fbpixel

Search icon
Search
Like mother, like daughter: Ρέα & Λίλα Βιτάλη
MAGAZINE

Like mother, like daughter: Ρέα & Λίλα Βιτάλη

Η πιο μοναδική και πολύτιμη σχέση στη ζωή μας: Μαμάδες και κόρες εξηγούν τι είναι αυτό που τις δένει για μια ζωή


Ρέα Βιτάλη

Γεννηθείσα το 1961. Αξιώθηκε έναν σπουδαίο σύντροφο συνταξιδιώτη, τρία παιδιά, που θα ήθελε να τα είχε γνωρίσει όπως και να έχει, και τρία εγγόνια που τη φωνάζουν γιαγιά, ως ρόλο-bonus της ζωής. Σπούδασε ιστορία της Τέχνης. Αφοσιώθηκε στο χρονογράφημα από το 1988 μέχρι σήμερα. Στους 4τροχούς ως η μοναδική γυναίκα, στον Ταχυδρόμο, στις Εικόνες. Ιδρυτικό μέλος στο ιντερνετικό protagon.gr. Καμάρωσε σε βιβλιοπωλεία τα βιβλία της «Κάποτε θα γράψω ένα βιβλίο» και τη μοναδική βιογραφία του Κώστα Τσόκλη «Δεν πέθανα εγκαίρως». Τον Ιανουάριο εκδόθηκε και το τρίτο της βιβλίο. Από το 1961 μέχρι το 2018 πλήρης στιγμών. Πλήρης ευγνωμοσύνης. Πλήρης ζωής. Πλήρης; Αστειεύεται. Χωράει ζωή ακόμα.

Λίλα Βιτάλη 

Η Λίλα Βιτάλη γεννήθηκε το 1983 στην Αθήνα. Είχε την τύχη να μεγαλώσει σε ένα όμορφο σπίτι με μια αγαπημένη οικογένεια που ανέκαθεν πίστευε στη συζήτηση, στις αγκαλιές, στον προσωπικό χώρο και στο σπιτικό φαγητό. Σε ηλικία 18 ετών μετακόμισε στο Λονδίνο, όπου έλαβε το πρώτο της πτυχίο στη Βυζαντινολογία και Νεοελληνική λογοτεχνία και ποίηση από το King's College London. Παράλληλα παρακολούθησε σεμινάρια Ιστορίας της Σύγχρονης Τέχνης στους Christie's του Λονδίνου. Κατόπιν έλαβε δίπλωμα Νοσηλευτικής από το Εθελοντικό τμήμα του Ελληνικού Ερυθρού Σταυρού, πραγματοποιώντας ένα μεγάλο της όνειρο. Στη συνέχεια επέστρεψε στο Λονδίνο για μεταπτυχιακές σπουδές στη Διοίκηση Μονάδων Υγείας, στο City University London. Εργάστηκε σε γνωστό όμιλο εταιριών υγείας, λαμβάνοντας παράλληλα πτυχίο Συμβούλου Ψυχικής Υγείας και παρακολουθώντας σεμινάρια στο Εθνικό Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών με θέμα την Ψυχολογία του Εφήβου. Είναι παντρεμένη και μητέρα δύο παιδιών, της Εριέττας και του Μάξιμου. Τα τελευταία χρόνια ασχολείται με την ανατροφή των παιδιών της και όλο και περισσότερο αναγνωρίζει τη σοφία της δικής της μητέρας, που έκανε τα πάντα να φαίνονται τόσο εύκολα.

glow-mamades-vitali02.jpg
Ρέα Βιτάλη: Παλτό Elena Miro, notos Λίλα Βιτάλη: Καμπαρντίνα Lacoste, notos

Πώς θα περιγράφατε τη σχέση μαμάς και κόρης; Ρ.Β.: Μια σχέση που κατακτάς, δε σου χαρίζεται. Μια σχέση χωρίς bonus. Ενώ η σχέση πατέρα κόρης… Εκ προοιμίου έρως. Λ.Β.: Είναι καταρχάς μια σχέση καθοριστική για τη συναισθηματική και προσωπική ανάπτυξη της μητέρας, αλλά και της κόρης, τόσο η ύπαρξη της σχέσης όσο και η έλλειψή της. Στην έλλειψη αναφέρομαι γιατί συνειδητοποίησα τον τελευταίο χρόνο ότι ο φόβος της απώλειας της μητέρας είναι τόσο καθηλωτικός που συνταράσσει τα πιο βασικά, υπαρξιακά μας θεμέλια. Επομένως είναι υπέρτατο δώρο το να έχει κανείς μια μητέρα στη ζωή του, ακόμη κι εάν η σχέση δεν είναι ιδανική. Επίσης, είναι μια σχέση σπονδυλωτή, καθώς μέσα της ενυπάρχουν ψήγματα όλων των σχέσεων μητέρας- κόρης που προηγήθηκαν στην ίδια οικογένεια. Τέλος, είναι μια σχέση αναπόδραστη καθώς η ίδια η φύση αρχικά επιβάλλει την ύπαρξή της. Τα βρέφη μεγαλώνουν σε συνάρτηση με την αγάπη, τη θρέψη και τα χάδια της μητέρας και μέσα από τα δικά της μάτια αποκτούν την πρώτη αίσθηση του εαυτού τους. Από το παράδειγμα ή το αντί-παράδειγμα της μητέρας μαθαίνει η κόρη πως να διαχειριστεί την ταυτότητά της ως κορίτσι και ως γυναίκα. Μου αρέσει να σκέφτομαι ότι οι καλές μητέρες είναι για τις κόρες ό,τι και οι φάροι για τους πελαγίσιους. Από απόσταση ασφαλείας σου φωτίζουν το δρόμο, σου θυμίζουν ότι δεν είσαι μόνος, σε προειδοποιούν για τους κινδύνους, αλλά ποτέ δεν επιβάλλουν τη διαδρομή σου.

Με ποιες λέξεις θα χαρακτηρίζατε τη δική σας σχέση; Ρ.Β.: Αγάπη, τρυφερότητα, μύχια ψυχής σε μια ματιά, μάτια, διάλογος, ευγνωμοσύνη, γέλιο πολύ. Λ.Β.: Βαθιά αγάπη, πληρότητα, αλληλοσεβασμός, αλληλοκατανόηση, πολύ χιούμορ και καλή επικοινωνία. Η σχέση μας με ισορροπεί.

Ποια είναι η πρώτη δυνατή ανάμνηση που έχετε από εκείνη; Ρ.Β.: Ήταν ημερών. Εκείνο το απόγευμα έκλαιγε ώρες και ώρες γοερά. Δεν ήξερα τι είναι οι κολικοί. Νέα μαμά δοκίμαζα. Μήπως πεινάει; Μήπως διψάει; Μήπως το ένα, μήπως το άλλο. Πέρασαν ώρες. Έφτασα σε απόγνωση. Έφτασα να κλάψω μαζί της. Ολονύχτιο δράμα. Κάποια στιγμή, μη έχοντας τι άλλο να κάνω, μίλησα με το ένστικτό μου και μόνο. Έβαλα το στόμα μου στην κοιλίτσα της και έκανα «χου χου». Έπιασε! Το επόμενο πρωί επικοινώνησα με τον σπουδαίο παιδίατρο, «μορφή», Ν. Ματσανιώτη. Του μίλησα για όλα πλην της δικής μου ενέργειας. «Κα Βιτάλη, θέλω να μου πείτε, εσείς τι κάνατε. Πώς αντιδράσατε σε όλο αυτό;» επέμεινε. Με δισταγμό, ψιλοντροπή και αμηχανία, του ανέφερα «Έβαλα το στόμα μου στην κοιλίτσα της και έκανα χου χου». Ακόμα θυμάμαι με συγκίνηση τη θριαμβευτική του φωνή. Πόση δύναμη μου έδωσε! «Αυτό είναι! Το ένστικτο γνωρίζει καλύτερα. Υποκλίνομαι στο χου χου σας. Μπράβο σας!». Το ένστικτο! Το μυαλό πίσω από το μυαλό, όπως το αποκαλώ. Έτσι πορεύομαι. Υποκλινόμενη στη σοφία του ενστίκτου. Λ.Β.: Βρίσκομαι στη αγκαλιά της, μικρή σε εκείνο το τεράστιο κρεβάτι και μου τραγουδά το «Δως μου το χεράκι σου». 

Τι θαυμάζετε στον χαρακτήρα και τη στάση της απέναντι στη ζωή και τους ανθρώπους; Ρ.Β.: Όταν την είδα με τη στολή της Ερυθροσταυρίτισσας να χαρίζει τη φροντίδα της σε μια μονάδα ανθρώπων ξεχασμένων, έπιασε ουρανό η ψυχή μου! Όταν την είδα να σπεύδει σε ένα δυστύχημα, να προσφέρει σε άγνωστο άνθρωπο, με τα χέρια της μέσα στα αίματα και να ταλαιπωρείται «οικειοθελώς», ως η μόνη που δήλωσε μάρτυρας από ένα πλήθος που μετά την «κοπάνησαν»! Όταν…. Όταν… Θαυμάζω τον αλτρουισμό της, την πίστη της στους ανθρώπους, την ενσυναίσθησή της αλλά παράλληλα το τσαγανό της. Είναι άγγελος με τους αγγέλους αλλά ξέρει να λογαριάζεται με τους φθηνούς διαβόλους. Λ.Β.: Ο δυναμισμός, η οξυδέρκεια, το θάρρος-θράσος της και η ταπεινότητά της ποτέ δεν παύουν να με εντυπωσιάζουν. Στη ζωή διδάχτηκα πολλά από τη γενναιοδωρία της σε ανθρώπους που αγαπά, αλλά και σε όσους έχουν ανάγκη. Η προσφορά είναι η μεγαλύτερη χαρά της. Το σημαντικότερο όμως όλων είναι η έμφυτη αισιοδοξία της και το πραγματικό ταλέντο της να διακρίνει θετικά στοιχεία και πολύτιμα μαθήματα σε κάθε δυσκολία. 

Σε τι θα θέλατε να της μοιάζετε; Ρ.Β.: Σε τίποτα. Θέλω να είναι εκείνη η Λίλα που εκτιμώ, θαυμάζω, αγαπώ και εγώ η Ρέα. Λ.Β.: Πολύ θα ήθελα να της μοιάσω ως μητέρα, καθώς είναι μια υπέροχη μαμά και για τα τρία της παιδιά. Είναι πάντοτε συναισθηματικά παρούσα και δεν αποπειράθηκε ποτέ να μας μεγαλώσει προστατευμένα. Τα αδέρφια μου και εγώ γνωρίσαμε από νωρίς τη σημασία της κοινωνικής προσφοράς, την έννοια του θανάτου, εξοικειωθήκαμε με τον ανθρώπινο πόνο, εκπαιδευτήκαμε να αναγνωρίζουμε τα δικαιώματα των άλλων πριν από τα δικά μας.  

Τι σας ενοχλεί από τη στάση ή τον χαρακτήρα της; Ρ.Β.: Η τελειομανία της. Και ότι δεν αντιλαμβάνεται, ότι τα παιδιά πρέπει να έχουν το δικαίωμα, του «τίποτα». Να υπάρχουν ώρες και μέρες αφιερωμένες στο τίποτα. Αφού το τίποτα, κατά τη δική μου άποψη, δεν είναι ποτέ, επί της ουσίας, «τίποτα». Αλλά αυτό είναι σύνδρομο αρκετών σύγχρονων μαμάδων. Λ.Β.: Η τάση της να γενικεύει και να εκλογικεύει, όταν μια σκέψη την εξυπηρετεί, είναι τόσο ενοχλητική όσο και αστεία. Επίσης, η προχειρότητα με την οποία αντιμετωπίζει διάφορα θέματα, αλλά και το γεγονός ότι δεν επιβάλλει "πρέπει" στον εαυτό της, έρχονται σε τεράστια σύγκρουση με την τελειομανία και τους ψυχαναγκασμούς μου. 

Τι ανακαλύψατε κάποια στιγμή για εκείνη κι εκπλαγήκατε; Ρ.Β.: Ότι είναι συγκλονιστικά πολυπράγμων. Και δεν θα πάψω να ανακαλύπτω ταλέντα της. Ότι στερήθηκε σπουδές ιατρικής αλλά είναι η προσωπική μας «γιατρός» και μας εκπλήσσει με τις γνώσεις της. Λ.Β.: Αρχικά ότι η ψυχική της δύναμη της είναι απύθμενη. Υποκλίνομαι στον τρόπο με τον οποίο αντιμετώπισε την περιπέτεια της υγείας της και την ευχαριστώ για τα μαθήματα ζωής που μου έδωσε εκείνη την περίοδο. Είναι ένας πολύ φιλοσοφημένος και γενναίος άνθρωπος. Επίσης, ότι εκτός από συγγραφέας, χρονογράφος και η καλύτερη παραμυθού, είναι και μια πραγματικά συγκλονιστική ποιήτρια. 

Τι ξέρετε γι’ αυτήν που η ίδια δεν γνωρίζει ότι το ξέρετε; Ρ.Β.: Ότι κάποτε θα γράψει. Δεν γίνεται να μη με μαγεύει ο τρόπος γραφής της που είναι τελείως διαφορετικός από τον δικό μου μέσα από τη μόρφωσή της, τις γνώσεις της, την κουλτούρα της. Νομίζω φρενάρει «ηρωικά» τον εαυτό της λόγω της δικής μου ενασχόλησης και δεν πρέπει. Αλλά θα έρθει η ώρα και γι΄αυτό! Λ.Β.: Ξέρω ότι με το τόσο ανήσυχο πνεύμα της σίγουρα δεν ήταν εύκολο να μεγαλώσει με τόση αφοσίωση και ανιδιοτέλεια τρία παιδιά.Υποψιάζομαι ότι θυσίασε πολλά από την προσωπική της ανάπτυξη, αλλά αυτό είναι κάτι που η ίδια δεν θα παραδεχτεί ποτέ γιατί αξιολογεί διαφορετικά τη ζωή.

Ποια ήταν η πιο δύσκολη στιγμή της σχέσης σας; Ρ.Β.: Όταν ξεκίνησε, η ενός χρόνου περιπέτεια μου με τον προσωπικό μου καρκίνο -όπως συνηθίζω να τον λέω- τρόμαξα για το βάρος που άθελά μου θα της έδινα. Θα ήθελα να μπορούσα να απομονωθώ σαν τις μοναχικές αρκούδες. Τι ανοησίες! Περάσαμε τόσες και τόσες μαγικές στιγμές! Την είδα να μεγαλώνει όμορφα και σοφά. Να με προσπερνάει με γλυκιά ταχύτητα. Άκουσα το γκάζι της. Την καμάρωσα. Τη γνώρισα κι άλλο. Ζήσαμε! Ζήσαμε ζωή! Όλα αυτά προέκυψαν από τη δύσκολη στιγμή που αναφέρατε στην ερώτησή σας. Οι δυσκολίες έχουν και ευεργεσίες. Λ.Β.: Πέρα από τα καβγαδάκια μας που, αν και σπάνιο φαινόμενο υφίστανται που και που, μου ήταν πολύ δύσκολο και βασανιστικό να μην μπορώ να απαλύνω τον πόνο της όταν ήξερα ότι υπέφερε. 

Και ποια η πιο ευτυχισμένη; Ρ.Β.: Να ήταν μια… Χίλιες στιγμές! Εκατομμύρια, μεγαλειώδη «τόσα δα», μιας όμορφης καθημερινότητας. Να σας πω μια, που μου έρχεται τώρα. Να! Δυο πλάτες, εκείνη και ο πατέρας της αγκαλιά καθισμένοι σε ένα σκαλί, ένας πιανίστας που δοκίμαζε τραγούδια για τον γάμο της, ένα τραγούδι του Λούις Άρμστρογκ «And I say to my self what a wonderful word» ενώ οι δυο πλάτες κουνιούνται από λυγμούς και αγκαλιάζονται σφιχτά και μόνο κλαίνε. Και εγώ τους παρατηρώ και έχω τη γαλήνη της ευτυχίας για μια σχέση της με έναν άνδρα, που γαλήνεψε την ψυχή της, όπως ο πατέρας της τη δική μου. Το Λιλάκι γνωρίζει την ακραία σημαντικότητα των σχέσεων στη ζωή των ανθρώπων και φροντίζει. Συστηματικά και βαθιά. Λ.Β.: Καλύτερα να πούμε ότι κάθε πολύ ευτυχισμένη στιγμή της ζωής μου εμπεριέχει τη μητέρα μου, είτε ως φυσική παρουσία είτε ως σκέψη και η πληρότητα αυτή συνθέτει το μωσαϊκό της ευτυχίας μου. Φυσικά υπάρχουν στιγμές: η γέννηση του μικρού μου αδερφού που μοιραστήκαμε όταν ήμουν 20 ετών, η αγκαλιά και το κλάμα ευτυχίας μας στην τελευταία της θεραπεία, μια ωραία συζήτηση που κάναμε φέτος κολυμπώντας υπό βροχή και αστραπές.

Μαμά και κόρη = φίλες; Που βρίσκονται και που πρέπει να μπαίνουν τα όρια; Ρ.Β.: Το ένστικτο, αυτό το τερατωδώς ευφυές  μέσα μας, ξέρει. Να κάτι που θυμήθηκα επ΄αυτού. Πρόσφατο. Ήμασταν σταματημένες σ΄ένα φανάρι. Εκείνη είχε τη φόρα της δοτικότητας και της προστατευτικότητας λόγω της περιπέτειάς μου με την υγεία μου και μου έλεγε κάτι επίμονα. Έπασχε. Συνέπασχε. Παραπάνω απ΄όσο άντεχα να την νοιώθω να θυσιάζει από εκείνη. Διέκρινα, ότι είχαμε ξεφύγει τα χρονικά όρια της ανταλλαγής ρόλων. Της χαμογέλασα, της χάιδεψα και μαλλιά και της είπα «Λιλάκι ήρθε η ώρα να ξαναγίνω μαμά σου. Είμαι έτοιμη. Σ΄ευχαριστώ για τη δυνατότητα που μου χάρισες, να γίνω κόρη σου για λίγο αλλά φτάνει». Λ.Β.: Είναι όμορφο μαμά και κόρη να είναι φίλες, υπό την έννοια ότι η μεταξύ τους επικοινωνία δεν θα έχει ταμπού ή δεύτερες σκέψεις. Σωστή φίλη όμως είναι εκείνη που σε προτρέπει να έχεις και άλλες φίλες και αυτό είναι πάντα το υγιές. Όπως όλες οι ανθρώπινες σχέσεις έτσι και η συγκεκριμένη απαιτεί καθημερινές ασκήσεις ισορροπίας ώστε να μην υπάρχει σύγχυση ρόλων, ειδικά όταν, μεγαλώνοντας, προστίθενται και αλλά άτομα στις οικογένειες, όπως οι γαμπροί και οι νύφες. Σε μικρότερες επίσης ηλικίες η μητέρα πρέπει να μπορεί, παρά τη φιλική σχέση, να επιβάλλεται, όταν αυτό είναι απαραίτητο. 

Χρησιμοποιείτε παρατσούκλια η μια για την άλλη; Ρ.Β.: Είναι το Λιλάκι μου! Ή η νεραϊδούλα μου. Ή η Αγία Τερεζούλα μου. Λ.Β.: Είναι η απόλυτη "χίπισσα".

Υπάρχει κάτι που θα αλλάζατε στην πορεία της σχέσης σας; Ρ.Β.: Τίποτα. Κοπιάσαμε χωρίς να κοπιάσουμε. Και κάτι μου λέει ότι μπροστά μας έχουμε πολλά ωραία. Όχι γιατί έχουμε καπαρώσει την ευτυχία αλλά γιατί εμείς και στα δύσκολα θα εντοπίσουμε τα ωραία. Το πήραμε από τη μαμά μου και γιαγιά της, τη Βέττα. Λ.Β.: Τίποτα απολύτως, αισθάνομαι πάρα πολύ ευλογημένη και νιώθω υπερήφανη για τη σχέση που έχουμε χτίσει. 

Ρέα Βιτάλη: Παλτό Elena Miro, notos Λίλα Βιτάλη: Καμπαρντίνα Lacoste, notos

Αν αλλάζατε ρόλους για μια μέρα, τι θα κάνατε ή θα της λέγατε; Ρ.Β.: Αν ήμουν δηλαδή κόρη της; Τίποτα δεν θα έλεγα. Θα κούρνιαζα στην αγκαλιά της. Αγκαλιάζει τόσο γλυκά τα παιδιά της! Θα καθρεπτιζόμουν στα μάτια της. Εμψυχώνει τόσο τα παιδιά της! Και θα ήθελα να μου πει ένα παραμυθάκι να κοιμηθώ γαλήνια. Λ.Β.: Θα της έλεγα ένα παραμύθι για ένα πανέξυπνο κορίτσι που το έλεγαν Ρέα και ήταν φυσικά η κόρη του βασιλιά. Η Ρέα είχε το ταλέντο να παρατηρεί, να φτιάχνει με τις λέξεις μαγικές ιστορίες και συχνά το έσκαγε από το παλάτι για να εξερευνήσει τα σοκάκια του βασιλείου. Κάποτε παντρεύτηκε έναν καλόκαρδο γίγαντα και μαζί έκαναν τρία παιδιά για τα οποία υπήρξε η καλύτερη μαμά του κόσμου και με τον γίγαντα της γύρισαν τον κόσμο όλο και έζησαν αυτοί καλά και εμείς καλύτερα.

Πιστεύετε στον μύθο που θέλει η σχέση μαμάς και κόρης να είναι ελαφρώς ανταγωνιστική; Ρ.Β.: Μα κι αυτό ακόμα, δεν είναι μέσα στο παιχνίδι αυτής της σχέσης; Τι περίεργο… Με το Λιλάκι δεν το ζήσαμε. Λ.Β.: Είναι μεγάλη επιτυχία όταν μητέρα και κόρη αλληλοθαυμάζονται και καλλιεργούν ακομπλεξάριστα τη διαφορετικότητά τους. Ο υγιής ανταγωνισμός άλλωστε στηρίζεται κυρίως στον θαυμασμό. Φυσικά υπάρχουν συμπλεγματικές εξαιρέσεις στις οποίες υποβόσκει η ζήλια ή σε κάποιες ηλικιακές περιόδους μπορεί οι κόρες να προσπαθούν ασυνείδητα να απομυθοποιήσουν τη μητέρα για να βρουν τον δικό τους βηματισμό. Οι τελευταίες είναι περισσότερο όμως ασκήσεις θάρρους/ανεξαρτησίας που οδηγούν ξανά πίσω στη μητέρα.

Ποιο είναι το δυσκολότερο πράγμα του να είσαι μητέρα/κόρη; Ρ.Β.: Το ότι δεν θα είσαι ποτέ ξανά ξέγνοιαστη στη ζωή σου. Στο ότι η χαρά σου εξαρτάται από μια σειρά χαρών. Και κάτι ακόμα… Να αντέχεις το όχι. Το «όχι», μερικές φορές, είναι αγάπη πιο πολύ από το «ναι». Λ.Β.: Ως κόρη θέλεις να νιώθεις ότι σε έναν βαθμό προστατεύεσαι αλλά παράλληλα δε θέλεις να απογοητεύσεις, δε θέλεις να είσαι κάτι λιγότερο από τις ευκαιρίες που σου δόθηκαν. 

Τελικά, όντως οι κόρες έχουν αδυναμία στον μπαμπά; Ρ.Β.: Εγώ είχα τρελή! Λ.Β.: Νομίζω πως οι κόρες μαθαίνουν από νωρίς όχι μόνο να λαμβάνουν αγάπη αλλά και να μοιράζουν αγάπη. Ειδικά οι πρωτότοκες. Η αδυναμία επομένως περνάει από πολλά στάδια μέσα σε μια οικογένεια, ανάλογα με το ποιος έχει την μεγαλύτερη ανάγκη κάθε φορά. Ο μπαμπάς είναι ένα άλλο τεράστιο κεφάλαιο και εκτός από τη μητέρα μου, ευλογήθηκα με έναν πραγματικά υπέροχο μπαμπά. Το ίδιο και η κόρη μου. Προς τον μπαμπά διακρίνω μια άλλου είδους αγάπη καθώς, μεταξύ άλλων, εκπροσωπεί ένα αρχέτυπο προστασίας, εξού και το λατρεμένο μου «θα το πω στον μπαμπά μου» των παιδικών μας χρόνων. 

Ποια ήταν η πιο σημαντική συμβουλή που μπορεί να της δώσατε και ποια μία που ακούσατε από εκείνη; Ρ.Β.: Δεν πιστεύω στις συμβουλές αλλά στις γλυκές και με διακριτικότητα εκφρασμένες προτροπές. Τα παιδιά μαθαίνουν, ενεργούν, παραδειγματίζονται θετικά ή αρνητικά από αυτά που πράττουμε, όχι από αυτά που λέμε. Λ.Β.: Συμβουλές ανταλλάζουμε συχνά και είναι όλες τους σημαντικές γιατί τις δίνουμε η μία στην άλλη με γνήσιο ενδιαφέρον και αγάπη. Πολύτιμη θεωρώ το να μην στεναχωριέμαι για τα πράγματα που μπορώ να αλλάξω αλλά και για αυτά που δεν μπορώ να αλλάξω και πιο πρόσφατα για τα παιδιά μου, να τους δίνω το χώρο τους, να μην παλεύω συνέχεια να τα απασχολώ με κάτι. 

Τι είναι αυτό που την κάνει μοναδική -εκτός του γεγονότος ότι είναι μητέρα/κόρη σας; Ρ.Β.: Όλοι ήμαστε μοναδικοί. Εκείνη μοναδικότερη. Της το λέω συχνά σε εκείνη αλλά και στα αδέλφια της. «Αν δεν σας είχα παιδιά, θα ήθελα να σας είχα γνωρίσει». Λ.Β.: Ακόμη κι εάν δεν ήταν μητέρα μου θα παρέμενα ειλικρινά η μεγαλύτερή της θαυμάστρια και ομολογώ πως την κόρη της σίγουρα θα τη ζήλευα λιγάκι! Κάθε μέρα κοντά της είναι Χριστούγεννα. 

Ποια είναι η αγαπημένη της ατάκα; Ρ.Β.: Ακούει βαθιά, σκέφτεται κουνώντας τις κόρες των ματιών της έξυπνα πέρα δώθε και στο τέλος λέει «Ένα λεπτό, μαμά…». Και από κει και πέρα χορταίνεις επιχειρήματα διαφορετικά από τα δικά σου. Λ.Β.: Στη ζωή δεν ήρθαμε για να διαγωνιστούμε αλλά να ζήσουμε. 

Τι θα ήθελε για εσάς ιδανικά; Ρ.Β.: Να είμαι υγιής. Να είμαι η Ρέα. Λ.Β.: Η αλήθεια είναι πως ποτέ δεν θέλησε και δεν μου ζήτησε πολλά, παρά μόνο με προέτρεπε να έχω ουσιαστική παιδεία, να σέβομαι και να προσπαθώ να δίνω προτεραιότητα στην πνευματική μου ανάπτυξη. Τώρα που έγινα και εγώ μητέρα καταλαβαίνω πόσο δύσκολο είναι το να χαλιναγωγείς τα γονεϊκά σου "θέλω" ώστε να δώσεις χώρο στο παιδί σου να γίνει η καλύτερη εκδοχή του εαυτού του, αυτή δηλαδή που θα κάνει εκείνο ευτυχισμένο. Πάντα θα ευγνωμονώ και τους δύο μου γονείς για την απόλυτη υποστήριξή τους στις σπουδές, τις σχέσεις και στις αποφάσεις μου. 

Τι εύχεστε για εκείνη; Ρ.Β.: Όλα! Όλα από ψυχής! Και το λέω με μια κρυφή αγωνιά μην και μου ξεφύγει μια ευχή και πιάσει αυτή και χάσει μια άλλη. Εύχομαι σ΄εκείνη και την όμορφη οικογένεια που δημιούργησαν, όλα για όλα! Λ.Β.: Εύχομαι και τι δεν εύχομαι! Να είναι γερή, να μην ξαναδώ ποτέ τα ματάκια της τρομαγμένα, να γελάει από αληθινή ευτυχία με το μοναδικό της χαμόγελο, να εκδώσει τα ποιήματα της, να ταξιδέψει στα πέρατα της γης και να κάνει όλες τις τρέλες που ονειρεύεται. Έτσι θέλω πια να τη φαντάζομαι, να κάνει τις τρέλες της και εγώ να την χαζεύω σαν να ήταν η μικρή μου σκανδαλιάρα κόρη. 

ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΑ ΓΙΩΡΓΟΣ ΜΑΡΚΟΖΑΝΗΣ

ΔΕΙΤΕ ΤΗ ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ ΣΤΟ ΤΕΥΧΟΣ GLOW 145 ΦΕΒΡΟΥΑΡΙΟΣ 2019