Με τον κουρνιαχτό από το «φαινόμενο Ευτυχία» να έχει μόλις αρχίσει να κατακάθεται, σημειώνοντας ανέλπιστο εισπρακτικό ρεκόρ στις ελληνικές αίθουσες, και με όλη τη δημοσιότητα και τα φώτα που συγκεντρώθηκαν γύρω από το πρόσωπό της, ως η πρωταγωνίστρια που υποδύθηκε την Ευτυχία Παπαγιανοπούλου σε νεαρή ηλικία, η Κάτια Γκουλιώνη είναι ανέλπιστα ήρεμη. Χαμηλών τόνων και απόλυτα προσηλώμενη στην κουβέντα μας, δείχνει άνθρωπος που φροντίζει την κάθε λέξη μέχρι την τελευταία λεπτομέρεια.
Στον χώρο της υποκριτικής μπήκε για να σπουδάσει σκηνογραφία κι ενδυματολογία, ξεκινώντας τις σπουδές της στη Θεσσαλονίκη, στη σχολή του Ροντίδη. Τα χρόνια εκείνα θυμάται τις παραστάσεις στο στούντιο Νέες Μορφές του Γιάννη Παρασκευόπουλου, που ήταν η πρώτη της επιρροή και ο λόγος να συνειδητοποιήσει, ότι τελικά μάλλον την ενδιαφέρει περισσότερο η υποκριτική. «Είχα δει 3 και 4 φορές τις παραστάσεις του και μου είχε αποκαλυφθεί κάτι πολύ καινούριο που δε μπορούσα τότε να το αποκωδικοποιήσω αλλά καταλάβαινα ωστόσο, ότι με ενδιέφερε πάρα πολύ».
Έτσι, κατέβηκε στην Αθήνα για να σπουδάσει από την αρχή και στη δραματική σχολή Θεοδοσιάδη, ώστε «να κάνει τα πράγματα με τον σωστό τρόπο». Το στούντιο των Νέων Μορφών αντικατέστησε το θέατρο Αμόρε, όπου πλέον έβλεπε συχνά παραστάσεις ενώ προετοιμαζόταν για το μακρύ κι ενδιαφέρον ταξίδι της υποκριτικής. Μετά τη σχολή δούλεψε τρία χρόνια με τον Νίκο Καραγιώργο και «Το στούντιο υπό το μηδέν» γύρω από το playback theater, ένα συγκεκριμένο είδος θεάτρου που βασίζεται στον αυτοσχεδιασμό. Όπως η ίδια μου εξηγεί, ο Καραγιώργος, που ήταν και καθηγητής της στη δραματική σχολή, της έδωσε την έννοια της πραγματικής εργασίας, το πώς γίνεται μία παράσταση, πώς πρέπει η μία ειδικότητα να βοηθάει την άλλη.
«Δεν είναι μόνοι οι ηθοποιοί σε μία παράσταση ή σε μία ταινία. Είναι και πολλές άλλες ειδικότητες που συνεργάζονται για να ολοκληρωθεί μία δουλειά».
«Γενικά πιστεύω πώς πολύ σημαντικό είναι το κομμάτι της προσωπικής δουλειάς, πέρα από τις ώρες της σχολής, σε ό,τι κι αν αποφασίσει να σπουδάσει κανείς. Ωστόσο, σημαντικό είναι και να έχεις ολοκληρώσει τις σπουδές σου, γιατί πέρα από την ίδια τη γνώση, σε βάζει σε μία πειθαρχία και ακολουθείς ένα ωράριο, οπότε μαθαίνεις και πώς πρέπει να λειτουργείς στον πραγματικό επαγγελματικό στίβο.
Η επιτυχία έχει γυναικείο όνομα
Η γνωριμία της Κάτιας με τον σκηνοθέτη της Ευτυχίας Άγγελο Φραντζή θα είναι η αρχή ενός υπέροχου ταξιδιού. Το 2008 συνεργάζονται στην πρώτη της ταινία μεγάλου μήκους, «Μέσα στο Δάσος». Μέσα στα χρόνια ανέπτυξαν έναν κοινό κώδικα και όπως η ίδια παραδέχεται, «είναι θαύμα κάθε φορά όταν δουλεύουμε παρέα». Οι ταινίες του Φραντζή είναι πολύ διαφορετικές μεταξύ τους, από το Polaroid στο Μέσα στο Δάσος, στο Ακίνητο Ποτάμι και τώρα στην Ευτυχία. Προηγήθηκε το 2018 η Πολυξένη, σε σκηνοθεσία της Δώρας Μασκλαβάνου, που χάρισε στην Κάτια το βραβείο Α' γυναικείου ρόλου της Ελληνικής Ακαδημίας Κινηματογράφου κι έκανε το όνομά της να ακουστεί στους σινεφίλ κύκλους.
Και τώρα, μετά τη μεγάλη επιτυχία της Ευτυχίας, πώς είναι να πέφτουν επάνω της τα φώτα της δημοσιότητας; «Δεν πιστεύω ότι είναι τυχαίο πως πήγε τόσο καλά εισπρακτικά η Ευτυχία. Δε θα χρησιμοποιήσω τον όρο εμπορική ταινία. Νομίζω ότι όπως και στις υπόλοιπες ταινίες, στην Ευτυχία όσοι συμμετείχαν είχαν μία προσωπική ευθύνη. Σίγουρα υπάρχει τεράστια φροντίδα από την παραγωγή αλλά υπήρξε και η προσωπική φροντίδα κι ευθύνη του καθενός μέσα από την ομάδα των συνεργατών, από το ενδυματολογικό, το σκηνογραφικό και τη φωτογραφία μέχρι τους ηθοποιούς και τη σκηνοθεσία.
Χαίρομαι πραγματικά και με συγκινεί ότι αυτό που έχει δει το κοινό το έχει αγαπήσει. Μου δίνει ικανοποίηση ότι το αποτέλεσμα αυτής της δουλειάς άγγιξε τον κόσμο. Πιστεύω πάρα πολύ ότι η εργασία φαίνεται, το γούστο είναι υποκειμενικό σίγουρα, η εργασία όμως δεν αμφισβητείται. Στη συγκεκριμένη ταινία πέρα από τα εισιτήρια και τη δημοσιότητα που πήρε, κανείς δε μπορεί να αμφισβητήσει τη σκληρή δουλειά που έγινε και με επαγγελματικούς όρους.
«Είναι μία ανταλλαγή όλο αυτό που συμβαίνει με τον κόσμο. Και αυτή η ανταλλαγή σε κάνει χαρούμενο, γιατί βρίσκεις «συγγένειες» με το κοινό, κατά κάποιον τρόπο».
Τη ρωτάω πώς προσεγγίζει έναν ρόλο, τι κάνει αμέσως μόλις πάρει στα χέρια της και διαβάσει ένα σενάριο. «Μετά την πρώτη ανάγνωση, μου παίρνει πάρα πολύ χρόνο στο να βρω οτιδήποτε μπορεί να σχετίζεται με τον ρόλο. Στη συγκεκριμένη περίπτωση της Ευτυχίας, υπήρχαν κάποιες μαρτυρίες, το βιβλίο της εγγονής της Ρέας Μανέλη που είναι για την Ευτυχία Παπαγιανοπούλου. Αλλά πέρα από αυτό, ψάχνω να βρω οτιδήποτε θα μπορούσε να με εμπνεύσει, να μου δώσει τις εικόνες ή κάτι που μπορεί να είναι κι εντελώς άσχετο. Για παράδειγμα μία αναφορά για να ερμηνεύσω την Ευτυχία ήταν η Πάτι Σμιθ, καθώς είχαν κοινά μεταξύ τους, είναι και οι δύο ποιήτριες αλλά και στιχουργοί. Γενικά στην προσέγγιση των χαρακτήρων προσπαθώ να αφεθώ σε ένα εντελώς ελεύθερο σύμπαν και μετά σταδιακά αρχίζω να σκέφτομαι τις δόσεις των συναισθημάτων και το κινησιολογικό κομμάτι».
Girl next door
Μου εκμυστηρεύεται ότι στην καθημερινότητά της είναι παρορμητική ως άνθρωπος, αλλά μόνο με ανθρώπους που γνωρίζει πολύ καλά και που τη γνωρίζουν καλά. «Κάτι που θαυμάζω στην Ευτυχία είναι ότι την παρορμητικότητα που είχε τη μετουσίωνε σε αγάπη και όχι σε εγωκεντρισμό. Γιατί είναι πολύ εύκολο να μετουσιώνουμε τα πράγματα σε εγωκεντρισμό». Τι θα ήθελε να αλλάξει επάνω της; «Θα ήθελα να μπορώ να εκφράζω περισσότερο αυτό που νιώθω, με έναν τρόπο που να είναι περισσότερο κατανοητός και για τον άλλον. Πολλές φορές νομίζω ότι ο άλλος έχει καταλάβει κάτι ενώ αυτό δεν έχει συμβεί. Κι εγώ έχω την απαίτηση να το έχει καταλάβει». Συχνό το φαινόμενο σχολιάζω στην κουβέντα μας και γελάμε.
Στον ελεύθερό της χρόνο της αρέσει τρομερά να βρίσκεται με ανθρώπους που αγαπά και νιώθω άνετα, ώστε να μη χρειάζεται να φιλτράρει κάτι που θα πει ή που σκέφτεται. Ακούει μουσική; Ναι, διαφορετικά μεταξύ τους είδη. «Μου αρέσει πολύ ο Μπιθικώτσης, να σου πω ένα τραγούδι της Ευτυχίας, το «Τι να σου κάνει μια καρδιά». Ακούω όμως και Μόρισεϊ, Τζόι Ντιβίζιον, Λένα Πλάτωνος που μου αρέσει τρομερά, είναι πάρα πολλά». Τελευταία είδε την καινούρια ταινία του Pedro Almodovar, Pain and Glory. «Αριστούργημα, από τις πιο ωραίες ταινίες του» μου λέει. «Και το Ad Astra του Gray μου άρεσε επίσης, όπως και ο Ιρλανδός του Scorsese. Υπέροχη ταινία ήταν και το «Πορτρέτο της γυναίκας που φλέγεται».
Και ποια είναι η γνώμη της για την ψηφιακή εποχή και το streaming; «Κάθε εποχή εμφανίζεται κάτι καινούριο. Παλιά δε θα μπορούσαμε να φανταστούμε ότι θα δούμε σε συνδρομητική πλατφόρμα μία ταινία, όπως το Roma του Cuarón, μόλις 4 μέρες μετά την έξοδό της στους κινηματογράφους, ή τον Ιρλανδό του Scorsese. Προσωπικά πιστεύω πως, αν κάποιος μπορεί να επιλέξει πού θα δει κάτι, καλό είναι να πει ότι το Roma θα πάω να το δω στον κινηματογράφο και όχι στο laptop. Από την άλλη, δε μπορώ να πω ψέματα, γιατί είμαι κι εγώ συνδρομήτρια σε ψηφιακή πλατφόρμα. Τώρα, το αν θα πας να δεις μία ταινία με έναν τρόπο που θα σου αφήσει ένα εντελώς διαφορετικό συναίσθημα και μία εντελώς διαφορετική εικόνα, είναι πλέον θέμα επιλογής.