Βρίσκεται πάντα στην καρδιά των πιο σκληρών γεγονότων. Με ένα «κλικ», καταφέρνει να αποτυπώσει τον πόνο, τον φόβο και την αγωνία των ανθρώπων που πρωταγωνιστούν σε κάθε τους σκηνή, των αφανών αυτών ηρώων που μας μιλούν, χάρη στο αφοπλιστικό τους βλέμμα. Ο Αλέξανδρος Αβραμίδης, διακρίνεται για τη διαχρονική αφοσίωσή του στο ωμό πεδίο μάχης του φωτορεπορτάζ, όντας στην πρώτη γραμμή ως ενεργό μέλος του Reuters. Η προσήλωση στη δουλειά του τον οδήγησε το 2016 στην κατάκτηση του Pulitzer, του πιο σημαντικού παγκόσμιου βραβείου της δημοσιογραφίας, χάρη στην κάλυψη των δυσμενών συνθηκών της προσφυγικής κρίσης στην Ελλάδα και στα Βαλκάνια.
Ταξιδεύοντας σε κάθε άκρη της γης, ο Αλέξανδρος επιστρέφει πάντα στην γενέτειρά του, τη Θεσσαλονίκη και τόπο της μόνιμης διαμονής του. Ο δεσμός, τον οποίο έχει χτίσει μαζί της είναι σύνθετος και ιδιαίτερος. Ας τον ανακαλύψουμε μαζί!
Γεννήθηκα και μεγάλωσα κοντά στο κέντρο, στην περιοχή της Παναγίας Φανερωμένης. Συνεχίζει να είναι η αγαπημένη μου γειτονιά, με συγκινεί γιατί μου θυμίζει την παλιά πόλη. Λίγα χρόνια μετά μετακομίσαμε στη Χαριλάου. Εκεί, στο ύψος του εργοστασίου της Αλυσίδας θυμάμαι πάντα τα μικρά διώροφα σπιτάκια, τα οποία άρχισαν να γίνονται πολυκατοικίες. Ήταν, ουσιαστικά μια μετάλλαξη των λαϊκών συνοικιών που σταδιακά αστικοποιήθηκαν. Πλέον ζω στα όρια Χαριλάου - Πυλαίας.
Όταν ήμουν παιδί ήθελα να ασχοληθώ με τις κοινωνικές επιστήμες.
Σπούδασα Φωτογραφία στην Αθήνα στην ηλικία των 21, μια άκρως κατασταλαγμένη απόφαση μετά από διάφορες διαδρομές μου στην Τουρκία, όπου είχα ταξιδέψει για σπουδές σε μια τεχνική σχολή που εν τέλει δεν με ενδιέφερε. Στην Αθήνα, τα χρόνια ήταν έντονα και δημιουργικά, αφοσιώθηκα πλήρως στο πεδίο της φωτογραφίας, το αγαπούσα και προσπαθούσα να πάρω όσα περισσότερα μπορούσα. Ξεκίνησα επαγγελματικά με πιο «καλλιτεχνικές» φωτογραφίες και έπειτα ήρθε στη ζωή μου το φωτορεπορτάζ.
Το εναρκτήριο λάκτισμα για να ασχοληθώ με τη φωτογραφεία ήταν ένα αυτοσχέδιο περιοδικό, το οποίο δημιουργήσαμε στα 19 με κάτι φίλους και συμμετείχα με κείμενα και φωτογραφίες. Όλοι τότε μιλούσαν με πολύ θετικά λόγια για τις φωτογραφίες μου αλλά σχεδόν κανείς για τα κείμενά μου, αυτό με έκανε να συνειδητοποιήσω πως με την εικόνα μάλλον μπορώ να εκφράζομαι καλύτερα παρά με τον γραπτό λόγο.
Οι φωτογράφοι που θαυμάζω ανήκουν σε μια μεγάλη γκάμα και όχι αποκλειστικά στο φωτορεπορτάζ. Στο ξεκίνημά μου με επηρέασαν στην εικόνα μου η Sally Mann και ο Josef Koudelka.
Αυτό που αγαπώ περισσότερο στη δουλειά μου είναι το γεγονός ότι μπορώ να έρχομαι σε επαφή με ανθρώπους και καταστάσεις που σε άλλη περίπτωση θα ήταν δύσκολο να συμβεί. Είναι σπουδαίο να είσαι στην καρδιά των γεγονότων, να συνδιαλέγεσαι με τους ανθρώπους που πρωταγωνιστούν σε αυτά να διερευνάς μέσα από την εικόνα σου κοινωνικά ζητήματα.
Η κινητήριος δύναμή μου είναι η πίστη μου ότι κάποιες ιστορίες πρέπει να ειπωθούν , να ακουστεί η φωνή ανθρώπων που βρίσκονται στην αφάνεια.
Για μένα η ένωση της φωτογραφίας με το ρεπορτάζ είναι ότι στο κομμάτι της εικόνας προστίθεται το κομμάτι της ενημέρωσης. Η αισθητική είναι πάντα ένα ζητούμενο αλλά σε αυτό προστίθεται το περιεχόμενο, ο σχολιασμός πάνω στο κοινωνικό γίγνεσθαι.
Η κατάκτηση του βραβείου Pulitzer το 2016 ως μέλος της ομάδας φωτορεπόρτερ του Reuters ήταν μια αναγνώριση της δουλειάς μου. Είναι αλήθεια ότι αποτελεί ένα από τα πιο δύσκολα βραβεία για να το κερδίσεις και ήταν αποτέλεσμα μιας συλλογικής δουλειάς των φωτογράφων του Reuters που ασχοληθήκαμε εκείνη την εποχή με την προσφυγική κρίση. Για μένα ήταν προϊόν σκληρής δουλειάς. Αν και δεν κυνηγούσα ποτέ τα βραβεία σαν άνθρωπος, ήταν μια επιβράβευση που μου άνοιξε νέους ορίζοντες. Η φωτογραφία είναι ένα μοναχικό σπορ, είσαι εσύ, η μηχανή και το θέμα σου. Ακόμα και σε προσωπικό επίπεδο, μία αναγνώριση είναι κάτι που σε βοηθάει.
Η κομβική στιγμή στην καριέρα μου ήταν η αρχή της επαγγελματικής μου σχέσης με το Reuters. Ο Γιάννης Μπεχράκης έψαχνε μια νέα συνεργασία τότε στη Βόρεια Ελλάδα και προτάθηκα από κάποιους ανθρώπους. Έτσι μπήκα στα βαθιά νερά του ρεπορτάζ. Το Reuters είναι ένας διεθνής οργανισμός και έχει συγκεκριμένες απαιτήσεις. Πλέον κλείνουμε πάνω από δεκαετία σταθερής συνεργασίας.
Το πιο συγκινητικό στιγμιότυπο κατά τη διάρκεια της κάλυψης ενός γεγονότος Είναι πολλά, θυμάμαι χαρακτηριστικά μια σκηνή κατά τη διάρκεια της φωτιάς στη Μόρια, μ' έναν πατέρα και τα δυο παιδιά του που προσπαθούσαν να ξεφύγουν από το φλεγόμενο καμπ. Τους συνάντησα καθώς ανέβαινα προς την αντίθετη κατεύθυνση. Ο πατέρας έμοιαζε απελπισμένος. Ξαφνικά βρέθηκα εγκλωβισμένος ανάμεσα σε ένα πλήθος ανθρώπων, οι οποίοι κατευθύνονταν προς το άγνωστο. Σκέφτηκα, που βρίσκομαι; τι ζω αυτή τη στιγμή;... ήταν σαν να βρέθηκα ξαφνικά μέσα σε μια μαύρη τρύπα...
Οι κυριότερες δυσκολίες που αντιμετώπισα Ως φωτορεπόρτερ καλείσαι πολλές φορές να βρεθείς σε έκρυθμες καταστάσεις. Πρέπει να πας γρήγορα στο γεγονός, να καταλάβεις τι γίνεται, να βρεις πως θα κινηθείς και να φέρεις το συντομότερο ένα αποτέλεσμα. Αυτό αποτελεί πάντα μία πρόκληση. Αυτοεκπαιδεύεσαι και μαθαίνεις να ξεπερνάς τα συνεχή εμπόδια.
Μου αρέσει να ξεκλέβω χρόνο για να είμαι με τα παιδιά και την οικογένειά μου.
Η χαρά της ζωής περιλαμβάνει απλά πράγματα. Το πιο ωραίο για μένα είναι να βρεθώ με μια παρέα φίλων, παιδικών ή μη, και να περάσουμε όμορφα. Είναι πολύτιμο να έχεις επικοινωνία με ανθρώπους που αγαπάς...
Ένας χώρος Τέχνης της πόλης που αγαπώ σίγουρα είναι το Μουσείο Φωτογραφίας στο οποίο γίνεται πολύ καλή δουλειά, πραγματοποιεί αξιόλογες παραγωγές και αποτελεί σημείο αναφοράς για τους ανθρώπους της εικόνας. Αλλά και γενικότερα τα μουσεία που στεγάζονται κάτω από την ομπρέλα του Momus έχουν ενδιαφέρον.
Οι άνθρωποι-μέντορες για μένα είναι άνθρωποι που σε διαφορετικές φάσεις της ζωής μου με βοήθησαν και μου άνοιξαν ορίζοντες. Αν ταξιδέψω πίσω στον χρόνο και στην περίοδο της σχολής, ένα σημαντικό πρόσωπο για μένα ήταν σίγουρα η Ελένη Μαλιγκούρα, μια σπουδαία εκπαιδευτικός. Ο Γιάννης Μπεχράκης, στη συνέχεια, με βοήθησε πολύ μέσα από τις συμβουλές και τις προκλήσεις που μου έβαζε, δίνοντάς μου ώθηση να προχωρήσω. Ο Νικόλαος Γιακουμίδης, ο πιο αξιόλογος φωτορεπόρτερ της προηγούμενης γενιάς που πέρασε από την πόλη, άφησε το δικό του στίγμα επίσης στην πορεία μου.
Είναι αλήθεια ότι δεν έχω τα κλασικά 24ωρα. Δεν υπάρχει γραμμική σχέση στη δουλειά μας. Τι μία στιγμή μπορεί να καλύπτω κάτι «βαρετό» και μετά από λίγο να βρίσκομαι σε ένα δύσκολο θέμα που να βρίσκεται στην κορυφή της επικαιρότητας. Πέρα, όμως από την καθημερινή εργασία, μέσα σε αυτό το 24ωρο, πρέπει να χωρέσεις και την οικογένεια και τις λοιπές υποχρεώσεις. Μεγάλο κομμάτι της δουλειά μας έχει να κάνει με την ενημέρωση. Πρέπει συνεχώς να ενημερώνεσαι για το τι συμβαίνει στην Ελλάδα και τον κόσμο, να αναλύεις την πραγματικότητα, με κάποιο τρόπο να «προβλέπεις» τι είναι αυτό που πρόκειτε να απασχολήσει την κοινωνία.
Τα μαγαζιά της Θεσσαλονίκης για εμάς λειτουργούν κυρίως ως τόποι εργασίας, επιλέγουμε να έχουν ησυχία. Το «Γιουκάλι» απέναντι από τον Λευκό Πύργο, αποτελεί χαρακτηριστικό παράδειγμα, βρίσκεται στο κέντρο της πόλης, συνήθως βρίσκεις να κάτσεις και όταν συμβαίνει κάτι στον Λευκό Πύργο θα πάμε μετά από εκεί για να στείλουμε τις εικόνες μας και να χαλαρώσουμε από την ένταση της δουλειάς.
Το μέρος της Θεσσαλονίκης που έχω την πιο ωραία ανάμνηση είναι η Παραλία. Εκεί βγήκα πρώτο ραντεβού με τη γυναίκα μου.
Η καλύτερη συμβουλή που μου έχουν δώσει ποτέ βρίσκεται στη στάση ζωής που μου μετέφερε η μητέρα μου, «Κάνε αυτό που αγαπάς και κάπου θα σε βγάλει». Ήταν κάτι που μου έδωσε μια τρομερή αίσθηση ελευθερίας να κάνω αυτό που αγαπώ με υπευθυνότητα, κόντρα σε κάθε είδους στερεότυπο για την εποχή.
Ένα από τα «κρυφά» μου σημεία στην πόλη – Μου αρέσουν μέρη όπου μπορώ να περνάω απαρατήρητος όπως τα ΚΤΕΛ ή ο σιδηροδρομικός σταθμός. Ο κόσμος περνάει διερχόμενος χωρίς να ασχολείται μαζί σου. Επίσης κρύβουν μέσα τους και την προσμονή του ταξιδιού.
Η Θεσσαλονίκη μου αρέσει γιατί έχει μέσα της στοιχεία λαϊκότητας, με την έννοια της απλότητας.
Αν θα άλλαζα κάτι στη πόλη μου θα ήταν να έχει μεγαλύτερη αυτογνωσία για τη θέση της στον χάρτη και τις δυνατότητές της και να μην προσπαθεί να γίνει κάτι που δεν είναι. Είναι εγκλωβισμένη σε μια εσωστρέφεια, η οποία δεν την αφήνει να αναπτύξει το δημιουργικό δυναμικό της και να αποκτήσει αυτοπεποίθηση έτσι ώστε να χτίσει μια ιδιαίτερη ταυτότητα.
Τη Θεσσαλονίκη θα την ήθελα περισσότερο εξωστρεφή και προοδευτική.
Αν θα έπρεπε να τη χαρακτηρίσω με 3 λέξεις. Περιφραστικά θα μπορούσα να πω πως είναι «Ένα ξεχωριστό φλερτ» για μένα. Έχουμε μια έντονη σχέση αγάπης και μίσους. Πιστεύω πως κάποια στιγμή θα τα βρούμε μεταξύ μας!
Info: Ανακαλύψτε περισσότερο φωτογραφικό υλικό του Αλέξανδρου Αβραμίδη στην επίσημη σελίδα του.
Κεντρική φωτογραφία κολάζ: Κέντρο: Αλέξανδρος Αβραμίδης, κατά τη διάρκεια πορείας στην Αθήνα. Πάνω δεξιά: Ένα ζευγάρι που συμμετέχει στη "Μέρα με τα χρώματα" φιλιέται ανάμεσα στο πλήθος, Θεσσαλονίκη 11 Σεπτεμβρίου 2016, φωτογραφία του Αλέξανδρου Αβραμίδη. Αριστερά: «Ομπρελίτσες» Θεσσαλονίκης, φωτογραφία του Αλέξανδρου Αβραμίδη.