Από την πρώτη ώρα που ξέσπασε ο πόλεμος, οι ειδήσεις «σκορπούν» για μια λίστα από τολμηρές γυναίκες που δε διστάζουν να εναντιωθούν στην αδικία, που επιλέγουν μέχρι και τα στρατιωτικά, για να υπερασπιστούν το έθνος τους. Στην Ουκρανία, οι ελληνίδες δημοσιογράφοι βρίσκονται στις επάλξεις και με κάθε ρίσκο δίνουν τον δικό τους αγώνα, που δεν είναι άλλος από αυτόν της ενημέρωσης. Τα σκληρά γεγονότα τις οδήγησαν να φορούν κράνη και αλεξίσφαιρα “Press”, όμως ακούραστες καλύπτουν κάθε χαραμάδα καταστροφής. Στην πληγείσα χώρα, το GLOW συναντά 7 πολεμικές ανταποκρίτριες, οι οποίες -περνώντας από εκεί ή βρισκόμενες εκεί- χαρίζουν τις δικές τους προσωπικές μαρτυρίες για όσα έχουν ζήσει όλο αυτό το διάστημα. Είναι η αγωνία ενός λαού ό,τι τις έχει περιβάλει, είναι η ανάγκη τους να επικοινωνήσουν τα δεινά των καιρών, που οδηγεί τη σκέψη τους πως κάπου ο φάρος της ελπίδας θα λάμψει. Πρώτη φορά παρατηρείται και σημειώνεται μια τόσο αξιόλογη γυναικεία συμμετοχή, από τη μια, στη μάχη -επικοινωνιολογική ή φυσική- ενάντια σε αυτήν την εισβολή, και από την άλλη, στην κάλυψη των πολεμικών γεγονότων, κι αυτό αξίζει την προσοχή μας!
24 Φεβρουαρίου 2022. Νωρίς το πρωί εκείνης της ημέρας, ο κόσμος ξυπνά με μία από τις πιο δυσάρεστες ειδήσεις της τελευταίας εικοσαετίας. «Πόλεμος στον δυτικό κόσμο» μεταδίδουν τα ειδησεογραφικά κανάλια παντού, κι όλα τα ρολόγια δείχνουν να μηδενίζουν ξανά. Μια εισβολή στην οποία κανείς δεν πίστευε, ουδείς υπολόγιζε, απειλεί την ακεραιότητα μιας ολόκληρης χώρας. Και πώς θα ήταν, άλλωστε, αυτό δυνατόν να συμβεί σε «πολιτισμένες κοινωνίες» κι ενώ έχουμε περάσει τόσο επικίνδυνους και απρόσωπους καιρούς, όπου η μόνη μας έγνοια ήταν αυτή η μοναδική αίσθηση της επιστροφής στις «παλιές καλές εποχές» που σύντομα έδειχνε να έρχεται, έστω και στο περίπου; Για άλλη μια φορά, όλα με το ζύγι και μια απορία να πλανάται για το «πότε και πού τελειώνει όλο αυτό». Στον βωμό της εξουσίας, του εγωισμού, της απληστίας, τα παιχνίδια πολλά - τόσα που σε συζητήσεις στο γραφείο ή στο τηλέφωνο τα επιχειρήματα διαδέχονται το ένα το άλλο, ξεκινώντας από το παρελθόν, αναλύοντας το παρόν και προβλέποντας το μέλλον, με λογική που πια αποδέχεται αποκλειστικά και μόνο τον ρεαλισμό. Τα περισσότερα ευσταθούν, όλα, όμως, καταλήγουν στο απλό, κοινό συμπέρασμα ότι σε τέτοιες καταστάσεις ο άμαχος πληθυσμός δε φταίει σε τίποτα να πληρώνει το τίμημα και ότι όλες οι πολιτικές θεωρίες καταρρίπτονται, όταν πολύ κοντά μας υπάρχουν καθημερινοί άνθρωποι που βλέπουν τους κόπους μιας ζωής να διαλύονται, που δραπετεύουν σε γειτονικές χώρες για να βρουν καταφύγιο, που «χάνονται» ως θύματα στο πεδίο της μάχης.
H Δύση υποτίθεται ότι αγωνίστηκε για την ειρήνη, μετά τα δεινά που πέρασε στο παρελθόν της, κατά τον προηγούμενο αιώνα. Και λέω «υποτίθεται», διότι όλοι γνωρίζουμε πως η ειρήνη διασφαλίζεται πρωτίστως από τους ανθρώπους που διοικούν σε παγκόσμιο επίπεδο κι όχι από ιδέες, οργανισμούς, φαντασμαγορικά events ή χρυσές κονκάρδες Νόμπελ στους λίγους που πάλεψαν γι’ αυτήν. Θέλει τόλμη η ειρήνη, ισχυρή θεμελίωση, απαιτεί φροντίδα και πολλές δόσεις ουσιαστικής διπλωματίας. Όχι πισώπλατα μαχαιρώματα, αναξιοπιστία και μάχες περί αντρικής τιμής. Και τονίζω το επίθετο «αντρικής», διότι όλοι ξέρουμε πως το γυναικείο ένστικτο και η αντίληψη των πραγμάτων λειτουργεί αλλιώς. «Εάν θεωρείται πως οι γυναίκες δε βρίσκονται πλήρως εντός των δομών της εξουσίας, είμαστε βέβαιοι ότι χρειάζεται να επαναπροσδιορίσουμε τις γυναίκες και όχι την εξουσία;» γράφει η διάσημη βρετανή κλασικίστρια Mary Beard στο βιβλίο της «Γυναίκες και εξουσία: Ένα μανιφέστο». Από τη φύση πιο στοργικές, δοτικές, ίσως και πιο λογικές, ικανές ν’ ανταποκρίνονται το ίδιο καλά στους πολλαπλούς ρόλους της ζωής τους, αλλά κι ευαίσθητες χάριν της μητρότητας, οι γυναίκες διαθέτουν εφόδια που μπορούν να κάνουν την ειρήνη πράξη και όχι απλά ένα ακόμη αντικείμενο συζήτησης.
Σήμερα, αν και ο ρόλος των γυναικών στην εδραίωση ενός ειρηνικού κλίματος ήταν και παραμένει ουσιαστικός, η φωνή τους δεν έχει φανεί να φτάνει στα κέντρα λήψης αποφάσεων, καθώς οι βαθιά παγιωμένοι πολιτικοί μηχανισμοί της Δύσης δεν το επιτρέπουν και κάπου πριν ή μετά τον τίτλο «Υπουργός» σπανίως συνεχίζεται η ανέλιξη γένους θηλυκού. Φυσικά και στην πολιτική και στην κοινωνία υπάρχει το καλό παράδειγμα της Θάτσερ ή της Μητέρας Τερέζα, αλλά και το κακό της διεγερμένης από την εξουσία υπουργού Madeleine Albright, όμως ουσία έχει πως η αντίληψη της ειρήνης ξεκινά από τα πρώτα θύματα ενός πολέμου: τις γυναίκες και τα παιδιά τους, για των οποίων την προστασία και ασφάλεια είναι υπεύθυνες. Το βλέπουμε να συμβαίνει στην τωρινή, αλλά και σε κάθε εισβολή, με τις κραυγές αγωνίας τους. Στην πραγματικότητα, μια ισορροπία και μια σύμπραξη των δύο φύλων στους πολιτικούς θώκους, με βάσεις σαν αυτές που πραγματεύεται η πλατωνική ηθική και θέλει το καθετί και τον καθένα να βρίσκεται στην κατάλληλη θέση και να επιτελεί την κατάλληλη λειτουργία (μόνο και με θηλυκή παρουσία αυτήν τη φορά), είναι η λύση που η ανθρωπότητα έπρεπε να είχε ήδη εφαρμόσει. Διότι πολύ απλά, αν υπήρχε περιθώριο ώστε οι γυναίκες να μπορούν να μπουν μπροστά, χαρίζοντας τη δική τους δυναμική, ίσως -σχεδόν σίγουρα- να μη φτάναμε ποτέ ως εδώ, κι όλες αυτές οι αντρικές ξιφασκίες να είχαν σταματήσει προ πολλού!
Στην Ουκρανία, όταν το σκοτάδι έπεσε και οι πρώτοι βομβαρδισμοί άλλαξαν χρώμα στον ουρανό, σκορπώντας τρόμο και αγωνία, οι γυναίκες πήραν αγκαλιά τα παιδιά τους, μάζεψαν διαβατήρια, δύο πράγματα και έτρεξαν στις ορδές που σχηματίστηκαν αμέσως στα σύνορα. Στις εμπόλεμες ζώνες, εκείνες είναι που αναλαμβάνουν όλο το βάρος της ευθύνης και την αγωνία για την επιβίωση των οικογενειών τους.
Τις πρώτες ώρες, η δική μου Ολένα, η καλύτερή μου φίλη από το πανεπιστήμιο, Ουκρανή στην καταγωγή, με πήρε τηλέφωνο με δάκρυα στα μάτια. Μπορεί να μένει στο Λονδίνο, αλλά οι δικοί της έχουν παγιδευτεί στη μικρή πόλη του Ivano-Frankivsk, αρνούμενοι να εγκαταλείψουν το σπίτι τους, με τη μητέρα της να φροντίζει τα παιδιά των προσφύγων που καταφτάνουν στην πόλη. Κάθε μέρα, με κάθε νέα είδηση, ένα τηλεφώνημα. Λίγες εβδομάδες αργότερα θα υποδεχόμουν στο αεροδρόμιο «Μακεδονία» μια παιδική της φίλη, που φεύγοντας από την Ουκρανία και περιπλανώμενη για δέκα μέρες στην Πολωνία, έφτασε στη Θεσσαλονίκη με τελικό προορισμό την Αθήνα, όπου -για καλή της τύχη- ζει εδώ και 20 χρόνια η μητέρα της. Με ένα παιδί στο χέρι, με δύο βαλίτσες μόνο με τα απαραίτητα, με ελάχιστα αγγλικά. Και γιατί το μοιράζομαι αυτό μαζί σας;
Για να στηρίξω ακριβώς αυτό που είδα να εκτυλίσσεται μπροστά στα μάτια μου: πως οι γυναίκες είναι τα πραγματικά θύματα, αυτές που πρέπει να εκτελέσουν τη διαδρομή, προστατεύοντας τα μικρά τους, αναζητώντας ένα μέρος ζεστό, λίγο φαγητό. Είναι αυτές που θα πονέσουν πιο πολύ. Που έχουν πιο πολλά ν’ αφήσουν πίσω. Δεν πρέπει να αμφιβάλλουμε, λοιπόν, πως θα θωράκιζαν την ειρήνη, όπως και δεν πρέπει να μας εκπλήσσει το γεγονός ότι τόσες πολλές από αυτές -γνωστές ή άγνωστες- έσπευσαν για να βοηθήσουν ή ν’ αντισταθούν με κάθε τρόπο, μόλις οι σειρήνες ήχησαν.
Aπό την Πρώτη Κυρία της Ουκρανίας, Olena Zelenska, η οποία τάχθηκε στη μάχη στο πλευρό του στρατού της χώρας της, μέχρι τις ηρωίδες μητέρες στα σύνορα, τις εθελόντριες για τον πόλεμο και τους πρόσφυγες, τις δημοσιογράφους που βρέθηκαν στο τερέν για να «καλύψουν» τα γεγονότα, αυτές που έμειναν πίσω για να μην εγκαταλείψουν τη χώρα τους σε μια τέτοια στιγμή βοηθώντας με κάθε μέσο - οι γυναίκες παντού αποδεικνύουν την πυγμή τους από την πρώτη στιγμή που ξέσπασε αυτός ο απάνθρωπος πόλεμος. «Η αντίσταση που δείχνουμε τώρα είναι γένους θηλυκού. Σας θαυμάζω και υποκλίνομαι σε εσάς, απίστευτες πατριώτισσες. Σε εκείνες που πολεμούν, σε εκείνες που γιατρεύουν, σώζουν, ταΐζουν. Και σε εκείνες που συνεχίζουν να κάνουν τη δουλειά τους, έτσι ώστε η ζωή να συνεχίσει, να διαρκέσει και να νικήσει. Σε εκείνες που προσέχουν τα παιδιά στα καταφύγια και τα διασκεδάζουν για να σώσουν τη συνείδησή τους από τον πόλεμο. Σε εκείνες που γεννούν σε βομβαρδισμένες αποθήκες», θα δήλωνε η σύζυγος του Ζελένσκι. Σήμερα, στην Ουκρανία, η μοδίστρα των νυφικών αλλάζει τις όμορφες δαντέλες της με καμουφλάζ, η ζαχαροπλάστρια αποθηκεύει στα ψυγεία της ιατρικές προμήθειες αντί για στολισμένες τούρτες, η δασκάλα διευθύνει μια ανοιχτή γραμμή που αναζητά συγγενείς ανθρώπων από την πολιορκημένη Μαριούπολη. Σε αυτές και σε άλλες τόσες γυναίκες -στα σύνορα, εντός ή εκτός της χώρας- υποκλινόμαστε για όλες τις θυσίες τους.
Αυτήν τη στιγμή, στις ουκρανικές ένοπλες δυνάμεις υπηρετούν με τα χακί τους περίπου 30.000 γυναίκες, αποτελώντας το 15% της ανθρώπινης ισχύος του στρατού της χώρας. Μάλιστα, το 2016, η στρατιωτική διοίκηση παραχώρησε σε αυτές το δικαίωμα να μπορούν να πολεμούν και σε θέσεις μάχης -διασφαλίστηκε με νόμο το 2018-, τη στιγμή που παλαιότερα θα αναλάμβαναν αποκλειστικά βοηθητικούς ρόλους, όπως μοδίστρες, γραμματείς ή υπεύθυνες για τη σίτιση και περίθαλψη των μαχόμενων ανδρών. Η αλλαγή της βλέψης και η διασφάλιση της ισότητας ήρθε χάρη στις ατρόμητες προσπάθειες γυναικών βετεράνων, όπως η Olena Bilozerska - μια από τις καλύτερες σκοπεύτριες της Ουκρανίας, η οποία διηύθυνε τη δική της διμοιρία πυροβολικού στο Ντονέτσκ μεταξύ 2014 και 2016. Μέσα από το ντοκιμαντέρ “Invisible Battalion”, όπου πρωταγωνίστησε, θα «άνοιγε» τη συζήτηση για την ενεργή γυναικεία συμμετοχή στον στρατό, θίγοντας παράλληλα τη σημασία του αγώνα των γυναικών βετεράνων. Έτσι και κατά τη ρωσική εισβολή, οι εικόνες διαδέχονταν η μία την άλλη με γνωστές Ουκρανές που εγκατέλειψαν τις καίριες θέσεις τους, για να καταταγούν στη μάχη έναντι της Ρωσίας. Η βουλευτίνα Kira Rudik, με μια φωτογραφία της που έπαιζε για μέρες σε όλα τα Μέσα, αποκάλυπτε πως μαθαίνει να χρησιμοποιεί Καλάσνικοφ και πως ετοιμαζόταν να κρατήσει τα όπλα. «Οι γυναίκες μας θα προστατεύσουν το χώμα μας με τον ίδιο τρόπο, όπως και οι άντρες μας», τόνιζε. Στο μέτωπο και η πρώην Μις Ουκρανία Anastasiia Lenna, υπερασπιζόμενη την πατρίδα της.
Mε την τεχνολογία να έχει επιβάλει τη δύναμή της, ο πόλεμος στην Ουκρανία είναι από τα γεγονότα που γνωρίζει τόσο σοκαριστική live κάλυψη όσο κανένα άλλο. Απ’ όλες τις χώρες τα συνεργεία κατέφτασαν αμέσως για να αποκαλύψουν τη φρίκη στην επίμαχη στιγμή της Ιστορίας. Κάθε κίνηση, κάθε αγώνας, κάθε πληροφορία, καταγράφονται και μεταφέρονται, για να έχουν εικόνα όλοι του τι συμβαίνει. Ο πόλεμος σήμερα δεν μπορεί να αποσιωπηθεί. Ανάμεσα στις μεγάλες δημοσιογραφικές αποστολές, η Ελλάδα δίνει κι αυτή το «παρών». Μόνο που αυτήν τη φορά παρατηρείται κάτι πρωτόγνωρο για τα δημοσιογραφικά δεδομένα: η γυναικεία παρουσία είναι πολύ παραπάνω από αισθητή. Τους τελευταίους μήνες, όλοι στις οθόνες μας παρατηρούμε μια τεράστια συμμετοχή γυναικών ανταποκριτών - άλλες να περιπλανιούνται ανάμεσα σε ερειπωμένες πόλεις, να βιώνουν στρατιωτικές συρράξεις, να κλείνονται στα καταφύγια, άλλες πάλι να καταγράφουν από κοντά το άλλο πρόσωπο του πολέμου, αυτό της προσφυγιάς, στα σύνορα, δίνοντας ελπίδα και μια υπόσχεση πως όλα θα πάνε καλά.
Aπό την Ελλάδα, η Ευτυχία Πενταράκη, η Ανδριάνα Μαγγανιά, η Αλεξία Καλαϊτζή, η Ελβίρα Κρίθαρη και η Κάτια Αντωνιάδη καλύπτουν το ρεπορτάζ για την ΕΡΤ, τόσο στις επίμαχες πόλεις όσο και στα σύνορα. H Έλλη Κασόλη για τον Σκάι βρίσκεται αυτήν τη στιγμή από την Οδησσό στο Κίεβο, όπου περπατά ανάμεσα στα συντρίμμια των περιοχών γύρω από την πρωτεύουσα. Στην αποστολή του Σκάι, και η Έλενα Παπαδημητρίου και η Άρτεμις Μάντη. Η Βελίκα Καραβάλτσιου για το Mega μεταφέρει εικόνες και ιστορίες από το δράμα των προσφύγων. Παρούσες και η Αδαμαντία Λιόλιου κι η Γεωργία Λαγού από το Open, που παρείχε 24ωρη σύνδεση με τα γεγονότα. Για τον Alpha, η Ηρώ Καριοφύλλη «σπάει» στον αέρα της εκπομπής του Αντώνη Σρόιτερ, διηγούμενη για τη βοήθεια που έλαβε από ηλικιωμένο πρόσφυγα. Στη λίστα και η Τζίνα Στασινοπούλου και η Φωτεινή Νάσου από τον ΑΝΤ1, όπως και η Λευκή Γιωργάκη και η Κατερίνα Ρίστα για το Star, που καλύπτουν κάθε θηριωδία του πολέμου.
Παράλληλα, από το εξωτερικό, η πρωτοπόρος του πολεμικού ρεπορτάζ Clarissa Ward διέκοψε τη ζωντανή μετάδοσή της στο CNN, για να βοηθήσει έναν αναστατωμένο ηλικιωμένο άνδρα. Η ουκρανή ρεπόρτερ Olga Rudenko βρίσκεται στην «καρδιά» των γεγονότων για την The Kyiv Independent, ενώ η Kristina Berdynskykh γράφει στους The Financial Times μέσα από το Κίεβο. Από τη μεριά της, η ανταποκρίτρια Maria Sahuquillo καταγράφει τις δύσκολες ώρες στην Οδησσό για την El Pais. Η συντάκτρια διεθνών ειδήσεων του Channel 4, Lindsey Hilsum, κάνει ειδική μνεία στην πόλη Μυκολαίβ. Η ρεπόρτερ Lyse Doucet του BBC αρθρογραφεί για τις στιγμές που έζησε στα καταφύγια. Η αμερικανίδα φωτορεπόρτερ Lynsey Addario μεταφέρει μέσω των The New York Times εικόνες από το Ιρπίν που συγκλονίζουν. Το δράμα των χιλιάδων προσφύγων στη Λβιβ καταγράφει και η ιταλίδα Αnnalisa Camilli για την Internazionale. Οι Mariangela Paone, Anastasiia Lapatina, Isabelle Khurshudyan και Zakhida Adylova βρίσκονται κι αυτές στη μάχη του ρεπορτάζ. Επίσης, σύμφωνα με την Arab News, την ανταπόκριση από πλευράς αραβικών χωρών καλύπτουν σε μεγαλύτερο ποσοστό γυναίκες, όπως η τολμηρή Najlaa Aboumerhi από την Ντόχα. Τέλος, η Oleksandra Kuvshinova-Sasha του Fox News και η ρωσίδα Oksana Baulina του ειδησεογραφικού ιστότοπου Insider έχασαν τη ζωή τους από πυρά, στον αγώνα της ενημέρωσης.
Όλες αυτές οι γυναίκες τολμούν να γίνουν το παράδειγμα, σ’ έναν κόσμο που σπαράζει από τη βία και τους πολέμους. Όσο θέλουμε να αποκαλούμαστε «άνθρωποι», οφείλουμε το μόνο «όπλο» μας να είναι η ειρήνη. Δεν υπάρχει πολυτέλεια να μένουμε αδιάφοροι στη βαρβαρότητα. Σωφροσύνη, λοιπόν, και ίσως κάτι αλλάξει. Με την ελπίδα να ενατενίσουμε καλύτερες μέρες…
Εις το επανιδείν!
Αλεξία Καλαϊτζή ΕΡΤ3, Οδησσός
Σε λίγο θα ξεκινήσω πάλι για Ουκρανία - για Κίεβο αυτήν τη φορά. Δεν ξέρω πώς θα είναι αυτή η δεύτερη εμπειρία, αλλά την αναμένω. Όταν βρέθηκα στην Οδησσό, μετά την πρώτη ισχυρή εικόνα που αντίκρισα -μια πόλη κλειστή, χωρίς τα μαγαζιά ανοιχτά, χωρίς κόσμο στους δρόμους, με τα μπλόκα στο ιστορικό κέντρο-, αυτό που μου έκανε μεγάλη εντύπωση ήταν η ψυχή αυτών των ανθρώπων κι η αντοχή τους. Ενόψει μιας επικείμενης επίθεσης ήταν ψύχραιμοι, τόσο ενωμένοι. Έβλεπες κατοίκους, που είχαν παρατήσει πλέον τις κανονικές τους δουλειές, να μαζεύουν τρόφιμα ή ρούχα για την πολιτοφυλακή, γυναίκες που μπορεί πριν να είχαν ένα άσχετο επάγγελμα, να μαθαίνουν να δημιουργούν δίχτυα καμουφλάζ, για να προστατεύσουν πιθανούς στόχους. Είχαν μια τρομερή αίσθηση πως θα νικήσουν. Προσπαθούσαν να βάλουν πίσω τον φόβο τους και η ψυχολογία τους ήταν το «πάμε για να κερδίσουμε». Δε θα ξεχάσω ποτέ τη δήλωση ενός νέου παιδιού που γύρισε στη χώρα του για να βοηθήσει και μας είπε πως: «Στις 24 Φεβρουαρίου, η Ουκρανία έγινε έθνος», εννοώντας πως ο λαός συσπειρώθηκε με τη ρωσική εισβολή. Ο πόλεμος είναι μια σοκαριστική υπενθύμιση ότι η ζωή σου μπορεί ν’ αλλάξει μέσα σε λίγες ώρες. Αυτοί οι άνθρωποι κοιμήθηκαν σε μια χώρα εν ειρήνη και ξύπνησαν σε εμπόλεμη κατάσταση.
«Ο πόλεμος είναι μια σοκαριστική υπενθύμιση ότι η ζωή σου μπορεί ν’ αλλάξει μέσα σε λίγες ώρες»
Όσο βρισκόμασταν εκεί, καταλάβαμε ότι δεν μπορούσες να υπολογίσεις εύκολα τους χρόνους, διότι δεν ήξερες τι μπορεί να γίνει σ’ ένα μπλόκο, κάποια σημεία ήταν no-go και, στο θέμα της δικής μας δουλειάς, ήταν δύσκολη μερικές φορές η πρόσβαση στην ίδια την πληροφορία. Όλοι εκεί είχαν κατεβασμένες στο κινητό τους τις εφαρμογές για το πότε χτυπάει η σειρήνα. Ο κόσμος ανησυχούσε, αλλά κατά βάση οι κάτοικοι πίστευαν πως η Οδησσός είναι μια πόλη που είναι τόσο αγαπητή -και από τον ρωσικό λαό-, που δε θα «χτυπηθεί». Πολλοί τη θεωρούν την «πρωτεύουσα του γέλιου». Παλαιότεροι την αναφέρουν ως το «χαμόγελο του Θεού», άρα αναρωτιόντουσαν: «Είναι δυνατόν να καταστρέψουν το “χαμόγελο του Θεού”;» Το Κίεβο, ωστόσο, όπου θα βρεθώ, «χτυπήθηκε», οπότε η κατάσταση αναμένεται να είναι πιο δύσκολη. Δε φοβάμαι, όμως.
Βελίκα Καραβάλτσιου MEGA, Λβιβ
Όταν μου ανακοινώθηκε ότι θα πάω στην Ουκρανία, δεν αιφνιδιάστηκα. Οι δημοσιογράφοι -σχεδόν πάντα- ξέρουμε ποιο ρεπορτάζ θα κάνουμε, πριν μας ανακοινωθεί! Περίπου 400.000 πρόσφυγες μένουν αυτήν τη στιγμή στη Λβιβ. Ως αποτέλεσμα, δε βρίσκαμε διαμονή. Τώρα μένουμε σε ξενοδοχείο. Τα βράδια ξυπνάμε με τον ήχο των σειρήνων, αλλά ύστερα από λίγο μαθαίνεις να ζεις με αυτό.
Πίσω μου άφησα τη σκέψη μου στους δικούς μου ανθρώπους, που ξέρω ότι ανησυχούν. Εδώ, λίγες στιγμές έχω φοβηθεί. Συνήθως φοβάμαι όταν σκέφτομαι πολύ και βάζω στο μυαλό μου διάφορα σενάρια. Αυτό που κυριαρχεί σαν σκέψη όλο αυτό το διάστημα μέσα μου είναι πως όλοι αυτοί οι άνθρωποι ζούσαν πριν από κάποιες ημέρες σαν εμάς. Και μέσα σε λίγες ώρες έγιναν πρόσφυγες. Σκέφτομαι πόσο γρήγορα τα δεδομένα παύουν να είναι δεδομένα. Αυτήν τη στιγμή, στη Λβιβ, 17χρονοι μαθητές, αντί να διαβάζουν τα βιβλία τους, μαθαίνουν πώς να χρησιμοποιούν όπλα.
«Αυτήν τη στιγμή, στη Λβιβ, 17χρονοι μαθητές, αντί να διαβάζουν τα βιβλία τους, μαθαίνουν πώς να χρησιμοποιούν όπλα»
Από την Ουκρανία θα μου μείνουν για πάντα χαραγμένες οι εικόνες από τα παιδάκια που σκουπίζουν τα δάκρυα της μητέρας τους, γιατί δεν μπορούν να τη βλέπουν να κλαίει. Στη χώρα, αυτήν τη στιγμή, επικρατεί φόβος κι ανασφάλεια. Κάποιοι ξέρουν ότι δε θα ξαναγυρίσουν ποτέ στα σπίτια τους. Όμως, η ζωή πρέπει να συνεχιστεί και συνεχίζεται. Προχθές, στο διπλανό τραπέζι, ένα νεαρό αγόρι έκανε πρόταση γάμου στην κοπέλα του! Χωρίς κρασί, αφού εδώ υπάρχει ποτοαπαγόρευση. Ένας κύριος από τη Μαριούπολη μού έδειξε φωτογραφίες από το βομβαρδισμένο του υπνοδωμάτιο. Από το σπίτι δεν έμεινε τίποτα. Το όνειρο της ζωής του ήταν, όταν γεράσει, να έρχονται τα παιδιά και τα εγγόνια του στο σπίτι δίπλα στη θάλασσα και να παίζουν όλοι μαζί. «Αυτό είναι κάτι που δε θα γίνει ποτέ», μου είπε. «Το σπίτι δίπλα στη θάλασσα δεν υπάρχει πια». Όταν βλέπεις έναν μεγάλο άντρα να δακρύζει, είναι μαχαιριά στην καρδιά. Δεν ήθελε πολλά, μόνο να παίζει με τα εγγόνια του δίπλα στη θάλασσα.
Έλλη Κασόλη ΣΚΑΪ, Κίεβο & Οδησσός
Όπως όλοι οι δημοσιογράφοι, μέσα σου λες πως αυτό είναι ένα γεγονός που δε θα ξαναζήσεις. Οπότε από τη μία ανησυχούσα, από την άλλη ήθελα και να είμαι εκεί. Χτύπησε το τηλέφωνό μου ξαφνικά – μάλιστα, ήμουν σε καραντίνα. Με ρώτησαν αν ήθελα να βρεθώ εντός της Ουκρανίας, διότι είναι διαφορετικό να μπαίνεις στην εμπόλεμη ζώνη. Το σκέφτηκα και είπα το «ναι». Η επόμενη συζήτηση ήταν για το μέρος. Κατάλαβα πως η Οδησσός είναι ένας ιδιαίτερος τόπος, τόσο για τους Έλληνες όσο και για τα γεγονότα που περιμέναμε να εκτυλιχτούν στην πόλη, οπότε επέλεξα να πάω αρχικά εκεί.
Όσο για το τι άφησα πίσω μου... Εννοείται την οικογένειά μου. Το σκυλί μου, που κάθε μέρα ζητάω να μου στέλνουν βίντεο με αυτό. Αλλά, ερχόμενη, ήξερα ότι θα έχω κάποιους φίλους-συναδέλφους, επομένως θα ένιωθα λίγο πιο οικεία. Και η αλήθεια είναι πως αυτό με κρατάει ακόμη εδώ, διότι, αν ακούς από το μπαλκόνι του ξενοδοχείου σου εκρήξεις ή βλέπεις τα αντιαεροπορικά πυρά να περνάνε μπροστά από τα μάτια σου, κάποια στιγμή μπορεί να σκεφτείς: «Τι κάνω; Μήπως πρέπει να φύγω;» Υπήρξαν στιγμές που ανησύχησα. Κράτησα, όμως, μια συμβουλή που μου έδωσε ένας φίλος φεύγοντας: «Να προσέχεις, αλλά και να μη φοβάσαι». Αυτό σκεφτόμουν. Με το που «πάτησα» στην Ουκρανία, στην εμπόλεμη ζώνη, τα πράγματα ήταν δύσκολα από την αρχή. Εδώ υπάρχουν πολύ αυστηροί έλεγχοι, οπότε μπαίνοντας μάς σταμάτησαν, γιατί δεν τους κάλυπταν τα χαρτιά, κι από εκεί χρειάστηκε να πάω σε ανακριτικό γραφείο. Αυτή ήταν η πιο πιεστική κατάσταση που έχω διαχειριστεί μέχρι στιγμής: να βλέπω να με σημαδεύει ένας Ουκρανός στρατιώτης με το όπλο του, μέχρι να γίνει η εξακρίβωση. Δεν ξέρω ακριβώς τι συνέβη, αλλά -απ’ ό,τι κατάλαβα- προφανώς με μπέρδεψαν με κάποιο άλλο άτομο, το οποίο δε θα έπρεπε πιθανότατα να βρίσκεται στη χώρα. Ήταν πολύ αγχωτικό, αλλά είχα πάντα αυτήν τη συμβουλή του φίλου μου στο μυαλό μου.
«Όσο είμαι στην Ουκρανία, το πώς γίνονται όλοι μια ανθρώπινη αλυσίδα είναι κάτι που δεν έχω ξανασυναντήσει οπουδήποτε κι αν έχω πάει»
Δεν περίμενα ότι στον κόσμο θα ζούσαμε κάτι τέτοιο, οπότε δεν ήξερα και πώς έπρεπε να έχω έρθει προετοιμασμένη σε ό,τι αφορά στα τρόφιμα. Φτάσαμε στην Οδησσό αφού είχε ξεκινήσει η απαγόρευση κυκλοφορίας, που σημαίνει ότι δεν πήραμε τίποτα, δεν είχαμε ούτε νερό. Βρέθηκε ξεχασμένη μια κονσέρβα στην τσάντα του οπερατέρ μου και επί δύο μέρες έτρωγα αυτή. Δεν μπορώ, όμως, να θεωρώ ότι είναι μια αποστολή κανονική - το πρωί δεν περιμένω ούτε τον καφέ μου ούτε το πρωινό μου. Το καλό είναι ότι εμείς έχουμε τη δυνατότητα να αγοράζουμε προμήθειες. Υπήρχαν συνάδελφοι στη Μαριούπολη που έμειναν για μέρες χωρίς φαγητό, ζέστη, φως, κρεβάτι. Στην Οδησσό βρισκόμασταν σ’ ένα ξενοδοχείο στο κέντρο. Φροντίσαμε όλα τα ελληνικά τηλεοπτικά συνεργεία να συγκεντρωθούν εκεί, διότι, αν συνέβαινε κάτι, θα έπρεπε να βρούμε έναν τρόπο διαφυγής. Σε προσωπικό επίπεδο, πραγματικά αισθάνεσαι μεγαλύτερη ασφάλεια, όταν στο διπλανό δωμάτιο είναι κάποιος με τον οποίο μπορείς να μιλήσεις στην ίδια γλώσσα και να σε καταλάβει περισσότερο και σε επαγγελματικό επίπεδο. Στην πόλη, έχω δει πάρα πολλούς έλληνες δημοσιογράφους - από τις υπόλοιπες χώρες υπάρχει μόνο ένας. Και πέρα από μία δύο εξαιρέσεις, όλες είμαστε γυναίκες ανταποκρίτριες.
Μέχρι τις 3 η ώρα, έβλεπες στην Οδησσό μια καθημερινότητα πιο λειτουργική. Αυτό δε σήμαινε ότι ο κόσμος δούλευε, αλλά πως υπήρχαν εθελοντές, άνθρωποι που προσπαθούσαν να βοηθήσουν με κάθε τρόπο. Είδα πάρα πολύ ευγενικό κόσμο, ο οποίος είχε βάλει, μάλιστα, ως προτεραιότητα να προστατεύσει τον πολιτισμό του - τα αγάλματα, τα κτίρια. Αναγνώρισα πως έχουν όλοι έναν στόχο. Από την Οδησσό, μάλιστα, δεν είχε φύγει πολύς κόσμος. Δεν μπορώ να πω ότι θεωρούμαι εξπέρ στις καταστάσεις αυτές, αλλά, όσο είμαι στην Ουκρανία, το πώς γίνονται όλοι μια ανθρώπινη αλυσίδα είναι κάτι που δεν έχω ξανασυναντήσει οπουδήποτε κι αν έχω πάει. Θυμάμαι τα λόγια που μου είπε η μεταφράστριά μου: «Μέχρι να γίνει η επίθεση (στην Οδησσό), εγώ θα προσπαθήσω να ζω όσο πιο κανονικά γίνεται. Μέχρι να έρθει η στιγμή, θα μαγειρεύουμε κάθε μέρα, θα βάζουμε μουσική στο σπίτι, θα φωνάζω όλη την οικογένεια. Κι αν συμβεί, θα πολεμήσω. Κι αν δεν τα καταφέρω, προτιμώ να βρίσκομαι στον τόπο μου, παρά οπουδήποτε αλλού».
Ανδριάνα Μαγγανιά ΕΡΤ, Κίεβο & Σύνορα Ουκρανίας-Μολδαβίας και Ουκρανίας-Πολωνίας
Στην Ουκρανία θα πηγαίναμε ως αποστολή πριν ξεκινήσει ο πόλεμος. Απλά μάς πρόλαβαν τα γεγονότα. Το βράδυ της Τετάρτης που φτάσαμε, βγάλαμε το ζωντανό στο δελτίο, με τον κόσμο να συνεχίζει κανονικά τη ζωή του. Τις τελευταίες ώρες άρχισαν να δυσκολεύουν τα πράγματα, και το βράδυ, ενώ κοιμόμασταν, ακούσαμε τις εκρήξεις και καταλάβαμε ότι είχε ξεκινήσει η ρωσική επίθεση. Βρισκόμασταν σε πολύ κεντρικό σημείο, κι οι πληροφορίες έλεγαν -μεταξύ άλλων- πως οι Ρώσοι προσπαθούν να καταλάβουν το αεροδρόμιο της πόλης.
Το ξενοδοχείο μας άρχισε να εκκενώνεται, αλλά όχι με κάποια επίσημη ανακοίνωση. Οι ίδιοι οι υπάλληλοι εγκατέλειπαν. Το σημείο όπου βρισκόταν δε θεωρούνταν ασφαλές - ήδη μας είχαν πει να φύγουμε από τους επάνω ορόφους και να πάμε στο ισόγειο. Μετά κατευθυνθήκαμε προς την ελληνική πρεσβεία, όπου μας παραχώρησαν κάποιον χώρο. Μέσα στην πόλη, υπήρχαν ρώσοι κομάντος που έκαναν κάποιες επιχειρήσεις πιο εξειδικευμένες. Οι ουκρανικές αρχές έλεγαν στους κατοίκους να φτιάξουν βόμβες μολότοφ για ν’ αντισταθούν. Από το παράθυρο της πρεσβείας, σε μια γωνία του δίπλα κτιρίου, ομάδες νεαρών Ουκρανών μάζευαν όπλα και σφαίρες και ετοιμάζονταν για ανταρτοπόλεμο. Ο πρέσβης τους πλησίασε και, όταν γύρισε, τον είδα συγκινημένο. Όταν τον ρώτησα τι έγινε, μου απάντησε πως: «Αυτά τα παιδιά μπορεί να μη ζουν σε λίγες ώρες».
«Βάλαμε ελληνικές σημαίες στα οχήματα. Δε μας ανακοίνωναν πού θα πάμε, μόνο ο πρέσβης γνώριζε τη διαδρομή»
Την επόμενη μέρα κληθήκαμε να εγκαταλείψουμε την πόλη. Βάλαμε ελληνικές σημαίες στα οχήματα και δε μας ανακοίνωναν πού θα πάμε, απλά ακολουθούσαμε τον πρέσβη, που μόνο αυτός γνώριζε τη διαδρομή. Σταματούσαμε σε βενζινάδικα και σβήναμε τα φώτα, για να μη γίνουν οι αποθήκες καυσίμων στόχος επίθεσης. Στα σύνορα, παιδάκια που ήταν καλά ντυμένα κρατούσαν μόνο ένα κουκλάκι στο χέρι, μητέρες μας έλεγαν πως ο Πούτιν κατέστρεψε τις ζωές τους, άλλοι είχαν βάλει απλά σε σακούλες μερικά πράγματα κι έφευγαν. Αυτό που ήταν πολύ συγκινητικό ήταν το τεράστιο κύμα αλληλεγγύης. Κόσμος είχε έρθει εκεί και κρατούσε απλά ένα χαρτί στο χέρι που έγραφε, για παράδειγμα: «Έχουμε ένα σπίτι στην Αυστρία». Αυτοί οι άνθρωποι είχαν οδηγήσει μέρες, για να βοηθήσουν τους πρόσφυγες.
Άρτεμις Μάντη ΣΚΑΪ, Σύνορα Ουκρανίας-Πολωνίας
Όταν είσαι δημοσιογράφος, πάντα θες να είσαι στην καρδιά των γεγονότων, οπότε δεν υπήρχε περιθώριο σκέψης, όταν μου ζήτησαν ν’ αναλάβω το προσφυγικό. Ήταν βράδυ όταν φτάσαμε, κι εκείνη την ώρα συνέχιζαν να έρχονται τα καραβάνια των προσφύγων - δε σταματούσε αυτό ποτέ. Η πρώτη εικόνα που αντικρίσαμε ήταν μητέρες με παιδιά στην αγκαλιά, που οι πολωνοί εθελοντές πήγαιναν προς τις σκηνές για να ζεσταθούν. Μου έκανε μεγάλη εντύπωση η οργάνωση των πολωνικών αρχών. Από την πρώτη στιγμή, είχαν στήσει μεγάλα κέντρα υποδοχής. Ήταν δίπλα στους πρόσφυγες όχι μόνο για να τους προσφέρουν τη βοήθεια που χρειάζονταν, αλλά και ψυχολογική στήριξη. Τους έδιναν αγάπη. Βλέπαμε τις αγκαλιές των Πολωνών, μόλις έφταναν οι Ουκρανοί, στρατιώτες να παίζουν με τα μωράκια για να μπορέσουν να τα ξεγελάσουν. Δε θα ξεχάσω ποτέ στον σιδηροδρομικό σταθμό που μιλούσα με μια γιαγιά. Τη ρώτησα: «Τι είδατε;» Μου απάντησε: «Τα πάντα. Ρωσικά τανκς, θύματα στον δρόμο. Εμένα, όμως, δε με πειράζει, με απασχολεί ότι ο εγγονός μου τα είδε. Κι όχι μόνο τα είδε, τα ζωγράφισε». Ακριβώς δίπλα της το παιδάκι μάς έδειξε το μπλοκ του. Είχε σκιτσάρει τον Πούτιν, τον Ζελένσκι, τα τανκς και τα θύματα. Σ’ έναν πόλεμο δε μιλάνε τελικά μόνο τα μάτια, αλλά και οι ζωγραφιές των παιδιών. Είναι κάτι συγκλονιστικό. Στα σύνορα, οι άνθρωποι αυτοί δεν ήξεραν ποιος είναι ο τελικός τους προορισμός. Αυτό που μας έλεγαν είναι: «Θέλουμε να φύγουμε όσο πιο μακριά και να γυρίσουμε όσο πιο γρήγορα γίνεται».
«Σ’ έναν πόλεμο δε μιλάνε τελικά μόνο τα μάτια, αλλά και οι ζωγραφιές των παιδιών. Είναι κάτι συγκλονιστικό»
Έλενα Παπαδημητρίου ΣΚΑΪ, Σύνορα Ουκρανίας-Ρουμανίας
Όταν φεύγεις, δεν ξέρεις για πόσο καιρό θα πας σ’ ένα μέρος. Οπότε το πρώτο πράγμα που βλέπεις είναι εάν αυτό μπορεί να συμβαδίσει με το πρόγραμμα όλης της υπόλοιπής σου ζωής, ειδικά όταν έχεις κι ένα παιδί. Καταρχάς, σε κυριεύει μια φοβερή επιθυμία, διότι, όταν επιλέγεις αυτήν τη δουλειά και πρόκειται για ένα από τα μεγαλύτερα γεγονότα -τα πιο καταστροφικά και δραματικά, βέβαια, της δικής σου δημοσιογραφικής γενιάς- ξέρεις ότι εκεί θέλεις να είσαι. Φτάνοντας, επειδή η προσφυγική κρίση ήταν μια εικόνα που έβλεπα όλες τις προηγούμενες ημέρες από το γραφείο μου, υπήρξε εντυπωσιακό το πόσο διαφορετικό ήταν να την αντικρίζεις από κοντά. Ξαφνικά ένιωσα λες και μπήκα μέσα στην οθόνη την οποία είχα μπροστά μου όλες τις προηγούμενες ημέρες. Αυτό ήταν ένα reality check πάρα πολύ χρήσιμο για το ρεπορτάζ. Τη μέρα που ταξίδευα, είχα κάνει μια πολύ μεγάλη προετοιμασία μέσα μου για τον τρόπο με τον οποίο μπορούσα να προσεγγίσω αυτούς τους ανθρώπους. Με το που βρέθηκα στο σημείο, σε 3΄ έκανα το πρώτο μου «ζωντανό». Στην πορεία των ημερών, όταν είσαι αντιμέτωπος με μια κατάσταση, όσο συγκλονιστική και να είναι και σαρωτική από μόνη της, κάποια στιγμή κοντεύεις να συνηθίσεις. Οπότε η ματιά με το που φτάσεις εκεί έχει πραγματικά αξία. Παράλληλα με τα «ζωντανά», άρχισε μια προσπάθεια επικοινωνίας με αυτούς τους ανθρώπους. Ήταν κυρίως γυναίκες και παιδιά. Γυναίκες, οι οποίες μου θύμιζαν τον εαυτό μου. Είχα την ευκαιρία να μιλήσω με πάρα πολλές από αυτές. Στην ερώτηση «από πού αντλείτε τη δύναμη», μου απαντούσαν: «Δε γίνεται αλλιώς». Γι’ αυτές είναι ενεργοποιημένο ένα ένστικτο επιβίωσης και αυτοσυντήρησης που είμαστε πολύ τυχεροί που δεν έχουμε νιώσει. Είχε πολύ βαθύ κρύο, αλλά στο τέλος της ημέρας αυτό δεν είχε καμία σημασία για εμάς. Υπό όποιες συνθήκες κι αν κάναμε τη δουλειά μας, ξέραμε ότι 2.000 χιλιόμετρα μακριά είναι το σπίτι μας, όπου θα γυρίσουμε. Οι βασικές δυσκολίες ήταν στο πώς μπορείς να έρθεις κοντά σε αυτούς τους ανθρώπους χωρίς να τους ενοχλήσεις και πώς να νιώσουν ότι θες να πεις την ιστορία τους. Όσοι από αυτούς είχαν βρει έναν τρόπο να διαχειριστούν την κατάσταση είχαν την ανάγκη να μιλήσουν, γιατί ένιωθαν πως τα Μέσα είναι ο τρόπος να πιέσουν μια κατάσταση ή να βοηθήσουν τους δικούς τους που έχουν μείνει πίσω.
«Οι βασικές δυσκολίες ήταν στο πώς μπορείς να έρθεις κοντά σε αυτούς τους ανθρώπους και να νιώσουν ότι θες να πεις την ιστορία τους»
Κατερίνα Ρίστα STAR, Οδησσός
Όταν μου ζητήθηκε να φύγω, δεν το σκέφτηκα καθόλου! Είσαι εκεί που τα γεγονότα εκτυλίσσονται. Καταγραφείς, μεταδίδεις κι αφήνεις τον κόσμο να κρίνει. Πήρα μαζί μου το θάρρος και άφησα πίσω μου την «άγνοια κινδύνου». Η αλήθεια είναι ότι φοβάσαι και ότι ξέρεις πως δεν είσαι ασφαλής από την ώρα που πατάς το πόδι σου στη χώρα. Ήταν σε μια περιοχή, το Νικολάεφ, όπου έπεφταν ρουκέτες, κι εμείς προσεγγίζαμε την πόλη, στο βάθος βλέπαμε καπνούς κι ακούγαμε εκρήξεις.
«Καταγράφεις, μεταδίδεις κι αφήνεις τον κόσμο να κρίνει. Πήρα μαζί μου το θάρρος και άφησα πίσω μου την “άγνοια κινδύνου”»
Μέναμε σ’ ένα από τα λίγα ανοιχτά ξενοδοχεία της Οδησσού, που ευτυχώς είχε ρεύμα και νερό. Το φαγητό είναι κάτι που δεν το σκέφτεσαι, όταν είσαι εκεί. Η κυρίαρχη σκέψη μου ήταν γιατί να πονάει τόσο ένας λαός εν έτει 2022, και ύστερα, πως τίποτα δεν είναι δεδομένο, γι’ αυτό και θα πρέπει να εκτιμάμε ό,τι έχουμε. Αυτό που δε θα ξεχάσω ποτέ είναι η ανθρωπιά μέσα στη φρίκη. Η προσφορά μέσα στον εφιάλτη. Άνθρωποι είχαν χάσει τα σπίτια τους και σκεφτόταν ο ένας τον άλλον. Ακόμη και τον ξένο, όπως ήμουν εγώ. Ένα μεσημέρι έβγαζα ζωντανή σύνδεση στον δρόμο που ένωνε Νικολάεφ με Οδησσό. Δεκάδες αυτοκίνητα εγκατέλειπαν την πόλη και κατευθύνονταν προς τη Μολδαβία. Έκανε τσουχτερό κρύο κι εγώ είχα αφήσει το μπουφάν στο αυτοκίνητο. Τότε μια κυρία που είχε χάσει το σπίτι της μού έκανε νόημα: «Θες το μπουφάν μου;» με ρώτησε και με λύγισε.
ΔΗΜΟΣΙΕΥΤΗΚΕ ΣΤΟ ΠΕΡΙΟΔΙΚΟ GLOW ΣΤΟ ΤΕΥΧΟΣ ΜΑΙΟΥ 2022