Έχοντας συνεργαστεί με κορυφαία εστιατόριο και ξενοδοχεία, όπως τα Ubud Mykonos, NAMMOS Mykonos και Kiku Restaurant, ο Alsi Sinanaj είναι ένας σεφ που διαγράφει τη δική του σημαντική πορεία στη γαστρονομική σκηνή της Ελλάδας. Ο ίδιος βλέπει την ελληνική κουζίνα σαν να είναι χρυσός, όπως μου αποκαλύπτει παρακάτω, ενώ τα ζεστά χαμόγελα που δημιουργούνται στα πρόσωπα όσων απολαμβάνουν το φαγητό του, είναι γι' αυτό η μεγαλύτερη επιβράβευση.
Μεταξύ άλλων, μου μίλησε για όλα όσα λατρεύει στη Θεσσαλονίκη, όπου ετοιμάζει πολλά ενδιαφέροντα projects, τα οποία πρόκειται να μάθουμε σύντομα.
Γεννήθηκα στην Αλβανία, αλλά μεγάλωσα στην Αθήνα. Αυτό που θυμάμαι έντονα από τα παιδικά μου χρόνια, είναι το πατρικό μου σπίτι στην Αυλώνα παρέα με τον παππού και τη γιαγιά μου, οι εκδρομές που κάναμε και τα μαγειρέματά μας στη φύση. Πλέον, ζω στη Θεσσαλονίκη.
Η αγαπημένη μου γειτονιά στη Θεσσαλονίκη είναι γενικά όλο το κέντρο σε συνδυασμό με τη Νέα Παραλία, και γι' αυτόν τον λόγο αποφασίσαμε να μείνουμε εδώ.
Όταν ήμουν παιδί ήθελα να γίνω αρχιτέκτονας, αλλά τελικά έγινα μάγειρας. Ήταν ένα κομβικό σημείο στη ζωή μου στην ηλικία των 17, που μόλις
είχα τελειώσει το λύκειο κι έπρεπε να πάρω μια απόφαση για το τι θα κάνω, αν θα ακολουθήσω κάποιο πανεπιστήμιο ή θα αρχίσω να εργάζομαι. Κι εκεί ήταν που αποφάσισα ότι θέλω την ανεξαρτησία μου και άρχισα να ψάχνω διάφορες δουλειές. Δοκίμασα πολλά επαγγέλματα και κατέληξα σε ένα εστιατόριο να δουλεύω ως βοηθός μάγειρα χωρίς κάποια προϋπηρεσία. Ωστόσο, ο κόσμος της μαγειρικής και αυτή η ατελείωτη γνώση, μου κίνησαν τον ενδιαφέρον και ως ένας άνθρωπος που βαριέται εύκολα, ομολογώ ότι ενθουσιάστηκα πολύ και γι' αυτό και ακολούθησα αυτήν την ειδικότητα που δεν έχει τέλος.
Με τη Θεσσαλονίκη συνδέομαι συναισθηματικά λόγω της γυναίκας μου που έχει μεγαλώσει εδώ κι επαγγελματικά λόγω των ανθρώπων με τους οποίους συνεργάζομαι που τους θεωρώ και αυτούς οικογένεια μου.
Η μαγειρική για εμένα είναι η αρχή των πάντων, είναι αυτή που επηρέασε την εξέλιξη της ανθρωπότητας σε μεγάλο βαθμό και θεωρώ ότι η μαγειρική παιδεία είναι απαραίτητη για την επιβίωση του ανθρώπου, γιατί -μην ξεχνάμε πως- είμαστε ό,τι τρώμε.
Το να είσαι σεφ στην Ελλάδα είναι κάτι το οποίο απαιτεί εμπειρία και γνώση, κατανόηση και να έχεις μεγάλη υπομονή - όχι μόνο με τους πελάτες, αλλά κυρίως με τους συναδέλφους σου.
Το να συνδυάζεις τη μεγάλη σου αγάπη με την επιχειρηματικότητα θεωρώ ότι είναι κάτι πολύ δύσκολο κι εκεί είναι που ένας σεφ αποδεικνύει
την πραγματική του αξία. Πρέπει να ισορροπήσει ανάμεσα στο δημιουργικό κομμάτι και τη διαχείριση του προσωπικού και των οικονομικών. Εκεί ο κάθε σεφ καλείται να αφήσει στην άκρη τον εγωισμό του και να δει ρεαλιστικά το τι σημαίνει «δημιουργώ» και «επιχειρείν». Εκεί είναι που καταλαβαίνουμε ότι αυτό που έχει πραγματικά αξία είναι, όχι τόσο τα βραβεία και το «φαίνεσθαι», αλλά το τελικό αποτέλεσμα το οποίο είναι η
ικανοποίηση των πελατών και τα έσοδα.
Στο Tribeca, ένα από τα signature πιάτα μας, είναι το beef tataki με chimichuri και yuzu.
Η ελληνική κουζίνα είναι ένας μεγάλος θησαυρός, αλλά ο θησαυρός αποκτά αξία στα χέρια τον ανθρώπων που ξέρουν να εκτιμήσουν. Και όταν λέω
θησαυρός, εννοώ ότι ακόμα και η ρίγανη που για κάποιους μπορεί να είναι ένα απλό μυρωδικό, για μένα είναι η ιστορία αυτού του τόπου, όπως και η ελιά και το σταφύλι. Πιστεύω πως ως μάγειρες είμαστε ευλογημένοι που ζούμε σε αυτόν τον τόπο - θεωρώ ευλογία το να έχεις την δυνατότητα να
διαχειρίζεσαι τέτοια προϊόντα, όπως τα φρέσκα λαχανικά, τα ψάρια, τα κρέατα κ.ά. Άρα θα κλείσω με το ελληνική κουζίνα = «χρυσός».
Για τα πιάτα μου, αντλώ έμπνευση από τη φύση και τα παιδικά μου χρόνια.
Σχεδόν σε όλα μου τα πιάτα χρησιμοποιώ ρίγανη, σκόρδο και λεμόνι.
Ένα εστιατόριο για να είναι επιτυχημένο, θα πρέπει πρώτα να γνωρίζει το κοινό που απευθύνετε, δηλαδή τον λαό και την κουλτούρα του. Δεύτερον, θα πρέπει οι άνθρωποι που εργάζονται να σέβονται πρώτα τον εαυτό τους και να έχουν ως κοινό στόχο την αυτοβελτίωση και τη δημιουργία σε όποιον τομέα κι αν βρίσκεται κάποιος. Με λίγα λόγια, να είναι επαγγελματίες με όλη τη σημασία της λέξης. Μην ξεχνάμε ότι τα εστιατόρια και γενικά τα μαγαζιά, οι άνθρωποι τα κάνουν.
Ένας διακεκριμένος Έλληνας σεφ τη δουλειά του οποίου θαυμάζω είναι ο κύριος Λευτέρης Λαζάρου και από το εξωτερικό, ο Thomas Keller.
Το feedback που λαμβάνω από τον κόσμο είναι η ευχαρίστηση, την οποία βλέπω και στα μάτια τους κι ένα πολύ ζεστό χαμόγελο στο τέλος, με την υπόσχεση ότι θα τα ξανά πούμε σύντομα. Θεωρώ πως αυτό είναι η καλύτερη επιβράβευση που θα μπορούσε να έχει ένας σεφ.
Θυμάμαι ένα ζευγάρι ξένων, οι οποίοι μου είπαν ότι «μετά από ένα τέτοιο γεύμα είναι ώρα να αποκτήσουμε ένα παιδί, γιατί θα δώσουμε την
ευκαιρία σε έναν ακόμα άνθρωπο στο μέλλον να γευτεί το φαγητό σου».
Στο μέλλον θα ήθελα να έχω δημιουργήσει ένα μικρό εστιατόριο για δέκα άτομα και κάθε μέρα να ανοίγει μόνο γι' αυτούς τους δέκα που θα έχουν κλείσει τραπέζι. Κι έξι μήνες τον χρόνο να μπορώ να ταξιδεύω και να δοκιμάζω καινούριες πρώτες ύλες.
Η κινητήριος δύναμή μου είναι η σύζυγος και ο γιος μου.
Η κομβική στιγμή στην πορεία μου είναι όταν άνοιξα το πρώτο μου εστιατόριο το 2017. Πιστεύω πως ήταν η αρχή των πάντων για εμένα και ως σεφ αλλά και ως άνθρωπος, γιατί πίσω από κάθε αποτυχία έρχεται η επιτυχία, αρκεί να μην τα παρατάς και να έχεις υπομονή κι επιμονή.
Ένα 24ωρό μου περιλαμβάνει αγκαλιά με τον γιο μου και πρωινό παιχνίδι, γυμναστική και πρωινό με την οικογένεια (πάντα όλοι μαζί). Μετά, ετοιμάζομαι και πηγαίνω στο εστιατόριο που ανοίγει στις 9:00, ώστε να σερβίρουμε brunch στους πελάτες μας, και συνεχίζει με προετοιμασίες και παραλαβές για το βραδινό μενού. Έπειτα κάνω το διάλειμμά μου το μεσημέρι, ώστε να ξεκουραστώ και να επιστρέψω το απόγευμα για το βραδινό μενού. Και η μέρα κλείνει με την επιστροφή στο σπίτι που με βρίσκει στο γραφείο να στέλνω τις παραγγελίες της επόμενης ημέρας και να ετοιμάζω το πρόγραμμά μου.
Ένα όνειρό μου που έχει γίνει πραγματικότητα είναι η οικογένεια μου.
Το big dream μου είναι να μεγαλώσω και άλλο την οικογένειά μου.
Το motto μου στη ζωή είναι: Όλα θα είναι δύσκολα πριν γίνουν εύκολα.
Ευτυχία σημαίνει οικογένεια.
Μου αρέσει να ξεκλέβω χρόνο για να ζωγραφίζω.
Οι άνθρωποι-μέντορες για μένα είναι ο παππούς μου και ο πατέρας μου.
All time classic αγαπημένο μου μέρος στην πόλη είναι η Λεωφόρος Νίκης και τα μαγαζιά που βρίσκονται εκεί κι έχουν θέα τον Θερμαϊκό. Ο λόγος που μου αρέσει αυτό το μέρος είναι γιατί μου θυμίζει την πόλη που γεννήθηκα.
Η καλύτερη συμβουλή που μου έχουν δώσει ποτέ: Όλα όσα μας ενοχλούν στους άλλους μπορεί να μας οδηγήσουν στην
κατανόηση του εαυτού μας.
Το «κρυφό» μου σημείο στην πόλη... αν το πω, δε θα είναι πλέον κρυφό!
Η Θεσσαλονίκη μου αρέσει γιατί είναι μια πόλη που έχει τα πάντα, αλλά δεν είναι χαοτική όπως η Αθήνα. Οι άνθρωποι και οι ρυθμοί εδώ είναι πιο
χαλαροί, το φαγητό είναι καλό και η βόλτα στη Νέα Παραλία σου δίνει εσωτερική γαλήνη.
Αν θα άλλαζα κάτι στη Θεσσαλονίκη θα ήταν σίγουρα το θέμα της κίνησης στους δρόμους, η καθαριότητα, και θα ήθελα να αξιοποιηθούν καλύτερα τα μέσα μαζικής μεταφοράς και να γίνει η πόλη λίγο πιο «πράσινη».
Αν θα έπρεπε να τη χαρακτηρίσω με 3 λέξεις, θα την έλεγα ερωτική, χαλαρωτική και φιλόξενη.