Όταν ο Γάλλος καλλιτέχνης και ηθοποιός Fredéric Amico ανακάλυψε ένα αρχοντικό στην περιοχή της Μονμάρτρης του Παρισιού, γνωστή και ως η γειτονιά των καλλιτεχνών, των συγγραφέων και των μποέμ προσωπικοτήτων» κατά τη διάρκεια της Belle Époque, είχε λίγες μόνο ώρες να αποφασίσει αν θα το αγοράσει λόγω της υψηλής ζήτησης που είχε. Ο ανταγωνισμός ήταν έντονος για το ακίνητο, αφού κάποτε φιλοξενούσε τον καταξιωμένο Γερμανό ζωγράφο Max Ernst. «Έπρεπε να χρησιμοποιήσω πολλά επιχειρήματα για να πείσω τον πρώην ιδιοκτήτη ότι είμαι το κατάλληλο άτομο για να μείνει στο σπίτι» θυμάται ο Fred γελώντας. «Ήταν πολύ σκοτεινό και γεμάτο με αντικείμενα, αλλά μόλις μπήκα και πιο μέσα στους χώρους, είδα τις δυνατότητές του και ήξερα αμέσως ότι θέλω να το κάνω δικό μου».
Ενώ η γειτονιά ήταν ιδανική, η ίδια η κατοικία χρειαζόταν ένα makeover. «Το διαμέρισμα ήταν κατοικήσιμο, αλλά δεν ανταποκρινόταν στο γούστο μου» λέει ο Fred, «γι 'αυτό μόλις το αγόρασα, έφτιαξα από την αρχή τα πάντα, είναι ο τρόπος μου να κάνω πράγματα, έκανα το ίδιο σε όλα μου τα σπίτια πριν έρθω σε αυτό». Αυτός και ο σύζυγός του, ο Olivier, και η κόρη τους Charlie-Rose ζούσαν σε ένα ηλιόλουστο διαμέρισμα, που είχε μια ιδιωτική ταράτσα -πράγμα που σπανίζει στο Παρίσι- με απίστευτη θέα στην πόλη και τη Sacre Coeur να λάμπει στο βάθος. Ωστόσο, ήθελαν το παιδί τους να μεγαλώσει σε ένα μεγαλύτερο σπίτι, ώστε να του προσφέρουν και την απαραίτητη ιδιωτικότητα. Την περίοδο που βρίσκονταν εκεί, η γειτονιά όπου έμεναν είχε γίνει μια από τις πιο μοντέρνες και πολυσύχναστες τοποθεσίες στην πόλη. Παρόλα αυτά, ήρθε η ώρα να προχωρήσουν.
Ο Fred έπεσε αμέσως με τα μούτρα στη δουλειά, για να είναι έτοιμος ο νέος τους χώρος έγκαιρα. «Κάθε μέρα επισκεπτόμουν το σπίτι, κοιτούσα τις λεπτομέρειες της αρχιτεκτονικής και του σχεδιασμού του και αντλούσα έμπνευση από τους designers, με των οποίων τη δουλειά είμαι ερωτευμένος, όπως οι Charlotte Perriand, Gio Ponti και Le Corbusier». Αναφέρει επίσης τον Joseph Dirand, τον οποίο θεωρεί στενό του φίλο, ως πηγή έμπνευσης για το σπίτι, αλλά και τη δική του δουλειά ως artist. «Λατρεύω το γούστο του και αυτός είναι ο άνθρωπος που εμπιστεύομαι, ζητώ πάντα τη συμβουλή του, έχει μεγάλη επιρροή στο έργο μου».
Οι αγαπημένοι αρχιτέκτονες του Fred ήταν μόνο η μία πηγή έμπνευσής του. Η άλλη ήταν η φωτογραφία. «Είμαι ερωτευμένος με τη φωτογραφία, ίσως είναι περίεργο αυτό, αλλά πολλοί φωτογράφοι έχουν εμπνεύσει τον σχεδιασμό μου, τις γραμμές που υιοθετώ» εξηγεί. Αυτό μάλλον μαρτυρά το μαύρο τζάκι του σπιτιού, που είναι πιο φουτουριστικό και industrial και βρίσκεται απέναντι από την κουζίνα, που είναι φτιαγμένη από ξύλο, υποστηρίζοντας έναν vintage αέρα και έχει επίσης μαύρες λεπτομέρειες. Παρά τη διαφορετικότητα του ύφους τους, ταιριάζουν ιδανικά μεταξύ τους και είναι σαν να συμπληρώνει το ένα το άλλο.
Στο καθιστικό, ο Fred ήθελε έναν καναπέ που να είναι χαμηλός και διπλής όψης. Όταν δε βρήκε ακριβώς αυτό που έψαχνε, αποφάσισε να σχεδιάσει έναν για τον εαυτό του. «Τον σχεδίασα σε ένα κομμάτι χαρτί με τις διαστάσεις που ήθελα και βρήκα ένα εργοστάσιο στην Πορτογαλία, που μπορούσε να τον φτιάξει για μένα. Είναι σε κρεμ χρώμα, αλλά έχω καλύμματα σε πολλά χρώματα για να τα αλλάζω κάθε μήνα, τον περασμένο μήνα για παράδειγμα ήταν μαύρο και έχω και ένα σε βαθύ μπλε βελούδο, που είναι πολύ όμορφο».
«Μόλις περάσετε από τις πύλες του σπιτιού μας θα το αγαπήσετε! Είναι πολύ ήσυχα, ένας μικρός παράδεισος για μένα», αναφέρει χαρακτηριστικά ο ιδιοκτήτης. «Είναι ακριβώς αυτό που η οικογένειά χρειάζεται αυτή τη στιγμή. Μετακινούμαστε σχεδόν κάθε πέντε χρόνια γιατί μου αρέσει να αλλάζω και να ανανεώνομαι, αλλά και ν' αναλαμβάνω νέα πράγματα!» παραδέχεται «Ίσως να μείνουμε εδώ για μερικά ακόμα χρόνια; Δεν είμαι σίγουρος! Ονειρεύομαι πάντως ακόμα ένα αρχοντικό με έναν σκύλο και κήπο. Μπορεί να τελείωσα μόλις τη διακόσμηση αυτού του σπιτιού, αλλά ήδη ανυπομονώ να ξεκινήσω κάτι άλλο!».
Εμείς φυσικά μένουμε συντονισμένοι για τα υπόλοιπα σχέδια που έχει στο μυαλό του ο δημιουργικός αυτός άνθρωπος...