3/11.
Γιώργος Μανιάδης Μεταξάς
The performer
Aν και µόλις 24 ετών διαγράφει µια καριέρα αξιώσεων, που πολλοί συνοµίληκοί του θα ζήλευαν. ∆ηλώνει performer, ενώ στο βιογραφικό του θα δει κανείς σπουδές κύρους, διακρίσεις, συνεργασίες πολλών αστέρων και συµµετοχή σε µερικά από τα διασηµότερα µιούζικαλ. Η υπερκινητικότητά του και µια τάση προς τον αθλητισµό και τα ακροβατικά που είχε ως παιδί παράλληλα µε την αγάπη του στην τέχνη τον οδήγησαν στο να υλοποιήσει το όνειρό του µε τον καλύτερο τρόπο και να γίνει επαγγελµατίας χορευτής. «∆εν πίστευα πως θα τα καταφέρω. Υπάρχουν στιγµές που βαριέµαι να πάω στην πρόβα ή την παράσταση, αλλά σκέφτοµαι “∆εν το πιστεύω πως είµαι επαγγελµατίας σε αυτόν τον χώρο!”. Ήταν όνειρό µου να δουλέψω στο musical theatre, έναν απαιτητικό χώρο που θέλει πολλές δεξιότητες», εξοµολογείται. Μπορεί ν’ ακούγεται παράδοξο, αλλά παρακολουθώντας το “So you think you can dance” µπόρεσε να καταλάβει τι είναι χορός, ενώ όταν είδε το Grease και το Phantom of the Opera στο Λονδίνο ξύπνησε µέσα του η επιθυµία να λάµψει στη σκηνή ως χορευτής.
Γεννηµένος στη Θεσσαλονίκη, φοιτά στη σχολή της Άσπας Φούτση, παρακολουθεί µαθή-µατα χορού στο Πρόγραµµα ∆ιεθνούς Απολυτηρίου του Ανατόλια και φεύγει για Αµερική να κυνηγήσει το δικό του american dream, όπου αποφοιτά µε Honors από το Τµήµα Χορού του Tisch School of the Arts του NYU και τα τµήµατα Κλασικών Σπουδών και Ιστορίας της Τέχνης. «Έφυγα στα 17 πολύ στενοχωρηµένος. Περνούσα υπέροχα στη Θεσσαλονίκη. Είχα καταφέρει να πείσω τους γονείς και τον κύκλο µου για τον χορό, είχε ξεπεραστεί το bullying που δέχονται αγόρια τα οποία θέλουν ν’ ασχοληθούν µε τον χορό. Η Νέα Υόρκη, όµως, είναι η πόλη που αισθάνοµαι δική µου, έχει συγκλονιστική ενέργεια. Οι άνθρωποι εκεί είναι πεινασµένοι να ζήσουν: έρωτα, τέχνη, γαστρονοµία, εµπειρίες».
Παρακολουθεί εντατικά προγράµµατα µαθηµάτων στο κλασικό µπαλέτο, τον µοντέρνο χορό και την jazz στο Brenau University, στo Orlando Ballet School και στο Ailey School. Ως επαγγελµατίας χορευτής και ηθοποιός εργάζεται στον -προτεινόµενο για βραβείο- Tony Joey Mckneeley, στη διεθνή περιοδεία του µιούζικαλ West Side Story, όπου υποδύθηκε τον Luis. «Μια εµπειρία συγκλονιστική», όπως τη χαρακτηρίζει. «Έκανα αυτήν τη χορογραφία 400 φορές κι αισθάνοµαι ότι µπορώ να την κάνω για την υπόλοιπη ζωή µου. Μπορώ ν’ ακούω αυτήν τη µουσική κάθε µέρα».
Φέτος, στο Cats του Andrew Lloyd Webberd υποδύεται τον γάτο Alonso, µια γάτα αρχοντική, αλλά φοβισµένη. «∆εν πίστευα πως θα ήµουν ποτέ σε αυτήν την παράσταση. Είναι απολαυστικό να δουλεύεις µε τον θρυλικό Trevor Nunn -ο original σκηνοθέτης της παράστασης. Ενώ πρόκειται για µια ιστορία απλοϊκή, µέσα από τη µουσική και τον χορό, µετατρέπεται σε µια αφήγηση που αφορά στην αποδοχή, τη συγχώρεση, την οµαδικότητα, τον αλτρουισµό. Τελικά, ως Αλόνσο καταφέρνω και ξεπερνάω τον φόβο µου, δίνοντας κίνητρο και στις άλλες γάτες. Είναι ένας ρόλος βαρύς χορευτικά, αλλά υπέροχος»!
Ο ίδιος, ένας άνθρωπος όχι ιδιαίτερα εκφραστικός -ειδικά στα αρνητικά συναισθήµατα-, βρήκε διέξοδο στον χορό. «Επειδή πιστεύω πως όλοι έχουµε µια σκοτεινή πλευρά, ο χορός µπορεί να σε βοηθήσει να την εκφράσεις, κάτι που µου απαγορεύω στην κανονική µου ζωή». Και µπορεί ο χορός να είναι το µέσο βιοπορισµού του, η αιτία για ταξίδια, γνωριµίες µε υπέροχους ανθρώπους και φιλίες ζωής κι ένα διαρκές σχολείο στην πειθαρχία, την επιµονή, το πείσµα και την ταπεινότητα, εντούτοις, βιώνει έντονα τη µοναξιά, κυρίως λόγω των συχνών ταξιδιών.
Του αρέσει να πηγαίνει στο γυµναστήριο και να κάνει δραστηριότητες σχετικές µε τον χορό, όταν, όµως, είναι στην Ελλάδα περνάει χρόνο µε τους φίλους του και τα καλοκαίρια ατελείωτες ώρες στην παραλία. Έχοντας ως µόνιµη βάση το Λονδίνο, θεωρεί τη Νέα Υόρκη το καλύτερο µέρος του κόσµου, τη Βιέννη «ένα πολύ ανθρώπινο µέρος µε υψηλή ποιότητα ζωής», αλλά θα επέλεγε σταθερά τη Θεσσαλονίκη, όπου νιώθει ήρεµος. Τα όνειρά του; Τους έχει δώσει ήδη σάρκα και οστά, καθώς ακολουθεί αυτό που επέλεξε. «Από τη στιγµή που έχτισα µια καριέρα στον χορό νιώθω ότι καθηµερινά ζω το όνειρό µου. Ίσως και το να παίξω σε µια παράσταση ή τηλεοπτική σειρά που θα γράψει ιστορία στη χώρα µου…»
Info: H παράσταση Cats παρουσιάζεται στο Ronacher Theater της Βιέννης, ως τον Μάρτιο του 2020.
Φωτογραφία: Κωνσταντίνος Σφίτης
ΔΕΙΤΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ ΣΤΟ ΤΕΥΧΟΣ GLOW 153 NOΕΜΒΡΙΟΣ 2019