Ο Βασίλης Χαμάμ είναι ένας σεφ, με έντονο το χάρισμα του αυθεντικού μάγειρα στο DNA του. Γεννήθηκε στη Θεσσαλονίκη, όπου και πέρασε όλα τα παιδικά του χρόνια, μέχρι να φύγει για τις σπουδές του στο Λονδίνο, στη Σχολή Καλών Τεχνών του Πανεπιστημίου Saint Martins. Η μητέρα του είναι Ελληνίδα, ο πατέρας του μεγάλωσε στην Ιορδανία, με παππού Παλαιστίνιο και γιαγιά από το Λίβανο. Αυτό το «πολιτισμικό συνονθύλευμα» ίσως και να αποτέλεσε την ιδανική συνταγή για την εξελικτική του πορεία στον κόσμο της μαγειρικής. Η αγάπη του για την γαστρονομία είναι τόσο μεγάλη, που δεν τον εμπόδισε να αφήσει την καριέρα του στην Tate Modern για να αφοσιωθεί σ' αυτήν. Έπειτα από 24 χρόνια στο Βρετανική πρωτεύουσα, επέστρεψε στην Ελλάδα και πλέον έχει αναλάβει το γαστρονομικό εγχείρημα του γνωστού δημιουργικού γραφείου των Beetroot, το οποίο θα υλοποιηθεί κατά τη διάρκεια του καλοκαιριού.
Μεγάλωσα στην περιοχή Μπότσαρη στο ύψος της Νέας Εγνατίας. Κάτω από την οικοδομή υπάρχει το πάρκο που παίζαμε κυνηγητό, αγιούτο, κτλ. Επί της Αρτέμιδος υπήρχε το μπακάλικο της κυρίας Άφρος, δίπλα από το συνεργείο αυτοκινήτων του άντρα της, του κυρίου Τάκη. Ακόμη θυμάμαι όταν του μαγείρευε στο πετρογκάζ τηγανιτά κεφτεδάκια με σάλτσα και μύριζε όλη η περιοχή. Δεν έχω ξαναφάει, ούτε έχω μυρίσει καλύτερα.
Η αγαπημένη μου γειτονιά είναι το Παλιό Κέντρο στην περιοχή ανάμεσα στο Μοδιάνο-Καπάνι-Λουλουδάδικα. Μου αρέσουν τα μαγαζάκια που πουλάνε μπαχάρια, υφάσματα, είδη προικός με πολλές μυρωδιές, φωνές και εικόνες. Ένας χαμός από ανθρώπους. Άλλοι έχουν βαθιά ριζώματα τόσο με τους δρόμους, όσο και μεταξύ τους, και άλλοι είναι νέοι άνθρωποι αλλά και τουρίστες.
Όταν ήμουν παιδί ήθελα να γίνω σχεδιαστής αυτοκινήτων. Μετά αρχιτέκτονας, μετά να είμαι μέλος σε μπάντα αλλά και καλλιτέχνης.
Η σχέση μου με τη Θεσσαλονίκη είναι έντονη και μετράει πολλά χρόνια. Γεννήθηκα και μεγάλωσα εδώ μέχρι που έφυγα το 1997 για σπουδές. Γύρισα τον Αύγουστο του 2021 μετά από 24 χρόνια, οπότε τώρα η σχέση μου με τη πόλη είναι σαν κάτι εκπομπές κατά τη διάρκεια, των οποίων συναντιούνται συγγενής μετά από χρόνια. Τώρα είμαστε στις πολύ σφιχτές αγκαλιές και τα φιλιά ακόμη.
Σπούδασα στη Σχολή Καλών Τεχνών στο Saint Martins στο Λονδίνο.
Η ενασχόλησή μου με τη μαγειρική ξεκίνησε όταν ταξίδεψα με το Πανεπιστήμιο στην Ιταλία το 1999 και γεύτηκα κάπου απλά σπαγγέτι με ντομάτα. Δεν μπορούσα να καταλάβω πως είναι δυνατόν να είναι τόσο νόστιμο κάτι γνώριμο και παράλληλα απλό. Έτσι άρχισα να σκέφτομαι περισσότερο για το τι συμβαίνει μέσα σε μια κατσαρόλα όταν μαγειρεύουμε και να προσπαθώ επανειλημμένα να κάνω κάτι νόστιμο με έλεγχο και επαναληψιμότητα. Στην Αγγλία τότε δεν έτρωγα και πολύ καλά οπότε ήταν σημαντικό.
Η μαγειρική με απλά λόγια είναι συνδετικός ιστός μεταξύ ανθρώπων και γης.
Το αγαπημένο μου φαγητό είναι ότι πιο απλό υπάρχει, τα χόρτα με λάδι και αλάτι.
Η Θεσσαλονίκη έχει γεύση γλυκιά και λίγο αλμυρή με μερικά μπαχαρικά που δεν μπορείς να ανακαλύψει ποια είναι.
Η γαστρονομία στην Ελλάδα είναι πολύ ζωντανή, κυρίως μετά την περίοδο του lockdown. Είναι ζωηρή με εντάσεις και ανατροπές. Θα μπορούσα να την παρομοιάσω με μία super wow σειρά στο Netflix που ανυπομονείς να δεις μέχρι που μπορεί να φτάσει η πλοκή της και τι θα γίνει στη συνέχεια.
Η μυρωδιές που «ξυπνούν» αναμνήσεις από τη γειτονιά μου είναι τα γεμιστά. Ντομάτες και πιπεριές.
Για τις συνταγές μου αντλώ έμπνευση από οτιδήποτε υπάρχει γύρω μου. Πάντα θα έρθω αντιμέτωπος με κάτι, το οποίο θα μου κεντρίσει το ενδιαφέρον και αργά ή γρήγορα θα «μεταβολιστεί» σε ιδέα. Αυτή η ιδέα τις περισσότερες φορές υλοποιείται σ' ένα πολύ ωραίο φαγητό.
Ελληνικό καλοκαίρι σημαίνει... αληθινό καλοκαίρι.
Μια συνεργασία - όνειρο είναι με τον Keith Floyd. Θα ήθελα πολύ να μαγειρέψω μαζί του.
Το πιο ανατρεπτικό «πάντρεμα» γεύσεων που έχω κάνει και πέτυχε ήταν ένα μπισκοτολούκουμο με συκώτι πάπιας και λουκούμι με κυδώνι και ροζ πιπέρι, το οποίο είχε ένα πολύ καλό αποτέλεσμα.
Μία στιγμή στην καριέρα μου που έχει μείνει ανεξίτηλη είναι πραγματικά πολλές. Όλες οι αναμνήσεις κατά τη διάρκεια της πορείας δεν είναι ακόμα καθαρές στο μυαλό μου, οπότε δεν μπορώ να ξεχωρίσω κάποια.
Τη ζωή μου μετά από 10 χρόνια τη φαντάζομαι με υγεία και χαρές. Θα ήθελα να χαρακτηρίζεται από δημιουργικότητα και πραγματική ηρεμία σε όλους τους τομείς.
Ένα 24ωρο μου περιλαμβάνει καφέ, ποδήλατο, φωτογραφίες, και φυσικά περίπατο στην αγορά της πόλης.
Το μαγαζί - «στέκι» που μου αρέσει να πίνω τον καφέ μου είναι το Ύψιλον.
Η πιο έντονη μνήμη που έχω από τη Θεσσαλονίκη είναι το 1997 όταν έφυγα για το Λονδίνο. Στο αεροδρόμιο είχαν έρθει οι γονείς μου και πολλοί φίλοι να με αποχαιρετήσουν. Αφού μπήκα στο αεροπλάνο δεν σταμάτησα να κοιτάω το αεροδρόμιο από το παράθυρο, μήπως και συνεχίσω να τους βλέπω.
All time classic αγαπημένο μου μέρος στην πόλη είναι η πλατεία Ναυαρίνου. Εκεί πέρασα την εφηβεία και τα χρόνια μετά απ' αυτήν. Είδα και γνώρισα κόσμο και σχημάτισα σιγά-σιγά ταυτότητα. Τώρα όταν περνάω από εκεί πάντα αισθάνομαι χαρά. Ειδικότερα όταν βλέπω μικρά παιδιά διαμορφώνουν κι αυτά σταδιακά με τον ίδιο τρόπο την προσωπικότητά τους.
Το επόμενο project που ετοιμάζω θα υλοποιηθεί κατά τη διάρκεια του καλοκαιριού. Πιο συγκεκριμένα ετοιμάζουμε να ανοίξουμε ένα εστιατόριο μαζί με την ομάδα των Beetroot στο Κέντρο της πόλης. Είναι υπέροχο το ότι βρίσκομαι και συνεργάζομαι με πολύ δημιουργικούς ανθρώπους, με θετικό όραμα για την Θεσσαλονίκη και να τους παρατηρώ ναι το υλοποιούν σε καθημερινό επίπεδο.
Μια από τις καθημερινές μου συνήθειες είναι να σταματήσω με το ποδήλατο γι' ένα καφέ στο χέρι και να χαιρετήσω τα παιδιά στο Father. Μετά συνεχίζω με τα πόδια, απολαμβάνοντας τη διαδρομή προς το σπίτι.
Το «κρυφό» μου σημείο στην πόλη είναι τα παγκάκια στην Παραλία, όπου αντικρίζω το απέραντο γαλάζιο της θάλασσας και του ουρανού. Ιδανικό για να αποσυμφορηθείς από την πίεση της καθημερινότητας και να «χαθείς» στις σκέψεις σου.
Η Θεσσαλονίκη μου αρέσει γιατί η διάταξή της είναι σαν ένα τυλιχτό από θάλασσα, πόλη, βουνό κατά μήκος εντός ενός σχετικά κλειστού κόλπου. Μ' αρέσει πως σε αυτό το μήκος οπτικοποιείται και αποκτάει αισθητική παρουσία ό,τι συμβαίνει στη πόλη αλλά και ό,τι συνέβαινε σε ιστορικό βάθος...
Αν θα άλλαζα κάτι στη πόλη μου θα ήταν η τοπική απαισιοδοξία. Θα ήθελα πολύ να σταματήσει να υπάρχει.
Τη Θεσσαλονίκη θα την ήθελα περισσότερο «καπάτσα».
Αν θα έπρεπε να τη χαρακτηρίσω με 3 λέξεις Πικάντικη, Πλουμιστή, Μερακλού.