Φεβρουάριος 1886. Ο Vincent Van Gogh μετακομίζει από την Αμβέρσα στο Παρίσι, ενώ ζωγράφιζε επαγγελματικά για λιγότερο από έξι χρόνια. Κατά την άφιξή του στην πόλη του φωτός, ο τότε 32χρονος Ολλανδός ζωγράφος χρησιμοποιούσε ελάχιστο χρώμα στους καμβάδες του. Ωστόσο, από τη στιγμή που έφυγε από την πόλη, δύο χρόνια αργότερα, γεννήθηκε, μέσα στον ίδιο και στο έργο του, ένα ολόκληρο νέο φάσμα τολμηρών αποχρώσεων, όπως κίτρινων, κόκκινων και μπλε, γεγονός που επιβεβαιώνεται με μια απλή ματιά στους περισσότερους πίνακες του θρυλικού καλλιτέχνη.

Πράγματι, τα τριάντα χρόνια που έζησε ο Van Gogh στο Παρίσι αποτέλεσαν σημείο αναφοράς για πολλά στοιχεία, τα οποία του άνοιξαν τον δρόμο, τον διαμόρφωσαν ως δημιουργό και του «σφράγισαν» μια περαιτέρω σταδιοδρομία ως καλλιτέχνη. Πριν λίγες ημέρες, λοιπόν, το μεγάλο δίλημμα που βασάνιζε τον κόσμο της τέχνης, επιτέλους βρήκε την απάντηση του. Ένας από τους διασημότερους πίνακες του, το λεγόμενο «Βάζο με τις παπαρούνες» ή αλλιώς «Vase with Poppies», το οποίο και θεωρούσαν πως δεν έχει ζωγραφιστεί από τον ίδιο τον Van Gogh, επαληθεύτηκε από τους αρμόδιους ερευνητές, ως αυθεντικό.

Ο εν λόγω πίνακας χρονολογείται το 1886 και ολοκληρώθηκε λίγο μετά την άφιξη του εμβληματικού καλλιτέχνη στην πόλη του Παρισιού, στο σπίτι του νεότερου αδελφού του, Theo, ο οποίος τότε ήταν μόλις 28 ετών και ακολουθούσε μια επιτυχημένη καριέρα ως έμπορος τέχνης, πουλώντας έργα θρυλικών εικαστικών, όπως οι Monet, Gauguin, Cézanne, Toulouse Lautrec, Pissarro και Seurat.
Ήταν αλήθεια ότι, ο Ολλανδός ζωγράφος βρισκόταν στο κατάλληλο μέρος, την κατάλληλη στιγμή: στη μέση, δηλαδή, ενός σύμπαντος που «ξεχείλιζε» από τέχνη. Ως φυσικό επακόλουθο, την προσοχή του συχνά, τραβούσαν τα έργα των συγχρόνων συναδέλφων του, που ο μικρότερος αδελφός του εμπορευόταν με επιτυχία. Ωστόσο, αν και ο Vincent κατάφερε πολλάκις να ξεπεράσει το στιλ τους, δεν υπάρχει αμφιβολία ότι εμπνεύστηκε και επηρεάστηκε από τα χρώματα και τις τεχνικές τους.

Αυτό μας φέρνει πίσω στο μήλον της έριδος, το «Βάζο με τις παπαρούνες», έναν πίνακα που δείχνει μια σημαντική μετατόπιση σε ολόκληρο το έργο του Van Gogh. Από το 1957, το έργο ανήκει στο μουσείο τέχνης του Wadsworth Atheneum, στην πόλη Hartford των Η.Π.Α. Το πολυσυζητημένο αυτό αριστούργημα θεωρούταν πρωτότυπο έως και το 1990, όταν ο ιστορικός τέχνης Walter Feilchenfeldt εξέφρασε τις ομολογουμένως λογικές ανησυχίες του για την αυθεντικότητά του.
Το σκεπτικό του ήταν το εξής: Κατά τη χρονική διάρκεια της δημιουργίας του, αρκετές ζωγραφιές συνήθιζαν να απεικονίζουν λουλούδια, τοποθετημένα ευλαβικά, μέσα σε ένα βάζο. Παράλληλα, πολλοί πίνακες παρόμοιου ύφους, που υποστηριζόταν ότι έχουν ζωγραφιστεί από τον Van Gogh, στη συνέχεια αποδείχτηκαν πλαστοί. Αυτή ήταν η αφορμή που έπεισε τον Feilchenfeldt και επιβεβαίωσε τις σκέψεις του κοινού για πλαστότητα του έργου. Μέτα από τέτοιο σκάνδαλο, εκείνο αφαιρέθηκε άμεσα από τον τοίχο του μουσείου και εγκαταλείφθηκε στο υπόγειο επ’ αόριστον.

Κάπως έτσι και παρέμεινε, έως όταν το μουσείο τέχνης του Wadsworth Atheneum αποφάσισε να επανεξετάσει την απόφαση και να χρησιμοποιήσει μια σειρά νέων τεχνολογιών, ώστε να μελετήσει εμπεριστατωμένα την πρωτοτυπία του πίνακα. Απροσδόκητα, μια ψηφιακή ακτινογραφία που του έγινε, αποκάλυψε μια εικόνα κάτω από τα λουλούδια του βάζου, που θύμιζε αυτοπροσωπογραφία -ο τύπος ζωγραφικής που άρχισε να υιοθετείται από τον Van Gogh, κατά την παραμονή του στο Παρίσι. Αυτή η απόφαση, παραπέμφθηκε στο μουσείο του στην Ολλανδία, το οποίο πραγματοποίησε με τη σειρά του, τη δική του εξέταση, καταλήγοντας στο συμπέρασμα, πως στα αλήθεια ο πίνακας είναι αυθεντικός.
Η μετά θάνατον αναγνώριση φαίνεται να είναι το «βάσανο» που κυνηγάει το Vincent Van Gogh στους αιώνες…
Το μουσείο τέχνης του Wadsworth Atheneum σχεδιάζει να εκθέσει και πάλι τον πίνακα «Βάζο με τις παπαρούνες», τον φετινό Απρίλιο, που σημαίνει ότι το κοινό θα έχει την δυνατότητα να τον δει από κοντά, έπειτα από τρεις δεκαετίες αποχής!