O ταλαντούχος graphic designer μας ξεναγεί στη Θεσσαλονίκη μέσα από τα μάτια του...
Γεννήθηκα στο Παρίσι και πέρασα τα πρώτα 4 χρόνια της ζωής μου εκεί, όπου οι γονείς μου, οικονομικοί μετανάστες, διατηρούσαν ένα μικρό διαμέρισμα. Αποφάσισαν να επιστρέψουν στη Θεσσαλονίκη όταν ήρθε η ώρα, ώστε εγώ και η μεγαλύτερη αδερφή μου, να πάμε σχολείο και να μάθουμε ελληνικά. Έκτοτε επισκεπτόμασταν τη γαλλική πρωτεύουσα για χρόνια, σχεδόν κάθε δεύτερο καλοκαίρι, έως ότου πούλησαν το διαμέρισμα. Όταν επιστρέψαμε στην Ελλάδα, εγκατασταθήκαμε στην περιοχή της Βούλγαρη, σε μια μικρή μονοκατοικία με αυλή. Εκεί περάσαμε όλα τα παιδικά μας χρόνια έως και λίγο μετά την ενηλικίωσή μας. Θυμάμαι ακόμη τις αλάνες, το κρυφτό, το τζαμί, τις κότες του διπλανού… Σήμερα το σκηνικό έχει αλλάξει ριζικά. Έχουν αντικατασταθεί όλα από πολυκατοικίες.
Κάθε περίοδο της ζωής μου έχω και διαφορετική γνώμη για το που θέλω να μείνω. Κάποτε ήθελα να μείνω εκτός και να έχω ησυχία και κήπο, άλλοτε ήθελα το κέντρο. Τώρα μένω στο Καραμπουρνάκι. Έχει την ησυχία, την ομορφιά, γρήγορη πρόσβαση στη θάλασσα, στη δουλειά μου, και είναι σχετικά κοντά στο κέντρο. Κάτι που συχνά σκέφτομαι είναι ένα σπίτι δίπλα στη θάλασσα (Χαλκιδική ή κάποιο νησί) που θα συμπεριλαμβάνει ένα δημιουργικό στούντιο.
Όταν ήμουν παιδί ήθελα να γίνω σχεδιαστής αυτοκινήτων. Αυτό μάλλον οφειλόταν στην αγάπη μου για τα αυτοκίνητα, σε συνδυασμό με τις καλλιτεχνικές μου ανησυχίες. Θυμάμαι ζωγράφιζα πολύ και γνώριζα σχεδόν κάθε μοντέλο αυτοκινήτου από τα 3 μου χρόνια. Η απουσία αντίστοιχης σχολής αλλά και η αντιπάθεια μου προς το διάβασμα, με ώθησαν σε ιδιωτική σχολή και στο management.
Από τότε ξεχώριζα στο μάθημα του προγραμματισμού & υπολογιστών και θυμάμαι σχεδίαζα “flyers” για τα πάρτι μας, χωρίς να γνωρίζω ότι αυτό λέγεται γραφιστική. Μετά από ένα πέρασμα από διαφημιστικά τμήματα ραδιοφωνικών σταθμών και παράλληλη εργασία ως μπάρμαν σε διάφορα μαγαζιά της εποχής, μαζί με 2 φίλους ιδρύσαμε τη Redfish ως διαφημιστική εταιρία. Ο ένας ήταν ήδη γραφίστας, εγώ δούλευα στο τότε νέο apple Macintosh και ο άλλος εργαζόταν στα ΜΜΕ. Εκεί κατάλαβα, ποια ήταν η κλίση μου και πόσο αγαπούσα να δημιουργώ. Μετά από λίγα χρόνια και την αποχώρηση του ενός, αποβάλλαμε το διαφημιστικό κομμάτι και επικεντρωθήκαμε στην οπτική επικοινωνία. Οι ανησυχίες μου όμως δε σταμάτησαν εκεί κι έτσι πριν 6 χρόνια, ανοίξαμε με τον συνεργάτη μου το ZAK contemporary bistrot στην Αρετσού. Επιπλέον ασχολούμαι με τη φωτογραφία πορτρέτου και τη μουσική.
Η Θεσσαλονίκη είχε πάντα ισχυρά καλλιτεχνικά κινήματα. Θέατρο, κινηματογράφος, εικαστικά, μουσική, γιατί όχι και στη γραφιστική (ή αλλιώς οπτική επικοινωνία). Νομίζω ότι σ’ αυτό έπαιξε ρόλο η πολυπολιτισμικότητα της πόλης και περισσότερο η κληρονομιά που διατηρεί από αυτήν, τον τελευταίο αιώνα.
Από τα χρόνια που πρωτοξεκινήσαμε θυμάμαι ότι πολλοί νόμιζαν πως ο γραφίστας είναι κάποιου είδους... γραφιάς. Μάλιστα, όταν άκουγαν το Redfish υπέθεταν ότι πουλούσαμε ψάρια -ναι, τα ακούσαμε όλα αυτά! Νομίζω τα δημιουργικά γραφεία που άνοιξαν τότε, ήταν κι αυτά που έκαναν τη σκληρή δουλειά, ώστε να προετοιμάσουν το έδαφος γι' αυτό που επακολούθησε. Οι εταιρείες δεν ήξεραν ακόμη την ανάγκη του branding ή της συσκευασίας, πόσο μάλλον την ανάγκη ενός ειδικού σχεδιαστή. Μην ξεχνάτε, ζούσαμε ακόμα στον απόηχο των 80’s, με τις επιδοτήσεις και τα "χρυσά κουτάλια". Δεν έδιναν ιδιαίτερη σημασία στις «λεπτομέρειες».
Το τραγούδι Falling Star προέκυψε, όταν στο γυμνάσιο ξεκίνησα μαθήματα κιθάρας τα οποία και παράτησα γιατί τα θεώρησα βαρετά. Όταν μεγαλώνεις όμως, ξεθάβεις τα "απωθημένα" κι έτσι πριν 10 χρόνια αγόρασα μια ακουστική και μια ηλεκτρική κιθάρα κι άρχισα να ξαναμαθαίνω. Επακολούθησε το ενδιαφέρον μου για τη σύνθεση. Μετά από πολλές προσπάθειες, ξαφνικά ωρίμασε μια σειρά από τραγούδια και μεταξύ αυτών, το Falling Star, το οποίο είναι και το πρώτο που κυκλοφορεί. Ένα απλό και βιωματικό τραγούδι, που αναφέρεται σε έναν ανεκπλήρωτο έρωτα. Αυτά τα στοιχεία είναι που αγγίζουν, πιστεύω, όποιον το ακούει.
Είμαι περήφανος για πολλά πρότζεκτ μου. Ιδίως γι’ αυτά που βλέπω μετά από πολύ καιρό και συνεχίζουν να μου αρέσουν, που αντέχουν στο χρόνο. Κυρίως όμως, για αυτά που κάνω τολμώντας και ξεπερνώντας τον εαυτό μου. Και το falling star είναι ένα απ' αυτά. Επίσης, για τα περισσότερα που ασχολούμαι είμαι αυτοδίδακτος. Με υπομονή, επιμονή, παρατήρηση και αγάπη γι' αυτό που κάνεις καταφέρνεις τα πάντα. Είναι κι αυτό ένα στοιχείο περηφάνιας!
Το αγαπημένο μου μέρος στην πόλη είναι σίγουρα το παραλιακό μέτωπο σε όλη την έκτασή του. Βέβαια, παίζει ρόλο η ψυχοσύνθεση της στιγμής. Εκεί ξεκουράζεται το βλέμμα σου, αδειάζεις το μυαλό σου. Πολλές φορές πάλι, μ’ ευχαριστεί μια βόλτα στο κέντρο και άλλες δεν θέλω ούτε καν να το ακούσω.
Μπορεί να με συναντήσει κανείς στο ΖΑΚ. Ως ιδιοκτήτης, περνάω πολλά βράδια εκεί, αλλά και μεσημέρια για καφέ-φαγητό, συναντήσεις, δουλειά στον υπολογιστή ή διάβασμα, αφού ο χώρος ενδείκνυται για τα παραπάνω.
Ένας χώρος τέχνης που αγαπώ είναι ο κινηματογράφος -και το ποπ κορν! Επίσης, όταν βλέπω κάποιες εκθέσεις βιβλίων, πάντα θα κάνω μια δυο βόλτες, ενώ θα ήθελα να πηγαίνω σε περισσότερα μουσεία.
Αν με ρωτήσει κανείς το αγαπημένο μου εστιατόριο θα απαντήσω «δύσκολη ερώτηση». Επειδή είμαι πολύ απαιτητικός με την κουζίνα, δύσκολα θα με εκπλήξει κάτι. Τελευταία, με εντυπωσίασε το «Οψοποιών Μαγγανείαι» και σίγουρα θα το ξαναεπισκεφτώ.
Αν και δεν μου αρέσουν οι συνήθειες, κάποιες είναι όμορφες, όπως η βόλτα με το 6 ετών λαμπραντόρ (την Μπλόντι) και το τρέξιμο, τένις, γυμναστήριο (ανάλογα τον καιρό).
Για τη βραδινή μου έξοδο προτιμώ... κάτι πιο χαλαρό, όπως κινηματογράφος, φαγητό ή σπίτι με καλή παρέα (ή και χωρίς), επειδή συναναστρέφομαι πολλές μέρες την εβδομάδα με κόσμο στο μαγαζί. Διαφορετικά, το κέντρο.
Το μυστικό μου μέρος στην πόλη είναι συνήθως η παραλία. Οπουδήποτε. Ιδίως μετά το Παλατάκι, έχει ένα μικρό σημείο με πεύκα όπου χάνεσαι. Νομίζεις, ότι μεταφέρεσαι αλλού. Μπροστά σου βλέπεις τα κολπάκια στη θάλασσα με φόντο τον Όλυμπο και από πίσω σου έχεις τα πεύκα!
Στη Θεσσαλονίκη μου αρέσει που βλέπω ορίζοντα, τον Όλυμπο, τα καταπληκτικά ηλιοβασιλέματα στη θάλασσα αλλά και στο βουνό, μου αρέσει που είναι όσο μικρή πρέπει και όσο μεγάλη χρειάζεται. Που σε λίγα λεπτά, με μια μικρή βόλτα, μπορείς να αποβάλεις το άγχος σου και σε λιγότερο από μισή ώρα μπορείς να βρεθείς στο κέντρο ή σε ένα παραλιακό αλλά και ορεινό μέρος εκτός πόλης.
Τι θα άλλαζα; Αστικά θα εστίαζα στο πράσινο. Θα έβγαζα τη ΔΕΘ εκτός και θα ένωνα σε ένα πάρκο Πανεπιστήμια, ΔΕΘ, 424, Δημαρχείο, Παραλία. Στρατόπεδα, όπως τα Κόδρα & Παύλου Μελά, να γίνουν πάρκα με υπηρεσίες, αθλητικούς & πολιτιστικούς χώρους. Προέκταση του παραλιακού μετώπου έως τη Μίκρα. Προαστικούς προς όλες τις κατευθύνσεις, ώστε να απλωθεί ο κόσμος προς τα προάστια. Και σε κάθε περιοχή να μπορεί να υπάρχει συγκεκριμένος αριθμός καταστημάτων εστίασης. Θυμηθείτε τις περιοχές οι οποίες γέμισαν μόνο με καταστήματα εστίασης. Αναπτύχθηκαν και στη συνέχεια καταστράφηκαν. Σκεφτείτε τα Λαδάδικα, τη Βαλαωρίτου και τη Ν. Κρήνη. Φανταστείτε τώρα όλες αυτές τις περιοχές με τα μισά τουλάχιστον και τα υπόλοιπα να είναι εμπορικά. (Θα ήταν κάτι σαν Soho Λονδίνου ή Marais στο Παρίσι). Τέλος, λύσεις στο κυκλοφοριακό και στις θέσεις πάρκινγκ, έμφαση σε περισσότερα καλλιτεχνικά και πολιτιστικά γεγονότα.
Αν θα έπρεπε να χαρακτηρίσω την πόλη μου με τρεις λέξεις, αυτές θα ήταν ποιότητα ζωής και ανάσα.
Αν η Θεσσαλονίκη ήταν ένα συγκεκριμένο γραφιστικό pattern, θα ήταν κάτι τόσο σύνθετο (σαν την πολυπολιτισμικότητα και την ιστορία της), όσο και απλό (όπως η ζωή στην πόλη).