Το Θέατρο Κήπου είναι ασφυκτικά γεμάτο. Δίπλα μου μια κυρία που ήρθε με καθυστέρηση -παθογένειες Ελλήνων αγαπημένες- γκρινιάζει, γιατί δεν μπορεί να βρει θέση να καθίσει. Ο κόσμος αριστερά και δεξιά κουνάει βεντάλιες, προσπαθώντας να αποτινάξει από πάνω του την πνιγηρή καλοκαιρινή ζέστη, αναμένοντας καρτερικά την πρεμιέρα της Αντιγόνης. Η παράσταση με τους Αθηνά Μαξίμου, Αιμίλιο Χειλάκη και Μιχάλη Σαράντη, με τη σκηνοθετική υπογραφή των Μανώλη Δούνια και Αιμίλιου Χειλάκη, τα σκηνικά της Εύας Νάθενα και την πρωτότυπη μουσική του Σταμάτη Κραουνάκη -μια ομάδα πολύ αγαπημένη για τους Θεσσαλονικείς, ανάμεσά τους και εγώ- συζητιέται εδώ και μέρες στα θεατρόφιλα πηγαδάκια. Βλέπω γύρω μου κυρίες προχωρημένων -άντα, νεαρές κοπέλες, σοφιστικέ 30 και 40 something άνδρες, μικρά παιδιά. Ετερόκλητο κοινό, η μαγεία του θεάτρου σκέφτομαι, ενώνει διαφορετικές ηλικιακές ομάδες και γούστα. Όλοι εδώ στο μεγάλο χωνευτήρι της θεατρικής σκηνής, περιμένουμε τη μαγεία να συμβεί. Και η Αντιγόνη δε θα μας απογοητεύσει. Τα φώτα σβήνουν, ο χορός βγαίνει στη σκηνή και σε λίγο αρχίζει το ταξίδι... Μέρες μετά, και αφού η παράσταση έχει καταχειροκροτηθεί σε Θεσσαλονίκη και Ηρώδειο, μιλάμε με την Αθηνά Μαξίμου στο τηλέφωνο, σε μια πολύ αληθινή και όμορφη συνέντευξη που ακολουθεί. Την πετυχαίνω καθ' οδόν για τα Τρίκαλα και πριν τις ημερομηνίες της παράστασης σε Χαλκιδική, Σίβηρη και Νέα Μουδανιά αλλά και σε πολλές άλλες ελληνικές πόλεις, μεταξύ των οποίων οι Σέρρες, Αλεξανδρούπολη, Ξάνθη, Κομοτηνή, Κοζάνη, Γιάννενα, Έδεσσα, Γιαννιτσά και Βόλος. Παραδέχεται, ότι η περιοδεία φέτος είναι μέρα και πόλη, ιδιαίτερα κουραστική αλλά -όπως όλοι οι καλλιτέχνες που είναι ταγμένοι στο έργο τους- η θερμή ανταπόκριση του κόσμου είναι το αόρατο χέρι που τραβάει κάθε κούραση από πάνω της και δίνει ανείπωτη χαρά.
Πώς νιώθεις κάθε φορά που βρίσκεσαι στη Θεσσαλονίκη;
Συγκινούμαι πολύ βαθιά, γιατί έχω τόσες αναμνήσεις, γεννήθηκα και μεγάλωσα στη Θεσσαλονίκη, ήμουν στο Κρατικό Θέατρο Βορείου Ελλάδος για ενάμιση χρόνο και κάθε φορά που ανεβαίνω ξέρεις, έρχονται και με βρίσκουν απανωτές οι μνήμες από ανθρώπους που γνωρίζω, από ανθρώπους που δεν ζουν πια... Συγκινούμαι πολύ βαθιά γιατί είναι και οι πρώτες μνήμες ενός ανθρώπου αυτές, που τις κουβαλάει πολύ ζεστές μέσα του για όλη του τη ζωή.
Και ο κόσμος νιώθει το ίδιο, είναι ξεκάθαρο από το πώς αγκάλιασε την Αντιγόνη τη βραδιά της πρεμιέρας.
Με συγκινεί βαθύτατα αυτό, πολύ, που ο κόσμος είναι τόσο ζεστός και θερμός, που δείχνει αγάπη και εμπιστοσύνη. Πραγματικά είναι πολύ συγκινητικό που 3 μέρες ήμασταν sold out στο Θέατρο Κήπου και θέλω να δηλώσω την ευγνωμοσύνη μου και το μεγάλο μας ευχαριστώ, όλων των ανθρώπων που συμμετείχαμε στην παράσταση.
Τι σου έμαθε η Αντιγόνη ως ρόλος;
Ακόμη μου μαθαίνει και θα μου μαθαίνει και μετά το τέλος των παραστάσεων. Θέλω να πω όταν αναμετριέται κανείς με τέτοια κείμενα καθρεφτίζονται πολλά πράγματα και της κοινωνίας του και της ζωής του και των αναπάντητων ερωτημάτων που κάθε φορά τίθενται... Ακόμη μου μαθαίνει, λοιπόν, δεν έχει τελειώσει η μάθηση αυτή.
Από τα ωραιότερα σκηνοθετικά ευρήματα ήταν το πανί που βάλατε στο πρόσωπο εσύ, ως μάντης Τειρεσίας και ο Κρεόντας. Ποιος το σκέφτηκε;
Είναι ένα υλικό της Εύας Νάθενα που είναι η κυριολεκτική καρδιά της Αντιγόνης μας, που σχεδίασε και τις καρδιές που εμπεριέχουν στα σακάκια τους τα παιδιά του χορού. Είναι ένα υλικό, λοιπόν, από κάποιες φωτογραφίες που είχε φέρει η Εύα όταν συζητούσαμε τα σκηνικά και τα κουστούμια. Όταν το είδα, είπα σε όλους τους συντελεστές "Μα αυτός είναι ο Τειρεσίας". Και έτσι το κάναμε. Είναι σαν πραγματικά να τον βάζει (τον Κρέοντα) στο νήμα του άλλου κόσμου που φέρνει ο Τειρεσίας ως πρόσωπο, για να δει και να τον πείσει.
Στις πρόβες, τι σας δυσκόλεψε περισσότερο;
Κοίταξε να δεις, είναι δύσκολο να συνεχίσεις μια συγκεκριμένη μελέτη σε μια συγκεκριμένη μέθοδο, όπως είναι αυτή των τριών υποκριτών και να την εξηγήσεις. Έτσι, είχαμε όλη την αγωνία αν αυτό το πράγμα προχωράει και αποτυπώνεται και ακουμπάει το κοινό και τι παίρνει κανείς από τους θεατές και τον κόσμο. Αυτό είναι που δυσκολεύει, η αγωνία του κατά πόσο αυτό που πιστεύεις ότι κάνεις, αφορά τον θεατή που ήρθε να σε δει. Αυτή η αγωνία, όταν τα θέατρα είναι γεμάτα και εισπράττουμε ένα πολύ ισχυρό χειροκρότημα στο τέλος, περνάει. Είναι πολύ μεγάλο βάλσαμο για εμάς και μεγάλη ανακούφιση.
Δεν σου κρύβω ότι μου φάνηκε κάπως περίεργη, η σκηνή που ο Αιμίλιος υποδύεται τη γυναίκα του Κρέοντα.
Ίσως γιατί σκηνοθετικά επέλεξαν τα παιδιά το πρόσωπο της Ευρυδίκης να είναι πλάτη και επειδή είναι και πολύ μικρό το κομμάτι της ίσως. Εγώ προσωπικά οφείλω να ομολογήσω πάντως, ότι δεν το χορταίνω. Θέλω λίγο ακόμα (γέλια)
Πώς είναι να δουλεύεις στη σκηνή με τον άνθρωπο που είσαι και ζευγάρι χρόνια;
Αντιλαμβάνομαι την ερώτηση για τους ανθρώπους που μας βλέπουν απέξω αλλά για εμένα δεν υφίσταται πλέον. Το έχουμε κάνει τόσες πολλές φορές και με τον Μανώλη Δούνια και με τον Νίκο Βλασόπουλο και με τον Γιώργο Μπλάνα, συνεργαζόμαστε για πολλοστή φορά. Υπάρχει μια ομάδα ανθρώπων πλέον που έχουμε αναπτύξει μια πολύ ισχυρή συγγένεια, δεν είναι μόνο με τον Αιμίλιο που τυχαίνει να είμαστε μαζί και στη ζωή. Είμαστε συγγενείς, έχουμε κοινό στόχο, κοινή αισθητική, κοινή ανάγκη και δεν μπορώ να εκφράσω που υπάρχει ευκολία ή δυσκολία. Είναι αυτός ο κοινός στόχος που έχουμε, που όσο και να διαφωνούμε όλοι μεταξύ μας, είναι τόσο δημιουργικές οι διαφωνίες μας, που είναι ευχάριστο να μας συμβαίνει.
Όταν γυρνάτε σπίτι, κλείνετε την πόρτα ή κουβαλάτε πράγματα μαζί σας;
Δε γίνεται σ' αυτή τη δουλειά να κλείνεις την πόρτα, δεν σταματάει αυτή δουλειά ποτέ. Ακόμη κι όταν πέφτεις να κοιμηθείς, είναι ακόμη εκεί οι σκέψεις, πώς το κάνεις, από πού το πας, πού το πας, δεν σταματάει ποτέ αυτό, είτε δουλεύεις κάτι συγκεκριμένο είτε όχι. Συνεχίζεις ακάθεκτα μέχρι να εξελίξεις την τεχνική σου, την αίσθηση, την αισθητική. Σε απασχολεί γιατί αγαπάς αυτό που κάνεις κι αυτό το λέω πολύ θετικά, δεν είναι κάτι βασανιστικό. Ακόμη και τις στιγμές που βασανίζεσαι με αυτό, παίρνεις πολύ μεγάλη χαρά, γιατί ξέρεις ότι πας παρακάτω.
Με τον Αιμίλιο, συμβουλεύετε ο ένας τον άλλον για θέματα δουλειάς;
Και οι δύο, πράγματα που ας πούμε λόγω απόστασης μπορεί να το δει κανείς καλύτερα, αυτό το τρίτο μάτι που λέμε. Φυσικά λέμε τη γνώμη μας ο ένας στον άλλον, που άλλες φορές είναι σωστή, άλλες όχι, πάντα μοιραζόμαστε τον προβληματισμό μας για κάτι, όλοι δηλαδή το κάνουμε αυτό στην ομάδα μας και είναι πολύ δημιουργική όλη αυτή η προσπάθεια.
Τι θα κάνετε από Σεπτέμβριο; Έχετε σχέδια;
Η περιοδεία θα τελειώσει γύρω στις 20 Σεπτεμβρίου. Ο Αιμίλιος θα κάνει ξανά τον Φάρο κι εγώ ξεκινάω πρόβες για τον Βυσσινόκηπο, που θα ξεκινήσει μέσα Οκτώβρη και που επίσης σκηνοθετεί ο Κωνσταντίνος Μαρκουλάκης, με έναν γεμάτο και υπέροχο θίασο συναδέρφων που θαυμάζω βαθιά, στους οποίους συγκαταλέγονται, μεταξύ άλλων, η Θέμις Μπαζάκα, ο Δημήτρης Λιγνάδης και η Κόρα Καρβούνη.
Αν δεν ήσουν ηθοποιός, τι άλλο θα ήθελες να είσαι;
Μπορεί να σου ακουστεί τρελό αυτό που θα σου πω, αλλά θα ήθελα να μπορούσα να είναι φαροφύλακας (γέλια). Από μικρή είχα μια μεγάλη αναίτια χαρά γι' αυτό το επάγγελμα, θαύμαζα πολύ τους ανθρώπους που είναι στους φάρους, που τους ανάβουν και τους σβήνουν, που τους φροντίζουν, που φροντίζουν αυτούς που ταξιδεύουν. Ίσως έχει κάποια σχέση με τη δουλειά που κάνω αυτή τη στιγμή, καθώς είναι λίγο σαν να ζητάω από τους θεατές να ταξιδέψουν μαζί, με τις ιστορίες που λέω.
Ομολογώ ότι δεν έχω ακούσει ποτέ ξανά κάποιον να μου λέει, ότι θα ήθελε να ήταν φαροφύλακας! Έχεις επηρεαστεί από κάπου;
Όχι, είναι από αυτά τα πράγματα που απλά έρχονται και σε βρίσκουν! Δεν ξέρω από πού είναι αυτή η πηγή.
Ποια αλλαγή θα ήθελες να δεις να συμβαίνει γύρω σου;
Θα ήθελα να γίνουμε πιο υπεύθυνοι πολίτες αυτής της κοινωνίας, με σεβασμό στον συνάδελφο και τον συνάνθρωπό μας, να αναλαμβάνουμε τις ευθύνες μας, γιατί όλοι έχουμε ευθύνη, δεν έχουμε μόνο δικαιώματα, αλλά και υποχρεώσεις. Και να έχουμε μεγαλύτερο σεβασμό στη διαφορετικότητα του διπλανού μας.
Τι έκανες τελευταία και ένιωσες όμορφα με τον εαυτό σου;
Αυτή τη στιγμή νιώθω όμορφα κάθε βράδυ και το λέω με πολύ μεγάλη ειλικρίνεια, γιατί σε αυτή τη δουλειά που κάνουμε νιώθω μεγάλη ευλογία, γιατί αισθάνομαι ότι από κοινού με τον θεατή κάνουμε ένα ταξίδι σε πράγματα που μας απασχολούν, μας προβληματίζουν. Είναι σαν εμείς από τη σκηνή να απλώνουμε το χέρι μας στον θεατή και να του λέμε, "Έλα να πάμε μαζί αυτό το ταξίδι, που δεν έχουμε απάντηση να σου δώσουμε στα ερωτήματα που υπάρχουν στη ζωή μας, αλλά δεν έχουμε τίποτα να χωρίσουμε". Αυτό είναι κάτι που πραγματικά με κάνει να αισθάνομαι πάρα πολύ ευτυχισμένη που κάνω αυτή τη δουλειά και που έρχομαι σε επαφή με ανθρώπους.
Info: Η Αντιγόνη του Σοφοκλή ακολουθεί πρόγραμμα περιοδείας σε όλη την Ελλάδα, στο πλαίσιο της οποίας θα παρουσιαστεί στο αμφιθέατρο Νέων Μουδανιών στις 21 Ιουλίου και στο αμφιθέατρο Σίβηρης στις 22 Ιουλίου