Αποκάλυψη συγκίνηση και ρομαντισμός κατακλύζουν ένα θέατρο. Μετά το τρίτο κουδούνι, ο χτύπος της καρδιάς γίνεται πιο δυνατός, περιμένοντας τη νέα αποκάλυψη πάνω στο σανίδι. Η Έκτη Τέχνη ξέρει πώς να μας μαγεύει, καθρεφτίζοντας ταυτόχρονα όσα συμβαίνουν γύρω μας. Όλο μας το «είναι» επιθυμεί βαθιά να συμμετέχει σε σκηνές, αφηγήσεις και χαρακτήρες, καταλήγοντας στην πολυπόθητη λύτρωση που εξαγνίζει με χάρη τις ψυχές μας, σαν την ιερή μανία που προκαλούσαν στους θεατές στον μακρινό 5ο αιώνα οι γιορτές προς τιμήν του Διονύσου. Αγώνες κωμωδίας, τραγωδίας και σατυρικού δράματος, είχαν τον πρώτο και τελευταίο λόγο στις διοργανώσεις των «Μεγάλων ή εν άστει Διονυσίων». Όμως, το πιο σημαντικό χαρακτηριστικό τους -και σε αυτό που θέλω να «μείνω»- είναι ότι έπαιζαν καθοριστικό ρόλο στην ένωση των ανθρώπων, στο «μοίρασμα» της στιγμής μέσω συγκεκριμένων εκφράσεων και συναισθημάτων και στην παράδοσή τους σε μια ατελείωτη γιορτή, μακριά από τη σκληρή -πολλές φορές- καθημερινότητα.
Αιώνες αργότερα, φτάνοντας στο τώρα και στη σημερινή σημαντική ημέρα, γιορτάζουμε τις αρετές αυτού του είδους Τέχνης. Κάθε χρόνο, η Παγκόσμια Ημέρα Θεάτρου τιμάται σε κάθε άκρη της γης, υπενθυμίζοντας σε όλους, ανεξαρτήτως εθνικών, φυλετικών, θρησκευτικών και κοινωνικών διαφορών, ότι τίποτα δεν μας χωρίζει όταν μπορούμε όλοι μαζί να προβληματιστούμε με ένα θεατρικό έργο και να ταυτιστούμε με τους χαρακτήρες του. Η ημέρα αυτή καθιερώθηκε το 1961 από το Διεθνές Ινστιτούτο Θεάτρου (ITI) της UNESCO και γιορτάζεται κάθε χρόνο στις 27 Μαρτίου. Στόχος της είναι να τιμήσει την τέχνη του θεάτρου και να αναδείξει την αξία του ως μέσο πολιτιστικής έκφρασης, κοινωνικού προβληματισμού και επικοινωνίας μεταξύ των ανθρώπων. Κάθε χρόνο, μια σημαντική προσωπικότητα του θεάτρου γράφει το Διεθνές Μήνυμα για την Παγκόσμια Ημέρα Θεάτρου, το οποίο διαβάζεται σε θεατρικές εκδηλώσεις σε όλο τον κόσμο. Φέτος, ο σκηνοθέτης, δάσκαλος, συγγραφέας, Ιδρυτής και Καλλιτεχνικός Διευθυντής του Θεάτρου Άττις, Εμπνευστής της Θεατρικής Ολυμπιάδας και Πρόεδρος της Διεθνούς Επιτροπής της Θεατρικής Ολυμπιάδας, Θεόδωρος Τερζόπουλος αποτελεί το πρόσωπο - «κλειδί» που κλήθηκε να μεταφέρει το διεθνές ιερό μήνυμα του θεάτρου. Ο ίδιος είναι ο δεύτερος Έλληνας, μετά τον Ιάκωβο Καμπανέλλη, που λαμβάνει αυτή την τιμή.
Με αφορμή τις κορυφαίες θεατρικές παραστάσεις που βρίσκονται σε εξέλιξη και απολαμβάνουμε στη Θεσσαλονίκη, αλλά και μια πολλά υποσχόμενη παραγωγή που καταφθάνει σε λίγες εβδομάδες, εμείς επιλέξαμε τα σημαντικά αυτά πρόσωπα που κυριαρχούν με τον δικό τους τρόπο σε αυτές.
Καθεμιά και καθένας τους μας μιλούν αποκλειστικά για το είδος τέχνης που τόσο πολύ αγαπούν και υπηρετούν με πίστη μέχρι σήμερα. Ας τους απολαύσουμε!
Αλεξάνδρα Παλαιλόγου: «Το θέατρο είναι αγωγή ψυχής!»

Γοητευτική, ενθουσιάζει και συγκινεί το κοινό με κάθε ερμηνευτική της παρουσία στο θεατρικό σανίδι. Με αφορμή τη νέα παραγωγή του ΚΘΒΕ «Θελεστίνα» του Φερνάντο ντε Ρόχας που παρουσιάζεται στο Βασιλικό Θέατρο μέχρι τις 13 Απριλίου και στην οποία πρωταγωνιστεί, η Αλεξάνδρα Παλαιολόγου μας αποκαλύπτει πόσο σημαντική είναι η θεραπευτική αγωγή του θεάτρου.
Παρακολουθούσα θέατρο από πολύ μικρή, καθώς οι γονείς μου το θεωρούσαν παιδεία. Ήταν ένα στοιχείο που με έκανε να σκεφτώ πολύ σοβαρά να ασχοληθώ με αυτήν την τέχνη, γιατί όπως είχε πει και ο Κουν: «Κάνουμε θέατρο για να πλουτίσουμε τους εαυτούς μας και το κοινό που μας παρακολουθεί. Και όλοι μαζί να βοηθήσουμε να δημιουργηθεί ένας πλατύς και ψυχικά πλούσιος και ακέραιος πολιτισμός στον τόπο μας. Και το θέατρο, ως μορφή τέχνης είναι αυτό που δίνει τη δυνατότητα να συγκινηθούμε, να συνδεθούμε, να «αγγίξουμε» ο ένας τον άλλον και να νιώσουμε μαζί μια αλήθεια». Αυτός είναι ο λόγος που επέλεξα να γίνω ηθοποιός!
Δεν θα ξεχάσω ποτέ την πρώτη μου θεατρική παρουσία. Ήταν στο πρώτο έτος της δραματικής σχολής το καλοκαίρι που ήμουν στην παράσταση του Σπύρου Ευαγγελάτου «Αγαμέμνονας» και πρωταγωνιστούσαν στην Επίδαυρο οι Ελένη Χατζηαργύρη και ο Δημήτρης Παπαμιχαήλ. Ως μαθήτρια τότε της σχολής μου είχε προτείνει η κα Χατζηαργύρη αν ήθελα να κάνω μια υπηρέτρια που στρώνει το χαλί του Αγαμέμνονα. Για μένα αυτό ήταν τεράστια χαρά, καθώς παρακολουθώντας από πολύ μικρή έργα στην Επίδαυρο και μόνο το γεγονός ότι θα πατούσα αυτό το έδαφος, μου έδωσε αυτή τη χαρά. Ο πρώτος θεατρικός ρόλος ήταν στην παράσταση «Η Αγνή του λιμανιού» που έγινε στο καλοκαιρινό θέατρο Παρκ το 1992, ένα μιούζικαλ σε μουσική Μάριου Τόκα.

Το θέατρο όταν γίνεται σωστά και υπάρχουν καλοί ηθοποιοί, τότε αυτοί λειτουργούν ως θεραπευτές. Ας μην ξεχνάμε ότι το θέατρο της Επιδαύρου ήταν μέρος της θεραπείας του Ασκληπιείου, όπου πραγματοποιούνταν θεατρικά δρώμενα που βοηθούσαν τους ανθρώπους να ιαθούν. Το θέατρο είναι αγωγή ψυχής!
Κάθε φορά που ανεβαίνω στο θεατρικό σανίδι, ανεβαίνω με την ίδια αίσθηση ότι αυτό που κάνω δεν αφορά μόνο εμένα και τον εαυτό μου, αλλά και το κοινό που είναι συμμέτοχο σε αυτή τη μυσταγωγία!
Η μεγάλη προσέλευση του κοινού δείχνει το πόσο έντονη ανάγκη έχει ο κόσμος να συνδεθεί με το θέατρο. Ειδικά μετά τον κόβιντ, ο κόσμος πήγαινε τόσο πολύ στο θέατρο για να πάρει ίαση.
Σε πάρα πολλές παραστάσεις το κοινό έρχεται και μοιράζεται πράγματα μαζί μας. Στην παράσταση «Το επάγγελμα Πόρνη» της Λιλής Ζωγράφου ίσως να ήταν μια πολύ δυνατή παράσταση γιατί από ό,τι θυμάμαι εγώ τελείωνα , πήγαινα στα καμαρίνια, άλλαζα και βγαίνοντας από τις σκηνές των διαφόρων θεάτρων, γιατί είχε παίξει παντού στην Ελλάδα, έβλεπα τον κόσμο να μην μπορεί να σηκωθεί από την καρέκλα και μου έκανε φοβερή εντύπωση, είχαν καθηλωθεί!
Είναι σημαντικό να παρατηρήσουμε τη νέα εποχή και ίσως τελικά να είναι και η τεχνολογία ένας νέος τρόπος. Βέβαια, ακόμη δεν έχουμε φτάσει στο σημείο ενός ψηφιακού ολογράμματος στη σκηνή. Το θέατρο μπορεί να επιβιώσει και με την τεχνολογία και χωρίς αυτήν, γιατί το θέατρο είναι «Εν αρχή ην ο λόγος». Τα υπόλοιπα μπορεί να είναι και βοηθητικά και να υπάρξουν και παραστάσεις που να μας γοητεύσουν ενώ διαθέτουν στοιχεία τεχνολογίας!
Βλαδίμηρος Κυριακίδης: «Είμαι πεπεισμένος ότι εμείς, οι άνθρωποι του θεάτρου, είμαστε η μοναδική επιβίωση σε όλο αυτό που συμβαίνει γύρω μας!»

Πολυτάλαντος, εκφραστικός, πειραματίζεται με ρόλους και διαφορετικές συνθήκες σε κάθε θεατρική παραγωγή. Ο σπουδαίος Βλαδίμηρος Κυριακίδης πρωταγωνιστεί στο εμβληματικό έργο του Άρθουρ Μίλερ “Ο Θάνατος του Εμποράκου” σε σκηνοθεσία Γιώργου Νανούρη στο Ράδιο Σίτυ μέχρι τις 13 Απριλίου. Ο ίδιος συζήτησε μαζί μας γεμάτος συγκίνηση για όσα αγαπά στο θέατρο.
Η ενασχόλησή μου με το θέατρο ξεκίνησε στα 18 μου χρόνια, παρακολουθώντας μια πρώτη πρόβα της Πειραματικής Σκηνής της «Τέχνης» που μόλις είχε συσταθεί, το 1979. Βρήκα το δεύτερο, καινούργιο μου σπίτι τότε και αισθάνθηκα πως ό,τι συνέβαινε εκεί, με ενδιέφερε και εμένα να το κάνω. Από τότε μέχρι σήμερα δεν έχω σταματήσει να δουλεύω.
Αυτό που με εκφράζει στο θέατρο είναι η ποίηση. Εμείς τη διαχειριζόμαστε και την εκπέμπουμε στους θεατές και εκείνοι βγάζουν το δικό τους συμπέρασμα είτε με τις αισθήσεις τους είτε με το μυαλό τους. Και αυτό είναι ένα μεγαλείο, γιατί πάντα ένα θεατρικό έργο έχει να πει πολλά πράγματα. Στην τελική, αν δεν μπορέσει να το πει η τέχνη και το θέατρο, πώς θα το μπορέσουν οι πολιτικές;
Είμαι πεπεισμένος ότι εμείς, οι άνθρωποι του θεάτρου, είμαστε η μοναδική επιβίωση σε όλο αυτό που συμβαίνει γύρω μας! Επειδή η πολιτική πλέον είναι καθαρά οικονομική και δεν στοχεύει καθόλου στον άνθρωπο, ερχόμαστε εμείς που εξηγούμε τι είναι ο άνθρωπος, η ψυχή του, οι αισθήσεις του, η αντίληψή του και η ευαισθησία του. Με λίγα λόγια τι είναι η ποίηση του ανθρώπου. Και εμείς, μην ξεχνάτε ότι καλλιεργούμε την ψυχή και είμαστε ανθρωποκεντρικοί. Τόσο μέσα από τα έργα, αλλά και μέσα από το πρακτικό κομμάτι της παράστασης, στοχεύουμε στην ψυχή του ανθρώπου.
Οι εποχές που ζούμε είναι αρκετά επικίνδυνες. Μην ξεχνάτε ότι η τεχνολογία έχει μπει τόσο βαθιά στη ζωή μας που δεν προλαβαίνει να γραφτεί η ιστορία. Άρα εμείς, με το έργο μας έχουμε τεράστια ευθύνη να εξηγήσουμε ανά τους αιώνες ιστορικά τι έχει συμβεί. Συγκεκριμένα αν μιλήσουμε για την τωρινή παράσταση, τον Θάνατο του Εμποράκου, γράφτηκε το 1949 και είναι όσο πιο επίκαιρο μπορεί να γίνει. Και οι μεγάλοι και τα παιδιά ταυτίζονται με τους χαρακτήρες. Και πραγματικά αναλογίζονται όλοι τα λάθη τους.
Όταν ξεκίνησα στο θέατρο που πέρασα σε ένα νέο πλαίσιο ζωής, ήταν για μένα μια καθοριστική στιγμή. Και κάτι που με έχει σημαδέψει στη διάρκεια αυτών των ετών είναι ο τωρινός ρόλος στον Θάνατο του Εμποράκου. Η τριβή μου με τον συγγραφέα, αλλά και με το έργο και τον ρόλο είναι από τις κορυφαίες στιγμές χαράς που έχω κερδίσει από αυτή τη δουλειά.

Εμείς έχουμε το τεράστιο προνόμιο στο θέατρο να ζούμε ιδανικές ζωές. Έχουμε το προνόμιο για έξι μήνες να διαχειριζόμαστε έναν άνθρωπο που να είναι μεγαλύτερος από εμάς και αν μη τι άλλο να είναι διαφορετικός από εμάς. Από τα λάθη του συγκεκριμένου ρόλου διορθώνω εμένα. Καταλαβαίνω ότι πρέπει να παλεύω στη ζωή και να μην παραιτηθώ, αυτό που δεν έκανε ο Γουίλι Λόμαν στον Θάνατο του Εμποράκου και έκανε το τεράστιο λάθος να δώσει τέλος στη ζωή του. Έπρεπε να συνεχίζει να μάχεται, αλλά όχι με τα όνειρα του καπιταλισμού, αλλά με τις πραγματικές αξίες της καθημερινότητας.
Εμένα δεν με έχει τυφλώσει η επιτυχία και η δόξα. Πάντα βγάζω τα δικά μου συμπεράσματα και πάντα ακολουθώ αυτό που πιστεύω για μένα για το πως να αποδώσω καλύτερα στην κοινωνία.
Πέρα από την κυριαρχία της ψηφιακής εποχής, πιστεύω ότι το θέατρο θα επιβιώσει. Το θέατρο είναι ο αντίλαλος της ζωής. Γίνεται ένα δίωρο ταξίδι και από εμάς και από τους θεατές που αν μη τι άλλο, μόνο εμείς μπορούμε να το παράξουμε, η τεχνολογία δε νομίζω.
Τα δείγματα θαυμασμού είναι ωραία, αλλά δεν είναι οι κεντρικοί άξονες για να με πείσουν να κάνω τη δουλειά. Αυτό που μπορώ να συμπλέξω με τον κόσμο είναι όταν τελειώνει μια παράσταση, καταλαβαίνω ότι έχει μοιραστεί μαζί μου πάρα πολλές σκέψεις και έχει βγάλει τα δικά του συμπεράσματα. Όταν μοιράζονται μαζί μου από την πιο απλή φράση «Συγκινήθηκα με αυτό που είδα» μέχρι την πιο σύνθετη «Είδα τον πατέρα μου, το παιδί μου», αυτό είναι το καλύτερο δώρο για εμάς!
Επειδή προέρχομαι από τον χώρο της κωμωδίας, υπάρχει μια ατάκα μέσα στο έργο του Θάνατο του Εμποράκου, που πάντα θα κρατώ και λέει ο πρωταγωνιστής, Γουίλι Λόμαν: «Κάποτε γελούσαν με τα αστεία μου, τώρα γελάνε με 'μένα...». Αυτή είναι και η μεγάλη αγωνία του ηθοποιού και κυρίως του κωμικού, ότι αν παλιώσω θα γελάνε μόνο με μένα και όχι με τα αστεία μου.
Έφη Μπίρμπα: «Το θέατρο είναι ένα παλλόμενο νευρικό σύστημα!»

Από παιδί, τα βαθιά ερωτήματα «ζύμωναν» τον τρόπο που έβλεπε τη ζωή. Δεν επαναπαύεται σε ορθολογιστικές απαντήσεις και αναζητά την «αποκάλυψη» σε κάθε δημιουργικό μονοπάτι. Με αφορμή το έργο «Καρδιά του Σκύλου» ένα από τα πιο γνωστά και αναγνωρίσιμα έργα του Ρώσου συγγραφέα Μιχαήλ Μπουλγκάκοφ, το οποίο σκηνοθετεί, και θα ξεκινήσει τις παραστάσεις του στο Θέατρο Αριστοτέλειον από τις 25 Απριλίου, η Έφη Μπίρμπα συζητά μαζί μας αποκλειστικά για την καθήλωση που νιώθει κάθε φορά που μελετά, αλλά και παρακολουθεί ένα έργο.
Η αφορμή για να ξεκινήσω την ενασχόλησή μου με τη θεατρική σκηνή ήταν μια εργασία στο μεταπτυχιακό μου στην καλών Τεχνών που ασχολήθηκα με τον Μπέκετ. Μέσα σε αυτήν την έρευνα, οδηγήθηκα σε μια ιδέα που είχε σκηνική αποτύπωση. Αυτή ήταν και η πρώτη παράσταση που έκανα με τον Άρη (Σερβετάλη). Τότε ήταν η πρώτη μας συνεργασία στο «Άτιτλο», σε ένα ραδιοφωνικό κείμενο του Μπέκετ και αυτή ήταν η αρχή όλων.
Για μένα ως θεατής, το θέατρο είναι μια συνάντηση που εμπεριέχει τη βιωματικότητα που υπάρχει σαν ένα επίπεδο ανάγνωσης, δίνοντάς μου τη δυνατότητα να υπάρχω μέσα σε ένα φαινόμενο που με εμπεριέχει και να μπω στην καρδιά ενός νευρικού συστήματος. Για μένα αυτό είναι το θέατρο, ένα παλλόμενο, νευρικό σύστημα. Η ίδια πρόθεση υπάρχει και από την πλευρά μου ως ηθοποιός και σκηνοθέτιδα, επίσης. Ώστε το παρασταστικό φαινόμενο να μπορέσει να ξεκινήσει αφετηριακά από έναν ισχυρό πυρήνα, να ολοκληρωθεί εσωτερικά στη σκηνή και να δημιουργηθεί ένας μηχανισμός, ώστε να ξεκινήσει και στον θεατή μια βιωματική εμπειρία. Όλα αυτά τα φαινόμενα, τα τέμνει μια ισχυρή δραματουργία, την οποία επιθυμώ να είναι ο δομικός ιστός της παράστασης. Η ισχυρή δραματουργία προκύπτει όταν τα κείμενα περιέχουν ποίηση.
Δύο ήταν οι καθοριστικές στιγμές μου μέχρι σήμερα στο θέατρο. Η μία ήταν η Παράσταση «Ο Σωσίας», η συνάντηση, δηλαδή με τον Ντοστογιέφσκι, και η δεύτερη είναι το έργο «Δον Κιχώτης», μια παράσταση που κάναμε το 2017. Σε αυτές τις δύο αισθάνθηκα τον εαυτό μου περισσότερο ως δραματουργό και θα τις έχω πάντα περισσότερο στην καρδιά μου. θα ήθελα να τις «έπιανα» ξανά, αν μου δινόταν η ευκαιρία, και με έναν νέο τρόπο να μπω στη λειτουργία της σύνδεσης που συνέβησαν τα πράγματα αλλά και με τις εικόνες που δημιουργήθηκαν.
Το θέατρο στη σύγχρονη κοινωνία έχει ευτυχώς μια ισχυρή παρουσία και θέση στην καθημερινότητα των ανθρώπων και το βλέπω αυτό από την προσέλευση στο θέατρο, η οποία τα τελευταία χρόνια είναι αυξημένη. Νιώθω ότι το θέατρο μπορεί να γίνει ισχυρός αγωγός, για να αντλεί ο κάθε θεατής διαφορετικά πράγματα.

Το θέατρο μπορεί να μετατοπίσει, όπως με μετατόπισε και μένα όταν για πρώτη φορά είδα έργα του θεατρικού συγγραφέα, Ρομέο Καστελούτσι. Επιπλέον, μπορεί να συν-κινήσει τον θεατή, αλλά δεν έχει τη δύναμη κατά τη γνώμη μου, να λειτουργήσει περισσότερο θεραπευτικά. Αυτό, για παράδειγμα, εμείς το ζήσαμε με το «Όνειρο ενός γελοίου», μια παράσταση που λειτούργησε ως μια πνευματική διαδικασία. Πιστεύω ότι όταν αυτό αποθηκεύεται σε μια δουλειά ως μια βαθιά αγωνία ενός δημιουργού, με έναν τρόπο, διαρρέει η δύναμη που έχει εσωκλειστεί.
Από τον κόσμο εκλαμβάνω μια ζεστασιά! Πολλές φορές νιώθω αυτή την εγγύτητα. Αυτό είναι για μένα το μεγαλύτερο κέρδος. Μαζί σε μια παράσταση υπήρξαμε αυτόπτες μιας πραγματικότητας με το κοινό. Με συγκινεί βαθιά αυτή η σύνδεση σε αυτό το «δρομολόγιο», όπως είναι η κάθε παράσταση. Εκεί βρίσκομαι με κάποιον άγνωστο στον ίδιο χρόνο, με αφορμή μια λειτουργία, στην οποία είμαστε και οι δύο παρόντες και υπάρχει αυτό το μοίρασμα.

Η βαθιά σύνδεση με το κοινό δεν πρέπει να είναι ο απώτερος σκοπός μας. Γιατί αν αυτό εκλείπει, δεν μπορείς μετά να κινείς μια ολόκληρη παραγωγή, σκεπτόμενος ότι θα τη δει ο άλλος. Το θέατρο είναι περισσότερο μια υπόθεση εργασίας και προτιμώ να σιωπώ και να εμβαθύνω στη συνθήκη, στην οποία μπορεί κάποιος να εντοπίσει αυτή την πραγματικότητα που επιθυμώ, για να έρθουμε σε αυτή τη σύνδεση.
Το μέλλον του θεάτρου στην ψηφιακή εποχή με κάνει να νιώθω ότι βρισκόμαστε μπροστά από ένα κατώφλι. Είναι έντονη αυτή η μετάβαση, την καταλαβαίνω, αν και δεν την χρησιμοποιώ, καθώς είμαι πιο παραδοσιακή στον τρόπο που λειτουργώ. Είναι σα να μου κόβεις τα χέρια στην έρευνα αν μπω σε αυτή τη διαδικασία. Δε με γοητεύει καθόλου αυτή η οπτικοποίηση που βλέπω και επειδή υπάρχει μια παράδοση σε αυτό που λέμε το «έργο του καλλιτέχνη» και από εκεί μέσα έρχεται το έργο, και επειδή καταγωγικά έρχομαι από αυτό το εργαστήριο λόγω των σπουδών μου, δεν τολμώ να συσχετιστώ πιο πολύ με αυτόν τον τύπο. Αυτό δε σημαίνει,όμως, ότι η τεχνολογία δεν έχει μπει στην καρδιά ενός έργου και το ακούω και το βλέπω και από άλλους καλλιτέχνες και καθόλου δεν την υποτιμώ, αλλά νιώθω πια αυτή τη μετάβαση και εύχομαι η τεχνολογία να μην λειτουργήσει ως δυνάστης.
Νίκος Νικολάου: «Το θέατρο όσο κι αν φαίνεται μια κοινωνική εργασία, δεν είναι κοινωνική, αλλά κοσμοκαλογερίστικη!»

Η μακρά του πορεία μέχρι σήμερα στο θέατρο, επιβεβαιώνει την ερμηνευτική του ποιότητα, η οποία μαγεύει το κοινό σαν ένα καλό κόκκινο κρασί. Με αφορμή την παράσταση, «Όταν χαμήλωσε ο ουρανός» του βραβευμένου με 4 Κρατικά Βραβεία του ΥΠ.ΠΟ, Μιχαήλ Άνθη, στην οποία πρωταγωνιστεί και κάνει πρεμιέρα απόψε το βράδυ στο Μικρό Θέατρο της Μονής Λαζαριστών, ο Νίκος Νικολάου, μας εξομολογείται τη σημασία την ευλάβεια με την οποία υπηρετεί όλα αυτά τα χρόνια το θέατρο!
Το θέατρο ως τέχνη δεν μπορεί να παίρνει θέση στην κοινωνία, αλλά μπορεί να καταπιάνεται με την εξιστόρηση. Η τέχνη δεν υποδεικνύει, είναι η βαθύτερη διεργασία του νου. Ορίζει το πλαίσιο για να προβληματιστούμε, να σκεφτούμε και να καταλάβουμε ότι μέσα από τις συγκρούσεις και τις αντιθέσεις, έρχεται αυτό ως μια βαθιά συναισθηματική διαδικασία.
Αυτό που με έκανε να ασχοληθώ με το θέατρο ήταν κυρίως μια εσωτερική αγάπη για τον λόγο, την εκφορά του, για τον τρόπο που θα μπορούσα να εκφραστώ μέσα από αυτόν. Το θέατρο είναι μια συνέπεια του λόγου. Δεν ήταν ακριβώς ως μια επιθυμία, αλλά κάτι που συνήθως που υποδείκνυαν οι άλλοι και όχι εγώ. Μου έλεγαν ότι αυτό έπρεπε να κάνω. Κάποια στιγμή αποφάσισα να δώσω εξετάσεις στη σχολή του Εθνικού Θεάτρου και πέρασα ως αριστούχος, χωρίς να έχω σαφή ιδέα για το τι γινόταν εκεί. Από τότε, η ζωή μου μέχρι σήμερα έχει ταυτιστεί με το θέατρο. Και έτσι είχα την πολύ μεγάλη τύχη να συνεργαστώ με τεράστιους σε υποκριτικό μέγεθος ανθρώπους, όπως ο Μελετίου, ο Βόκοβιτς, η Χατζηαργύρη, η Αρώνη, ο Παντελής Ζερβός. Ήταν οι πρώτοι άνθρωποι που με νουθέτησαν στη διαδικασία της θεατρικής πράξης. Ο πρώτος μου ρόλος ήταν ο «Φορτουνάτος» στην Κωμωδία του Μάρκου Αντώνιου Φώσκολου.
Το θέατρο είναι μια διαδικασία ζωής, μια ταύτιση με αυτό που κάνεις. Όσο κι αν φαίνεται μια κοινωνική εργασία, δεν είναι κοινωνική, αλλά κοσμοκαλογερίστικη θα έλεγα. Πρέπει να είσαι πολύ προστατευμένος ψυχικά από όλες τις πλευρές, για να μπορέσεις όχι μόνο να ακολουθήσεις την τέχνη αυτή αλλά και να θυσιαστείς γι' αυτήν. Όσο μεγάλο και να ακούγεται, δεν είναι, καθώς θυσιάζουμε μεγάλες χαρές της ζωής μας για να υπηρετήσουμε αυτό το είδος.
Αυτό που κέρδισα από το θέατρο είναι η αγάπη μου για αυτό. Δεν ξέρω αυτό τι κέρδισε από εμένα, τουλάχιστον εγώ το υπηρέτησα με πάρα πολύ μεγάλη ευλάβεια!

Δεν υπάρχει μια καθοριστική στιγμή στην καριέρα που ξεχωρίζω, είναι πολλές σε αυτή τη μακρά πορεία. Σαφώς, ότι γεννήθηκα και ανδρώθηκα θεατρικά στο Εθνικό από μικρό παιδί, με μια σχεδόν εικοσαετή διαδρομή, είναι κάτι που με στιγμάτισε, αλλά εξίσου σημαντική είναι και η πορεία δώδεκα χρόνων στο Κρατικό. Έζησα και έπαιξα σε πολύ μεγάλες παραγωγές με ρόλους πολύ σημαντικούς και στο ελεύθερο επίσης θέατρο, όπου είχα και εκεί τη μεγάλη τύχη να συμμετέχω με το θέατρο της Αλίκης Βουγιουκλάκη, με τον Σαρακατσάνη, τον Φυσσούν...
Το θέατρο έχει μια ιδιαιτερότητα και τη θεωρώ μια αλήθεια του. Δεν είναι μόνο να το θες και να το αγαπάς, αλλά να σε επιλέγει και εκείνο. Το κοινό είναι αυτό που σε καθορίζει. Το κοινό με ήθελε να υπάρχω στο θέατρο και είναι η αλήθεια. Για τον κάθε καλλιτέχνη, το κοινό είναι αυτό που σε επιβάλλει.
Πλέον έχουμε περάσει σε μια άλλη εποχή και θεωρώ ότι περνάμε ότι διανύουμε μια δύσκολη περίοδο στον χώρο της τέχνης. Δεν υπάρχουν οι ψυχικές δυνάμεις που θα ζωντανέψουν κάθε μορφή τέχνης και το θέατρο ως μια από αυτές τις εκφάνσεις φρόντισε δυστυχώς να μην υπάρχουν αυτοί που θα εμπνεύσουν και να προχωρήσει και το ίδιο παρακάτω. Έχει γίνει θεωρητικό πλέον το θέατρο, ενώ στην πραγματικότητα δεν είναι. Η θεωρία έπεται αυτού και ερμηνεύει όσα μπορεί να φέρει ένας καλλιτέχνης μέσα του, το τραμαχτικό ένστικτο της δημιουργίας, δηλαδή, που δεν ορίζεται από κανόνες και είναι έμφυτο. Είναι το ταλέντο του. Και όσο πιο πολύ η ψυχή ενός καλλιτέχνη είναι "βασανισμένη¨ να ανακαλύψει πράγματα και να εναντιωθεί σε αυτά, τόσο πιο εμπνευσμένος γίνεται αυτός ο άνθρωπος που λέγεται καλλιτέχνης.
Ποτέ δεν αναζητούσα κάτι μέσα στο θέατρο, αλλά αυτό που ήθελα ήταν να υπάρχω μέσα σε αυτό.
Η ύπαρξη ενός ανθρώπου που ασχολείται με το θέατρο εξαρτάται από την αγωνία του όχι στο να αφήσει κάτι. Το θέατρο αφορά σε κάτι που το κάνεις και μετά ξεχνιέται, φεύγει. Ακόμη και μια παράσταση που την επαναλαμβάνεις, η ίδια είναι διαφορετική από μέρα σε μέρα.
Ρένια Λουιζίδου: «Η ενασχόλησή μου με το θέατρο είναι μια μακρά διαδικασία που βαθαίνει και επιβεβαιώνεται μόνο με τον χρόνο!»

Η γλυκιά φωνή της και η ζεστασιά της παρουσίας της οδηγούν όλα αυτά τα χρόνια το κοινό στο να τη θεωρεί φίλη του! Με αφορμή την επιτυχημένη παράσταση "Sexy Laundry" στο θέατρο Αριστοτέλειον, στην οποία συναντά τον θεατρικό της συνοδοιπόρο και σκηνοθέτη του έργου, Σπύρο Παπαδόπουλο, η Ρένια Λουιζίδου μας μιλά για όσα θαυμάζει στη σχέση της με τον κόσμο, αλλά και στον φόβο της για τη συμβίωση ανάμεσα στο θέατρο και στην τεχνολογία!
Παλιά ήταν άλλες εποχές και έμπαινες με διαφορετικό σκεπτικό και διαδικασία στις σπουδές, πόσο μάλλον μιλώντας για το θέατρο. Εγώ προσωπικά, δεν ήμουν από τα παιδιά που από το δημοτικό έλεγα ότι θέλω να γίνω ηθοποιός. Μου προέκυψε αφού έδωσα εισαγωγικές για το πανεπιστήμιο, ήταν όλο μου το focus στο να περάσω εκεί γιατί έτσι ήταν ο επαγγελματικός προσανατολισμός τότε. Δεν έλεγες ποτέ ότι ήθελες να γίνει ηθοποιός, ούτε στους γονείς σου και στην κοινωνία, ούτε στον εαυτό σου. Και πόσο μάλλον αν ζούσες και εκτός Αθήνας, όπως εγώ που γεννήθηκα και μεγάλωσα εδώ, στη Θεσσαλονίκη. Δεν ξέρω αν ήταν κάτι που δεν είχα εκδηλώσει και υπήρχε στο πίσω μέρος του μυαλού μου αλλά ήταν τόσο τρελό σαν σενάριο που δεν το ομολογούσα ούτε σε εμένα την ίδια. Πραγματικά ούτε που το ξέρω. Ήμουν όμως φανατικός θεατής του Κρατικού και στη Δραματική Σκηνή μέσω των γονιών μου. Αυτό που σκέφτηκα όταν πέρασα στη φιλολογία ήταν να κάνω θεατρολογία και στα πλαίσια αυτά, ψάχνοντας να δω τι άλλο μπορώ να κάνω που να μην έχει να κάνει μόνο με διάβασμα και με θεωρία, μου φαινόταν μια πολύ καλή ιδέα αν περάσω σε μια δραματική σχολή να δω πως είναι αυτό το επάγγελμα από μέσα και να το εντάξω στις σπουδές μου. Συνέβη και πέρασα όμως στη δραματική σχολή του Κρατικού, άνοιξαν οι ουρανοί γιατί ήμουν και τελείως άσχετη με το αντικείμενο. Μέσα από τον πρώτο χρόνο ερωτεύτηκα κοινώς, κατάλαβα ότι αυτό ήθελα να κάνω! Αυτό πυ αγαπώ είανι ότι συμμετέχεις με όλο σου το είναι!
Η ενασχόλησή μου με το θέατρο είναι μια μακρά διαδικασία που βαθαίνει και επιβεβαώνεται μόνο με τον χρόνο. Το τι κρατάς από αυτό στο βάθος του χρόνου είναι μια άλλη ιστορία. Και επειδή είναι μια δουλειά που χρειάζεται αυτό που λένε οι πιλότοι «ώρες πτήσης», όσο περισσότερο την κάνεις, τόσο περισσότερο βαθαίνεις, είναι κάτι που μόνο με τα χρόνια αποκτά την αξία του. Κάθε τι στην πορεία μου ήταν και ένα σκαλί για το παρακάτω, μερικές φορές κάνεις και πίσω βήμα στο σκαλί, μετά παίρνεις άλλα δύο και καλύπτεις αυτό που οπισθοδρόμησε.
Το θέατρο αυτό που καλείται να κάνει είναι να σου αφήσει μια εμπειρία. Τότε κάτι ελαφρώς μέσα σου μετακινείται. Ούτε τον κόσμο μπορεί να αλλάξει ούτε την επανάσταση μπορεί να φέρει από μόνο του! Κουνάει όμως, τον ψυχισμό μας μερικά εκατοστά και σου αφήνει ένα υλικό μέσα στο κεφάλι και στην ψυχή σου μετά την παράσταση που θα απασχολήσει και θα αισθανθείς! Αν το κάνει αυτό το θέατρο, τότε είναι μια πολύ μεγάλη δουλειά!

Κυρίως στην παράσταση που παίζουμε τώρα με τον Σπύρο Παπαδόπουλο, η οποία αφορά στην κρίση ενός ζευγαριού μετά από πολλά χρόνια γάμου, οι θεατές μάς περιμένουν καθημερινά μετά την παράσταση, για να επικοινωνήσουν μαζί μας πόσο ταυτίστηκαν, πόσο καλό τους έκανε, πόσο τους αποφόρτισε ή πόσο τους έβαλε να σκεφτούν κάποια πράγματα. Το κάνει αυτό ο κόσμος, εμένα δεν με ενοχλεί καθόλου, μου αρέσει και το βρίσκω πολύ γλυκό και επιβεβαιώνει και την προσπάθειά μας! Πολλές φορές και λόγω της τηλεόρασης, ο κόσμος νιώθει αυτήν την οικειότητα και μου λένε πολλές φορές, χαρακτηριστικά: "Συγγνώμη, αλλά έχω την εντύπωση ότι δε ξέρω!".
Η τεχνολογία γενικά ακόμη και στο θέατρο είναι ένα άγνωστο τοπίο και τρομαχτικό, ένα δυστοπικό σενάριο που κανένας μας δεν μπορεί να μαντέψει για το μέλλον. Το θέατρο έχει αυτό το ιδιαίτερο στοιχείο της δυναμικής παρουσίας και αυτό σημαίνει θα βρεθούν συγκεκριμένοι άνθρωποι και θα δουν αυτήν την παράσταση που έχει τη δεδομένη μορφή μόνο για σήμερα! Η μορφή της παράστασης εξαρτάται από το κοινό με την έννοια ότι έχει διαφορετική ένταση και ρυθμό, ανάλογα με την ανταπόκριση του κόσμου, δεδομένου ότι πρόκειται για κωμωδία. Άλλο είναι ένα κοινό που γελάει και άλλο το πιο επιφυλακτικό. Η παράσταση είναι κάτι που παράγεται ζωντανό εκείνη την ώρα και αυτό νομίζω δεν πρόκειται να το αντικαταστήσει τίποτα! Όπως στο παράδειγμα του κόβιντ. Αφού πέρασε, ο κόσμος ήρθε σαν τρελός στα θέατρα, ειδικά και οι νεαρές ηλικίες! Και είναι σημαντικό να το εκτιμούμε αυτό!
Μια βασική ερώτηση που έχω για τη σχέση AI και υποκριτικής σε 50 χρόνια, αφορά στο πως θα μιμείται η υψηλή τεχνολογία τiς φυσιογνωμίες ήδη υπάρχοντων προσώπων που δεν ζουν τότε, όπως είναι για παράδειγμα η Meryl Streep! Είναι τρομαχτικό!
Εγώ πάντα παρακολουθούσα τις πορείες διαφορετικών ανθρώπων αυτού του κλάδου. Κοιτούσα γύρω μου με τα μάτια ανοιχτά τα παραδείγματα ανθρώπων που εγώ θαυμάζω!