Το Συμβούλιο Μουσείων του Υπουργείου Πολιτισμού εξέφρασε ομόφωνα θετική γνώμη για τη μουσειολογική προμελέτη, η οποία αφορά την αναδιοργάνωση των εκθεμάτων των δύο σημαντικών Μουσείων, του Εθνικού Αρχαιολογικού Μουσείου (ΕΑΜ), το οποίο φιλοξενεί την αρχαία ελληνική τέχνη, και του Επιγραφικού Μουσείου (ΕΜ), που είναι μοναδικό στον κόσμο στο είδος του. Τα δύο μουσεία βρίσκονται στο ίδιο κτιριακό συγκρότημα, το οποίο καλύπτει το οικοδομικό τετράγωνο που ορίζεται από τις οδούς Πατησίων, Β. Ηρακλείου, Μπουμπουλίνας και Στουρνάρη.

Η αναδιοργάνωση των εκθέσεων, η επέκταση των κτηρίων και η αναβάθμιση του Εθνικού Αρχαιολογικού και του Επιγραφικού Μουσείου είναι σε στάδιο μελέτης, με βάση την αρχιτεκτονική πρόταση των γραφείων Chipperfield-Τομπάζη. Όλες οι απαραίτητες μελέτες χρηματοδοτούνται μέσω δωρεάς ύψους 40.000.000 ευρώ από το ζεύγος Σπύρου και Ντόροθυ Λάτση, προς τιμήν των γονέων τους, Ιωάννη και Εριέττας Λάτση.

Η Υπουργός Πολιτισμού Λίνα Μενδώνη δήλωσε: «Το Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο, το μεγαλύτερο της χώρας κι ένα από τα εμβληματικότερα στον κόσμο, περιλαμβάνει την πλουσιότερη συλλογή έργων του αρχαίου ελληνικού πολιτισμού, της αρχαίας ελληνικής τέχνης. Στην πραγματικότητα φιλοξενεί ένα πανόραμα του ελληνικού πολιτισμού, από τις αρχές της προϊστορίας, περί το 6.000 π.Χ., έως την ύστερη αρχαιότητα, περί το 400 μ.Χ. . Η φιλοσοφία της νέας έκθεσης εστιάζει στον αρχαίο Έλληνα ως δημιουργό, ο οποίος αντανακλά την εποχή του, τις κοινωνικοπολιτικές συνθήκες, τις επιστήμες και τις φιλοσοφικές ιδέες. Παρουσιάζεται τόσο ως πρωταγωνιστής των απεικονίσεων της τέχνης όσο και ως μορφή που συνδυάζει τη θεϊκή και ανθρώπινη υπόσταση. Το περιεχόμενό του καλύπτει την ιστορική πορεία 7.000 ετών, και γεωγραφικά το σύνολο της ελληνικής επικράτειας. Συγχρόνως, το Εθνικό Αρχαιολογικό είναι ένα μουσείο συνδεδεμένο με την ιστορία του νεοελληνικού κράτους.

»Το σχέδιο των Chipperfield-Τομπάζη, το οποίο επιλέχτηκε, από Ειδική Διεθνή Επιτροπή, θέτει το υπάρχον κτήριο του Μουσείου στο επίκεντρο της επέκτασης, η οποία εκτείνεται μέχρι την οδό Πατησίων, ενισχύοντας, κατ’ αυτόν τον τρόπο, την επιβλητικότητα του Μουσείου και τη σύνδεσή του με την πόλη, συμβάλλοντας, συγχρόνως, στην αναγέννηση της ευρύτερης περιοχής του ιστορικού κέντρου της Αθήνας. Στόχος μας είναι το Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο να εξελιχθεί σε μία σύγχρονη κιβωτό γνώσης και ιστορικής μαρτυρίας της ανθρώπινης παρουσίας. Το βασικό μήνυμα της επανέκθεσης είναι ο ανθρωποκεντρικός χαρακτήρας της αρχαίας ελληνικής τέχνης αλλά και του αρχαίου ελληνικού πολιτισμού σε όλα τα εξελικτικά στάδιά τους. Στο ίδιο κτηριακό συγκρότημα φιλοξενείται και το Επιγραφικό Μουσείο. Ένα Μουσείο μοναδικό στο είδος του σε διεθνές επίπεδο, καθώς διαθέτει στη συλλογή του περισσότερες από 14.000 επιγραφές.

»Η νέα έκθεση του Επιγραφικού Μουσείου στοχεύει στην εξοικείωση του ευρύτερου κοινού με τους φθεγγόμενους λίθους, μοναδικές μαρτυρίες της ιστορίας και της γλώσσας μας. Η κεντρική ιδέα της επανέκθεσης είναι «η Ιστορία και η Ελληνική Γλώσσα μέσα από τους λίθους». Οι επιγραφές αποκαλύπτουν πτυχές της ζωής των αρχαίων Ελλήνων και την εξέλιξη της γλώσσας. Επιδίωξή μας είναι το Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο και συνακόλουθα και το Επιγραφικό να αναπτύξουν μια νέα σχέση επικοινωνίας με τον επισκέπτη κτίζοντας συγχρόνως μια ανανεωμένη ταυτότητα με εξωστρεφή και αναγνωρίσιμα διεθνώς χαρακτηριστικά».

Το Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο φιλοξενεί την πιο σημαντική συλλογή αρχαίας ελληνικής τέχνης παγκοσμίως, με 15.000 εκθέματα από την Ελλάδα, την Κύπρο, την Αίγυπτο και την Ιταλία. Η νέα μουσειολογική προμελέτη εστιάζει στην επανέκθεση του μουσείου και την επέκταση του κτηρίου του. Στο πλαίσιο της ανανέωσης, θα αξιοποιηθούν οι υπάρχουσες συλλογές και νέα εκθέματα από άλλα μουσεία, με στόχο την ανάδειξη των αξιών του αρχαίου ελληνικού πολιτισμού και της σχέσης τους με τη σύγχρονη τέχνη. Χρησιμοποιούνται σύγχρονα εκθεσιακά μέσα και ψηφιακές τεχνολογίες για την προσβασιμότητα και την εμπειρία του κοινού.

Το Επιγραφικό Μουσείο φιλοξενεί τη μεγαλύτερη συλλογή αρχαίων ελληνικών επιγραφών, με 14.078 εκθέματα από τον 8ο αιώνα π.Χ. έως τους νεότερους χρόνους. Η νέα έκθεση επικεντρώνεται στην καλύτερη προσβασιμότητα και ερμηνεία των επιγραφών για διαφορετικά κοινά, κάνοντάς τις πιο βιωματικές και συμμετοχικές. Ο εκθεσιακός χώρος σχεδόν διπλασιάζεται, φτάνοντας τα 1.500-1.600 τ.μ., ενώ η υπαίθρια έκθεση καταλαμβάνει 900 τ.μ. Η έκθεση οργανώνεται σε τέσσερις θεματικούς άξονες και χρησιμοποιεί σύγχρονα ερμηνευτικά μέσα, όπως εφαρμογές και τρισδιάστατα αντίγραφα, για να διευκολύνει την κατανόηση και την πρόσβαση του κοινού.