fbpixel

Search icon
Search
SKG Stories: Εύη Καρκίτη
SKG STORIES

SKG Stories: Εύη Καρκίτη

Η εμπνεύστρια του Thessaloniki Walking Tours, δημοσιογράφος και ραδιοφωνική παραγωγός μας ξεναγεί στη Θεσσαλονίκη μέσα από τα μάτια της...


Για τη γειτονιά που μεγάλωσε και ζει και τα σημεία της Θεσσαλονίκης που ξεχωρίζει...

Γεννήθηκα, μεγάλωσα και ζω στην Καλαμαριά. Αν και έβρισκα πάντα συναρπαστικούς τους ανθρώπους που κάθε τόσο αποκτούσαν και μια νέα πατρίδα, στη δική μου περίπτωση, αποδείχτηκε πως η σχέση μου με τον τόπο που γεννήθηκα ήταν πολύ δυνατή. Έχω ακόμη έντονη την ανάμνηση μιας Καλαμαριάς με λάσπες, αλάνες, με τα τόσο χαρακτηριστικά προσφυγικά της διώροφα, που πλέον έχουν απομείνει ελάχιστα. Η εικόνα της σήμερα είναι εντελώς διαφορετική. Οι αλλαγές ήταν πολλές, εντυπωσιακές και επιπλέον συντελέστηκαν μπροστά στα μάτια μας, μπροστά και στα δικά μου μάτια. Η μνήμη του παλαιού προσφυγικού συνοικισμού με τις αυλές, τα σπίτια για τα χελιδόνια, τα ποδόμακτρα αλλά και τις μεγάλες δυσκολίες παρασύρθηκε από το ορμητικό ποτάμι της ζωής και τα όσα έφερε μαζί του. Αυτή τη μνήμη έχει βεβαίως νόημα να την ανασύρουμε, να αναζητούμε τα ίχνη και τα αποτυπώματά της, όμως την ίδια στιγμή δεν πρέπει να ξεχνάμε πως η ζωή για πολλούς Καλαμαριώτες έγινε μέσα στο χρόνο πιο εύκολη. Η ταυτότητά της περιοχής είναι σήμερα πολυσυλλεκτική και σύνθετη. Ωστόσο, ακόμη και τώρα, ανάμεσα στους νέους κατοίκους κυκλοφορούμε κι εμείς που θυμόμαστε, χωρίς να νοσταλγούμε, την οδό Κομνηνών, τον σημερινό πεζόδρομο, ως δρόμο διπλής κατεύθυνσης με παπλωματάδικα, σινεμά β΄προβολής, περίπτερα και ζαχαροπλαστεία τα οποία δεν πουλούσαν μόνο γλυκίσματα αλλά αποτελούσαν κι ένα είδος εξόδου στα οποία θα μπορούσε κανείς να περάσει τα κυριακάτικα απογεύματά του.

Νομίζω πως η εγγύτητα με τη θάλασσα είναι το στοιχείο που με κράτησε στην Καλαμαριά και το πρώτο που μου λείπει όταν είμαι μακριά από αυτήν. Η θαμπή θάλασσα του Θερμαϊκού όρισε και το δικό μου πεδίο, έγινε το σταθερό σημείο αναφοράς. Οι μέρες με ομίχλη, τα φωτισμένα πλοία τη στιγμή που πέφτει το σκοτάδι, το πρώτο φως της μέρας, οι αλλαγές των εποχών, οι περίπατοι στην ακτογραμμή της Καλαμαριάς, δεν είναι μόνο κομμάτια της ζωής μου, αλλά και μια σταθερή πηγή ονειροπόλησης.

Δεν ονειρευόμουν να γίνω κάτι συγκεκριμένο ως παιδί, απλώς ονειρευόμουν πάρα πολύ. Τα πράγματα της ζωής ήρθαν έτσι που στα τέλη της δεκαετίας του ΄80 η δημοσιογραφία φαίνονταν μια καλή ιδέα. Ήταν η εποχή της «Άνοιξης της ραδιοφωνίας», ένα φαινόμενο που τόσο σκληρά επικρίθηκε, το οποίο όμως άνοιξε και ένα παράθυρο σε ένα ραδιοφωνικό τοπίο που είχε ανάγκη από φρέσκιες ιδέες. Το ραδιόφωνο ήταν απαιτητικό αλλά και συναρπαστικό. Είχα μια ασυγκράτητη όρεξη για δουλειά σε αυτό το μέσο, που έδειξε μια αξιοθαύμαστη αντοχή μέσα στο χρόνο. Τα περιοδικά και οι εφημερίδες ήρθαν αμέσως μετά.

Η δημοσιογραφία μου έδωσε πάρα πολλά με σπουδαιότερο το να ξυπνώ κάθε πρωί με προοπτική να εργαστώ για ανυπολόγιστες ώρες και να μην γκρινιάζω για αυτό. Το ραδιόφωνο μου έμαθε να σκέφτομαι γρήγορα και να ιεραρχώ, να αφήνω τα πάντα πίσω, όταν ανοίγει η πόρτα στο στούντιο. Η δημοσιογραφία μου έδωσε επίσης τη δυνατότητα να συναντήσω και να συζητήσω με ανθρώπους που αποτελούσαν μια πηγή έμπνευσης για μένα. Φυσικά υπήρξαν και οι απογοητεύσεις. Όμως τα έχει αυτά η ζωή, μεγαλώνοντας η λίστα των ανθρώπων που θαυμάζουμε και μας εμπνέουν γίνεται ολοένα και μικρότερη. Το πιο δύσκολο για μένα ήταν να θέσω ερωτήματα σε πρόσωπα των οποίων το έργο είχε κάποια αξία για τη ζωή μου. Σε αυτές τις περιπτώσεις είχα πάντα μεγάλο τρακ. Ένα τρακ που ποτέ δεν ξεπέρασα.

Μερικές φορές λέω για όλους εμάς που εργαστήκαμε στο ραδιόφωνο ότι είναι σαν να μας φίλησε πρίγκιπας. Θα έλεγα πως μεγάλωσα μέσα στα ραδιοφωνικά στούντιο, πέρασα σε αυτά τριάντα χρόνια της ζωής μου και τριάντα χρόνια είναι πολύς καιρός. Εργάστηκα για ραδιοφωνικές εκπομπές με λόγο ζωηρό, αιχμηρό –όχι όμως επιθετικό-, προσπάθησα για το αναπάντεχο, να μη γίνω βαρετή και προβλέψιμη. Απεχθάνομαι την ραδιοφωνική κοινοτοπία, την τεμπελιά. Τα ίδια και τα ίδια, δεν μπορούν να κρυφτούν, το μικρόφωνο τα ξεσκεπάζει. Η μεγαλύτερη φιλοδοξία μου ήταν να μιλώ με τρόπο ελαφρύ και φιλικό για σημαντικά πράγματα, πολλές φορές καθόλου ευχάριστα. Πλην ελαχίστων εξαιρέσεων, αγάπησα όλα τα ραδιόφωνα στα οποία εργάστηκα, δεν ήταν και λίγα, έκανα φίλους, δούλεψα το ύφος μου, έμαθα να διαχειρίζομαι δυσκολίες και κρίσεις.

Ποτέ δε θα ξεχάσω την εποχή που στήναμε τον 88μισό, με τις προοπτικές όλες μπροστά, μέσα σε ένα κλίμα ευφορίας και ανάτασης. Με τις εφημερίδες πάντα είχα μια κάποια απόσταση, ποτέ δεν κατάφερα να ενσωματωθώ πλήρως. Αντίθετα, αγάπησα πολύ τα περιοδικά. Πριν από λίγο καιρό γνώρισα την εκδότρια ενός θρυλικού ελληνικού περιοδικού και μόνο που δεν έπεσα στην αγκαλιά της. Οι άνθρωποι των περιοδικών νιώθουμε σαν να ανήκουμε στην ίδια οικογένεια. Για πολλά χρόνια έγραφα χιλιάδες λέξεις κάθε μέρα, μέχρι που το 2011 έπαθα ένας είδος «συγγραφικού μπλοκαρίσματος» που πήρε κάποιο χρόνο να ξεπεράσω. Τότε, για πρώτη φορά σκέφτηκα ότι ίσως στα περιοδικά ξόδεψα ένα κεφάλαιο που θα μπορούσε να δημιουργήσει ένα μυθιστόρημα, μερικά διηγήματά ίσως. Από την άλλη, δε μετανιώνω γιατί στα ραδιόφωνα και τα περιοδικά πέρασα τα καλύτερα χρόνια της ζωής μου. Για τα υπόλοιπα μπορεί να μην είναι και τόσο αργά.

Το αγαπημένο μου μέρος στην πόλη είναι το παραλιακό μέτωπο της Θεσσαλονίκης. Θα είναι πάντα εκείνο που δίνει τροφή στις σκέψεις και τα όνειρά μας. Από το Λιμάνι ως το Παλατάκι, τη μαρίνα της Αρετσούς, κι ακόμη πιο πέρα, έχει κανείς την ευκαιρία για περιπάτους και ενδοσκόπηση. Λατρεύω την οδό Βαφοπούλου στο Ντεπώ, ο πλούτος της είναι απερίγραπτος. Το βιβλιοπωλείο που έχουν εκεί οι φίλες μου Τζίνα και Στέλλα είναι ένα ορμητήριο και προσωπικό, αλλά και της Thessaloniki Walking Tours.

Η ιδέα των πολιτιστικών διαδρομών Thessaloniki Waling Tours ήταν απλή, από πίσω όμως είχε ένα όραμα, τη δημιουργία δυνατών αστικών βιωμάτων, όπου θα μπορούσε να συναντηθεί το πλούσιο και δύσκολο παρελθόν της Θεσσαλονίκης με το παρόν της, να δημιουργηθούν κοινοί τόποι για να συναντηθούν άνθρωποι και εποχές. Δεν είχα ιδέα για το τι σημαίνει «επιχειρείν». Μπήκα σε αυτή την ιστορία με φόρα, έχοντας απόλυτη άγνοια κινδύνου. Δούλεψα για να στηθεί και να αποκτήσει διακριτό χαρακτήρα πάρα πολύ σκληρά. Είμαι ένας τρομερά επίμονος άνθρωπος και δεν εγκαταλείπω ποτέ, όσες δυσκολίες κι αν συναντήσω και συνάντησα πάρα πολλές. Η ανταπόκριση, αυτή η απίστευτη, ζεστή ανταπόκριση στις δραστηριότητες της Thessaloniki walking Tours, είναι ίσως το πιο συναρπαστικό πράγμα που μου έχει συμβεί. Είναι όμως και μια ευθύνη. Σήμερα μπορούμε να μιλήσουμε για μια εταιρία με σύνθετες πολιτιστικές δραστηριότητες, διαδρομές, ταξίδια, σεμινάρια, με σημαντικές συνεργασίες και πλούσια προγράμματα τόσο στην Θεσσαλονίκη όσο και την Αθήνα.

Μακάρι να μπορούσα να διαλέξω μία από τις τόσες διαδρομές που έχουμε σχεδιάσει και υλοποιήσει. Έχουμε σκάψει βαθιά στο παρελθόν, δεν φοβηθήκαμε τις σκοτεινές πλευρές της ιστορίας, τροφοδοτήσαμε τη μεγάλη εικόνα με πολυάριθμες ανθρώπινες ιστορίες, οι άνθρωποι είναι εξάλλου εκείνοι που διαμορφώνουν την ταυτότητα των πόλεων, αυτοί θα είναι πάντα το ζητούμενο, η βάση της φιλοσοφίας και της προσέγγισης μας.

Η πρόταση για την Αθήνα έγινε από τον αγαπημένο μου φίλο και συγγραφέα Θανάση Τριαρίδη και μέσω αυτού συνάντησα τον συγγραφέα και δημοσιογράφο Ηλία Μαγκλίνη. Προέκυψε μια εξαιρετική, δημιουργική συνεργασία, συνδυάζοντας την επαγγελματική μας εμπειρία και τις δεξιότητές μας. Το όραμα είναι πάντα το ίδιο: ανασύρουμε τη μνήμη, συνδέοντας χωρίς προκαταλήψεις το χθες με το σήμερα στην προσπάθεια μας να κατανοήσουμε τι είναι αυτό που λέμε πόλη και φυσικά τους ανθρώπους που ζουν μέσα σε αυτές. Ταυτόχρονα ανοίξαμε και μια συνομιλία μεταξύ των δύο πόλεων της Θεσσαλονίκης και της Αθήνας. Ταξίδια, σεμινάρια, αστικές περιηγήσεις φέρνουν σε επαφή και το κοινό των δύο πόλεων για δημιουργικές, θέλουμε να πιστεύουμε, συναντήσεις.

Η Αθήνα και η Θεσσαλονίκη είναι δύο πολύ διαφορετικές πόλεις. Θα μπορούσε να γράψει κανείς τόσα πολλά για αυτό. Ας περιοριστώ όμως στο φως. Από τη μια έχουμε την καταχνιά, την υγρασία, την ομίχλη, το θολό της Θεσσαλονίκης, που κάποιοι τόσο αγαπάμε και από τη άλλη το λαμπερό αττικό φως που σε συνεπαίρνει και σου φτιάχνει αμέσως τη διάθεση. Έχουν βέβαια οι πόλεις και πολλά κοινά. Είναι οι άνθρωποι που το κάνουν αυτό. Σε Αθήνα, Θεσσαλονίκη και φυσικά κι αλλού, αγαπούν, προσδοκούν και αγωνιούν για τα ίδια πράγματα.

Έξοδος για μένα σημαίνει κινηματογράφος και στη συνέχεια μπαρ για ποτό και μουσική. Αυτό είναι το δικό μου αξεπέραστο πρότυπο για ένα ωραίο βράδυ με φίλους. Συμπαθώ τα κλειστά μπαρ και λιγότερο αυτά που αφήνουν το εσωτερικό σε κοινή θέα και έχουν τη λογική του cafe. Στο κέντρο, αλλά και την περιοχή του Ντεπώ, υπάρχουν χώροι που μπορείς να αποφορτίσεις στο τέλος μια μεγάλης μέρας όπως είναι ο Αύγουστος, ο Λωτός, η Sala Bianca, το Ωραίο Ντεπώ, η Laica. Σε αυτούς του χώρους εξάλλου μπορείς να ακούσεις και ντιτζέι που τολμούν να παίζουν πράγματα έξω από τα καθιερωμένα, όπως είναι ο φίλος μου Στέργιος Μακκαβαίος.

Αγαπώ πολύ την «Κάζα Μπιάνκα», εκεί στεγάζεται και η Δημοτική Πινακοθήκη. Κάθε γωνιά αυτού του μαγικού χώρου, έργο του Πιέρρο Αριγκόνι, έχει και μια ιστορία να αφηγηθεί, δυστυχώς όχι πάντα ευχάριστη, αλλά σημαντική, που έχει τη θέση της στο πολύπλοκο παζλ της πόλης. Η ανακαίνισή της το 1997, λίγο πριν την οριστική κατάρρευσή της, θα συμβολίζει πάντα μια νίκη της μνήμης έναντι της λήθης, μια νίκη της πόλης.

Καθημερινά θα περπατήσω στην ακτογραμμή της Καλαμαριάς. Οι μέρες με λιακάδα και σκληρό βόρειο άνεμο είναι οι καλύτερές μου, γιατί προσφέρουν αυτήν την ανεπανάληπτη θέα προς τον Όλυμπο. Εξαιτίας των υποχρεώσεων, επαγγελματικών αλλά και οικογενειακών, λειτουργώ κάτω από αυστηρό πρόγραμμα. Όταν μπορώ να είμαι πιο ελαστική, μου αρέσει να τρώω έξω το μεσημέρι. Η Μούργα και η Ακαδημία είναι πάντα εξαιρετικές επιλογές

Το μυστικό μου μέρος στην πόλη είναι το άλσος ανάμεσα στο Παλατάκι και τη Βάση Ναυτοπροσκόπων, απέναντι από το νότιο τμήμα του Κόδρα, στη παραλία της Καλαμαριάς. Είναι απίστευτο πώς αλλάζει κάθε φορά που αλλάζουν και οι εποχές, με καλύτερη την άνοιξη, καθώς γεμίζει παπαρούνες. Σχεδόν δυσκολεύεσαι να πιστέψεις πως η πόλη είναι τόσο κοντά. Επίσης είναι το σημείο από όπου μπορεί κανείς να δει συναρπαστικά ηλιοβασιλέματα. Μην το σκέφτεστε, ελάτε να τα δείτε, ελάτε να τα ζήσετε.

Στη Θεσσαλονίκη μου αρέσει η πυκνή και δύσκολη ιστορία της είναι ένα πεδίο εξάσκησης και διερεύνησης για όλους μας και για το πώς μπορούμε να ζήσουμε με τον άλλον. Τα ίχνη της μακραίωνης παρουσία της, σπαρμένα εδώ και εκεί, είναι πάντα μια πρόκληση για περιηγητές και ακαταπόνητους ερευνητές. Το άνοιγμά της στη θάλασσα πάντα θα εμπνέει όσους ζουν σε αυτήν και όσους την επισκέπτονται. Η εικόνα του Μπρούνο Γκάνζ με το σκύλο του, όπως την αποτύπωσε ο Θόδωρος Αγγελόπουλος στο «μία αιωνιότητα και μία ημέρα» αφηγείται και κάτι από τη δική μας ζωή, τη δική μας μυστική ιστορία. Αν μπορούσα θα έσβηνα με μιας τις μουτζούρες που την κατακλύζουν. Δεν έχει μείνει καθαρός τοίχος ούτε για δείγμα. Ας τελειώνουμε με αυτό.

Αν θα έπρεπε να χαρακτηρίσω τη Θεσσαλονίκη με 3 λέξεις αυτές θα ήταν αντιφατική, επιπόλαιη και φυσικά – όταν το θέλει- αληθινή ξελογιάστρα.

Φωτογραφία πορτρέτου: Τζίνα Άρχοντα