Ένας από τους πιο σημαντικούς φωτογράφους της γενιάς του, ο Γιώργης Γερόλυμπος, συνέδεσε το όνομά του με το εμβληματικότερο καινούριο μνημείο της χώρας, το Κέντρο Πολιτισμού Ίδρυμα Σταύρος Νιάρχος, αποτυπώνοντας με τον φακό του για σχεδόν μία δεκαετία το χρονικό κατασκευής αυτού του μοναδικού για τα ελληνικά δεδομένα κτιριακού συγκροτήματος, από το στάδιο του εργοταξίου έως την ολοκλήρωσή του.
Τελειομανής κι εργασιομανής, ο Γερόλυμπος έχει αναπτύξει μία ιδιαίτερη ματιά που συνδυάζει τη φωτογραφία τοπίου με την τέχνη και που έχει συμβάλει στο να διακριθεί διεθνώς. Πρόσφατα επιλέχθηκε από το περιοδικό Wallpaper για να φωτογραφίσει την επικαιροποιημένη έκδοση του αθηναϊκού οδηγού που κυκλοφόρησε τον Μάρτιο, ενώ τον καιρό αυτό ετοιμάζεται για το επόμενο μεγάλο project, τη φωτογράφιση του νέου Μουσείου του Λούβρου στο Άμπου Ντάμπι, το πρώτο παγκόσμιο μουσείο του αραβικού κόσμου με την αρχιτεκτονική υπογραφή του Jean Nouvel. Η πρόκληση είναι μεγάλη και ο πήχης ιδιαίτερα ψηλός. Αλλά ο Γιώργης Γερόλυμπος έχει αποδείξει ότι αποδίδει τα μέγιστα ακριβώς εκεί: στην υψηλότερη βαθμίδα της σκάλας.
Η κουβέντα μας που ακολουθεί πραγματοποιήθηκε ένα ζεστό πρωινό στις αρχές του Μάη, τις πρώτες μέρες εξόδου της χώρας από το lockdown. Αν και είναι Θεσσαλονικιός, ζει χρόνια στην Αθήνα, στο Παγκράτι, με την οικογένειά του. Στο ενδιάμεσο διάστημα, σπουδές σε Ελλάδα κι εξωτερικό, διδακτορικό με τη στήριξη του Ιδρύματος Fullbright στην Αμερική και συναρπαστικά φωτογραφικά πρότζεκτ, στα οποία ξεχωρίζουν η φωτογράφιση της Εγνατίας οδού και του Κέντρου Πολιτισμού 'Ιδρυμα Σταύρος Νιάρχος. Είχαμε χρόνια να συναντηθούμε και συζητήσαμε εφ’ όλης της ύλης για το μεγάλο στοίχημα του Λούβρου Άμπου Ντάμπι και το Wallpaper αλλά και για την εικαστική του φιλοσοφία, τη φωτογραφία στην Ελλάδα και τον νέο κόσμο που ξημερώνει μετά την πανδημία του κορωνοϊού.
Ας ξεκινήσουμε από τη μεγάλη είδηση που είναι ότι επιλέχθηκες για να φωτογραφίσεις το νέο Μουσείο του Λούβρου στο Άμπου Ντάμπι. Βάλε μας λίγο στα παρασκήνια της ιστορίας.
Ένα ωραίο βράδυ δέχτηκα ένα e-mail που ήταν από το μουσείο του Λούβρου στο Άμπου Ντάμπι και έλεγε επιγραμματικά ότι έπεσαν επάνω στο βιβλίο μου «Ορθογραφίες» («Orthographs») του Yale University Press με τη φωτογραφική καταγραφή του εργοταξίου του ΚΠΙΣΝ και τους άρεσε η καλλιτεχνική μου προσέγγιση. Με έβαλαν σε μία shortlisted ομάδα 5 υποψηφίων δυτικοευρωπαίων φωτογράφων. Μας περάσαν μία σειρά από mails και ακολούθησε μια διαδικασία για την τελική επιλογή, με αποστολή πορτφόλιο, απαντήσεις, ερωτήσεις κλπ. Σιγά - σιγά υπήρξε η επιλογή και στα τέλη Ιανουαρίου μου ανακοινώθηκε ότι ήμουν εγώ η τελική επιλογή. Το πρώτο ταξίδι είχε οριστεί στις 24 Μαρτίου αλλά λόγω πανδημίας το project τέθηκε προς το παρόν στον πάγο. Βέβαια, από την αρχή της επιστολογραφίας μας μου είχαν πει ότι αν επιλεγώ, θα πρέπει να δουλεύω τον χειμώνα, γιατί το καλοκαίρι δεν αντέχει κανείς στα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα να εργάζεται σε εξωτερικούς χώρους λόγω υψηλών θερμοκρασιών.
Πώς ένιωσες όταν σου ανακοινώθηκε η ανάθεση;
Τεράστια περηφάνια. Δεν το πολυπερίμενα, γιατί εν αντιθέσει με την αρχαιολογία, όπου η χώρα μας είναι το μέρος για να βρεθείς και όχι η Μινεσότα ας πούμε, στο δικό μου αντικείμενο λειτουργεί ανάποδα, δηλαδή οι καλοί, δυνατοί φωτογράφοι είναι στη Γαλλία, στην Ολλανδία, στις ΗΠΑ, στη Γερμανία. Το Σταύρος Νιάρχος έπαιξε καθοριστικό ρόλο, αυτό είναι κάτι που μου ειπώθηκε ανοιχτά από το πρώτο μήνυμα, ότι ο λόγος που μπήκα στην ομάδα είναι η δουλειά που έκανα στο εργοτάξιο του ΚΠΙΣΝ, έργο του αρχιτέκτονα Renzo Piano.
Είναι πολύ ευχάριστο να σου έρχονται τα πράγματα σιγά-σιγά. Αν μεγάλες επιτυχίες σου έρθουν πολύ νωρίς ηλικιακά, νομίζω ότι δεν έχεις προλάβει να αναπτύξεις αντοχές για να το διαχειριστείς. Παίρνουν τα μυαλά σου αέρα. Αν γίνει πολύ σταδιακά και με κόπο και δουλειά, έχεις αναπτύξει αντοχές κι έχεις ωριμάσει...
Εγώ ήμουν χαρούμενος και μόνο που μπήκα στην πεντάδα. Αγκαλιαστήκαμε με τη γυναίκα μου και είπαμε τέλεια. Όταν μου ανακοινώθηκε ότι εσύ είσαι η τελική επιλογή, εντάξει, εκεί η περηφάνια είναι τεράστια. Αλλά και η ευθύνη. Έκτοτε άρχισα πάλι να διαβάζω πολύ περισσότερο για την τεχνική, μην τυχόν και κάνω κανένα λάθος, όταν έρθει η ώρα (γέλια).
Τον Μάρτιο κυκλοφόρησε η νέα έκδοση του Wallpaper City Guide Athens που έχει τη φωτογραφική υπογραφή σου.
Η φωτογράφιση για το Wallpaper έγινε το καλοκαίρι που μας πέρασε. Έλαβα κάποια στιγμή ένα mail, προφανώς με προσέγγισαν λόγω της εξωστρέφειας που έχει πάρει η δουλειά μου τα τελευταία χρόνια. Ήθελαν να επικαιροποιήσουν τον παλαιότερο οδηγό τους για την Αθήνα, κάτι που συμβαίνει περίπου κάθε 8 -10 χρόνια και αναζητούσαν έναν φωτογράφο. Η υλοποίηση του project ήταν εξαιρετικά απαιτητική και με πολύ συγκεκριμένα guidelines. Έπρεπε να καθίσω και να προετοιμαστώ έτσι, ώστε να τροποποιήσω την προσέγγισή μου ανάλογα, ώστε ο οδηγός της Αθήνας να έχει μία παρεμφερή αισθητική με τους οδηγούς άλλων πόλεων. Η ειδοποιός διαφορά είναι ότι γνωρίζω την πόλη πάρα πολύ καλά, φωτογραφίζω την Αθήνα 27 χρόνια και ως εκ τούτου ήταν σαν να έχω κάνει το φροντιστήριό μου κατ’ επανάληψη για τα εμβληματικά και γνωστά σημεία.
Πάντως, παρά το γεγονός ότι έχω εμπειρία με το να δουλεύω στο εξωτερικό, έχω γεννηθεί κι έχω ζήσει στο εξωτερικό, οπότε έχω την άνεση στο να ακολουθώ τους ρυθμούς του δυτικού κόσμου, ειδικά στο επάγγελμά μου. Η συνεργασία με ένα περιοδικό αυτού του επιπέδου και αυτών των απαιτήσεων είναι «παράσημο». Το ευχαριστήθηκα πάρα πολύ και το εκτίμησα.
Τα τελευταία χρόνια η φωτογραφία έχει ανέβει σε παγκόσμιο επίπεδο, διοργανώνονται περισσότερες εκθέσεις και events ενώ έχει αυξηθεί και το ενδιαφέρον του κοινού. Πώς είναι τα πράγματα στην Ελλάδα;
Είναι τα δύο άκρα. Έχουμε πολύ καλούς φωτογράφους στη χώρα μας, μία ομάδα ατόμων που είμαι περήφανος και τυχερός που τους γνωρίζω, είτε είναι φίλοι μου είτε όχι. Μου είναι πολύτιμοι γιατί με «σπρώχνουν» κι εμένα να κάνω πράγματα. Υπάρχω και συνεχίζω γιατί είναι και αυτοί εκεί. Από την άλλη μεριά, υπάρχει δυστυχώς ένα πολύ χαμηλό επίπεδο θεσμών. Καταρχάς σχολές, δεν έχουμε καλές σχολές. Ή δεν έχουμε δυνατή παρουσία στα ιδρύματα. Το Μουσείο Φωτογραφίας Θεσσαλονίκης δεν κατάφερε ποτέ να ξεφύγει, έχει ένα πολύ μικρό κοινό, σαν να μην υπήρξε ενδιαφέρον να το αβγατέψουν και να το μεγαλώσουν. Και στη μόνη κρατική σχολή φωτογραφίας στην Ελλάδα, της οποίας είμαι και απόφοιτος, βλέπεις μία παλιά αντίληψη στα πράγματα, καμία ανανέωση. Οπότε έχουμε αυτό το περίεργο οξύμωρο, χώρα με τα δύο άκρα της σε πρόβλημα, μουσεία και εκπαίδευση και ανεξάρτητους αυτόνομους δημιουργούς που πασχίζουν μόνοι τους. Αυτό παρακολουθώ στη φωτογραφία στην Ελλάδα εδώ και είκοσι χρόνια.
Ένα φοβερό παράδειγμα του πώς θα μπορούσαμε να υιοθετήσουμε το συνάντησα στο πλαίσιο του διδακτορικού μου στην Αμερική, το ταξίδι με τη Fullbright. Είσαι 23 και μόλις πήρες πτυχίο φωτογραφίας. Έρχεται μία σειρά από ιδρύματα και σου λέει, πάρε μία υποτροφία και δούλεψε έναν χρόνο, αν την κερδίσεις βέβαια. Στα 23 σου δεν έχεις παιδιά ή υποχρεώσεις, οπότε παίρνεις την κοπέλα ή τον φίλο σου, μπαίνεις σε ένα βαν και γυρίζεις όλη την Αμερική από τη μία άκρη στην άλλη. Κι επιστρέφεις μετά από έναν χρόνο με 40 φωτογραφίες τυπωμένες. Εν συνεχεία, το αμερικάνικο ίδρυμα παίρνει αυτές τις φωτογραφίες, τις βάζει σε καδράκι και τις στέλνει σε φεστιβάλ φωτογραφίας ανά τον κόσμο, Παρίσι, Βερολίνο, Ρώμη κ.ο.κ. Οπότε εσύ βλέπεις στο βιογραφικό σου να προστίθενται γραμμές ότι έχεις εκθέσει εκεί, εκεί κι εκεί, χωρίς να έχεις κάνει τίποτα. Συνεχίζεις να είσαι 24 χρονών! Και μόλις το βιογραφικό σου έχει τόσες εκθέσεις, σε προσεγγίζουν οι γκαλερί. Και το έργο σου δεν κοστίζει πλέον 500 δολάρια αλλά 50.000 δολάρια. Τότε έρχεται το ίδρυμα που σε είχε υποστηρίξει όταν ήσουν 23 ετών κι έχεις την πρώτη σου δουλειά, ενώ κερδίζει και αυτό καθώς έχει πολλαπλασιαστεί η αξία της. Βοηθάει στην ουσία ο ένας τον άλλον, είναι μία κατάσταση win win. Είναι τόσο απλό, δεν καταλαβαίνω γιατί δε μπορεί να εφαρμοστεί και στην Ελλάδα.
Μίλησέ μας λίγο για την εικαστική σου φιλοσοφία. Ποιες συνιστώσες συναντιούνται στη φωτογραφική σου ματιά;
Η προσέγγιση καταρχάς είναι βαθύτατα αρχιτεκτονική. Πολύ νωρίς κατάλαβα ότι για να κάνω καλή αρχιτεκτονική φωτογραφία, δεν αρκούσαν οι σπουδές φωτογραφίας. Το πρόβλημα στην αρχιτεκτονική φωτογραφία είναι δυστυχώς ο εξωραϊσμός. Δηλαδή πολλές φορές ένας φωτογράφος που δεν έχει σπουδάσει αρχιτεκτονική, πέφτει στην παγίδα του να προσπαθήσει να ομορφύνει. Έχω μεγάλη διαφωνία επάνω σε αυτό. Για να μπορέσεις να εκτιμήσεις την αρχιτεκτονική πρέπει να έχεις τουλάχιστον αρχιτεκτονική μόρφωση, ακόμη και αν δεν έχεις πάρει ανάλογο πτυχίο, αλλιώς την προσεγγίζεις σαν να είναι γλυπτική. Προτού εγώ να κάνω αυτό που έχω στο κεφάλι μου να κάνω, ως φωτογράφος, για να αναδείξω τη δουλειά μου, πρέπει να θυμάμαι ότι πριν από εμένα υπάρχει πάντα κάποιος άλλος, ένας αρχιτέκτονας και ότι οφείλω να σεβαστώ το δικό του έργο.
Απελευθερωτική στιγμή στη ζωή μου ήταν, όταν κατάλαβα ότι δε χρειάζεται να τα πω όλα. Καθόλου. Όταν από το εύρος αυτού του πολύπλοκου κόσμου και της πολύπλοκης τέχνης με τις χιλιάδες φωτογραφίες που τραβιούνται κάθε λεπτό, όταν από όλο αυτόν τον ορυμαγδό σκέψεων και εικόνων, καταλάβεις ότι εσύ χρειάζεται να πεις μόνο τη δική σου αλήθεια, αυτό το πράγμα σε ησυχάζει πάρα πολύ.
Και το ίδιο ισχύει και στην προσωπική και καλλιτεχνική αποτίμηση. Εκτιμώ πάρα πολύ άλλες εικόνες, δε χρειάζεται να τις μιμηθώ, θα πω για τις δικές μου, θα μιλήσω για τη δική μου ερμηνεία.
Ένα από τα πράγματα που με γοητεύουν πάρα πολύ στη φωτογραφία είναι ο περίφημος ορισμός της φωτογραφίας από τον Robert Adams, ο οποίος έχει πει μια ανεπανάληπτη φράση που πολύ θα ήθελα να την είχα πει εγώ. Έχει πει, λοιπόν, ότι κάθε φωτογράφος τοπίου παραδοσιακά προσπαθεί να μιλήσει για τρεις ποιότητες: για τη γεωγραφία, την αυτοβιογραφία και τη μεταφορά. Αυτό που προσπαθείς να κάνεις είναι να φέρεις το παρελθόν, το παρόν και το μέλλον μέσα σε μία εικόνα. Για να δουλέψει μια εικόνα πρέπει να έχεις σπαράγματα του παρελθόντος, τα νέα της ημέρας και μία πρόταση για το μέλλον. Και αυτό είναι κάτι που προσπαθώ να κάνω εδώ και πολύ καιρό. Βλέπουμε τη χώρα μας να περνάει εδώ και χρόνια διάφορες δοκιμασίες. Με αυτήν τη λογική, εγώ δε θέλω να μείνω μόνο στη στείρα παρατήρηση του τι συμβαίνει ή στη φωτογράφιση ερειπίων, φτώχειας ή στεναχώριας, θέλω να διατυπώνω μια πρόταση. Θέλω να έχω να πω κάτι γι’ αυτό, όχι απλά να παρατηρώ το στενάχωρο.
Και πώς επιτυγχάνεται αυτό; Ακολουθείς κάποια συγκεκριμένη «διαδρομή»;
Καταρχάς είναι δύσκολο, δε σημαίνει ότι επειδή το επιθυμείς το πετυχαίνεις και κάθε φορά. Και γιατί πολλές φορές παραμένεις σιωπηλός, επιλέγεις να εμφανίζεσαι σε μεγάλα χρονικά διαστήματα. Μια καλλιτεχνική δουλειά θέλει βαθιά ενδοσκόπηση και δουλειά για να κάνεις κάτι τέτοιο. Κατά δεύτερο λόγο, η προσέγγιση πάντοτε οφείλει να είναι ειλικρινής, δηλαδή πρέπει να λες στον επισκέπτη της έκθεσης, στον θεατή των εικόνων σου τι ακριβώς προτείνεις ότι θα κάνεις. Στη συνέχεια, ο θεατής θα αποφασίσει, αν το πέτυχες ή όχι. Έλεγε ένας παλιός μου δάσκαλος, ότι ο φωτογράφος δεν είναι αυτός που τραβάει φωτογραφίες, είναι αυτός που δείχνει φωτογραφίες.
Όταν έχεις δείξει είτε σε έκθεση είτε έχεις εκδώσει ένα βιβλίο ξέρεις πώς είναι, σαν να παίρνεις την καρδιά σου και να την καρφώνεις στον τοίχο. Μπορεί κάποιος να έρθει να τη χαϊδέψει, να σου πει καλά λόγια ή μπορεί να έρθει και να τη φτύσει, να σου πει ότι είσαι άθλιος. Αν δεν ήσουν έτοιμος ούτε για το ένα ούτε για το άλλο, δεν θα έπρεπε να είσαι σε αυτήν τη δουλειά.
Τι προσπαθείς να πετύχεις μέσα από τη φωτογραφία; Πότε νιώθεις ότι μία φωτογραφία σου έχει εκπληρώσει τον στόχο της;
Δε θέλω καθόλου να αφήνω τις εικόνες μου ορφανές, πάντοτε με κάποιον τρόπο έχω δημιουργήσει μία αφήγηση γύρω από αυτές. Και αυτό που είναι η δική μου προσπάθεια, και αν θέλεις αυτό που μου πιστώνει και ο χώρος της φωτογραφίας, είναι ότι εφαρμόζω τις ποιότητες που υπάρχουν στην εικαστική φωτογραφία και στην επαγγελματική, δε διαφοροποιώ τα δύο, δεν κάνω τον καλό φωτογράφο, όταν έχω δώσει εγώ την εντολή, όταν έρχεται κάποιος να μου αναθέσει ένα πρότζεκτ. Και ο λόγος που έχω αυτήν τη προσέγγιση είναι για να μείνω εγώ ζωντανός, νοητικά.
Αν κατατάξεις τις επαγγελματικές σου δουλειές σε κάτι που δε θα δίνεις το 100% του εαυτού σου, τότε πολύ σύντομα θα «πνιγείς» στη μετριότητα. Πρέπει να νιώθεις ότι είναι κάτι πάρα πολύ σημαντικό, αφού υπάρχει μία επαγγελματική ηθική πίσω από αυτό, η οποία δίνει ό,τι έχει και δεν έχει, παρά την κόπωση.
Αλήθεια, υπάρχει κάποια φωτογράφιση που να σε έχει καθορίσει;
Οφείλω πάρα πολλά στη φωτογράφιση της Εγνατίας Οδού το 2000. Ήταν ένα πολύ μεγάλο πρότζεκτ, κομμάτι της διδακτορικής μου διατριβής. Λόγω αυτής της δουλειάς μπήκα στο ραντάρ του Ιδρύματος Σταύρος Νιάρχος, το οποίο προσπαθούσε να επιλέξει έναν φωτογράφο που να έχει αρχιτεκτονική γνώση, να είναι εικαστικός φωτογράφος και να ξέρει ταυτόχρονα, πώς να χειριστεί πρότζεκτ μεγάλου μεγέθους. Και κατά τύχη εμφανίστηκα εγώ με αυτά τα συγκεκριμένα χαρακτηριστικά. Αλλά δεν είναι μόνο οι δικές μου δουλειές που με έχουν διαμορφώσει, είναι και δουλειές άλλων καλλιτεχνών, φωτογραφικές ή άλλου είδους, στους οποίους έχω απέραντη ευγνωμοσύνη. Αναφέρω πάρα πολύ συχνά τον Kazimir Malevich, καθώς υπήρχε στο κέντρο του πατρικού μου σπιτιού στη Χαριλάου, όταν μέναμε εκεί, ένα έργο του που με καθόρισε όπως πιστεύω. «Η επέλαση του ιππικού» λέγεται και είναι ένας πίνακας που βλέπεις μόνο ζώνες. Θεωρώ ότι, αν δει κανείς όλη μου τη δουλειά, βλέπει αυτό το ζωγραφικό έργο.
Νιώθεις αισιόδοξος για τη μέλλον της ανθρωπότητας στην εποχή που ξημερώνει μετά την πανδημία του κορωνοϊού;
Η ρεαλιστική προσέγγιση είναι η παρατήρηση του τι έχει συνέβη στην ανθρωπότητα τις προηγούμενες φορές που έχει ενσκήψει ένα τέτοιο πρόβλημα. Συνέβη ακριβώς το εξής: για ένα διάστημα πήραμε μαθήματα και σιγά σιγά επιστρέψαμε σταιδιακά εκεί που είμασταν. Εδώ σε εμάς, προφανώς θα έρθει μία πολύ μεγάλη οκονομική αναστάστωση. Αλλά θα έχουμε και κέρδη. Αυτή τη στιγμή προσέχουμε, τι λένε οι επιστήμες δηλαδή όταν ήρθε το κακό, απευθυνθήκαμε στους ειδικούς. Ξαφνικά είδαμε τη χώρα μας με άλλο μάτι, ακολουθήσαμε εντολές, εγώ συγκινούμαι πάρα πολύ από το γεγονός ότι μείναμε σπίτι για να σώσουμε ηλικιωμένους και να βοηθήσουμε τους γιατρούς. Αυτό σημαίνει, ότι νοιαζόμαστε. Θυμάσαι πώς είμασταν πριν πέντε χρόνια; Από εκείνη την κατάσταση στην τωρινή, πραγματικά είναι κάτι πολύ σημαντικό. Αν έχεις έναν μεγάλο αριθμό ανθρώπων που μπορεί να το κάνει αυτό και το έκανε, είναι ένα πολύ μεγάλο «όπλο» για αν αντεπεξέλθεις σε οτιδήποτε έρθει στον δρόμο σου.
All photographs © Copyright - Yerolymbos