Πέρασε τα πρώτα του ενήλικα χρόνια ως φοιτητής στη Νομική Σχολή στο Παρίσι, χωρίς να γνωρίζει με σιγουριά αν θα άκουγε στο κάλεσμα προς τη δικηγορία. Είχε μια έφεση στη μουσική και στις άλλες Τέχνες, αλλά όχι σε τέτοιο βάθος, ώστε να αφιερωθεί σε αυτές. Μετά τις σπουδές του, από περιέργεια, ο Theodore έδωσε εισαγωγικές εξετάσεις στο Τμήμα Γλυπτικής του School of Fine Arts του Παρισιού, στις οποίες -προς μεγάλη του έκπληξη- πέτυχε. Τα μαθήματα, όμως, του φάνηκαν σπατάλη χρόνου, γι’ αυτό και δεν έμεινε πολύ στη σχολή. Όταν την άφησε, ξεκίνησε η πραγματική εκπαίδευσή του και ξύπνησε το πάθος του για τη γλυπτική, δουλεύοντας πλάι στον Γερμανό δάσκαλο Ingbert Brunk, στο νησί της Νάξου. Τότε, τα πρωινά εργαζόταν σ’ ένα λατομείο μαρμάρου και τα μεσημέρια πάνω σε έργα του καλλιτέχνη. Μαζί μετά μαγείρευαν και έπαιζαν σκάκι, ενώ ακολουθούσαν ατελείωτες ώρες συζητήσεων πάνω στην Τέχνη και την πνευματικότητα. Ήταν ένα περιβάλλον σκληρό, μοναστικό, απαιτητικό και ψυχρό, σαν το ίδιο το μάρμαρο, αλλά εξαιρετικά πλούσιο σε γνώσεις και εμπειρίες.

«Με γοήτευσε η ανθεκτικότητα του Brunk στον τρόπο που επεξεργαζόταν ένα τόσο δύσκολο υλικό. Ταυτόχρονα, ένιωσα ότι μπορούσες εύκολα να γίνεις “σκλάβος” του μαρμάρου, και αυτό κάπως με έσπρωξε μακριά του. Συνέχισα να δουλεύω με ξύλο και μελάνι, τα οποία έβρισκα πιο ευθυγραμμισμένα με τη νιότη μου εκείνη την εποχή. Ωστόσο, πολύ γρήγορα, αντιλήφθηκα πως η Τέχνη είναι μια κατάσταση του νου. Για μένα, η ενασχόλησή μου μαζί της ήταν σαν προσευχή - δεν την είδα ποτέ σαν εμπορικό προϊόν. Τελικά, τίποτα δεν είναι σημαντικότερο από το να μπορέσεις να ευθυγραμμιστείς με αυτό το αίσθημα σύνδεσης, βρίσκοντας τον βαθύτερο ή ανώτερο εαυτό σου. Το μέσο ή το αποτέλεσμα δεν έχει και πολλή σημασία», λέει ο ίδιος.
Γιατί τελικά επιλέξατε το μάρμαρο ως βασικό υλικό στο έργο σας; Πώς καταφέρατε να το «δαμάσετε» και να του δώσετε νέα ζωή; Χρειάστηκαν περίπου 30 χρόνια για να επιστρέψω στο μάρμαρο, αλλά, αυτήν τη φορά, το έκανα με μια εντελώς διαφορετική προσέγγιση. Δε με ενδιαφέρει πια να το διαμορφώσω. Είμαστε, άλλωστε, σε μια εποχή που ο άνθρωπος μπορεί να παραγάγει οτιδήποτε θέλει πολύ καλά με μηχανές. Σε αντίθεση με αυτό, λοιπόν, μελετώ και χρησιμοποιώ το μάρμαρο κυρίως όπως το βρίσκω. Έχει τη δική του μνήμη και φόρμα, φέρει τα σημάδια των φυσικών γεγονότων και των ανθρώπινων παρεμβάσεων πάνω του. Αποκτώ κομμάτια που με ενδιαφέρουν και τα στέλνω στο στούντιο για να τα παρατηρώ μέχρι να βρω έναν σκοπό ή έναν λόγο για να τα συμπεριλάβω σε κάτι που κάνω.
Πώς εξελίσσεται ο διάλογος με το υλικό κατά τη διάρκεια της δημιουργικής διαδικασίας; Όπως είπα, ξοδεύω αρκετό χρόνο παρατηρώντας πού θα το χρησιμοποιήσω στη δουλειά μου. Κάποιες φορές χρειάζεται ένας ολόκληρος χρόνος για να φέρω επιτέλους στο στούντιο ένα κομμάτι που επέλεξα στο λατομείο μαρμάρου ή σε ένα εργοστάσιο. Αναρωτιέμαι διαρκώς για το τι πρόκειται να κάνω με αυτό. Υπάρχουν τόσο πολλές ιδέες, όμως επειδή όλοι κάνουμε και κάτι και ο κόσμος έχει δει ήδη πάρα πολλά, είναι δύσκολο να καταλήξεις κάπου. Το να μην «κάνεις κάτι» είναι εξίσου δύσκολο. Μπορώ να περάσω μια ολόκληρη μέρα σε μια καρέκλα στο στούντιο, αποφεύγοντας όλες τις ιδέες που μου έρχονται στο μυαλό. Τελικά, εκείνη που αντιστέκεται σε αυτήν τη διαδικασία αποδόμησης και αποκλεισμού για αρκετό καιρό, θα παραμείνει μόνη και θα επιβληθεί ως αναγκαιότητα. Αλλά ακόμα και τότε, κατά τη διάρκεια της υλοποίησής της, θα συντονιστεί και θα έρθει στην πιο βασική και ουσιαστική μορφή της.

Τι μέρος της ζωής σας καταλαμβάνει η Τέχνη σας; Τα επίπεδα δέσμευσης και αφοσίωσης στην Τέχνη και την έρευνά μου ήταν πάντα υψηλά. Όταν ήμουν νεότερος, σίγουρα αυτό επηρέαζε τη ζωή μου και τη σχέση μου με τους άλλους σε μεγάλο βαθμό, οπότε όλα έμοιαζαν να βρίσκονται σε κόντρα. Έπρεπε να βρω μια ισορροπία - κυριολεκτικά κλήθηκα να διαλέξω. Αυτήν τη στιγμή, η σύντροφός μου και οι άνθρωποι που αγαπώ γύρω μου με εμπνέουν να αφιερώσω περισσότερο χρόνο σε αυτούς. Άρα, οι ισορροπίες ήρθαν φυσικά. Διαθέτω μηδενικό χρόνο για χάσιμο, οπότε βρίσκομαι κυρίως στο στούντιο, στη δουλειά, με τη σύντροφό μου και πολύ στενούς φίλους. Και στη φύση, όταν έχω την ευκαιρία. Δεν πηγαίνω σε συγκεντρώσεις, δε μου αρέσουν τα πολύβουα μέρη, σπάνια βρίσκομαι ανάμεσα σε κόσμο. Απολαμβάνω τις συναντήσεις που είναι ένας προς έναν.
Είναι η Τέχνη ένας δρόμος για να ανακαλύψεις τον εαυτό σου; Σε προσωπικό επίπεδο, η πρακτική μου βασίζεται σε μια ισορροπία μεταξύ των προσπαθειών που καταβάλλουν το μυαλό και το σώμα. Την αισθάνομαι περισσότερο σαν μια χορογραφία ή μια προσευχή, παρά ότι χτίζω ή φτιάχνω κάτι. Το αποτέλεσμα μπορεί να είναι ένα αντικείμενο, αλλά η δημιουργία του προκύπτει από έναν φυσικό διαλογισμό. Επεξεργάζομαι πολύ την αρχέγονη ιδέα, ενώ εργάζομαι με βαρύτητα, κίνηση, εντροπία, σιωπή. Το υλικό είναι από μόνο του πολύ primitive. Οπότε αναγκαστικά με αγγίζει και με εκφράζει μέχρι το μεδούλι. Αλλά δεν αποκαλύπτει ούτε προκαλεί τον εαυτό μου περισσότερο από οποιαδήποτε άλλη δραστηριότητα, αλληλεπίδραση ή σκέψη στη ζωή μου. Υπάρχει μια πνευματικότητα σε ό,τι αισθάνομαι.
Ποιους Έλληνες καλλιτέχνες ξεχωρίζετε; Ήμουν ακόμη στο Παρίσι όταν συνάντησα τα έργα των Kounellis και Samaras, μέσω της συλλογής του πατέρα μου. Παραμένουν δύο από τους πιο αγαπημένους μου καλλιτέχνες. Το βιβλίο του Kounellis “Limnea Odyssia” έχει σίγουρα συνεισφέρει στην εκπαίδευσή μου, σε συνδυασμό με την ευπάθεια του Σαμαρά στα πρώιμα έργα του με Polaroid. Για μένα, αυτά τα δύο και η κυκλαδίτικη τέχνη μιλούν ακόμη στην καρδιά μου. Απολύτως λογικό για τον τρόπο με τον οποίο αντιλαμβάνομαι την Ελλάδα ακόμα και σήμερα. Μου άρεσε επίσης πολύ να βλέπω τα σχέδια του Παρθένη. Σήμερα, έχω μια καλύτερη εικόνα για το τι γινόταν στην ελληνική σκηνή. Αλλά έχω συνειδητοποιήσει πόσο δύσκολες ήταν οι συνθήκες για τους καλλιτέχνες για μεγάλο χρονικό διάστημα και πόσους συμβιβασμούς έκαναν λόγω αυτών των συνθηκών. Σκέφτομαι ανθρώπους σαν τον Τσιριγούλη, που πεινούσε και δούλευε κυριολεκτικά στην ταράτσα του, χωρίς κανείς να καταλαβαίνει τίποτα για τη δουλειά του. Η τόσο καλή τέχνη δεν είδε ποτέ αναγνώριση εξαιτίας αυτού. Οι καλλιτέχνες υποχρεώθηκαν να συμβιβαστούν στην τέχνη τους για να επιβιώσουν. Ωστόσο, σήμερα απολαμβάνω πολύ τα έργα των Κωστή Βελώνη, Αλέξανδρου Τζαννή, Θανάση Τότσικα και άλλων.
Πώς αισθάνεστε κάθε φορά που ολοκληρώνετε ένα έργο; Παραδόξως, αισθάνομαι ότι ένα κομμάτι έχει τελειώσει όταν έχω δημιουργήσει αρκετό χώρο σε αβεβαιότητες και πιθανότητες να αναδυθούν.

Με ποιες άλλες Τέχνες έχετε ασχοληθεί; Η μουσική και η γλυπτική ήταν ανέκαθεν τα μέσα στα οποία είχα έφεση. Βρίσκω και στις δύο εκφράσεις για την αφηρημένη ζώνη, το βάθος, την υλικότητα και το πλάτος που χρειάζομαι. Αλλά έχω γράψει και ποίηση, ενώ ασχολήθηκα και με τη ζωγραφική σε κάποιες έντονες περιόδους της ζωής μου. Σε κάθε περίπτωση, συγκινούμαι και συνδέομαι πολύ στενά με τον ήχο, το φως και το vibe όλων των έργων μου.
Ποιες είναι οι ιδανικές δόσεις ενέργειας που διαθέτετε στην Τέχνη και σε όλα τα υπόλοιπα; Καλή ερώτηση, και ειδικά για τους νεότερους αναγνώστες σας που βρίσκονται στη διαδικασία να διαλέξουν μεταξύ ενός φορέα Τέχνης ή μιας πιο «κανονικής» ζωής, δεν είναι τόσο εύκολο όσο φαίνεται να βρεις ισορροπία. Αλλά, αν το πάρω από μια διαφορετική οπτική γωνία, μπορώ να ανατρέξω σε περιόδους της ζωής μου που δεν είχα τίποτα να πω μέσω της Τέχνης και επομένως απλώς απείχα και έκανα άλλα πράγματα. Ένα από αυτά που παρατήρησα είναι ότι οι άνθρωποι συνήθως παραπονιούνται ότι δεν κάνουν αυτό που πραγματικά αγαπούν. Το βρίσκω πιο λογικό να αγαπάς αυτό που κάνεις, παρά να κάνεις αυτό που αγαπάς. Είχα πολλές ζωές, άλλαξα δουλειές, χώρες αρκετές, ακόμη και όνομα δύο φορές και δε θυμάμαι να έκανα ποτέ κάποια δουλειά, ακόμα και αν φαινόταν η πιο ανόητη, χωρίς να την απολαμβάνω βαθιά. Όμως, η Τέχνη είναι κάτι διαφορετικό. Η δέσμευση και η αφοσίωση είναι σε απόλυτο βαθμό, και δεν έρχονται ως επιλογή. Τουλάχιστον, όχι μακροπρόθεσμα. Πραγματικά, δε μετράει πόσο επιτυχημένος είσαι ή τι έχεις κάνει καλά, γιατί οι ερωτήσεις και τα ευρήματα είναι βαθιά, εξαιρετικά προσωπικά και άυλα. Συμμετέχεις σε αυτά εντελώς ή καθόλου. Κανείς δεν μπορεί να σε βοηθήσει εκεί μέσα. Ακόμη και οι πιο επιτυχημένοι καλλιτέχνες θα σας πουν ειλικρινά ότι δεν υπάρχει δίχτυ ασφαλείας. Είσαι εκεί για το καλύτερο και για το χειρότερο.
Μεταξύ Παρισιού και Αθήνας, τι είναι αυτό που κάνει την Ελλάδα να ξεχωρίζει στα μάτια σας; Το Παρίσι μού έχει προσφέρει όλα όσα ήθελα ως νέος: πολιτισμό, διασκέδαση, ομορφιά, δεξιότητες, πλούτο, ηρεμία. Διψούσα, είχα περιέργεια και μου άρεσε να το περπατάω, οπότε ήταν ένα τέλειο μέρος να μεγαλώσω. Θα είμαι πάντα συνδεδεμένος και ευγνώμων σε αυτό! Περνάω πλέον πολύ χρόνο στην Αθήνα. Είναι σίγουρα πιο ακατάστατη και με εκπλήξεις. Είναι σαν την ίδια τη ζωή: σέξι, πολυεπίπεδη, απρόβλεπτη, μη ομοιογενής, ριψοκίνδυνη, σεμνή. Αλλά χαίρομαι που δε μεγάλωσα εδώ, οπότε μπορώ να την εκτιμήσω από επιλογή.
Από τις συνεργασίες σας μέχρι σήμερα, τι έχετε αποκομίσει; Έχω την ευκαιρία να συνεργάζομαι τακτικά με αρχιτέκτονες και developers όπως οι Molonglo, που διαθέτουν ισχυρό ήθος και δέσμευση σε αξίες που νιώθω πολύ κοντά μου. Πρόσφατα, με προσκάλεσαν να σχεδιάσω κομμάτια για το χαμάμ Zeyrek Çinili στην Κωνσταντινούπολη, το ιστορικό μνημείο του Mimar Sinan.
Ποια είναι τα επόμενά σας βήματα; Φέτος ξεκίνησα ένα οικιστικό έργο με τα λατομεία Μαρμάρου Διονύσου, που θα πάρει τη μορφή ενός πάρκου ανάμεσα στα λατομεία και τα μάρμαρα της αναστήλωσης του Παρθενώνα και της Ακρόπολης. Αναδιοργανώνω το στούντιό μου και μάλλον θα μεταφέρω μέρος του στη Σύρο, αλλά βήμα προς βήμα, με έμφαση στο να παραμείνει αληθινό και απλό.
Ο ορισμός της ομορφιάς για εσάς... αντίθεση. Η επιφάνεια που περιέχει το χάος.
Η χαρά της ζωής περιλαμβάνει... απλότητα, ειλικρίνεια, τιμιότητα και να φροντίζουμε ο ένας τον άλλον.
Τι αλλαγή θα θέλατε να συμβεί στον κόσμο; Πιστεύω ότι ζούμε με γρήγορους ρυθμούς και με μπόλικη σύγχυση. Το αισθάνομαι πολύ αυτό στη ζωή μου. Κατά κάποιον τρόπο το μόνο πράγμα που θα ήθελα να αλλάξω είναι να σταματήσω να θέλω να αλλάξω τα πράγματα. Ξοδεύω χρόνο επικεντρωμένος σ’ έναν σκοπό, δίχως να αφήνω τα γεγονότα να εξελιχθούν από μόνα τους.
ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΑ ΟΛΥΜΠΙΑ ΚΡΑΣΑΓΑΚΗ
ΔΗΜΟΣΙΕΥΤΗΚΕ ΣΤΟ ΠΕΡΙΟΔΙΚΟ GLOW ΣΤΟ ΤΕΥΧΟΣ ΜΑΙΟΥ 2025