Ένα από τα μεγάλα ατού της Αθήνας σε σύγκριση με πολλές ευρωπαϊκές πρωτεύουσες είναι τα θέατρά της. Δυσανάλογα πολλές θεατρικές σκηνές για τον πληθυσμό της. Ο καθένας μπορεί να βρει μία παράσταση που θα του αρέσει και θα τη συζητήσει. Ως θεατρόφιλος αναζητώ τα πάντα, βλέπω σχεδόν τα πάντα, γιατί πιστεύω πως στο θέατρο γεννιούνται οι πραγματικοί πρωταγωνιστές, λέγονται ιστορίες που μας αφορούν, εγείρονται θέματα προς συζήτηση. Καλές παραστάσεις υπάρχουν αρκετές στην Αθήνα και θα γράψω κάτι σχετικό άμεσα. Αυτή τη φορά όμως θέλησα να σταθώ σε ένα παιδί, ένα καινούργιο παιδί...
Στο «Καινούργιο Παιδί» της Κάτιας Δανδουλάκη, τον μονόλογο που ερμηνεύει στο θέατρο της, ένα έργο που έγραψαν και σκηνοθέτησαν οι μοναδικοί Θανάσης Παπαθανασίου και Μιχάλης Ρέππας.
Θυμάμαι πως το Σάββατο εκείνο που είδα την παράσταση με έναν καλό φίλο, μετά το τέλος της ψάχναμε απεγνωσμένα να βρούμε ένα μπαρ για να πιούμε ένα ποτό και να συνέλθουμε από το ανατριχιαστικό flashback στις ζωές μας τις ίδιες. Καταρχάς το έργο είναι μονόλογος και συνήθως οι μονόλογοι τρομάζουν το κοινό. Κακώς! Εδώ πρόκειται για μονόλογο – ορχήστρα, αφού η larger than life Κάτια Δανδουλάκη πλάθει κυριολεκτικά μπροστά μας πρόσωπα, χαρακτήρες και συμπεριφορές, που είναι σα να τους ζεις όλους τους ήρωες της, σαν κάπου να τους έχεις δει ή να τους γνωρίζεις. Δεν θα πω ψέματα. Ένας 20άρης δεν έχει ζήσει όσα διηγείται η Δάφνη, η ηρωίδα της, αλλά τα ακούει σαν μια ωραία αναφορά στο παρελθόν. Όσο, όμως, ο ηλιακός δείκτης του θεατή ανεβαίνει, τόσο πιο μεγάλη συγκίνηση ταύτιση και χαμόγελο σας περιμένει.
Η Δάφνη είμαστε εμείς, είναι η Ελλάδα και όλα όσα βίωσε μέσα σε 50 χρόνια, από το 1970 και την εξέγερση του Πολυτεχνείου μέχρι και την πανδημία. Η ψιλόλιγνη και αθλητική Δάφνη, λιτή και κομψή ταυτόχρονα, με φυσικό make up, κάνει την εμφάνισή της στη σκηνή – είναι όμορφη η κ. Δανδουλάκη και φαίνεται πως φροντίζει εντός και εκτός τον εαυτό της – και δεν ξέρεις τι σε περιμένει… δεν ξέρεις τι θα ανασύρεις από μέσα σου αυτή τη μιάμιση ώρα της παράστασης και πόσες φορές θα κυλήσουν δάκρυα από τα μάτια σου. Προσωπικά, και παρόλο που δεν το έζησα, ένιωσα την πρώτη συγκίνηση με την περιγραφή της Δάφνης για τη βραδιά του Πολυτεχνείου, όπου φοιτητές σκορπίζονται στην Αθήνα και κρύβονται στις πολυκατοικίες. Η Δάφνη και η οικογένειά της ανοίγουν την πόρτα από το θυροτηλέφωνο και κατεβαίνουν να δουν τι συμβαίνει. Ανακαλύπτουν κρυμμένους φοιτητές στο κλιμακοστάσιο και η μητέρα της λέει στα παιδιά να ανέβουν επάνω. Κάθονται στο σαλόνι, ξεδιψούν, μιλάνε. Ένας από αυτούς του φοιτητές, ο Άλκης, χρόνια αργότερα θα γίνει εραστής και έπειτα μεγάλος έρωτας και σύζυγος για τη Δάφνη, γιατί η ζωή έχει και τις εκπλήξεις της.
Η μεγάλη μαεστρία των Παπαθανασίου και Ρέππα είναι ότι, ενώ εξιστορούνται εποχές ολόκληρες, κινήματα, τάσεις, αλλαγές κυβερνήσεων τίποτε δεν γίνεται με τρόπο διδακτικό ή ιστορικό, αλλά με απόλυτη φυσικότητα και εμβόλιμες αναφορές. Μεταπολίτευση, ΠΑΣΟΚ, Νέα Δημοκρατία εναλλάσσονται στο φόντο της ζωής της Δάφνης, αλλά και της δικής μας. Περνάμε από τα ταγάρια και τα αμπέχονα στις βάτες και στον Armani, από τις μπουάτ της Πλάκας – να σε μία από αυτές εμφανιζόταν και η αδελφή της Δάφνης – στα clubs, φτάνουμε στου Ψυρρή και στο Γκάζι – και πάλι να, σε αυτές τις περιοχές ανοίγει new age εστιατόριο αργότερα η αδελφή της Δάφνης. Θα θυμηθούμε ότι η γενιά του Πολυτεχνείου απέκτησε κάποια στιγμή πολλά χρήματα, πως έκανε διακοπές στη Μύκονο και απέκτησε τζιπ, ότι έχτισε σπίτια στην Εκάλη με κήπους και πισίνες, πως χρεοκόπησε κάποια στιγμή και έχασε τα πάντα, και ότι κινδύνεψε να μπει ή μπήκε στη φυλακή. Και ναι, ήταν όλα αυτά δίπλα μας, τα βλέπαμε, τα ζήσαμε.
Μέσα από τη Δάφνη θυμήθηκα μέχρι και την εποχή Κοσκωτά, τα μοντέλα που προσέγγιζαν επιχειρηματίες ή και τούμπα αν θέλετε, επιχειρηματίες που προσέγγιζαν μοντέλα και στο τέλος παντρεύονταν… Όλα, τα πάντα υπάρχουν στη ζωή της Δάφνης, η οποία θα παντρευτεί, θα χωρίσει, θα ερωτευτεί, θα ξαναπαντρευτεί, θα αποκτήσει παιδιά, και θα δει την κόρη της να αποκτά παιδί με τη σύντροφό της, γιατί ζούμε στο 2021 και δύο γυναίκες με ένα παιδί σημαίνουν απλώς οικογένεια και η Δάφνη το ξέρει.
Η Κάτια Δανδουλάκη δεν διηγείται, όχι. Αντιθέτως, ζει τη Δάφνη και όχι μόνο αυτήν, αλλά και τον περίγυρό της. Και μπορεί πολλά χρόνια απλώς να μην τολμούσε, να ήταν στωική και ήσυχη, αλλά στο τέλος θα κάνει μια μεγάλη ανατροπή και επανάσταση μαζί, την οποία φυσικά και δεν θα προδώσω, γιατί αλλιώς δεν θα έχει σασπένς το «Καινούργιο Παιδί» της.
Είδα πολλά δάκρυα να κυλάνε, όχι μόνο στο δικό μου πρόσωπο, αλλά και των υπολοίπων θεατών, όπως είδα και πολλά χαμόγελα να διαγράφονται σε αυτά. Γιατί, πράγματι, έτσι είναι η ζωή, και η δική μας και της Δάφνης, με δάκρυα και χαμόγελα. Έχω, μάλιστα, την εντύπωση πως αυτή η γυναίκα, η Δάφνη, θα την ακολουθεί για πολλά χρόνια την Κάτια Δανδουλάκη, καθώς είναι από αυτούς τους ρόλους που δεν αφήνεις να χαθούν έτσι εύκολα, αλλά επανέρχεσαι και τους ψηλαφείς ξανά και ξανά. Εξάλλου, αξίζει τον κόπο… Εδώ πρόκειται για ολόκληρο ταξίδι, με εικόνες και πραγματικότητες, που σε όσους τις ζήσαμε έγραψαν και δεν ξεγράφονται ποτέ.
κ. Δανδουλάκη, πείτε στη Δάφνη ότι την ευχαριστώ, ότι την αγάπησα πολύ κι επίσης να χαίρεται το καινούργιο της παιδί!