Το θέατρο για την ίδια ήταν πάντα ταυτισμένο με ένα αέναο παιχνίδι επαναπροσδιορισμού. Η καλλιτεχνική φιλοσοφία της, πρωτοπόρα, καθώς μεταφέρει κάθε έργο στον σκηνικό του βιότοπο. Αυτήν τη φορά κάνει πράξη το δικό της όνειρο, ένα όραμα που ζυμώνεται για περισσότερα από 20 χρόνια.
Λίγο πριν από την παράσταση «Όνειρο» του Ουίλιαμ Σαίξπηρ στο μαγευτικό «Παλατάκι» της Θεσσαλονίκης, η σκηνοθέτιδα Φρόσω Λύτρα, μας μιλά για την ιερή φύση της Τέχνης.
Τρία παράλληλα σύμπαντα σε ένα έργο
«Το «Όνειρο» είναι ένα κείμενο εμπλουτισμένο με άφθονες δόσεις χιούμορ, ερωτικό ταμπεραμέντο, μεταφυσικές και φιλοσοφικές αναζητήσεις, δικαίως χαρακτηρίζεται αλχημιστικό»
«Είμαστε φτιαγμένοι από τα υλικά των ονείρων και ύπνος κυκλώνει τη σύντομη ύπαρξή μας, γιατί όλα τα υλικά αέρας είναι». Με αυτήν τη φράση από την «Τρικυμία» του Σαίξπηρ ξεκίνησε η συζήτησή μας ένα γλυκό βράδυ του Μαΐου, με την ίδια να μοιράζεται μαζί μου ιστορίες για την καινούρια παράστασή της, «Όνειρο…», του βαρυσήμαντου Άγγλου δραματουργού Ουίλιαμ Σαίξπηρ. «Θυμάμαι πάρα πολύ έντονα στο 2ο έτος της σχολής του Θεάτρου Τέχνης Καρόλου Κουν όπου σπούδαζα να με επιλέγει ο δάσκαλος της υποκριτικής για τον ρόλο της Ερμείας σαν κομμάτι της μαθητείας μου η επαφή μου με κείμενο του ονείρου και η εμπλοκή μου με τον ρόλο μου ήταν μια συγκλονιστική εμπειρία μαθητείας και ταυτόχρονα ζωής και μου προκάλεσε έξαψη και χαρά στα όρια της ευδαιμονίας. Έργο ποιητικό και ταυτόχρονα ρεαλιστικό, φιλοσοφικό κείμενο, εγχειρίδιο του έρωτα και της μαγείας, εκκεντρικό τολμηρό και πρωτοπόρο καθώς διακωμωδεί και υποσκάπτει, τον πουριτανισμό και το πατριαρχικό μοντέλο της εποχής του. Είναι ένα κείμενο εμπλουτισμένο με άφθονες δόσεις χιούμορ, ερωτικό ταμπεραμέντο, μεταφυσικές και φιλοσοφικές αναζητήσεις, δικαίως χαρακτηρίζεται αλχημιστικό. Κρατήσαμε μόνο την πρώτη λέξη από τον τίτλο, «Όνειρο καλοκαιρινής νύχτας», προσπαθήσαμε να το μεταφράσουμε να το αποκωδικοποιήσουμε και να το μπολιάσουμε με τις αντιστοιχίες της σημερινής εποχής προκειμένου να μυήσουμε, το σύγχρονο θεατρικό κοινό, στην μαγεία του. Το έργο, φέρει τον κόσμο της ελληνικής μυθολογίας και των αυλών των μεσαιωνικών παλατιών, το σήμερα που εκπροσωπείται από το εργατικό δυναμικό της πόλης και το μέλλον το οποίο προσπαθούμε να αφουγκραστούμε μέσα από τον κόσμο των ξωτικών. Τρεις παράλληλοι κόσμοι, τρία παράλληλα σύμπαντα που συναντιούνται, συγκρούονται και αλληλοεπιδρούν. «Τα «μαστόρια» του έργου , τα οποία ενσαρκώνουν στην δική μας εκδοχή οι ίδιοι οι τεχνικοί του θεάτρου , δίνουν τον τόνο της κωμωδίας, καθώς στη δεύτερη εκδοχή της δική μας παράστασης, θεωρούν ότι, η σκηνοθέτρια που την έστησε, στο παλατάκι και όχι σε ένα κανονικό θέατρο είναι υπερφίαλη και ότι οι ηθοποιοί, είναι πολύ «αδύναμοι» για να ερμηνεύσουν ένα τέτοιο έργο. Έτσι αποφασίζουν να πάρουν την παράσταση στα χέρια τους, θέατρο στο θέατρο δηλαδή…» περιγράφει με πάθος μια από τις παρεμβάσεις που επιχείρησε ο θίασος πάνω στο έργο.
«Η παράσταση είναι μια συμπαραγωγή του ΚΘΒΕ, ο καλλιτεχνικός διευθυντής, Αστέριος Πελτέκης, αγκάλιασε και στήριξε το εγχείρημα από την πρώτη στιγμή που γεννήθηκε σαν ιδέα. Το Παλατάκι, το οποίο μέσα στην εγκατάλειψή του, φαντάζει στοιχειωμένο και ταυτόχρονα περιβάλλεται από ένα εξαίσιο φυσικό τοπίο, το είδα ως τον φυσικό βιότοπο του έργου. Πιστεύω ότι είναι ένας χώρος που πρέπει να αξιοποιηθεί πολιτιστικά στη Θεσσαλονίκη, και να το αγκαλιάσει η περιφέρεια και ο δήμος της Καλαμαριάς, καθιερώνοντάς το ως ένα ρομαντικό σημείο συνάντησης των Τεχνών. Είναι δύσκολο το στοίχημα, αλλά ελπίζω με τη βοήθεια του δήμου, που έχει αγκαλιάσει το project, να συμβεί. Οι ηθοποιοί της παράστασης, προέρχονται από το δυναμικό του ΚΘΒΕ. Πρόκειται για ένα υπέροχο σύνολο ερμηνευτών και με έχουν κάνει τρελά ευτυχισμένη στο δημιουργικό κομμάτι της προετοιμασίας – στησίματος της παράστασης. Η Μαρία Σολωμού που την απήγαγα και την έφερα μαζί μου από την Αθήνα έχει έναν εξωτισμό και στον χαρακτήρα της, πέρα από την εμφάνισή της. Είναι γρήγορη, έντονη, σαγηνευτική και ταυτόχρονα πολύ προσιτή και άμεση, γι’ αυτό την επέλεξα ως Τιτάνια».
«Όπως στην αρχαιολογία έτσι και στο θέατρο, προσπαθείς να αποκωδικοποιήσεις το έργο μέσα από την καινούρια γλώσσα και να βρεις τον τρόπο να το φέρεις και να αποκαλύψεις το νόημά του στον σύγχρονο θεατή».
Το θέατρο της ανανέωσης
«Νεράιδα» μέσα στα νερό στην μικρή λίμνη της Βουλιαγμένης, «Ηρακλής Πουαρό» στο Μουσείο Αυτοκινήτου, «Κυρία της Νύχτας» του Γιάννη Μαρή σε
αυλή στο Γκάζι. Κάθε της σκηνοθετική δημιουργία θέτει στο προσκήνιο ένα πολύ ξεχωριστό σκηνικό. Αυτή είναι η σχολή της, όπως τονίζει η ίδια. «Μου αρέσει να ταξιδεύω τα έργα στον σκηνικό τους βιότοπο. Όταν έχεις να κάνεις με ένα κείμενο που γράφτηκε αιώνες πριν η σκηνοθεσία είναι πιο απαιτητική αν πας να το αποδώσεις ως έχει, μπορεί η παράσταση να μην έχει να πει τίποτα πια καθώς οι λεκτικοί κώδικες και εκείνοι της συμπεριφοράς έχουν χαθεί μέσα στον χρόνο η διασκευή του κειμένου μοιάζει με την διαδικασία που ακολουθούν οι αρχαιολόγοι. Ψάχνουν να βρουν το
αντίστοιχο υλικό με εκείνο που όμως θα αποκαταστήσει τις φθορές με σύγχρονα υλικά και εργαλεία. Έτσι και στο θέατρο, προσπαθείς να αποκωδικοποιήσεις το έργο μέσα από την καινούρια γλώσσα και να βρεις τον τρόπο να το φέρεις και να αποκαλύψεις το νόημά του στον σύγχρονο θεατή».
Για την ίδια προέχει η ευχαρίστηση και η ψυχαγωγία του θεατή στήνοντας ένα θεατρικό δρώμενο. «Έχει να κάνει με την προσωπικότητά μου, αντιλαμβάνομαι την εκπαίδευση μέσα από την ψυχαγωγία. Είναι τρομερά ανασφαλές το επάγγελμά μας, είναι πολύπαραγοντικό το να πετύχεις και περισσότερο πιθανό και φυσικό είναι να αποτύχεις κυρίως στην Ελλάδα που σκηνοθετούν όλοι οι ηθοποιοί χωρίς εκπαίδευση, εμπειρία και τεχνογνωσία και ένα μεγάλο μέρος του κοινού χωρίς θεατρική παιδεία άρα καθοδηγούμενο από τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης. Δεν είχαμε μέχρι πριν τρία χρόνια σχολή σκηνοθεσίας. Οπότε όποιος ηθοποιός αισθάνεται την επιθυμία να σκηνοθετήσει το κάνει. Όμως καθώς μιλάμε για άλλη τέχνη μόνο ένα πολύ μικρό ποσοστό των ηθοποιών που σκηνοθετούν μπορεί πραγματικά να το κάνει. Οι υπόλοιποι, μπορεί να πιστεύουν ότι αναπτύσσουν προσωπικό ύφος, αλλά, για να συμβεί αυτό, χρειάζεται απίστευτη εκπαίδευση και προσήλωση. Εύκολα μπορεί να πάει κάποιος στο Βερολίνο να αντιγράψει μια παράσταση και να την φέρει εδώ και να πουν «Τρομερή». Σαν αντιγραφή σε διαγώνισμα είναι».
«Όποιος ηθοποιός αισθάνεται την επιθυμία να σκηνοθετήσει το κάνει. Όμως καθώς μιλάμε για άλλη τέχνη μόνο ένα πολύ μικρό ποσοστό των ηθοποιών που σκηνοθετούν μπορεί πραγματικά να το κάνει»
Θεσσαλονίκη και θέατρο
Στο ΚΘΒΕ, η Φρόσω Λύτρα βλέπει πως φυσάει ένας αέρας ανανέωσης με τον καλλιτεχνικό διευθυντή, να προσπαθεί να φέρει το ευρύ κοινό της πόλης
αλλά και των επισκεπτών της κοντά στο θέατρο. Με προσκλήσεις σκηνοθετών και καλλιτεχνών που εκπροσωπούν όλες τις σύγχρονες τάσεις του θεάτρου στην Ελλάδα και στην Ευρώπη. «Αυτό προκαλεί αναστάτωση σε ένα μη εκσυγχρονισμένο από την πολιτεία οργανισμό σαν αυτόν του ΚΘΒΕ. Και ενώ διαθέτει ένα σύνολο καλλιτεχνών εξαιρετικά δυναμικό αλλά και άρτια καταρτισμένο προσωπικό στο σύνολο των τεχνικών, υπάρχει ένα κομμάτι το οποίο δεν μπορεί να προσαρμοστεί στα νέα δεδομένα, να ανταποκριθεί τις επιταγές του νέου θεάτρου και να συμβαδίσει αρμονικά. Το ζήτημα αυτό αφορά αποκλειστικά στο γραφειοκρατικό και τεχνοκρατικό του μέρος, μια σειρά «βολικών» νομικών πλαισίων για το κατεστημένο του θεάτρου και άπειρη τυπολατρία που συγκρούεται με το θέατρο της ανανέωσης».
Πολιτική & Τέχνη στην Ελλάδα
«Η πανδημία ήταν η μόνη φάση που η Πολιτεία κατά κάποιον τρόπο στήριξε τους καλλιτέχνες. Ήταν η πρώτη φορά, δηλαδή, που πρακτικά έγιναν προσπάθειες στήριξης της καλλιτεχνικής κοινότητας και οφείλω να το παραδεχθώ αυτό».
«Η στάση των πολιτικών στην Ελλάδα μοιάζει σαν να θεωρούν την Τέχνη ένα είδος πολυτελείας, ενώ είναι είδος πρώτης ανάγκης για τον άνθρωπο. Κανονικά, η πολιτική και η Τέχνη θα έπρεπε να είναι συγκοινωνούντα δοχεία και σε αυτήν τη χώρα για κάποιον λόγο δεν έχει γίνει αυτό το βήμα», μου λέει. «Εδώ όπου γεννήθηκε ο πολιτισμός, και κυρίως η Τέχνη του θεάτρου, καλλιτέχνες κάνουν βήματα προς την Πολιτεία, αλλά εκείνη δεν τους αγκαλιάζει. Οι συνθήκες στο εξωτερικό είναι καλύτερες για τους καλλιτέχνες, χαίρουν μεγαλύτερου σεβασμού και φροντίδας από το κράτος. Για εμάς τους καλλιτέχνες του θεάτρου είναι πιο δύσκολο να φύγουμε στο εξωτερικό λόγω της γλώσσας, αλλά και πάλι δεν είναι λίγοι αυτοί που το τολμούν. Αν είχα την επιλογή να πάω να σπουδάσω έξω, θα επέλεγα να φύγω στο Λονδίνο. Η πανδημία ήταν η μόνη φάση που η Πολιτεία κατά κάποιον τρόπο στήριξε τους καλλιτέχνες. Ήταν η πρώτη φορά, δηλαδή, που πρακτικά έγιναν προσπάθειες στήριξης της καλλιτεχνικής κοινότητας και οφείλω να το παραδεχθώ αυτό».
Ανακαλύψτε περισσότερες υπέροχες εικόνες από την επίσημη φωτογράφιση της παράστασης στη gallery!
Info: Η Παράσταση «Όνειρο» θα πραγματοποιηθεί στο «Παλατάκι» από τις 11 έως και τις 23 Ιουλίου.
Φωτογραφίες: Mike Rafail