Μπορεί η πανδημία να έχει αυξήσει ιδιαίτερα το άγχος σε πολλούς από εμάς και οι ειδικοί να προειδοποιούν ότι μια σημαντική μειονότητα μπορεί να μείνει με προβλήματα ψυχικής υγείας και μετά από αυτήν, εντούτοις επιστήμη και τεχνολογία μπαίνουν δυναμικά στον αγώνα διαχείρισής τους.
Ενώ πολλοί από εμάς έχουν γίνει λίγο πιο ανήσυχοι μέσα στη δύσκολη αυτήν περίοδο που διανύουμε, σε ορισμένους η πανδημία έχει προκαλέσει ή έχει ενισχύσει πολύ πιο σοβαρά προβλήματα ψυχικής υγείας. Και οι ψυχολόγοι ανησυχούν πως αυτά ενδέχεται να παραμείνουν μακροπρόθεσμα. Ο Steven Taylor, συγγραφέας του «H Ψυχολογία των πανδημιών» και καθηγητής Ψυχιατρικής στο Πανεπιστήμιο της Βρετανικής Κολομβίας του Καναδά, υποστηρίζει ότι «για μια ατυχή μειονότητα ανθρώπων, ίσως 10% έως 15%, η ζωή δε θα επιστρέψει ξανά στο φυσιολογικό», λόγω του αντίκτυπου της πανδημίας στην ψυχική τους ευημερία. Το Ινστιτούτο Black Dog της Αυστραλίας, ένας κορυφαίος ανεξάρτητος ερευνητικός οργανισμός ψυχικής υγείας, έχει, επίσης, εγείρει ανησυχίες για «μια σημαντική μειονότητα που θα επηρεαστεί από μακροχρόνιο άγχος». Στο Ηνωμένο Βασίλειο, μια ομάδα κορυφαίων ειδικών στη δημόσια υγεία προειδοποίησε πρόσφατα στο British Medical Journal ότι «ο αντίκτυπος της πανδημίας στην ψυχική υγεία είναι πιθανό να διαρκέσει πολύ περισσότερο από αυτόν στη σωματική».
Αποξένωση & κοινωνικές μεταβολές
Η χρόνια μοναξιά, που προκαλείται από την κοινωνική απομόνωση ή την «έλλειψη ουσίας» στη ζωή κατά τη διάρκεια της πανδημίας, είναι μια άλλη σημαντική ανησυχία των επιστημόνων. Μερικοί άνθρωποι βρέθηκαν ακούσια με λιγότερες στενές σχέσεις στην εποχή της κοινωνικής απόστασης και μπορεί να είναι δύσκολο να ξαναχτίσουν τις επαφές τους. Άλλοι αποχώρησαν σκόπιμα από τον έξω κόσμο για να νιώσουν «αίσθηση ασφάλειας» και να ενδυναμώσουν την κοινωνική απόσταση του μέλλοντος. Όταν οι άνθρωποι βιώνουν στρες στον έξω κόσμο, μπορούν ν’ αποσπαστούν από αυτόν. Επίσης, το άγχος της διαβίωσης είναι πιθανό να προκαλεί μεγαλύτερο ψυχολογικό βάρος σ’ εκείνους που είχαν στο παρελθόν τραυματικές εμπειρίες. Μπορεί να προκαλέσει τη μνήμη του τραύματος συνειδητά και ασυνείδητα.
Η συνεχιζόμενη ανεργία ή η απώλεια εισοδήματος μπορεί να επηρεάσουν εξίσου τη μακροπρόθεσμη ψυχική ευημερία. Μελέτες πριν από την πανδημία συνέδεαν αυτούς τους παράγοντες με την κατάθλιψη, το άγχος ή τις τάσεις αυτοκτονίας. Πρόσφατα στοιχεία δημοσκοπήσεων από τις ΗΠΑ διαπίστωσαν ότι οι περισσότεροι από τους μισούς από αυτούς που ήταν άνεργοι ή είχαν μειώσει το εισόδημά τους κατά τη διάρκεια της οικονομικής κρίσης, είχαν ήδη αναφέρει αρνητικές επιπτώσεις στην ψυχολογία τους. Οι ψυχολόγοι τονίζουν ότι η άνευ προηγουμένου φύση και κλίμακα της κρίσης του κορωνοϊού προσθέτουν επιπλέον αβεβαιότητα σε σχέση με τις οικονομικές κρίσεις.
Διαταραχές & άγχος
Όσο για τα ζητήματα ψυχικής υγείας που συνδέονται με την πανδημία και που είναι πιθανότερο να διαρκέσουν μακροπρόθεσμα, οι ψυχολόγοι θεωρούν ότι η ιδεοψυχαναγκαστική διαταραχή (OCD) θα μπορούσε να είναι ένα από αυτά. Οι ειδικοί εξηγούν ότι αυτό θα μπορούσε να έχει μακροπρόθεσμες επιπτώσεις, λόγω του γεγονότος ότι το OCD (εμμονές μόλυνσης και καθαρισμού) προκύπτει από αλληλεπίδραση γονιδίων και περιβαλλοντικών παραγόντων: «Για άτομα με γενετική προδιάθεση σε κάποιες μορφές OCD, το άγχος είναι πιθανό να τις επιδεινώσει. Μερικοί από αυτούς τους ανθρώπους θα γίνουν χρόνια μικροβιοφοβικοί, εκτός εάν λάβουν κατάλληλη θεραπεία ψυχικής υγείας». «Παράλληλα με αυτό, όμως, το γενικό άγχος είναι, επίσης, ένα πολύ σημαντικό ζήτημα που πρέπει να προσέξετε», προσθέτει ο Yuko Nippoda, ψυχοθεραπευτής κι εκπρόσωπος του Συμβουλίου Ψυχοθεραπείας του Ηνωμένου Βασιλείου. «Υπάρχουν πολλοί που υποφέρουν ήδη από στρες στη σύγχρονη κοινωνία, αλλά εξαιτίας της πανδημίας, οι άνθρωποι που τείνουν να αισθάνονται άγχος πιο εύκολα θα συνεχίσουν να το αισθάνονται, και η κατάσταση μπορεί να επιδεινωθεί», υπογραμμίζει.
Δύναμη & Αισιοδοξία
Παρά τις συνεχιζόμενες ανησυχίες σχετικά με τον αντίκτυπο στην ψυχική υγεία εξαιτίας του COVID, οι ψυχίατροι ισχυρίζονται ότι είναι σημαντικό ν’ αναγνωρίσουμε ότι υπάρχουν και ορισμένες θετικές επιπτώσεις. Ενώ μια σημαντική μειονότητα μπορεί να πρέπει ν’ αγωνιστεί μακροπρόθεσμα, η πανδημία έχει να παρουσιάσει υψηλά επίπεδα ανθεκτικότητας στο άγχος στον ευρύτερο πληθυσμό, παράλληλα με την ικανότητα των ανθρώπων να «ανακάμπτουν» ύστερα από καταστροφικά γεγονότα. Για μερικούς, οι δυσμενείς συνθήκες αυτής της κατάστασης είχαν στην πραγματικότητα «εξαιρετικά θετικό αντίκτυπο» στην ψυχική τους υγεία, η οποία μπορεί, επίσης, να είναι μακροχρόνια. Η εμπειρία του εγκλεισμού βοήθησε στη μείωση των επιπέδων άγχους ή στη διακοπή κρίσεων πανικού σε ορισμένους που παρουσίαζαν υψηλά επίπεδα στρες στον έξω κόσμο, το προηγούμενο διάστημα. Αυτό συμβαίνει επειδή ένιωσαν μεγαλύτερη αίσθηση ελευθερίας και ασφάλειας περνώντας περισσότερες ώρες στο σπίτι τους. Αν και υπάρχει κίνδυνος κοινωνικής απομόνωσης και μοναξιάς, ο επιβεβλημένος χρόνος στους εσωτερικούς χώρους έχει ενθαρρύνει ορισμένους ν’ αγωνιστούν για μια καλύτερη ισορροπία μεταξύ επαγγελματικής και προσωπικής ζωής στο μέλλον ή ν’ αποκτήσουν τον δικό τους ρυθμό όσον αφορά στην κοινωνικοποίηση, βρίσκοντας τη δική τους «ζώνη άνεσης» σε όλους τους τομείς.
Άλλοι, πάλι, έχουν χρησιμοποιήσει την εποχή της κοινωνικής απόστασης για ν’ ανανεώσουν τα σπίτια τους με τον νέο χώρο ν’ αντανακλάται θετικά στο μυαλό τους, σχεδόν σαν να μπόρεσαν να τακτοποιήσουν τα ζητήματα στη σκέψη τους. Ο αυξημένος χρόνος για τα χόμπι, επίσης, ειδικά για να φτιάχνεις πράγματα από το μηδέν, θεωρείται ότι παρείχε μια αίσθηση ικανοποίησης και ανακούφισης από το άγχος.
NEW AGE
Οι νέες τάσεις στον τομέα της Ψυχικής Υγείας δίνουν την ελπίδα για μια καλύτερη διαχείριση των ψυχολογικών θεμάτων, κάτω από οποιεσδήποτε συνθήκες.
Τηλεψυχολογία τώρα!
Προκειμένου να μειωθούν τα συμπτώματα άγχους και κατάθλιψης, που είναι διαδεδομένα στον πληθυσμό, ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας και τα Κέντρα Ελέγχου και Πρόληψης Νοσημάτων πρότειναν συγκεκριμένες οδηγίες για τη σωστή προστασίας της υγείας, με στόχο την ελαχιστοποίηση της δυσφορίας. Ταυτόχρονα, οι ψυχοθεραπευτές παρείχαν ψυχολογική υποστήριξη στο Διαδίκτυο, αντιμετωπίζοντας τη νέα τεχνολογική πρόκληση. Η τεχνολογική ανάπτυξη της ψυχικής υγείας προβάλλει μελλοντικές τάσεις, όπως «έξυπνες» φορητές συσκευές, τηλεσυνεδρίες, εικονικούς κόσμους, εικονική πραγματικότητα και ηλεκτρονικά παιχνίδια, εκτός από τα παραδοσιακά εργαλεία ψυχοθεραπείας. Σε αυτήν την προοπτική, είναι σημαντικό να βοηθήσουμε τις μελλοντικές γενιές ψυχολόγων και ασθενών να συνεργαστούν μέσω της εκπαίδευσης και της κατάρτισης σχετικά με τα οφέλη της τηλεψυχολογίας.
Πράγματι, απαιτείται περισσότερη ευαισθητοποίηση σχετικά με τις δυνατότητες των διαδικτυακών υπηρεσιών, διερευνώντας τις βασικές διαφορές μεταξύ των συσκευών (συνομιλία, συμβουλευτικές υπηρεσίες βίντεο-ήχου κ.λπ.) για να χρησιμοποιηθούν για συγκεκριμένους σκοπούς. Για παράδειγμα, η Ιταλική Υπηρεσία Διαδικτυακής Ψυχολογίας διεξήγαγε μια μελέτη βασισμένη σε μια υπηρεσία helpdesk στο Facebook, που καθοδήγησε τους ανθρώπους να ζητούν ψυχολογική βοήθεια. Ταυτόχρονα, ένα γραφείο υποστήριξης παρείχε ψυχολογικές συνεδρίες μέσω κάμερας web στο Skype. Όπως φαίνεται, η τηλεψυχολογία αναλαμβάνει βασικό ρόλο στη βελτίωση της υγειονομικής περίθαλψης. Οι διαδικτυακές ψυχολογικές υπηρεσίες ξεπερνούν γεωγραφικά εμπόδια και μπορούν να γίνουν ένα χρήσιμο και ολοκληρωμένο εργαλείο εκτός της παραδοσιακής ψυχοθεραπείας.
Τα οφέλη της online ψυχοθεραπείας
Η παροχή ψυχολογικής βοήθειας μέσω διαδικτύου παρουσιάζει πολλά πλεονεκτήματα, ειδικά στην παρούσα κατάσταση. Πρώτα απ’ όλα, βοηθά τους ανθρώπους σε σύντομο χρονικό διάστημα, μειώνοντας τον κίνδυνο μετάδοσης του ιού αλλά και το έντονο αίσθημα άγχους λόγω της πανδημίας. Επιπλέον, είναι και η μείωση της αναμονής για τη συνεδρία, επειδή πραγματοποιείται από το σπίτι ή από τον χώρο εργασίας, εξοικονομώντας χρόνο κι έξοδα. Οι διαδικτυακές ψυχολογικές υπηρεσίες διευκολύνουν την πρόσβαση σε άτομα που δυσκολεύονται να βρουν υποστήριξη στο κοντινό τους περιβάλλον ή ακόμη και σ’ εκείνα που έχουν λιγότερη εμπιστοσύνη στην ψυχοθεραπεία, καθώς πραγματοποιούνται στη ζώνη άνεσης κάποιου, διευκολύνοντας την έκφραση προβλημάτων και συναισθημάτων. Μάλιστα, θα μπορούσαν να παρέχουν ένα διαφορετικό μέσο ψυχανάλυσης. Για παράδειγμα, η συνομιλία (chating) είναι ένα χρήσιμο εργαλείο για μια πρώτη αξιολόγηση ενός ατόμου που αισθάνεται άβολα με τη χρήση του βίντεο. Τέλος, η δυνατότητα για τον θεραπευτή και για τον ασθενή να ηχογραφήσουν τις συνεδρίες παρέχει ένα ακόμη όπλο, καθώς επιτρέπει τη σύγκριση των συνεδριών και συμβάλλει την αποτελεσματικότητα της θεραπευτικής διαδικασίας.
Συμπέρασμα
Η πανδημία έχει επηρεάσει τον τρόπο με τον οποίο οι άνθρωποι βιώνουν τις διαπροσωπικές τους σχέσεις. Ο εγκλεισμός χαρακτηρίστηκε από μια διαφορετική οργάνωση της καθημερινής ζωής, με αύξηση του χρόνου παραμονής στο σπίτι και μείωση της απόστασης μέσω ψηφιακών συσκευών. Αυτή η περίοδος θεωρήθηκε, επίσης, ως εξέλιξη της έννοιας της ενσυναίσθησης, που ορίζεται ως η ικανότητα κατανόησης και κοινής χρήσης των συναισθημάτων ενός άλλου. Η Νευροκοινωνιολογία θα μπορούσε να μελετήσει τις ανθρώπινες σχέσεις και τη σχέση τους με την τεχνολογία, παράλληλα. Ζούμε όλο και περισσότερο σ’ έναν κόσμο ανθρώπων και μηχανών. Όποιος δεν το καταλαβαίνει και δεν αγωνίζεται να προσαρμοστεί στο νέο περιβάλλον έχει ήδη μείνει αρκετά πίσω και θα δυσκολέψει τον βαθμό διαβίωσής του. Η προσαρμογή στο νέο, γρήγορα μεταβαλλόμενο, τεχνολογικά βελτιωμένο πλαίσιο φαίνεται να είναι μία από τις σημαντικότερες προκλήσεις της νέας εποχής.
Η ψυχική υγεία στο… μικροσκόπιο
Ο Παγκόσµιος Οργανισµός Υγείας δηµοσίευσε συστάσεις για την προστασία της ψυχικής υγείας και παρόµοιες οδηγίες έχουν εκδοθεί και από κυβερνητικές υπηρεσίες σε διάφορες χώρες. Μεγάλες έρευνες στο Ηνωµένο Βασίλειο εξετάζουν την ψυχική υγεία των ασθενών που νοσηλεύονται µε COVID και του υγειονοµικού προσωπικού που εργάζεται στην πρώτη γραµµή. Στη Σουηδία, ερευνητές στο Κέντρο Ψυχιατρικής Έρευνας στη Στοκχόλµη διεξάγουν ένα έργο διάρκειας ενός έτους, στο οποίο συµµετέχουν περισσότερα από 3.000 άτοµα µε προϋπάρχουσες ψυχικές παθήσεις. «Υπάρχει ανησυχία ότι τα προβλήµατα ψυχικής υγείας ενδέχεται ν’ αυξηθούν, αλλά αυτό πρέπει να γίνει καλύτερα κατανοητό», λέει η Nitya Jayaram-Lindström, διευθύντρια Επιχειρήσεων του πρότζεκτ. Μια µελέτη σ’ εθνικό επίπεδο στην Αυστραλία, από το Κέντρο Έρευνας για την Ψυχική Υγεία του Matilda στο Σίδνεϊ, µετρά τον αντίκτυπο της πανδηµίας στην τρέχουσα ψυχική υγεία κι ευεξία του γενικού πληθυσµού. Στο Κέντρο Μελέτης Τραυµατικού Στρες στο Μέριλαντ, ο Joshua C. Morganstein υποστηρίζει ότι αυτά τα είδη ερευνών θ’ αποτελέσουν ουσιαστική πηγή πληροφοριών τόσο για όσους εµπλέκονται στην υγειονοµική περίθαλψη όσο και για τους πολίτες. «Το άγχος είναι σαν µια τοξίνη, όπως το µόλυβδο ή το ραδόνιο. Για να καταλάβουµε πώς επηρεάζει µια κοινωνία, πρέπει να γνωρίζουµε ποιος εκτίθεται, πότε, πόσο και ποιες επιπτώσεις προκλήθηκαν από την έκθεση», τονίζει. Αν και υπάρχουν µέχρι στιγµής λίγα στοιχεία, ο Morganstein προβλέπει ότι οι µακροπρόθεσµες µελέτες θ’ αποκαλύψουν περαιτέρω και τις ανισότητες στις επιπτώσεις της πανδηµίας ανάμεσα σε φυλές, φύλα, εισοδήµατα και κοινωνικά στρώματα.
ΔΗΜΟΣΙΕΥΤΗΚΕ ΣΤΟ ΠΕΡΙΟΔΙΚΟ GLOW ΣΤΟ ΤΕΥΧΟΣ ΦΕΒΡΟΥΑΡΙΟΥ 2021