Ο ίδιος αφηγείται...
Tρίτη και Πέμπτη, 6 με 7 το απόγευμα. Μαθητής της τρίτης Λυκείου σε μια μικρή πόλη της βόρειας Ελλάδας, στο Σουφλί. Η ξαδέρφη μου η Βάσω, φιλόλογος, κατάφερε να με πείσει να τη συναντώ δυο φορές την εβδομάδα με στόχο να βοηθηθώ στην έκθεση, μάθημα εξέτασης τότε, στην τέταρτη Δέσμη. Θυμάμαι ακόμα το μπλε σπιράλ τετράδιο που χρησιμοποιούσα για τις σημειώσεις μας. Και το εξώφυλλό του -από χοντρό χαρτόνι- τυπωμένο με την υδρόγειο σφαίρα πάνω στην οποία είχα κολλήσει φωτογραφίες, γράμματα και σκίτσα, δημιουργώντας ένα collage. Τρίτη και Πέμπτη. Σε κάθε μάθημα η Βάσω έβλεπε στο τετράδιό μου και κάτι καινούριο, κάτι διαφορετικό. Εσωτερικά στις σελίδες του, δίπλα στα σχόλιά της, δικές μου ζωγραφιές και τυπογραφίες, σε κάθε τίτλο έκθεσης, δικά μου πλαίσια και γραμμικά σχήματα. Η Βάσω μιλούσε, εγώ σχεδίαζα.
-«Έχεις σκεφτεί να ασχοληθείς με τη γραφιστική;», με ρώτησε ένα απόγευμα κάνοντας μια παύση στη διάρκεια του μαθήματος.
-Όχι, τι είναι γραφιστική;
Εκείνο το απόγευμα, η Βάσω, το μάθημα της έκθεσης και τα μολύβια, ήταν ο σταθμός και το ξεκίνημα για εμένα. Στο τέλος της σχολικής χρονιάς μετακόμισα στη Θεσσαλονίκη με ένα στόχο κι ένα σκοπό. Να ασχοληθώ με τη γραφιστική, με το σχεδιασμό οπτικής επικοινωνίας. Έζησα και εργάστηκα στη Θεσσαλονίκη για δεκάξι χρόνια. Στην αρχή ως freelancer designer και λίγο αργότερα στο δικό μου γραφείο. Εκεί σχεδίασα και τα πρώτα projects, μικρότερα και μεγαλύτερα, έχοντας όμως από όλα αρκετές αναμνήσεις να θυμάμαι. Σύντομα θα ξεκινούσε μια περίοδος που σημαντικά δημιουργικά γραφεία της πόλης θα όριζαν το στίγμα τους στο χάρτη του παγκόσμιου design -δε αναφέρω κάποια για να μην ξεχάσω άλλα-.
Ας μου επιτραπεί αυτό: Δεν είναι ότι η Αθήνα με υποδέχτηκε. Είχα ξεκινήσει να σχεδιάζω για κάποια brands της Αθήνας αλλά στην πραγματικότητα μετακόμισα σε αυτήν για να δημιουργήσω τα νέα δεδομένα της παραμονής μου εκεί. Ήταν το άγνωστο που με προκαλούσε, οι νέες συνθήκες, τα πιο μεγάλα projects, οι νέες εμπειρίες. Μπορώ να πω πως με αυτή τη μετάβαση άλλαξε σε κάποιο βαθμό και η οπτική μου, η σχεδιαστική απόδοση κάθε εφαρμογής, η προσπάθεια να πω περισσότερα με όσο το δυνατό λιγότερα. Στην Αθήνα υποστήριξα περισσότερο την απλότητα, τις φυσικές φόρμες, τη γεωμετρία. Και ίσως αυτά να με οδήγησαν στον επόμενό μου προορισμό. Στην Τήνο.
Τα τελευταία έντεκα χρόνια ζω κι εργάζομαι μεταξύ Αθήνας και Τήνου. Η Τήνος είναι το σπίτι μου. Εκεί εδρεύω, όπου κι αν κατοικώ. Για έναν ανεξήγητο λόγο, στα Υστέρνια ανέλαβα και ολοκλήρωσα τα πιο σημαντικά, τα πιο μεγάλα και ενδιαφέροντα projects όλα αυτά τα χρόνια που ασοχλουμε με το design. Δεν κατατάσσω τον ευατό μου στους καλλιτέχνες αλλά με φιλοξενεί ένα χωριό, που στην κεντρική του είσοδο δεσπόζει μια πινακίδα με μεγάλα γράμματα: «Καλώς Ήλθατε στα Υστέρνια, το χωριό των καλλιτεχνών». Τους ευχαριστώ.

Είσαι ο απόλυτος δημιουργός. Πώς λοιπόν γεννιέται μια ιδέα; Είναι θέμα μιας στιγμής ή υπάρχει μια σταθερή δημιουργική διαδικασία;
Ευχαριστώ για τον χαρακτηρισμό. Νομίζω μια σταθερή δημιουργική διαδικασία μπορεί να εμπεριέχει κάποιες φορές και την ιδέα της στιγμής. Μεταφορικά, μια ιδέα είναι ένας ζωντανός οργανισμός. Γεννιέται, μεγαλώνει, ολοκληρώνεται, δίνει τη θέση της στην επόμενη. Προσωπικά, δεν ακολουθώ μια συγκεκριμένη διαδικασία. Ίσως, ως μια στιγμιαία αντίδραση, να κατηγοριοποιώ κάθε project που φτάνει σε ’μένα και να αντιλαμβάνομαι τις ανάγκες του. Ωστόσο, μπορώ να καταλήξω σε μια ιδέα τρέχοντας κάτω στον Όρμο ή διασχίζοντας με το αυτοκίνητο την ενδοχώρα, από το Μαλλί και τον Κουμελά μέχρι την άλλη πλευρά του νησιού, την Λειβάδα. Λειτουργεί βοηθητικά κάθε φορά που ένα project μου επιτρέπει να έχω φυσική παρουσία κατά της διαδικασία της αναζήτησης μιας ιδέας. Ως παράδειγμα αναφέρω, πως θα περάσω χρόνο, θα φάω, θα βρεθώ διαφορετικές ώρες και στιγμές σε ένα χώρο εστίασης πριν σχεδιάσω το menu του.
Δεν έχω καταλήξει αν μια ιδέα είναι αποτέλεσμα μοναχικότητας ή συλλογικής διαδικασίας. Τείνω να πιστεύω πως αφορά μια εσωτερική διεργασία του καθενός, άσχετα με το αν καταλήγει να συζητηθεί και να εξεταστεί ως προς τα στοιχεία που πρέπει να εξυπηρετήσει. Σε αυτό το σημείο θέλω να εστιάσω στην επιπολαιότητα της ιδέας. Κι ευτυχώς. Κάθε ιδέα έρχετε ακατέργαστη. Είναι μια στιγμή. Ορίζεται από μια σκέψη ή δημιουργεί ένα γεγονός. Μια ιδέα είναι πάντα επιπόλαιη και διαμορφώνεται, μόνο, από αυτόν που μπορεί να τη δεχτεί.
Υπάρχουν ανατροπές συνήθως;
Ναι. Και συχνά είναι -ή γίνεται- ζητούμενο. Πολλές φορές σχεδιάζω κάτι ώστε να δημιουργήσω τη βάση και το υλικό για την ανατροπή. Θεωρώ πως είναι ένα στάδιο της διαδικασίας. Αυτό που θέλω να τονίσω είναι ότι μια καλή ιδέα αναγνωρίζεται ακαριαία από τον εμπνευστή της. Το ίδιο συμβαίνει και στην περίπτωση της ανατροπής. Συχνά μας δείχνει επιμέρους στοιχεία ή μας ορίζει μια νέα διάσταση. Ωστόσο κάποιες φορές, μετά από μια σειρά αλλαγών, επιστρέφω, ξανά, στην αρχική ιδέα. Θα έλεγα πως η ανατροπή υπάρχει στη διαδικασία ιδέας και σχεδιασμού κι ακολούθως επηρεάζει και χαρακτηρίζει το έργο μου.

Ποιο θεωρείς ότι είναι το πιο δυνατό σου σημείο και ποιο το πιο challenging για σένα;
Μου είναι δύσκολο να μιλάω για τον εαυτό μου. Θα έλεγα πως το αποτύπωμά μου σχεδιαστικά, βασίζεται κυρίως στην αντιληπτική μου ικανότητα. Η οποία βέβαια ενδυναμώνεται οπωσδήποτε από την εμπειρία. Αυτό αφορά την κατανόηση και την αντιμετώπιση των αναγκών κάθε εργασίας καθώς ορίζει μια σχέση ενσυναίσθησης μεταξύ δημιουργού και έργου.
Η μεγαλύτερη πρόκληση που αντιμετωπίζω, είναι το εύρος και η ποικιλομορφία των projects που δουλεύω σε σχέση με τη διατήρηση της σχεδιαστικής μου ταυτότητας. Ως παράδειγμα, μια τυπική μέρα στα Υστέρνια μπορεί να ξεκινήσει με τη μελέτη του λογοτύπου για το Εθνικό Ίδρυμα Ερευνών και να ολοκληρωθεί αργά το απόγευμα, με την παρουσίαση της νέας σήμανσης των απορριματοφόρων, στην Διεύθυνση Καθαριότητας του Δήμου Αθηναίων. Αυτή η εναλλαγή, τόσο ως προς το concept όσο και ως προς την προσέγγιση, η διαφορετική επικοινωνία, οι ξεχωριστές ανάγκες και εφαρμογές, ορίζουν μια πρόκληση που καλούμαι να διαχειριστώ. Δε θέλω να παραβλέψω το παρορμητικό στοιχείο του χαρακτήρα μου, αυτό που με κάνει να ακολουθώ και να εμπιστεύομαι αποκλειστικά την διαίσθησή μου.
Πώς θυμάσαι την εποχή που εργάστηκες στη Θεσσαλονίκη σαν creative designer, τι αναπολείς και τι θυμάσαι περισσότερο;
Θα τολμούσα να πω πως ήταν μια εποχή που τη χαρακτήριζε ο ρομαντισμός. Ήταν το ξεκίνημα για πολλά από τα δημιουργικά γραφεία της πόλης και το καθένα, αποτύπωνε το δικό του ύφος και καθόριζε τη δική του διαδρομή. Αυτός ο ρομαντισμός ήταν εμφανής σε όλη αυτή τη διαδικασία. Οι αφίσες, τα μουσικά συγκροτήματα, οι θεατρικές παραστάσεις, τα πολιτιστικά δρώμενα, γενικότερα κάθε μορφή έκφρασης και επικοινωνίας, απέδιδαν τη δημιουργικότητα των σχεδιαστών συμβεβλημένη με μια δόση ευαισθησίας. Θυμάμαι έναν αγνό ανταγωνισμό, αυτόν που βλέπεις κάτι ωραίο και αναρωτιέσαι -γιατί να μην το έχω σκεφτεί εγώ;-, κάποιες συνέργειες, ποιος έκανε τι, νέους δημιουργούς. Αναπολώ την καθημερινότητα στο γραφείο μου, σε ένα νεοκλασικό διατηρητέο κτίριο της Βενιζέλου που υποδεχόταν καθημερινά σχεδιαστές, φωτογράφους, μουσικούς, τυπογράφους, παραγωγούς, δημιουργώντας μια μοναδική -και πολλά υποσχόμενη- ατμόσφαιρα. Ήταν μια εποχή που χωρίς αυτήν, δεν θα ακολουθούσε αυτό το ξέσπασμα των δημιουργών της πόλης και ό,τι αυτό σήμανε τελικά, για το design της Θεσσαλονίκης.
Πόσο θεωρεις ότι άλλαξε το σκηνικό της δημιουργικότητας με βάση τη Θεσσαλονίκη, που πιστεύεις οτι οφείλεται αυτή η έκρηξη και πως έχει εξελιχθεί το δημιουργικό γίγνεσθαι μέχρι σήμερα;
Άλλαξε καθοριστικά. Το design «οφείλει» στην Θεσσαλονίκη. Δημιουργικά γραφεία και σχεδιαστές, ορίσανε την δική τους ταυτότητα και ποικιλοτρόπως μια αναγνωρίσιμη πορεία. Μια πορεία που τα τελευταία χρόνια συνεχίζεται έξω από τα όρια της πόλης, τα όρια της Ελλάδας, με έντονο το στίγμα της στο εξωτερικό. Μια έκρηξη που αποτέλεσε μια απελευθέρωση. Θεωρώ πως ένας δημιουργικός εσωτερικός αναβρασμός, μια ανάγκη εξωστρέφειας, ο όγκος πληροφοριών και νέων δεδομένων, τα περιθώρια της πόλης, οι νέες προκλήσεις, όλα αυτά κατέστησαν αναγκαία αυτή την αναλαμπή και την εξάπλωση του design της πόλης ανά τον κόσμο. Δεν είναι καθόλου τυχαίο το γεγονός ότι πρόσφατα, δυο γραφεία που ξεκινήσαν τη δραστηριότητά τους στην Θεσσαλονίκη, γίνανε μέλη της AGI, μια Διεθνής επαγγελματική λέσχη κορυφαίων σχεδιαστών.

Ποια είναι τα highlights της πορείας σου; Έχεις αγαπημένα project και αν ναι μπορείς να ξεχωρίσεις κάποιο;
Συχνά ανατρέχω σε σκληρούς δίσκους, eMails, μεταφερόμενα αρχεία και έχω βρεθεί πολλές φορές αντιμέτωπος με την ερώτησή σας. Θα απαντήσω ναι. Έχω αγαπημένα projects! Δεν είναι όμως πάντα η εικόνα, το αποτέλεσμα ή ο επιμέρους σχεδιασμός τους, που τα κάνει να ξεχωρίζουν. Κάποια έχουν ενδιαφέρον για τις συνθήκες που ορίσανε, από την αρχή μέχρι την ολοκλήρωσή τους. Άλλα για το αντικείμενό τους, ίσως πιο ευαίσθητα, πιο συναισθηματικά. Κι άλλα για την πορεία τους, πως εξελιχθήκανε και που φτάσανε. Σημαντική και η ατμόσφαιρα που δημιουργεί το κάθε project κατά τον σχεδιασμό του, οι άνθρωποι που συμμετέχουν σε αυτό. Εντάσεις, χαμόγελα, προβληματισμοί, ενθουσιασμός.
Υπάρχει κάτι που ονειρεύεσαι να πραγματοποιήσεις; Ποιο είναι το dream project σου;
Ναι. Θέλω να επανεκδώσω την εφημερίδα του χωριού «Τα Υστερνιώτικα Νέα». Κυκλοφόρησε για πρώτη φορά το 1983 και σταμάτησε το 2017. Βρίσκω εξαιρετικά ενδιαφέρον τον επανασχεδιασμό ενός τέτοιου εντύπου, τη φιλοσοφία του, την αισθητική του και θεωρώ εξίσου απαραίτητη την επανακυκλοφορία του. Ένα τέτοιο έντυπο, πέρα από τον ενημερωτικό του χαρακτήρα, δημιουργεί δεσμούς στο χωριό, δίνει βαρύτητα και σημασία στη έννοια της συνεργασίας, στο κοινό καλό. Αυτό το διάστημα ασχολούμαι με όλα τα διαδικαστικά θέματα προς αυτή την κατεύθυνση. Ας συμφωνήσουμε ότι θα είστε η πρώτη που θα την ξεφυλλίσετε. Dream project: Θέλω να σχεδιάσω το branding της εταιρείας που θα μεταφέρει ανθρώπους σε άλλους πλανήτες.
Ζώντας μεταξύ Αθήνας και Τήνου τι έχει να σου προσφέρει κάθε τόπος και πως αυτό ανταποκρίνεται στο έργο σου;
Συνηθίζω να λέω αυτό: Στην Τήνο σκέφτομαι και στην Αθήνα μιλάω. Είναι πλέον βέβαιο πως η Τήνος και η Αθήνα αποτελούν την ισορροπία στη ζωή μου. Κι αυτή η ισορροπία δεν ορίζεται καθόλου από τη διάρκεια παραμονής μου στο κάθε σημείο. Αρκεί μια μέρα στο νησί και δέκα στην Αθήνα. Και το αντίστροφο. Δεν είναι ο χρόνος αλλά ο χώρος. Μένω στο κέντρο της πολύβουης Αθήνας. Επικοινωνώ με ανθρώπους, έχω οπτικά ερεθίσματα, διαβάζω, ακούω, μαθαίνω, ενημερώνομαι. Η Αθήνα είναι μια ζωντανή πόλη. Και κάθε φορά, διαπιστώνω πως είναι η τροφοδοσία μου. Η Αθήνα μου χαρίζει την εγρήγορση, την ετοιμότητα, την έκπληξη, το νέο, το απρόσμενο. Όλα, ζητούμενα κι απαραίτητα στην καθημερινότητά μου. Εκατό μίλια μόνο κι η καθημερινότητα αλλάζει! Η ηρεμία, η γαλήνη, η ησυχία. Μια ησυχία που μπορείς να την ακούς. Σα μια συχνότητα που σε γαληνεύει. Ένα χωριό, οι λιγοστοί κάτοικοι, η πρωινή βόλτα στη θάλασσα, ο Pablo, η Χώρα, ο Θεολόγος και το Super Ferry -πρωί και βράδυ αντίστοιχα-, και μια επανάληψη που όμως δεν έχει τίποτα ίδιο. Χειμώνας. Έξω το απόλυτο σκοτάδι. Σκηνή από ταινία. Ίσως κάποιο φως, αχνά, απέναντι στη Σύρο δημιουργώντας μια υπόνοια επικοινωνίας. Στην πραγματικότητα, είναι αρκετοί αυτοί που θέλουν να ξέρουν αν το project τους θα σχεδιαστεί στο νησί. Εργάζομαι μπροστά σε ένα παράθυρο που μου επιτρέπει να βλέπω έντεκα νησιά του Αιγαίου, τη θάλασσα, τον ορίζοντα και τον ουρανό, την ανατολή και τη δύση. Καθημερινά. Αισθάνομαι ότι τα διαφορετικά ερεθίσματα Αθήνας και Τήνου, λειτουργούν συμπληρωματικά-βοηθητικά στη δουλειά μου και στο έργο μου. Δύο διαφορετικά σημεία, μια συνάντηση, μια κοινή πορεία.

Θεωρείς ότι η Τέχνη μας κάνει καλύτερους ανθρώπους;
Ναι, αδιαμφισβήτητα και αναπόφευκτα. Η Τέχνη μας κάνει καλύτερους. Δυστυχώς δεν έχω καλή σχέση με την Τέχνη κι αναγνωρίζω αυτό το κενό. Η Τέχνη εμπεριέχει την προοπτική, μπορεί να είναι επιδραστική, επικοινωνεί ποικιλοτρόπως με το κοινό της. Κάθε μορφή Τέχνης προκαλεί την κριτική, δημιουργεί εντυπώσεις. Πίσω από κάθε Τέχνη βρίσκεται ο άνθρωπος. Δημιουργός ή αποδέκτης.
Πώς ορίζεις την ομορφιά;
Ομορφιά σημαίνει ελευθερία. Κάθε τι όμορφο, ορίζεται αντικειμενικά. Θα έλεγα πως η ομορφιά έχει περίσσευμα αυτοπεποίθησης. Ομορφιά είναι η αυθεντικότητα. Οι επιλογές μας, οι σκέψεις και οι πράξεις.
Έχεις σχεδιάσει κάποιο αντικείμενο;
Πριν κάποια χρόνια, σε συνεργασία με τον Ονούφρη, μαρμαρογλύπτη, κάναμε μια σειρά από αντικείμενα γραφείου. Έκανα τη μελέτη και τα σχέδια, ο Ονούφρης τα έδωσε μορφή από μάρμαρο, ένα προς ένα στο χέρι, με την παραδοσιακή μέθοδο. Μολυβοθήκες, χάρακες, αποθηκευτικές θήκες. Βρήκαν τη θέση τους στο πωλητήριο του Μουσείου Κυκλαδικής Τέχνης στην Αθήνα.
Ποια είναι τα επόμενα σου βήματα;
Έχω ξεκινήσει μια σειρά από μικρά έργα, ουσιαστικά κάποια collage, που θέλω να τα εξελίξω ως μικρές εγκαταστάσεις στο χώρο. Πρόκειται για έργα σε καμβά, με την χρήση διαφορετικών τεχνικών και υλικών, που όμως το καθένα αποτελεί αναπόσπαστο μέρος του συνόλου.
Ποιο είναι το πιο πιο πιο αγαπημένο σου gadget που δεν αποχωρίζεσαι ποτέ;
Το ρολόι μου. Ένας παλμογράφος που μετράει και αποθηκεύει, συνεχώς, κάθε δραστηριότητα στην καθημερινότητά μου.
Ελλάδα είναι…
Το χαμόγελο των ανθρώπων. Το πλοίο που μπαίνει στο λιμάνι. Η ιστορία. Ο αέρας και η θάλασσα. Το φιλότιμο και η ευγένεια. Ο πολιτισμός. Η αισθητική, η γεωμετρία, η προοπτική. Το ξημέρωμα σε κάποιο νησί. Το μπλε χρώμα. Και το λευκό.
Περιέγραψε μας με τρεις λέξεις τον εαυτό σου...
Θέλω να με χαρακτηρίζει η γενναιοδωρία. Να είμαι ειλικρινής . Να έχω την ευθύνη.
Τα 3 βιβλία που αγαπάς;
Εγχειρίδιο βλακείας, του Διονύση Χαριτόπουλου, Οδύσσεια, του Ομήρου, Απάνθισμα, του Τάσου Λειβαδίτη
Κάτι για το οποίο είσαι περήφανος;
Για τον πατέρα μου.
Φωτογραφία Πορτρέτου Αλέξανδρος Ιωαννίδης
ΔΗΜΟΣΙΕΥΤΗΚΕ ΣΤΟ ΠΕΡΙΟΔΙΚΟ GLOW ΣΤΟ ΤΕΥΧΟΣ ΜΑΡΤΙΟΥ 2025