Η γνωστή δημοσιογράφος, τηλεπαρουσιάστρια και guru της υγιεινής ζωής μας ξεναγεί στη Θεσσαλονίκη μέσα από τα μάτια της!
Γεννήθηκα στη Θεσσαλονίκη. Μέχρι στα τρία μου χρόνια μεγάλωσα με τη γιαγιά και τον παππού μου, στο πατρικό τους σπίτι στην οδό Μιαούλη, στην περιοχή της Παρασκευοπούλου με Δελφών, κοντά στη θάλασσα. Θυμάμαι τις υπέροχες μονοκατοικίες των Εβραίων στη γειτονιά και τις βόλτες στο πάρκο του Φωκά, που τότε είχε λάσπες και χώματα. Αυτό το παιχνίδι στα χώματα εν τέλει είναι για ένα παιδί ο καλύτερος εμβολιασμός. Ίσως για αυτό να έχω τόσο γερή κράση!
Όταν ήμουν τριών πήγα στο Κιλκίς, καθώς εκεί ήταν η δουλειά του πατέρα μου και το οικογενειακό μας σπίτι. Τα πρώτα χρόνια οι γονείς μου με έστειλαν στους παππούδες, για να διευκολυνθεί η μητέρα μου που ήταν έγκυος στον αδερφό μου. Στη Θεσσαλονίκη ξαναγύρισα στα 17,5 ως φοιτήτρια πλέον, αριστούχος της Νομικής Σχολής. Πέρασα στις πανελλαδικές εξετάσεις ανάμεσα στους 10 πρώτους. Ήμουν ένα παιδί που τα έκανε όλα στο πολύ, διάβαζα πολύ, έπαιζα πολύ, ήμουν αθλήτρια πολύ, αντάρτης πολύ. Κινούμουν και κινούμαι ακόμη με ένταση. Αυτό δεν αλλάζει νομίζω, γεννιέσαι με αυτό.
Θυμάμαι τον εαυτό μου στους χωματόδρομους να παίζω με τα αγόρια της γειτονιάς και να παραβγαίνουμε στο τρέξιμο και στο άλμα εις μήκος. Αυτό ήταν το παιχνίδι μας εκείνα τα χρόνια. Όταν μπήκα στο γυμνάσιο, άρχισα να ασχολούμαι με τον στίβο συστηματικά, ήμουν αθλήτρια της ταχύτητας στα 60 μέτρα. Μετά μπήκε στη ζωή μου η ενόργανη γυμναστική. Στο Κιλκίς δεν είχαμε ανάλογες υποδομές και γυμναζόμουν σε αυτοσχέδια δοκό που είχε φτιάξει ο πατέρας μου από σίδερα που είχαν περισσέψει από κάτι που έχτιζε στο σπίτι, τα οποία στήριξε επάνω σε πλινθόλιθους. Είχα μεγάλη τρέλα με την ενόργανη! Νομίζω ότι, αν ζούσα στη Θεσσαλονίκη εκείνα τα χρόνια της ζωής μου, θα είχα κάνει πρωταθλητισμό. Φαντάσου ότι ακόμη και από το Κιλκίς, πήγαινα δύο φορές την εβδομάδα με το λεωφορείο στη Θεσσαλονίκη για προπόνηση. Για την ακρίβεια, άλλαζα τρία λεωφορεία για να φτάσω στο Παλαί ντε Σπορ, όπου είχα γραφτεί στον σύλλογο του Φιλαθλητικού. Αν και ζούσα εκτός Θεσσαλονίκης, με δέχτηκαν λόγω του ταλέντου μου. Αυτά όλα από τα 13 έως τα 15 μου. Μετά με κούρασε όλο αυτό, το πηγαίνε-έλα, δεν είχα και χρόνο να διαβάσω και έτσι σταμάτησα από την ενόργανη.
Η ζωή μου γενικά δεν είναι μια εντελώς συμβατή και συντεταγμένη με τα τυπικά δεδομένα ζωή. Τα τελευταία χρόνια ζω στη Θεσσαλονίκη και στην Αθήνα, σε δύο σπίτια. Στην Αθήνα ζω στο Κολωνάκι, σε έναν πολύ ωραίο δρόμο μπροστά στην εκκλησία του Αγίου Διονυσίου. Είναι ήσυχα και το σπίτι αυτό το βρήκα με κόπο και το αγαπώ πολύ, καθώς είναι ακριβώς όπως το ήθελα. Στη Θεσσαλονίκη ζω στο οικογενειακό μας σπίτι στην Πυλαία, κοντά στο Κολλέγιο Ανατόλια, σε ένα όμορφο σπίτι με κήπο, όπου μεγάλωσα τα παιδιά μου μέσα στη φύση, με παιχνίδια έξω και πολλές δραστηριότητες εκτός σπιτιού.
Για να φτάσω να πάρω την απόφαση να νοικιάσω σπίτι στην Αθήνα και να μη ζω πλέον σαν τον νομά, μονίμως με ένα βαλιτσάκι στο χέρι, πέρασαν περίπου 14 χρόνια. Τα παιδιά μου είχαν τελειώσει και το πανεπιστήμιο. Μέχρι δε να τελειώσουν τις σπουδές τους στο Μιλάνο, όπου ήταν και οι δύο, καθώς πρώτα πέρασε ο ένας και μετά και ο δεύτερος, πηγαινοερχόμουν και εκεί για να τους φροντίζω. Και ένα τρίτο σπίτι! Ήθελα όμως να είμαι συνέχεια με τους γιους μου, ακόμη κι αν κουραζόμουν διπλά. Ξέρεις, συχνά το λέω πώς εγώ έκανα οικογένεια στη Θεσσαλονίκη και καριέρα στην Αθήνα. Αλλά έκανα πραγματικά οικογένεια πρώτα απ' όλα. Έτρεχα σαν τρελή να τα τελειώσω όλα στην Αθήνα σε μιάμιση μέρα, ώστε την επόμενη στις 15:00 να είμαι πίσω, να πάρω τα παιδιά από το Κολλέγιο και να φάμε μαζί το μεσημέρι. Και όλα αυτά τα χρόνια, με το να είμαι στην πρώτη γραμμή και στην επαγγελματική μου ζωή, κατάφερα να προχωρήσω και στη δουλειά μου, μόνο με άξονα την ποιότητα. Ό,τι κατέκτησα, το δικαιούμουν. Δεν μου χαρίστηκε ποτέ τίποτα και πραγματικά, δεν με ενδιαφέρει καν να έχω κάτι που δεν το αξίζω.
Μετά τη Νομική και το master μου στο Ποινικό Δίκαιο, έκανα μεταπτυχιακό στην Ιατρική Σχολή του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης. Μου άρεσε η Ιατρική αλλά δεν τη δήλωσα ως σχολή στις πανελλαδικές γιατί δεν αγαπούσα πολύ τα μαθηματικά, αν και στο Λύκειο είχα 19. Δεν είχα εμπιστοσύνη όμως ότι θα έγραφα καλά στις εξετάσεις. Η δημοσιογραφία ήρθε από συγκυρία αλλά πιστεύω, ότι ήταν για να γίνει. Την εποχή που ήμουν φοιτήτρια, είχε ανοίξει το Δημοτικό Ραδιόφωνο Θεσσαλονίκης. Το άκουγα τότε και εγώ, ήταν τόσο ξεχωριστό στη μονόχρωμη τηλεκρατία της ραδιοφωνίας και της τηλεόρασης. Ένας γνωστός μου δούλευε στο ραδιόφωνο και τον πήρα τηλέφωνο να τον ρωτήσω, πώς θα μπορούσα να δουλέψω και εγώ εκεί για ένα χαρτζιλίκι. Είχα και μια μικρή σχετική εμπειρία, καθώς ο αδερφός μου είχε πειρατικό σταθμό στο Κιλκίς και εγώ ήμουν η εκφωνήτρια. Τηλεφώνησα, λοιπόν, μου είπαν να περάσω να κάνω ένα δοκιμαστικό, τους άρεσε η φωνή μου και μετά από λίγο καιρό με ειδοποίησαν ότι με προσέλαβαν. Ένιωσα αμέσως ότι ανοίγει μπροστά μου ο δρόμος, που είναι ο δικός μου δρόμος. Ήταν δε τόση η χαρά μου, που θυμάμαι ότι τους είχα τηλεφωνήσει από ένα περίπτερο και είχα ξεχάσει να πάρω τα ρέστα μου από το πεντακοσάρικο που είχα δώσει στον περιπτερά για να πληρώσω. Γύρισα μετά από 2 ώρες για να πάρω τα ρέστα που ξέχασα, καθώς τότε ως φοιτήτρια, με 500 δραχμές έβγαζα τη μισή εβδομάδα. Αυτή λοιπόν ήταν η πρώτη μου δουλειά, με 50.000 δραχμές μισθό. Η εκπομπή λεγόταν "Ανεμομαζώματα – Ραδιοσκορπίσματα" και στο σήμα έπαιζε μουσική του διάσημου συνθέτη της τζαζ Glenn Miller. Έβαζα ελληνικά και ξένα τραγούδια και σχολίαζα την επικαιρότητα.
Την εποχή εκείνη ο FM100 σημείωνε τρελή ακροαματικότητα, που έφτανε το 60%. Την ίδια μέρα με μένα προσλήφθηκε και ο Αντώνης Κανάκης και είμαστε φίλοι από τότε. Μετά το ραδιόφωνο έφερε την TV100 και ξεκίνησα εγώ ως η πρώτη anchorwoman. Τώρα που τα βλέπω όλα αυτά κοιτώντας προς τα πίσω, ήταν μια ωραία δυνατή εμπειρία! Παράλληλα τελείωσα τη Νομική, έκανα μεταπτυχιακό, «έτρεχαν» και τα χρόνια στη Δημοτική Τηλεόραση.
Έξι μηνες μετά τη Δημοτική Τηλεόραση άνοιξαν ο ΑΝΤ1 και το Mega. Για να καταλάβεις, εγώ στην ουσία έκανα το πρώτο μαγκαζίνο στην ελληνική τηλεόραση στην TV100. Στη συνέχεια πάτησαν οι υπόλοιποι τηλεπαρουσιαστές επάνω σε αυτό το μοντέλο, όπως η Ρούλα Κορομηλά, και έκαναν τα πρωινά μαγκαζίνο ενώ το δικό μου ήταν απογευματινό. Το έλεγα «Ο Κόσμος και Εμείς«. Είχα τη Βέφα Αλεξιάδου που μαγείρευε, τότε ήταν ακόμη άγνωστη στο ευρύ κοινό, είχα συνεργάτη που έλεγε αστρολογία, ρεπορτάζ από την επικαιρότητα της πόλης. Τότε θυμάμαι γυρίζαμε στους καλλιτέχνες και τα video clip τους. Είχαμε πάει την Τσαλιγοπούλου σε μια παιδική χαρά και είχαμε γυρίσει ένα video clip για τις ανάγκες της εκπομπής. Είναι τόσα πολλά και καινοτόμα αυτά που έχω κάνει στην τηλεόραση. Η ιδέα δε του τηλεοπτικού μαγκαζίνο μου είχε έρθει από τα περιοδικά. Σκέφτηκα, πες ότι έχει ένα περιοδικό, πώς θα το μεταφράσεις για την τηλεόραση; Και άνοιξα τότε τη "Γυναίκα" που ήταν η μητέρα μου συνδρομήτρια και εμπνεόμουν στήλες μαγειρικής, αστρολογίας, ψυχολογίας, διατροφής και έφερνα αντίστοιχα ειδικούς με τους οποίους συνεργαζόμουν στην εκπομπή μου.
Μετά την TV 100 δέχτηκα πρόταση από τον Μίνωα Κυριακού και πήγα στον ANT1. Έμεινα 9 χρόνια και έκανα ανταπόκριση από Θεσσαλονίκη στην εκπομπή του Γιώργου Παπαδάκη. Όταν προσελήφθη είχα μόνο τον Χρήστο έξι μηνών, μετά έκανα και τον Ορφέα ενώ ήμουν στην εκπομπή. Και την εβδομάδα που ήταν να γεννήσω και ήρθε να με αντικαταστήσει η Πόπη Τσαπανίδου, μου είπε ο Παπαδάκης «μην ανησυχείς θα κάνεις και τρίτο παιδί στην εκπομπή»! Τρίτο παιδί δεν έκανα αλλά στην εκπομπή έμεινα 9 χρόνια. Μετά ένιωσα ότι ανακυκλωνόμουν και απλά έφυγα, χωρίς να έχω plan b. Και έτσι πήγα στην ΕΡΤ3 και έκανα τότε 2 εκπομπές, μια πρωινή ενημερωτική, «Πρωινό Δρομολόγιο» και μια εβδομαδιαία, την «Εβίβα». Μετά το «Έχεις Γράμμα» κατέληξα στον Alpha, όπου το «Πάμε Πακέτο» μετράει πλέον 14 χρόνια, είναι δηλαδή η μακροβιότερη εκπομπή μου στην τηλεόραση.
Το αγαπημένο μου σημείο στην πόλη είναι το cafe-bar Οβάλ, που είναι της φίλης μου, της Ελένης. Είμαστε κολλητές από το γυμνάσιο ακόμη. Έχει θέα στο Λευκό Πύργο και βλέπεις τη θάλασσα. Ε, τι πιο χαρακτηριστικό για την πόλη; Σε αυτό το σημείο είναι η Θεσσαλονίκη για μένα. Η επαφή με τον Θερμαϊκό, η επιβλητικότητα του Λευκού Πύργου και η γλυκύτητα της σχέσης με έναν άνθρωπο που συνδέομαι από τα παιδικά μου χρόνια.
Ένας χώρος τέχνης που μου αρέσει πολύ είναι το Τελλόγλειο Ίδρυμα Τεχνών ΑΠΘ στην Αγίου Δημητρίου. Βέβαια, η Θεσσαλονίκη είναι από μόνη της ένα μουσείο ολόκληρο, όπου κι αν περπατήσεις στο κέντρο θα δεις αρχαία και βυζαντινές εκκλησίες, θα δεις πολιτιστική πολυσυλλεκτικότητα, που είναι ένα βασικό χαρακτηριστικό της πόλης. Πολλοί λαοί μαζί που συμπορεύονται ομού.
Για το βράδυ αλλά και για το μεσημέρι λατρεύω το εστιατόριο Duck, όπου τρώω εξαιρετικό φαγητό, αλλά και τη Μαύρη Θάλασσα στην Κρήνη για ψάρι. Αυτό είναι και το οικογενειακό μας στέκι, με το που έρχονται τα παιδιά πάντα πηγαίνουμε εκεί για φαγητό. Για βράδυ μου αρέσουν και τα παραθαλάσσια bar-reastaurant στη Σοφούλη, Shark και Azzuro.
Από τις αγαπημένες μου συνήθειες στην πόλη είναι το περπάτημα στη Νέα Παραλία. Επίσης, μου αρέσει να ψάχνω παλιούς καθρέφτες στα καταστήματα με αντίκες που βρίσκονται πίσω από το Παλιό Δημαρχείο αλλά και να αγοράζω μυρωδικά και μπαχαρικά στο Καπάνι.
Εγώ ενέργεια παίρνω όταν πηγαίνω και παίζω beach volley! Και αυτό το κάνω στο Χωριό της Ειρήνης, όπου δύο νέοι άνθρωποι έχουν φτιάξει 4 καινούρια εκπληκτικά γήπεδα ευρωπαϊκών προδιαγραφών μέσα στο δάσος και με απίθανη θέα στην πόλη. Εκεί παίζουμε με τις φίλες μου και μετά καθόμαστε στο πολύ ωραίο café, για να ξεκουραστούμε με έναν καφέ ή ένα αναψυκτικό. Οι εγκαταστάσεις είναι μέσα στη φύση και έτσι Βλέπεις ζωάκια, όπως ελαφάκια, να περνάνε γύρω σου. Είναι εκπληκτικά!
Αυτό που αγαπώ στη Θεσσαλονίκη είναι η μόνιμη παρέμβαση του νερού στην οπτική αισθητική μας. Νομίζω ότι, πέρα από το στοιχείο της ηρεμίας, αυτό δίνει και μια άλλη αισθητική στη φωτογραφία της, όπως την παίρνεις μαζί σου και την κουβαλάς. Και αυτή η αισθητική ανεβάζει και την προσωπική, εσωτερική σου αισθητική. Από την άλλη βέβαια, έχει μια υπερβολική ραθυμία η πόλη που εμένα δεν μου ταιριάζει, γιατί είμαι άνθρωπος του multitasking. Έχω περίσσεια ενέργεια! Αλλά καθώς την εκτονώνω στην Αθήνα δουλεύοντας και κάνοντας και χίλια δυο άλλα πράγματα, επιστρέφοντας στη Θεσσαλονίκη ισορροπώ σε πιο ήρεμους τόνους. Είναι σαν να επαναφορτίζω τις μπαταρίες μου.
Οι τρεις λέξεις με τις οποίες θα χαρακτήριζα τη Θεσσαλονίκη είναι: πολυσυλλεκτική, ράθυμη, πανέμορφη.